Στην εσωτερική -αλλά και στη διεθνή- συγκυρία, οι δυσκολίες αυγατίζουν για τον «χώρο» της ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.

Ο Μητσοτάκης στη ΔΕΘ δήλωσε με ευθύ τρόπο ότι η ανελέητη πολιτική της λιτότητας και των νεοφιλελεύθερων αντιμεταρρυθμίσεων θα συνεχιστεί σταθερά μέχρι και το… 2027. Στην ερχόμενη τριετία η ζωή για τον κόσμο μας θα γίνει ακόμα πιο δύσκολη. Αυτό το στοιχείο, στο βαθμό που δεν συναντά πειστικές απαντήσεις στην πράξη από την Αριστερά, θα έχει πολιτικές συνέπειες: η απογοήτευση και η απόσυρση στην ιδιώτευση, όπως εκδηλώθηκε προειδοποιητικά με την αποχή-ρεκόρ στις ευρωεκλογές, αν και δεν δημιουργεί αξεπέραστα προβλήματα στις καθεστωτικές δυνάμεις, μπορεί να λειτουργεί διαβρωτικά για το -όποιο…- πολιτικό σχέδιο της από τα αριστερά αντίστασης στις νεοφιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις. 

Οι αυξανόμενες δυσκολίες στη ζωή του κόσμου μας συνδυάζονται με «μεγάλα» θέματα των διεθνών εξελίξεων που έρχονται διαδοχικά κατά πάνω μας. Ο πόλεμος στην Ουκρανία με τις προφανείς τάσεις κλιμάκωσης σε μια ευρύτερη σύγκρουση ΝΑΤΟ-Ρωσίας, η δολοφονική επίθεση του Κράτους του Ισραήλ κατά των Παλαιστινίων που ήδη επεκτείνεται στο Λίβανο, η ρατσιστική στροφή της ΕΕ που αναδεικνύεται αναντίρρητα στις γερμανικές αποφάσεις, η πρωτοφανής στροφή των ευρωπαϊκών κοινωνιών και οικονομιών προς τη στρατιωτικοποίηση που προανάγγειλε η Έκθεση Ντράγκι, είναι ορισμένα μόνο από τα παραδείγματα που μπορεί να σταχυολογήσει κανείς μέσα από τις πιο πρόσφατες εξελίξεις. Αυτά τα θέματα, που ορίζουν μεγάλα ιδεολογικοπολιτικά μέτωπα, επίσης αν μείνουν χωρίς πειστικές απαντήσεις πράξης από την Αριστερά, μπορούν να λειτουργήσουν παραλυτικά πάνω σε έναν ευρύτερο κόσμο. Η ενίσχυση της ακροδεξιάς σε όλες τις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, πρέπει να λειτουργεί σαν μια καμπάνα συναγερμού. 

Μέσα σε αυτό το τοπίο, οι αντιδράσεις μέσα στη ριζοσπαστική Αριστερά δεν είναι προφανώς ενιαίες.

Διεθνείς εμπειρίες

Ένα τμήμα (ευτυχώς μικρό) στρίβει προς την ευθυγράμμιση με το συντηρητισμό, επιδιώκοντας να διασφαλίσει έτσι πολιτική βιωσιμότητα: η Σάρα Βάγκενκενχτ (που από κάποιους προτάθηκε κι εδώ ως «μοντέλο») υπήρξε αποτελεσματική ως προς την αποδυνάμωση του Die Linke, όμως δεν υπήρξε καθόλου αποτελεσματική ως προς την αναχαίτιση της ακροδεξιάς AfD στη Γερμανία, όπως αρχικά υποσχόταν διασπώντας το κόμμα της. 

