Η πολύνεκρη ένοπλη επίθεση στη συναυλία στη Μόσχα υπήρξε ένα από τα χειρότερα «τρομοκρατικά» χτυπήματα στη σύγχρονη ιστορία της Ρωσίας.
Ο αριθμός των αθώων θυμάτων, το σοκ και η θλίψη που προκάλεσε, συγκρίνονται μόνο με τις βομβιστικές επιθέσεις σε διαμερίσματα σε μια σειρά πόλεις το Σεπτέμβρη του 1999 και με την αιματηρή κατάληξη της πολιορκίας του σχολείου του Μπεσλάν το 2004. Ένα τέτοιο γεγονός μπορεί να έχει μεγάλες συνέπειες και προεκτάσεις.
Η –υπό διαμόρφωση– ρωσική εκδοχή δείχνει «ισλαμιστές» δράστες, ανακινεί θέμα «ουκρανικού» δάκτυλου και υπονοεί και «δυτική» εμπλοκή. Οι πολιτικές αποφάσεις του Κρεμλίνου λογικά θα κρίνουν και το σε ποιον από αυτούς τους «εχθρούς» θα ρίξει το μεγαλύτερο βάρος και το οριστικό/επίσημο πόρισμα.
Σε πείσμα μιας –καχύποπτης– απορίας που διατυπώνεται για την επιλογή μιας τζιχαντιστικής οργάνωσης να χτυπήσει τη Μόσχα, να επισημάνουμε ότι ο χώρος του τζιχαντιστικού Ισλάμ έχει συσσωρευμένους λόγους να θεωρεί ότι βρίσκεται σε πόλεμο με τη Ρωσία (άλλωστε λίγες μέρες πριν το χτύπημα στη Μόσχα, οι Ρωσικές Ειδικές Δυνάμεις είχαν ένοπλη αντιπαράθεση με μαχητές στην Ινγκουσετία που κατέληξε σε 6 νεκρούς).
Η προϊστορία της εισβολής στο Αφγανιστάν, αλλά και η σύγχρονη ιστορία των πολέμων στην Τσετσενία και της ισοπέδωσης του Γκρόζνι γέννησε οργανώσεις όπως το «Εμιράτο του Καυκάσου» που οργάνωσαν πολλές επιθέσεις στην πρώτη δεκαετία του 21ού αιώνα.
Η πιο πρόσφατη επέμβαση του ρωσικού στρατού στη Συρία, έφερε σε άμεση σύγκρουση το ρωσικό κράτος με το Ισλαμικό Κράτος και άλλες ισλαμιστικές ένοπλες οργανώσεις, κάτι που είχε επίσης «μετασεισμούς» τρομοκρατικών επιθέσεων στη Ρωσία, με ιδιαίτερη ένταση το 2017-19. Τα τελευταία χρόνια, τα παρακλάδια του Ισλαμικού Κράτους δυνάμωναν εις βάρος των παλιών οργανώσεων (τσετσενικών και άλλων καυκάσιων). Το ISIS του Χορασάν, που ανέλαβε την ευθύνη για το μακελειό στη Μόσχα, είναι «παράγωγο» αυτής της περιόδου.
Όμως η πραγματικότητα που έχει δημιουργήσει ο ουκρανικός πόλεμος μπορεί να συνδέεται με το τελευταίο χτύπημα. Στην εμπόλεμη Ρωσία, οι πιέσεις που δέχονται οι Μουσουλμάνοι είναι ίσως οι περισσότερες στο συνολικό πληθυσμό.
Η απόπειρα προστασίας της κοινωνικής ειρήνης στις μεγάλες πόλεις έχει οδηγήσει σε μια στοχευμένη (στις φτωχότερες απομακρυσμένες περιοχές) στρατολόγηση που κάνει εξαιρετικά πιθανό να πληρώνουν αυτές οι περιοχές τον βαρύτερο φόρο αίματος για τον πόλεμο του Πούτιν. Όχι τυχαία, οι πιο «άγριες» αντιπολεμικές ή «αντιστρατολογικές» διαδηλώσεις έγιναν στο Νταγκεστάν.
Αντίστοιχες πιέσεις αντιμετωπίζουν και οι μετανάστες (όπως ήταν και οι συλληφθέντες για την πρόσφατη επίθεση), με τις κραυγές της ενδυναμωμένης εθνικιστικής Δεξιάς να απαιτούν «συνδρομή στον πόλεμο ή απέλαση».
Την ίδια ώρα, η ιδεολογική σκλήρυνση του καθεστώτος, σε συμμαχία με την ισχυρή πολιτικά Ορθόδοξη Εκκλησία, αποξενώνει την Μουσουλμανική συνιστώσα του ρωσικού πληθυσμού. Ο Πατριάρχης Κύριλλος προειδοποίησε πρόσφατα για την «πολιτισμική απειλή» που αποτελούν οι Μουσουλμάνοι και γενικότερα οι μετανάστες. Ο ίδιος ο Πούτιν, σχολιάζοντας την ανάγκη της ροής μεταναστών από την Κεντρική Ασία (για τις ανάγκες της πολεμικής οικονομίας), επεσήμανε και τον κίνδυνο αυτοί να διαταράξουν την «εθνο-πολιτισμική ισορροπία» στη χώρα.
Αυτά συγκροτούν το υπόστρωμα που -σε συνάρτηση με τις συνολικότερες κοινωνικές παθογένειες- δημιουργεί είτε «μοναχικούς λύκους», είτε πρόθυμους να στρατολογηθούν στις τζιχαντιστικές οργανώσεις.
Όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες επιθέσεις -από την 11η Σεπτέμβρη μέχρι το Μπατακλάν- αν δεν υπάρξει μαζική αντίσταση, η πολιτική εκμετάλλευση της επίθεσης δίνει ενισχυμένη πρωτοβουλία κινήσεων στο κράτος και τους κυρίαρχους της χώρας που δέχτηκε το χτύπημα.
Όπως λέει και ο τίτλος της ρωσικής αριστερής-αντιπολεμικής συλλογικότητας Posle, πρόκειται για μια περίπτωση όπου «Η αντίδραση της κυβέρνησης είναι πιο τρομακτική από την ίδια την τρομοκρατική επίθεση».
Η εικόνα των άγρια βασανισμένων συλληφθέντων υπήρξε ένα σοκαρίστικο δείγμα. Θα μπορούσε να είναι πράξη αντεκδίκησης ή μέθοδος απόσπασης «ομολογιών». Αλλά η δημόσια επίδειξη αποτελεί και πολιτικό μήνυμα. Το ρωσικό κράτος όχι μόνο δεν φρόντισε να αποκρύψει, αλλά «διαφήμισε» την τύχη που περιμένει «προδότες» και «τρομοκράτες». Προειδοποιεί έτσι κάθε αντίπαλο και ικανοποιεί –καταρχήν- τον όχλο των σκληρών οπαδών του καθεστώτος, που ζητά ανοιχτά πλέον επαναφορά της θανατικής ποινής για την «τρομοκρατία».
Όπως θύμιζαν οι σύντροφοί μας στις ΗΠΑ, μετά την βομβιστική επίθεση στο Μαραθώνιο της Βοστώνης το 2013, καταγγέλοντας την άγρια καταπάτηση των δικαιωμάτων των δραστών, «πάντα ο περιορισμός των δικαιωμάτων ξεκινά από την πιο μισητή ομάδα για να μπορέσει να εδραιωθεί». Σήμερα στη Ρωσία, αυτή η εδραίωση κι επέκταση της περιστολής των ελευθεριών μπορεί να γίνει με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς. Καθώς για «τρομοκρατία» διώκονται ήδη πολλοί άνθρωποι, όπως αντιπολεμικοί ακτιβιστές, μεταξύ των οποίων και ο Μπόρις Καγκαρλίτσκι (βλ. Ελευθερώστε τον Μπόρις Καγκαρλίτσκι). Πρόσφατα το ρωσικό κράτος χαρακτήρισε ως «τρομοκρατικό» και το «διεθνές δημόσιο ΛΟΑΤΚΙ κίνημα».
Μαζί με την τρομοϋστερία, υπάρχει ο κίνδυνος έξαρσης και της ισλαμοφοβίας –ένας συνδυασμός πολύ γνώριμος στη «Δύση» και ιδιαίτερα στη Γαλλία μετά την επίθεση στο Μπατακλάν. Οι ρατσιστές που αποτέλεσαν εξαρχής μέρος του προβλήματος, στοχοποιώντας τους Μουσουλμάνους και τους μετανάστες από την Κεντρική Ασία, σήμερα εμφανίζονται «δικαιωμένοι» και απαιτούν από τη ρωσική ηγεσία να σκληρύνει τη στάση της απέναντι σε αυτούς τους «εχθρικούς» πληθυσμούς.
Μαζί με την απειλή στο εσωτερικό, πλανιέται και η απειλή στο μέτωπο του πολέμου. Αν «χρεωθεί» στο Κίεβο πλήρως η ενορχήστρωση και ο σχεδιασμός της επίθεσης στη συναυλία, μπορεί να δούμε μια νέα κλιμάκωση της ρωσικής επιθετικότητας.
Αξίζει να θυμόμαστε ότι οι βόμβες στα διαμερίσματα το 1999 υπήρξαν η αφορμή για την ισοπέδωση του Γκρόζνι –που αποτέλεσε το πλατύσκαλο της ανόδου του Πούτιν. Η πολιορκία στο Μπεσλάν αποτέλεσε το πρελούδιο μιας πρώτης –τότε– σκλήρυνσης της «αντιτρομοκρατίας».
Σήμερα -όπως σημειώνει η Posle- υπάρχει μια σημαντική διαφορά με τις προηγούμενες επιθέσεις: «τα άνευ προηγούμενου επίπεδα βίας στα οποία έχει βυθιστεί η Ρωσική κοινωνία με τον πόλεμο στην Ουκρανία». Αυτή η συνθήκη προειδοποιεί για την πιθανότητα ακόμα πιο σκληρών εξελίξεων στη σημερινή Ρωσία.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά