"Στην Ελλάδα το μοναδιαίο κόστος εργασίας έχει μειωθεί, αλλά ο κατώτερος μισθός είναι ακόμη υψηλός και επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας", τόνισε μεταξύ των άλλων ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών Γιώργος Μέργος, μιλώντας την Τρίτη 12/2 στην ετήσια εκδήλωση της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών. Ο εν λόγω κύριος βέβαια έχει υπηρετήσει το σύστημα από παχυλά αμειβόμενες θέσεις (Παγκόσμια Τράπεζα, ΙΟΒΕ, Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας κα).
Η δήλωση αυτή αποκάλυψε τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης για περαιτέρω μείωση του κατώτατου μισθού και προκάλεσε άμεσα νέο πανικό στα κυβερνητικά επιτελεία. Από το χάραμα βγήκε στο mega ο υπουργός Εργασίας Βρούτσης, για να μας πείσει ότι δεν τίθεται τέτοιο θέμα, ενώ σε επίσημη διάψευση προχώρησε και ο Στουρνάρας, «αδειάζοντας»- όπως και όλη η κυβέρνηση- τον γραμματέα του.
Προφανώς και δεν πιστεύει κανείς δύο υπουργούς που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του μνημονιακού οδοστρωτήρα. Μιλάμε για τους πιστότερους πολιτικούς εκπροσώπους των μεγαλοεπιχειρηματιών μέσα στο υπουργικό συμβούλιο. Πρωτεργάτης της διάλυσης των εργασιακών σχέσεων και ενορχηστρωτής της απόπειρας κατάργησης του δικαιώματος στην απεργία, ο πρώτος. Εμπνευστής κάθε απίθανου φόρου που χαρατσώνει ασύστολα τα λαϊκά στρώματα, απειλώντας μάλιστα με κατάσχεση μισθούς και συντάξεις, καθώς και ρυθμιστής της προκλητικής φοροασυλίας του πλούτου, ο δεύτερος.
Παρά τις κυβερνητικές διαψεύσεις, η ομολογία του Γ.Γ. του ΥΠ. ΟΙΚ., δεν είναι τίποτε άλλο από την ρητή δέσμευση που υπάρχει από το μνημόνιο 2 και επαναλαμβάνεται στο μνημόνιο 3, όπου αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«Από το πρώτο τρίμηνο του 2014 η κυβέρνηση θα αναθεωρεί το σύστημα του κατώτερου μισθού με σκοπό πιθανές βελτιώσεις πάνω στην απλότητά του και την αποτελεσματικότητα στη προώθηση της απασχόλησης και της μάχης έναντι της ανεργίας και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας».
Την ίδια κατεύθυνση προς το «τσεκούρωμα» των μισθών, ώστε να φτάσουν στο επίπεδο των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης και να γίνει η αγορά εργασίας «ανταγωνιστική», επιβεβαίωσε και ο επίτροπος οικονομίας της ΕΕ, Όλι Ρεν, απατώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Ν. Χουντή.
Συνελήφθησαν ψευδόμενοι δηλαδή, οι δυο πιο «δουλευτεράδες» (για τα συμφέροντα του κεφαλαίου πάντα) υπουργοί του Σαμαρά. Εξάλλου, ήδη από την 1/4/13 παύει να ισχύει η Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και ο κατώτατος μισθός (που σήμερα φτάνει τα 586 ευρώ μεικτά για τους άνω των 25 ετών) θα καθορίζεται με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου, με ότι αυτό σημαίνει. Συγχρόνως, από αύριο λήγουν 42 κλαδικές συμβάσεις, που αφορούν πάνω από 600.000 εργαζόμενους. Αν εντός τριμήνου δεν υπογραφεί νέα συλλογική σύμβαση, ο κάθε εργοδότης μπορεί να περικόψει τις αμοιβές τους μέχρι και 30%.
Η μόνη έννοια του Σαμαρά και των ντόπιων και ξένων συμμάχων του, είναι πως θα εξασφαλίσουν την κερδοφορία των αφεντικών, υποτιμώντας το «εμπόρευμα» εργατική δύναμη, μέσα από την ισοπέδωση των μισθών και κάθε εργατικής κατάκτησης. Με απλά λόγια ρίχνουν το βάρος της κρίσης στις πλάτες μας και διαμορφώνουν το κατάλληλο πλαίσιο, όταν και εφόσον η καπιταλιστική μηχανή ξαναπάρει μπρος, για δουλειά με αμοιβές πείνας και χωρίς δικαιώματα.
Όλο αυτό το σχέδιο βέβαια, δεν είναι σε καμιά περίπτωση περίπατος. Τα αδιέξοδα της αστικής διαχείρισης εντείνονται. Καθημερινά, το κλίμα τεχνητής αισιοδοξίας που προσπαθεί να καλλιεργήσει η τρικομματική συγκυβέρνηση, ναρκοθετείται από την σκληρή πραγματικότητα της κρίσης και τα αποτελέσματα των καταστροφικών μνημονίων στην κοινωνία.
Οι υπαρκτοί τριγμοί της τρικομματικής, μπορούν να γίνουν βαθιά (και μοιραία) ρήγματα για τη συνοχή της, κάτω από τη δράση του εργατικού-λαϊκού κινήματος και την πολιτική στήριξη της Αριστεράς σε αυτό. Ειδικά του ΣΥΡΙΖΑ που αναδεικνύεται ως πολιτική εναλλακτική για μεγάλο μέρος των εργαζόμενων και της νεολαίας.
Η απεργία στις 20/2 αποκτά αναγκαστικά πολιτικά χαρακτηριστικά. Το αίτημα για την επαναφορά των Σ.Σ.Ε., για δουλειά και δικαιώματα, για την ανατροπή των πολιτικών λιτότητας, γίνεται αντιληπτό ότι ταυτίζεται με το αίτημα «να ρίξουμε την κυβέρνηση-να καταργήσουμε τα μνημόνια».
Με τους μαζικούς και ενωτικούς αγώνες μας, κλιμακώνοντας την αντιπαράθεση με αυτούς που μας εξαθλιώνουν, μπορούμε να κάνουμε μια τέτοια προοπτική ανατροπής, πραγματικότητα. Όλοι στην απεργία! Όλοι στις συγκεντρώσεις!