Το 4ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα ντροπιαστικό «τέλος εποχής». Όλα τα «υλικά» που παρουσιάστηκαν επί σκηνής δεν αξίζουν τον λόγο, δεν έχουν καμιά σοβαρή πολιτική προοπτική.
Στην καλύτερη, μπορούν να ελπίζουν σε συμπληρωματικό ρόλο σε πολιτικά σχέδια που θα χτίσουν άλλοι και αλλού. Σε πολιτικά σχέδια που θα αφορούν την καθεστωτική λειτουργικότητα και όχι την κοινωνική βάση στην οποία κάποτε αναφερόταν ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ακόμα και πολύπειροι πολιτικοί συντάκτες του αστικού Τύπου σοκαρίστηκαν από το κλίμα που επικράτησε: Αυτά, λένε, δεν έχουν ξανασυμβεί σε συνέδριο της Αριστεράς. Μόνο που ο ΣΥΡΙΖΑ, από καιρό, δεν είναι πλέον ένα κόμμα της Αριστεράς, ενώ αυτό που έγινε στο Φάληρο δεν ήταν συνέδριο αλλά ένα game of thrones με αντικείμενο τη διατήρηση ή την αναδιανομή της εξουσίας στην Κουμουνδούρου.
Πιο ουσιαστικά ήταν αυτά που συνέβησαν στις παραμονές του Συνεδρίου. Ο Κασσελάκης προσεκλήθη στη Λέσχη της Κηφισιάς και μπροστά σε 100 επίλεκτους εκπροσώπους της καλής κοινωνίας ανέπτυξε το σχέδιό του για τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε κάτι σαν μια βαλκανική εκδοχή των Αμερικανών Democrats. Τη θερμή παρουσίαση του «δεν με κρατάνε από πουθενά»-Στέφανου, ανέλαβε ο «μπροστινός» εκπρόσωπος της οικογένειας Βαρδινογιάννη, επιβεβαιώνοντας την υποστήριξη σημαντικής μερίδας των εφοπλιστών στο project Κασσελάκης. Τι ενδιαφέρον έχει για την κυρίαρχη τάξη αυτό το project; Οι καπιταλιστές έχουν την εξουσία και γι’ αυτό είναι υποχρεωμένοι να βλέπουν μπροστά: η εποχή Μητσοτάκη κάποτε θα τελειώσει, η ΝΔ πιθανότατα θα αντιμετωπίσει προβλήματα ρήξης της συνοχής μεταξύ κεντρώας και ακροδεξιάς συνιστώσας και τότε ένα κεντρώο ή «κεντροαριστερό» προσωποπαγές κόμμα χωρίς αρχές θα είναι, ίσως, απαραίτητο για κυβερνητικές συμμαχίες μιας ή περισσότερων χρήσεων. Ένα «κόμμα» τύπου Ρέντσι ή Μακρόν θα είναι μια χρήσιμη εφεδρεία.
Αυτήν την προοπτική μετέφερε, χωρίς προσχήματα, ο Κασσελάκης στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα στο παρά 5 ενός συνεδρίου που είχε προπαγανδιστεί ως καθοριστικό. Το «ερωτηματολόγιο» που μονομερώς απέστειλε ζητώντας έγκριση αλλαγής ονόματος, συμβόλων και φυσιογνωμίας του κόμματος, προανάγγειλε μια ποιοτική, αιφνιδιαστική και ερασιτεχνικά προετοιμασμένη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ προς αδιευκρίνιστη κατεύθυνση. Το μόνο γνώρισμα που θα έμενε όρθιο στο «κόμμα» της Κουμουνδούρου, θα ήταν το ότι έχει επικεφαλής τον Στέφανο Κασσελάκη. Αυτό ήταν το νόημα της «λευκής επιταγής» που ζήτησε ο Κασσελάκης και το αίτημά του ισοδυναμούσε με την παράδοση άνευ όρων όλων των άλλων βαρόνων και τσιφλικάδων του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτή η απαίτηση έβαλε στην πρίζα τους πάντες, συμπεριλαμβανομένου του Αλ. Τσίπρα που, μέχρι τότε, περιοριζόταν σε ρόλο «σιωπηρού εγγυητή». Ο Τσίπρας βρέθηκε μπροστά σε δύο νέες διαπιστώσεις: α) Ο Κασσελάκης αποδεικνυόταν πιο «σκληρό καρύδι» από τις προβλέψεις. Υπό την εγγύηση και την προστασία του Τσίπρα, παρέλαβε ευχαρίστως τον ΣΥΡΙΖΑ, για να ολοκληρώσει τη βρώμικη δουλειά μιας νέας εσωκομματικής εκκαθάρισης (χωρίς ο Αλέξης να χρειαστεί να βάψει τα χέρια του με το αίμα όσων τον κατηγορούσαν ως υπεύθυνο για τη συντριπτική ήττα του Μάη-Ιούνη 2023), όμως σε ελάχιστους μήνες έδειξε ότι δεν είναι καθόλου πρόθυμος να επιστρέψει κάποτε την κομματική εξουσία στα χέρια του «εγγυητή». β) Ο Κασσελάκης άρχισε να μετακινεί τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια πολιτική κατεύθυνση όπου δεν ήταν πλέον δεδομένο ότι θα περιλάμβανε, σε ηγετικό ρόλο, τον Αλέξη Τσίπρα.
Ούτως ή άλλως, το σχέδιο μιας «σοσιαλδημοκρατικής ανασύνθεσης», μιας ενοποίησης των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, μετά τις ευρωεκλογές και υπό την ηγεσία του Τσίπρα, ήταν ένα «σχέδιο επί χάρτου», που έμπαζε από παντού. Ο Ν. Ανδρουλάκης, και η ηγετική ομάδα πίσω του, βλέποντας να ενισχύεται το ΠΑΣΟΚ σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είχαν κανένα σοβαρό λόγο να ψάχνουν ένα «συνέδριο τύπου Επινέ», όπου υπό το πρόσχημα της ενοποίησης των σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων θα παρέδιδαν την εξουσία σε έναν νέο Μιτεράν, δηλαδή στον Τσίπρα. Από τη στιγμή όπου και στην Κουμουνδρούρου, ο Κασσελάκης εμφάνιζε φιλοδοξίες «μακράς πνοής», το μόνο που απέμενε για τον Τσίπρα ήταν η οριστική «τιμητική» απόσυρση.
Για αυτούς τους λόγους ο αρχηγός της ντροπιαστικής κωλοτούμπας του 2015 προχώρησε στην αιφνιδιαστική παρέμβασή του, λίγη ώρα πριν αρχίσει το συνέδριο. Το νόημα της παρέμβασης, αν αφαιρέσουμε τις σάλτσες, ήταν απλό: ο «εγγυητής» ζητούσε πίσω το κόμμα του, ζητώντας εκλογές και εκτιμώντας ότι θα αναδειχθεί μια «μεταβατική» ηγεσία με πρόεδρο ένα από τα πιστά στελέχη της φρουράς του.
Αν ψάξει κανείς για νικητές στο 4ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα τους βρει. Όλοι βγήκαν «τσαλακωμένοι» από την αθλιότητα της διαδικασίας. Όμως υπάρχουν ηττημένοι. Και ο πιο αναμφισβήτητα ηττημένος είναι ο Αλέξης Τσίπρας. Τίποτα απ’ όσα ζήτησε με το διάγγελμά του δεν υλοποιήθηκε. Ο Κασσελάκης παρέμεινε στη θέση του, οι εκλογές δεν έγιναν, η παλιά «προεδρική φρουρά» παρουσίασε ένα σημαντικό, όπως αποδείχθηκε, ρήγμα: την αυτόνομη κίνηση της πτέρυγας του Ν. Παππά.
Η ερμηνεία είναι απλή. Η στρατιά των καριεριστών που ο ίδιος ο Τσίπρας προσέλκυσε στον ΣΥΡΙΖΑ για να διατηρήσει τεχνητά την ανερμάτιστη επιμονή του να αναλάβει ξανά ρόλους «κυβερνώσας» παράταξης, έχει αλλάξει καίρια τη στελεχιακή σύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα στην «κερκίδα» του συνεδρίου τον τόνο δεν έδιναν οι συνδικαλιστές και οι ακτιβιστές των κινημάτων, αλλά οι Γκλέτσοι και οι παρέες τους. Και στις πρώτες σειρές των «προβεβλημένων», ο ναύαρχος Αποστολάκης, η Θεοδώρα Τζάκρη, η Δ. Αυγέρη, η Έλενα Ακρίτα, οι καθηγητάδες και λοιποί «αστέρες» ήταν μια εικόνα θλίψης και ντροπής. Σε αυτό το «στρώμα» της διεύρυνσης του ΣΥΡΙΖΑ προς τις ανερμάτιστες περσόνες -που δεν είχαν ποτέ καμιά σχέση με την Αριστερά των αγώνων- στηρίζει μεγάλο μέρος της δύναμής του ο Κασσελάκης.
Όμως αυτό το στρώμα δεν αρκούσε για να του εξασφαλίσει μια -έστω οριακά επιβιωτική- νίκη. Για να προκύψει η «ισοπαλία» που τον αφήνει ζωντανό στην καρέκλα του προέδρου, ο Κασσελάκης χρειάστηκε τις υπηρεσίες της πτέρυγας του Νίκου Παππά.
Οι Παππάς-Πολάκης-Γ. Τσίπρας-Φάμελος, υπήρξαν οι αρχιτέκτονες της μανούβρας που, αφενός, απέκλειε τις εκλογές αναμέτρησης με τον Κασσελάκη, ενώ αφετέρου «ψαλίδιζε» τη λευκή επιταγή προς τον πρόεδρο δίνοντας διορία επανεκτίμησης μέχρι την επομένη των ευρωεκλογών. Συχνά στην ιστορία, σε συνθήκες βαθιάς κρίσης ενός κόμματος, αποκτά μεγαλύτερο βάρος η πιο γραφειοκρατική πτέρυγά του. Εδώ πρόκειται για το τμήμα των στελεχών που έχει κάνει «επιστήμη» την αντίληψη ότι το κόμμα είναι μαγαζί και η πολιτική ταυτίζεται με το νταλαβέρι. Όμως αυτή η «επιστήμη» δεν έχει τίποτα κοινό με τις πραγματικές οργανωτικές ή πολιτικές ικανότητες. Ο Ν. Παππάς συχνά κοκορεύεται για την, τάχα, «μάχη» κατά των ολιγαρχών με επίδικο τον έλεγχο των Μέσων Ενημέρωσης. Σε εκείνη τη «μάχη» οι ολιγάρχες όχι μόνο διατήρησαν τον έλεγχο των ΜΜΕ, όχι μόνο απέσπασαν μια συμφωνία υποβάθμισης του εγγυητικού ρόλου των σωματείων και των εργαζομένων στην ενημέρωση, αλλά το πέτυχαν και χωρίς να δώσουν την παραμικρή εγγύηση «ουδετερότητας» απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ένα καλό παράδειγμα για το πώς «το έξυπνο πουλί, από τη μύτη πιάνεται…».
Η συμμαχία των νεοπροεδρικών και των γραφειοκρατών του «παλαιού καθεστώτος», που όμως πλέον κινούνται με αποκλειστικό άξονα την ιδιοτέλεια, είχε την υπεροχή απέναντι στο συνασπισμό των παλιών προεδρικών στελεχών που συσπειρώθηκαν στην υποψηφιότητα της Γεροβασίλη. Οι σημερινές πραγματικότητες στον ΣΥΡΙΖΑ περιγράφονται από στιγμιότυπα όπως όταν ο Καρανίκας (!) μπορεί να επιτίθεται δημόσια στον Τσίπρα, ή όπως όταν ο ναύαρχος Αποστολάκης μπορεί να χλευάζει τον Αλέκο Φλαμπουράρη.
Ο συσχετισμός που καθοδήγησε αυτή την κατάληξη του συνεδρίου δεν έχει πραγματική ισχύ.
Η εικόνα του συνεδρίου ενισχύει την τάση αποδέσμευσης στη βάση και πολύ περισσότερο την τάση απόσυρσης του πολιτικού/εκλογικού ακροατηρίου, που σε όλες τις προηγούμενες κάλπες οδήγησε εκατοντάδες χιλιάδες στην αποχή. Στις ευρωεκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη και των Παππά-Πολάκη, θα δώσει αγωνιώδη μάχη για την τρίτη θέση. Και αν το ΚΚΕ πρόσεχε περισσότερο τη σχέση του με τα πλατιά ριζοσπαστικά ακροατήρια, τότε η τέταρτη θέση θα ήταν η πολιτικά πιθανότερη. Την επόμενη ημέρα των ευρωεκλογών το «οικοδόμημα» που φιλοτεχνήθηκε στο 4ο Συνέδριο θα δοκιμαστεί άγρια και η τράπουλα της εσωκομματικής εξουσίας θα μοιραστεί ξανά…
Αυτή η κρίση ισοδυναμεί με απελευθερωτική πιθανότητα. Χιλιάδες και χιλιάδες άνθρωποι θα αναζητήσουν αλλού και αλλιώς πολιτική αναφορά. Το αν αυτή η πιθανότητα θα «μεταφραστεί» δημιουργικά, εξαρτάται από τις πρωτοβουλίες και τη δυναμική της ριζοσπαστικής/αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Αλλιώς θα ενισχυθεί το φαινόμενο της εξατομικοποιημένης απόσυρσης και της αποχής.
Στη Λέσχη της Κηφισιάς, και σε άλλα καθεστωτικά κέντρα, είναι φυσιολογικό να τρίβουν τα χέρια τους με χαρά στην προοπτική να αποκτήσουν ένα «εργαλείο» σαν το Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ. Όμως το αν μπορούν να το πετύχουν αυτό μέσω του Στέφανου Κασσελάκη είναι άλλο, τελείως αμφίβολο στοίχημα. Στο ζόρικο γήπεδο της ταξικής πάλης και του πολιτικού αγώνα στην Ελλάδα, η γνώμη μας είναι ότι ο «δεν θα σας προδώσω» αμερικανοτραφής γιάπης θα αποδειχθεί ένα κουτσό άλογο.