Αντίστροφα, στη Γαλλία η εξέλιξη εξακολουθεί να είναι ελπιδοφόρα. Ο συσχετισμός υπέρ της Ανυπότακτης Γαλλίας μέσα στο ευρύτερο στρατόπεδο του «προοδευτισμού» επέτρεψε μια εκλογική μάχη που ακύρωσε -έστω προσωρινά- τις κυβερνητικές προοπτικές της Λεπέν και άνοιξε μια νέα περίοδο αστάθειας και σκληρής πολιτικής αντιπαράθεσης. Σήμερα το Μέτωπο της Αριστεράς συγκρούεται πλέον με τον Μακρόν, και αναγκαστικά καταφεύγει σε μεθόδους του πολιτικού αγώνα στο δρόμο και από τα κάτω. Οι μαζικές και ταυτόχρονες πολιτικές διαδηλώσεις σε πάνω από 50 πόλεις στη Γαλλία ήταν ένα «κύμα» που είχαμε καιρό να δούμε στην Ευρώπη. Μεταξύ των «μεγάλων» ειδήσεων που φέρνει η εξέλιξη στη Γαλλία, υπάρχει και μια «μικρή»: η παταγώδης διάψευση ενός πρωτόγονου αριστερισμού που θεώρησε ότι όλα αυτά ήταν περίπου στημένα και ότι θα οδηγούσαν τελικά σε μια… ενίσχυση του Μακρόν! 

Ο Βρετανός μαρξιστής Άλεξ Καλλίνικος (ενεργό μέλος της ηγεσίας του SWP) έδωσε στο πρόσφατο βιβλίο του, σχετικά με την κατάσταση που διαμορφώνεται διεθνώς, τον εύγλωττο τίτλο «Η Εποχή της Καταστροφής». Συνδυάζοντας όλα τα παραπάνω ζητήματα με την πρόβλεψη μιας παρατεταμένης παρακμιακής «στασιμότητας» του καπιταλισμού, και υπογραμμίζοντας επιπρόσθετα τον παράγοντα της κλιματικής κατάρρευσης, κατέληξε στην πρόταση για μια πολιτική που θα επιδιώκει να λειτουργεί ως «φρένο έκτακτης ανάγκης». Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη πολιτική εμπειρία για να κατανοήσει κανείς ότι μια πολιτική «έκτακτης ανάγκης» δεν μπορεί να είναι η ομαλή συνέχεια της προηγούμενης, δεν μπορεί να είναι μια ρουτινιάρικη παράταση των μέχρι σήμερα σχεδίων παρέμβασης. 

Η διεθνής μαρξιστική Αριστερά έχει περάσει ξανά από τέτοιες συμπληγάδες και έχει διαμορφώσει μια ιδεολογικοπολιτική παράδοση για την αντιμετώπισή τους. Στο κέντρο αυτής της παράδοσης βρίσκεται η στρατηγική του Ενιαίου Μετώπου, το μεταβατικό πρόγραμμα και η μεταβατική πολιτική, η μέθοδος της ενότητας στη δράση για τη συγκέντρωση πολιτικής δύναμης.  

Ασφαλώς αυτές οι κατευθύνσεις δεν συνιστούν έτοιμες απαντήσεις. Δίνουν όμως τα κριτήρια και τη λογική για τη συγκεκριμένη ανάλυση των συγκεκριμένων συνθηκών που οφείλουμε να πραγματοποιήσουμε. 

«Αριστερή απογοήτευση» και Αριστερά

Στην Ελλάδα όλα τα σχέδια παρέμβασης αλλά και οικοδόμησης της ριζοσπαστικής Αριστεράς βγαίνουν από την προηγούμενη περίοδο αποδυναμωμένα και τραυματισμένα (με την εξαίρεση του ΚΚΕ, στην οποία θα αναφερθούμε παρακάτω). 

Μέσα σε αυτή τη συνθήκη, η διαλυτική κρίση του ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργήσει αντιφατικά. Η «απελευθέρωση» ενός κόσμου της βάσης του δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Όμως οι περιορισμένες (τουλάχιστον για την ώρα) δυνατότητες των αναγκαίων «χώρων υποδοχής» αυτού του κόσμου, δείχνουν ότι είναι πιθανότερες οι μαζικές απώλειες ενός δυναμικού προς την κατεύθυνση της «αριστερής απογοήτευσης». 

Ακριβώς γι’ αυτό ο ρόλος του ΚΚΕ θα μπορούσε να είναι πολύ πιο κεντρικός από τα ισχύοντα. Στο 50ό Φεστιβάλ της ΚΝΕ, ο Δημήτρης Κουτσούμπας έδωσε πολλή έμφαση στην απάντηση της κριτικής ότι το ΚΚΕ «δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες» που αντιστοιχούν στο μέγεθος των οργανωμένων δυνάμεών του, με στόχο την απόκρουση της κυρίαρχης πολιτικής. Δυστυχώς (και υπογραμμίζω το δυστυχώς) η απάντηση του γ.γ. του ΚΚΕ δεν είναι πειστική. Η κοινή πολιτική πείρα, ή η δημοσιογραφική έρευνα, δεν μπορεί να εντοπίσει ούτε ένα σημείο (από τα «καυτά» εργατικά μέτωπα, τις περικοπές των κοινωνικών δαπανών, την πρόκληση των εξοπλισμών, ή την αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη κ.ο.κ.) όπου το ΚΚΕ να παίρνει πραγματικά μια πολιτική ή κινηματική πρωτοβουλία με στόχο να οδηγήσει σε μια σαφή και συγκεκριμένη εργατική ή αριστερή νίκη, και όχι στην απλή «καταγραφή» της ιδιαίτερης άποψής του. Πρόκειται για γενικευμένη επιλογή, για πολιτική εκτίμηση που δηλώνει ότι το μόνο που «παίζει» μέσα στη συγκυρία είναι μια αργή-σταδιακή (και γι’ αυτό ελεγχόμενη) ανάπτυξη των δυνάμεων του ΚΚΕ, ανάπτυξη που θα καταμετράται κάθε φορά στις εκλογές για το κοινοβούλιο και τα συνδικάτα. Μόνο που η ιστορία προειδοποιεί ότι ανάλογες επιλογές ανάπτυξης με βήμα σαλιγκαριού, πολλές φορές διακόπτονται ή και αντιστρέφονται, μέσα από πολιτικές αντεπιθέσεις του συστήματος, από κρίσεις, από συσσώρευση απογοήτευσης για χαμένες ευκαιρίες κ.ο.κ. 

Το ΜΕΡΑ25, σε συμμαχία με τις δυνάμεις της ΛΑΕ, απέτυχε στις ευρωεκλογές να αποκτήσει εκλεγμένη «ορατότητα». Στη μετεκλογική περίοδο αναστέλλει, μάλλον, κάθε ενεργητικότητα, κάθε πρωτοβουλιακή δραστηριότητα, προς… τις επόμενες εκλογές. Ειδικά στην περίπτωση που ο Μητσοτάκης επιμείνει στην εξάντληση της κυβερνητικής θητείας του, οδηγώντας τις εκλογές προς το πολιτικά μακρινό 2027, δεν νομίζουμε ότι αυτή η επιλογή θα αποδειχθεί βιώσιμη. 

Ένα τμήμα της άκρας Αριστεράς, που αυτοπροσδιορίζεται ως «επαναστατική», μιλώντας αφ υψηλού για τις εξελίξεις στη Γαλλία (περιφρονώντας πχ τη σημασία του κερδίσματος όλων των εργατικών μεταναστευτικών προαστίων του Παρισιού και της Μασσαλίας από την Αριστερά, με κορμό την Ανυπότακτη Γαλλία) ανέδειξε την απόσταση που χωρίζει την ανάλυσή της από τα στοιχειώδη προαπαιτούμενα της συγκυρίας. Δεν έχουμε πρόθεση να μπούμε σε «οικογενειακούς» καυγάδες, αλλά θεωρούμε χρήσιμη την υπενθύμιση ότι σε περιόδους ανάλογες με τη σημερινή ένας χοντροκομμένος αριστερισμός οδηγεί σε σοβαρά πολιτικά λάθη αδράνειας. 

Πρωτοβουλία για ενωτική παρέμβαση

Η γνώμη μας είναι ότι οργανώσεις και κινήσεις που στην προηγούμενη περίοδο ανέδειξαν μια αντισεχταριστική πολιτική στάση, σήμερα έχουν ειδικές και αναβαθμισμένες ευθύνες. Η Αναμέτρηση, η Μετάβαση, το Δίκτυο, η ΔΕΑ, το Ξεκίνημα, η ΑΠΟ, και άλλοι σύντροφοι και συντρόφισσες οφείλουν να αναλάβουν πρωτοβουλίες. 

Πρωτοβουλίες που να δεσμεύουν τις δυνάμεις τους σε μια κοινή, ενωτική, σχεδιασμένη προσπάθεια, που θα φιλοδοξεί να δεσμεύει και ένα ευρύτερο διάχυτο δυναμικό. 

Αν αυτή η κατεύθυνση ήταν ώριμη, θα έπρεπε να πάρει άμεσα συγκεκριμένη ενωτική μορφή, αξιοποιώντας τις εμπειρίες της τελευταίας 20ετίας εδώ και διεθνώς. Διατηρώντας την αυτοτέλεια της κάθε οργάνωσης αλλά αναλαμβάνοντας επίσης την ευθύνη υλοποίησης ενός ενωτικού πολιτικού σχεδίου. Διατηρώντας την αυτοτέλεια διάφορων κινηματικών σχημάτων και κινήσεων (στον εργατικό χώρο, στην αυτοδιοίκηση, στη νεολαία κλπ) αλλά παρεμβαίνοντας ενιαία, σχεδιασμένα και δυναμικά στο εσωτερικό τους, με στόχο τη μεγιστοποίηση της δράσης τους. 

Αν αυτή η κατεύθυνση δεν είναι (ακόμα) ώριμη, θα πρέπει να την… ωριμάσουμε. Το φάσμα που αναφέραμε θα πρέπει να δεσμευτεί σε συγκεκριμένες καμπάνιες κοινής δράσης. Εύκολα μπορεί κανείς να ιεραρχήσει την αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη, τον αντιρατσισμό και τη δράση αντιλιτότητας με σχεδιασμό που θα έχει ως κέντρο τους εργατικούς χώρους. Όμως θα πρέπει να αναλάβει και το καθήκον οργάνωσης μιας κοινής πολιτικής συζήτησης που με συντροφικό τρόπο θα επιχειρεί να «συντονίσει» έναν ευρύτερο κόσμο, απαντώντας σε κρίσιμα ερωτήματα που θέτει η συγκυρία. Η Γαλλία και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από αυτήν, τα 10 χρόνια από το 2015 και η ερμηνεία της διαλυτικής κρίσης του ΣΥΡΙΖΑ, ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός και η πολιτική στάση απέναντι στη «μετάβαση» προς τον πολύ-πολισμό, είναι κατά τη γνώμη μας θέματα που αξίζει να ιεραρχηθούν. Παρόλα αυτά, ο σεβασμός στον κανόνα της συνδιαμόρφωσης των επιλογών θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένος. 

Στις συνθήκες που διαμορφώνονται γύρω μας θα πρέπει να επιχειρήσουμε «άλματα» πάνω από το μπόι των μέχρι σήμερα συνηθειών μας. Με σοβαρά και σχεδιασμένα βήματα που θα διασφαλίζουν μια ρεαλιστική αποτελεσματικότητα αλλά σε ρήξη με ένα πνεύμα business as usual που είναι καταδικασμένο να αποδειχθεί άγονο.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες