Δημοσιεύουμε δύο κείμενα αγωνιστών από τη Βραζιλία. Το κείμενο του Ζοάο Μασάδο, καλύπτει το σχετικό "κενό" στην ενημέρωση για την κατάσταση στους δρόμους της Βραζιλίας, μετά την έναρξη του Μουντιάλ. Το κείμενο του Ricardo Antunes, βοηθά να κατανοήσουμε συνολικότερα τις βαθιές αλλαγές που συμβαίνουν στην μεγάλη λατινοαμερικάνικη χώρα.

Βραζιλία: «Το Κύπελλο των αστυνομικών δυνάμεων»

São Paulo, João Machado - Μετάφραση Άννα Χριστοπούλου

Από την εφημερίδα «L'anticapitaliste», τεύχος 247 (19/06/2014)

Σε όλες τις πόλεις όπου διεξάγεται σήμερα το Παγκόσμιο Κύπελλο, υπάρχουν καθημερινά διαδηλώσεις εναντίον του: ενάντια στις μαζικές δαπάνες, στον αποκλεισμό των πληθυσμών, με εκατοντάδες έως χιλιάδες διαδηλωτές. Σε μεγάλο βαθμό, η σκληρότητα της καταστολής εξηγεί την περιορισμένη συμμετοχή σ’ αυτές τις κινητοποιήσεις...

Σύμφωνα με το «Valor Economico», που αποτελεί καλό παράδειγμα του εργοδοτικού Τύπου, την Παρασκευή 13 Ιουνίου «η έναρξη του Παγκοσμίου Κυπέλλου δίνει την εντύπωση ότι η πολιτική της κυβέρνησης είναι να μην αφήνει περιθώρια για την εξέλιξη γεγονότων που μπορούν να διαταράξουν την πρόσβαση στα στάδια και στις περιοχές "Fan Fest" της FIFA. Ακόμα και μικρές δράσεις κατεστάλησαν (...). Έτσι, οι ομάδες που προσπάθησαν να κάνουν δράσεις κριτικής ενάντια στο Κύπελλο δεν μπορούν να διαδηλώσουν για πολλή ώρα, εξαιτίας της ισχυρής αστυνομικής καταστολής»...

Για να μη «διαταράσσεται η πρόσβαση», ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις έχουν ως στόχο την αποτροπή των διαδηλώσεων. Ο αριθμός των αστυνομικών είναι συχνά μεγαλύτερος από εκείνον των διαδηλωτών. Η στρατιωτική αστυνομία δικαιολογεί την καταστολή των διαδηλωτών λέγοντας ότι εμποδίζει «τις καταστροφές της πολιτιστικής κληρονομιάς»... Αλλά αυτό που συμβαίνει πιο συχνά είναι ότι είναι η ίδια η αστυνομία που προκαλεί συγκρούσεις: βόμβες δακρυγόνων, πλαστικές σφαίρες... Σε πολλά συμβάντα υπήρχαν δεκάδες τραυματίες. Πολλοί διαδηλωτές υπέστησαν σωματική έρευνα και κρατούνται, μερικοί για περισσότερο από μία ημέρα, ενώ άλλοι έχουν κληθεί για ανάκριση στα αστυνομικά τμήματα.

Η περίπτωση της καταστολής που έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν αυτή μιας δημοσιογράφου του Media Ninja, ενός δικτύου που από το 2013 κάνει ζωντανές μεταδόσεις, ρεπορτάζ και δημοσιεύει φωτογραφίες των διαδηλώσεων στο Διαδίκτυο και τα κοινωνικά δίκτυα. Στο Μπέλο Οριζόντε (στην επαρχία Minas Gerais), η 19χρονη Karinny Magalhães συνελήφθη, κακοποιήθηκε, ξυλοκοπήθηκε (και με χτυπήματα με κλομπ) μέχρι λιποθυμίας. Μετά συνελήφθη και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο... για να καταλήξει τελικά στη φυλακή. Αφέθηκε ελεύθερη μετά την παρέμβαση δικηγόρων.

Οι διαδηλωτές αντιστέκονται

Η αυξημένη σκληρότητα της καταστολής συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στο να αποθαρρύνει τους διαδηλωτές από την αρχή του Παγκόσμιου Κυπέλλου, το οποίο ονομάστηκε «το Κύπελλο των Κυπέλλων» από την επίσημη προπαγάνδα και μετονομάστηκε σε «Κύπελλο των αστυνομικών δυνάμεων» από τους διαδηλωτές. Όμως, παρά την καταστολή οι διαδηλώσεις συνεχίζονται. Φυσικά δεν είναι τόσο μεγάλες όπως για παράδειγμα κατά τη διάρκεια του Ιουνίου του 2013. Αλλά τίποτα δεν δείχνει ότι θα σταματήσουν τις επόμενες ημέρες.

Σε αυτό το κλίμα της διαμαρτυρίας γίνονται αρκετές απεργίες, μερικές φορές μικρές, όπως των οδηγών λεωφορείων του Natal, στην πολιτεία του Rio Grande do Norte, μερικές φορές παρατεταμένες, όπως των καθηγητών και του διοικητικού προσωπικού των πανεπιστημίων στην πολιτεία του São Paulo, ή του προσωπικού των ομοσπονδιακών πανεπιστήμιων, απεργίες που διαρκούν για αρκετές εβδομάδες.

Τέλος, ας υπογραμμίσουμε ότι υπάρχουν επίσης πολλοί Βραζιλιάνοι/ες που γιορτάζουν για το Παγκόσμιο Κύπελλο. Το πιο πιθανό είναι ότι η πλειονότητα του πληθυσμού παρακολουθεί τα παιχνίδια στην τηλεόραση, εκτός από τους λίγους που ήταν σε θέση να αγοράσουν εισιτήρια και να πάνε στα στάδια... Αλλά μέχρι στιγμής η ατμόσφαιρα είναι έτσι κι έτσι. Μπορεί να γίνει πιο γιορτινή, ειδικά αν η βραζιλιάνικη ομάδα είναι νικηφόρα. Αλλά έτσι κι αλλιώς, απέχει πολύ από το κλίμα μέσα στο οποίο συνήθως διεξάγεται το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου.

Σίγουρα η Βραζιλία έχει αλλάξει!

Βραζιλία. H δεκαετία του αθλητισμού ή της αναβίωσης των αγώνων;

Ricardo Antunes - Μετάφραση Άννα Χριστοπούλου

Από τo σάιτ "A l' encontre"  

Η αναβίωση των απεργιακών αγώνων στη Βραζιλία δεν είναι πρόσφατη. Σε έρευνες ποιότητας που πραγματοποιούνται εδώ και δεκαετίες, το Diesse Departamento Intersindical de Estadística y Estudios Socio Economicos (Διασυνδικαλιστικό Τμήμα Στατιστικής και Κοινωνικο Οικονομικών Σπουδών) δείχνει ότι από το 2003 οι κοινωνικοί αγώνες γνωρίζουν άνοδο και επεκτείνονται συνεχώς. Το 2003 το Diesse μέτρησε 340 απεργίες. Το 2012 ήταν 873, δηλαδή είχαν μια σημαντική αύξηση.

Οι διεκδικήσεις είχαν ως εξής: Στο βιομηχανικό τομέα, το 42,7% των αγώνων έγιναν για μεγαλύτερη συμμετοχή στα κέρδη και στον κύκλο εργασιών, πράγμα το οποίο δείχνει μια πολιτική των επιχειρήσεων που επέτρεπε στους εργαζόμενους να απαιτήσουν υψηλότερους μισθούς μόνο όταν παράγουν περισσότερα. Σε δεύτερη θέση (37,6%), βλέπουμε τους αγώνες που σχετίζονται με τη βελτίωση της αγοραστικής δύναμης στα είδη κατανάλωσης και το 29,7% αφορούσε -μεταξύ άλλων- την προσαρμογή των μισθών στις αυξήσεις των τιμών. Στον τομέα των λεγόμενων υπηρεσιών, το 43,1% των απεργιών που αποσκοπούν στη βελτίωση της αγοραστικής δύναμης, επικεντρώνεται στην απόκτηση βασικών αγαθών. Η προσαρμογή των μισθών ήταν το κίνητρο για το 40,7% των απεργιών και η καθυστέρηση στην καταβολή των μισθών για το 35,1% των κινητοποιήσεων.

Το 2013 φαίνεται ότι οι αριθμοί αυτοί θα είναι πολύ υψηλότεροι και ακόμη περισσότερο το 2014, αν λάβει κανείς υπόψη του αυτό που ζούμε. Θα υπάρξει μια τεράστια αύξηση των απεργιών. Για να κατανοήσουμε την πρόσφατη έκρηξη, πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας σ' αυτό που συμβαίνει στη Βραζιλία από τον Ιούνιο του 2013.

Νέα περίοδος

Εν ολίγοις, από τον Ιούνιο του 2013 η Βραζιλία έχει μπει σε μια νέα περίοδο. Συνέβη κάτι το εξαιρετικό στην ιστορία μας. Πράγματι, τρία κινήματα που αναπτύχθηκαν παράλληλα, διασταυρώθηκαν προκαλώντας  ένα βαθύ κοινωνικό και πολιτικό σοκ.

Πρώτο: Από το 2008 είμαστε μάρτυρες μαζικών αγώνων που ξεσπούν σε όλα τα μέρη του κόσμου, αν και με συγκυριακές διακυμάνσεις και σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών και των περιοχών. Βλέπουμε αυτή τη διαδικασία στη Μέση Ανατολή, την Ασία, την Ευρώπη, ακόμη και στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό το κύμα του αγώνα το ακολούθησαν πολλοί Βραζιλιάνοι. Το κυρίαρχο "μάθημα" είναι το ακόλουθο: για να κερδίσουν κάτι, είναι απαραίτητο να καταλάβουν την κεντρική πλατεία, ιδίως όταν τα λεγόμενα όργανα εκπροσώπησης -όπως το Κοινοβούλιο- αμφισβητούνται έντονα.

Δεύτερο: Αυτή η δυναμική, που εν δυνάμει μπορεί να παγκοσμιοποιηθεί,  προσαρμόστηκε σε μια συγκεκριμένη κατάσταση στη Βραζιλία. Η κυβέρνηση του PT γιόρταζε τα 10 χρόνια του "νέου κύκλου" [1] ενώ οι εξεγέρσεις του Ιουνίου του  2013 επισκίασαν την τούρτα γενεθλίων του Λούλα και έδωσαν μια ταυτόσημη απάντηση σε όλα τα μέρη της χώρας. Κατέστρεψαν το μύθο της "νέας μεσαίας τάξης" [2] τη στιγμή της 10ης επετείου του. Ο εργαζόμενοι που έχουν μια δουλειά, στη συντριπτική τους πλειονότητα κερδίζουν το πολύ αυτό που αναλογεί σε ενάμιση κατώτατο μισθό [περίπου 480 ελβετικά φράγκα]. Πολλοί εργάζονται για να σπουδάσουν και σπουδάζουν για να βελτιώσουν τη θέση τους ως εργαζόμενων. Το δέλεαρ της ιδιωτικής κατάρτισης τους οδηγεί στο να βρίσκουν πιο επισφαλείς θέσεις εργασίας. Πληρώνουν γι' αυτή την εκπαίδευση και καταλαμβάνουν θέσεις εργασίας που χαρακτηρίζονται από υψηλό ποσοστό κινητικότητας των εργαζόμενων, όπως ο τομέας ενοικίασης εργαζομένων, ο οποίος υπόκειται περισσότερο σε αυτή την επισφάλεια στο χώρο εργασίας κ.λπ. Με λίγα λόγια, αντιμετωπίζουν περισσότερες δυσκολίες αντί να έχουν πλεονεκτήματα. Για να εργαστούν, στηρίζονται στις δημόσιες μεταφορές, που έχουν ιδιωτικοποιηθεί πλήρως και είναι κακής ποιότητας. Αν αρρωστήσουν, πέφτουν εξαιτίας της τραγικής κατάστασης των δημόσιων νοσοκομείων, στις απάτες της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας. Αυτή η κατάσταση οδηγούσε αναπόφευκτα κάποια στιγμή σε κρίση. Και αυτό ακριβώς συνέβη τον Ιούνιο του περασμένου έτους, όταν εκδηλώθηκαν μαζικές διαδηλώσεις και διεκδικήσεις ενάντια στην κατάσταση στα μέσα μαζικής μεταφοράς, το σύστημα υγείας και το εκπαιδευτικό σύστημα.

Το τρίτο θέμα έχει σχέση με μια κατάσταση η οποία εν μέρει είναι άσχετη με την κατάσταση στη Βραζιλία, αν και οι επιλογές υπέρ της "δεκαετίας του αθλητισμού" έγιναν από την κυβέρνηση Λούλα με την υποστήριξη των κρίσιμων τομέων της οικονομίας της Βραζιλίας, ειδικά αυτών που σχετίζονται με τα δημόσια έργα. Αυτά τα τρία μεγάλα αθλητικά γεγονότα -το Κύπελλο Συνομοσπονδιών της FIFA το 2013, το Μουντιάλ του 2014 και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2016- προορίζονταν να αποτελέσουν το επισφράγισμα του "ενάρετου κύκλου" της ανάπτυξης. Στην πραγματικότητα, οδήγησαν στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα και η λαϊκή δυσαρέσκεια εξερράγη.

Έτσι, τον Ιούνιο του 2013, η δυσαρέσκεια είχε αποτέλεσμα την κινητοποίηση των εργαζομένων-φοιτητών στις μεγάλες πόλεις, που αντιτάχθηκαν στην αύξηση της τιμής των αστικών συγκοινωνιών και ζήτησαν δωρεάν συγκοινωνίες. Διαμαρτυρήθηκαν κατά της υποβάθμισης των συνθηκών διαβίωσης στις πόλεις. Αυτό οδήγησε σε ένα υψηλότερο επίπεδο αγώνων στην αστική περιφέρεια, που ενίσχυσε το Κίνημα των αστέγων εργαζομένων (MTST), του οποίου το επιστέγασμα είναι η εγκατάσταση κοντά στο πολυτελές στάδιο του São Paulo μιας φαβέλας που ονομάζεται Copa do Povo (Κύπελλο του λαού). Εκδηλώθηκε ευρεία κοινωνική αγανάκτηση.

Οι απεργίες το 2014

Οι απεργίες και οι διαδηλώσεις του Μαΐου και του Ιούνη 2014 ενίσχυσαν την εξέγερση των εργαζομένων, ανδρών και γυναικών, που δουλεύοντας με εξαντλητικούς όρους στη βιομηχανία, στις μεταφορές, στο δημόσιο τομέα (νοσοκομεία, κοινωνική πρόνοια, δημοτικά σχολεία κ.λπ.) με ένα κύμα απεργιών που κινητοποίησε χιλιάδες και χιλιάδες εργαζόμενους.

Σε μια συνοπτική παρουσίαση των γεγονότων επιστρέφουμε στην εμβληματική απεργία των συνεργείων αποκομιδής απορριμμάτων κατά τη διάρκεια του καρναβαλιού στο Ρίο το Μάρτιο του 2014. Αντιμέτωποι με τη συντηρητική ηγεσία του σωματείου τους, οι οδοκαθαριστές κατανόησαν ότι το να μην καθαρίζουν τους δρόμους κατά τη διάρκεια αυτού του φεστιβάλ, θα υπογράμμιζε την έλλειψη προσοχής του δήμου απέναντι στην εξαντλητική καθημερινή τους εργασία. Άλλες απεργίες ακολούθησαν: των ταχυδρόμων και των υπαλλήλων που δουλεύουν στο φορο-εισπρακτικό μηχανισμό στο Ρίο και το Σάο Πάολο. Στο Σάο Λουίς (πρωτεύουσα της πολιτείας του Maranhão), μια εκτεταμένη απεργία στα μέσα μαζικής μεταφοράς, η οποία ξεκίνησε στα τέλη του Μάη του 2014, αποτέλεσε επανάληψη εκείνης που είχε γίνει στην ίδια περιοχή το Σεπτέμβριο του 2013. Σε πολλές πόλεις γίναμε μάρτυρες απεργιών των μέσων μαζικής μεταφοράς το 2014. Πραγματοποιήθηκαν είτε παρά την αντίθεση των σωματείων είτε με την υποστήριξή τους. Όλες είχαν για αιτία τούς μισθούς και τις επισφαλείς συνθήκες εργασίας.

Η κατάσταση ριζοσπαστικοποιήθηκε ιδιαίτερα με την απεργία των εργαζομένων του μετρό στο Σάο Πάολο, η οποία άρχισε στις 5 Ιουνίου. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, από κοινού, επιτέθηκαν στη απεργία, στη οποία συμμετείχαν χιλιάδες εργαζόμενοι μετά το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις. Η απεργία αποφασίστηκε στη γενική συνέλευση και υποστηρίχθηκε και οργανώθηκε από το σωματείο των εργαζομένων. Το κεντρικό αίτημα ήταν η αύξηση των μισθών. Ο βασικός μισθός ανερχόταν σε 1.300 ρεάλ [520 ελβετικά φράγκα], που είναι απολύτως ανεπαρκής για να ζήσει κανείς σε μια πόλη όπως το Σάο Πάολο, ιδίως αν ληφθεί υπόψη η αύξηση των τιμών των βασικών αγαθών.

Μετά από μερικές ημέρες απεργίας, οι εργαζόμενοι υπέστησαν την έντονη καταστολή από τον κυβερνήτη της Πολιτείας του Σάο Πάολο, Γκεράλντο Αλκμίν, μέλος του Κόμματος της Βραζιλιάνικης Σοσιαλδημοκρατίας (PSDB). Ο τελευταίος κάλεσε την αστυνομία, συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικής αστυνομίας. Απέλυσε 42 εργαζόμενους (κυρίως συνδικαλιστές). Οι απεργοί καταγγέλθηκαν για "βανδαλισμό", την ίδια στιγμή που οδηγούν κάθε μέρα το μετρό με ασφάλεια και φροντίδα. Ο Αλκμίν δεν δίστασε να απειλήσει ότι θα απολύσει πάνω από 300 εργαζομένους αν η απεργία ξεκινούσε και πάλι, ειδικά κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Αντίθετα, οι πολυεθνικές όπως η Alstom, η Siemens και άλλες, οι οποίες είναι υπόλογες για πολυάριθμες απάτες [διαφθοράς] -απάτες που έχουν ευρέως αποκαλυφθεί από τη δικαιοσύνη- με την ευκαιρία της επέκτασης του μετρό, υπό την προστασία των κυβερνήσεων PSDB δεν έχουν υποστεί καμία παραδειγματική καταδίκη. Θα πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι οι εργαζόμενοι του μετρό έκαναν χρήση ενός συνταγματικού δικαιώματος -δικαίωμα στην απεργία- που αποκτήθηκε στη Βραζιλία μετά από δεκαετίες αγώνα κατά της στρατιωτικής δικτατορίας. Παρ' όλα αυτά, η απεργία κηρύχθηκε παράνομη.

Τέλος, ένα θέμα προπαγάνδας επιστρέφει επανειλημμένα ενάντια σε αυτές τις απεργίες. Χαρακτηρίζονται "ευκαιριακές" επειδή γίνονται ακριβώς πριν ή κατά τη διάρκεια του Κυπέλλου. Αλλά η FIFA, αυτή η διεθνής της παγκόσμιας (απο)ψυχαγωγίας, μήπως δεν επιβάλλει τις απαιτήσεις και τους χορηγούς της για να επωφεληθεί με τον πιο ξεδιάντροπο τρόπο από το Κύπελλο; Η  FIFA δεν είναι που υποχρέωσε μια χώρα να αλλάξει τους νόμους της για την πώληση αλκοολούχων ποτών [της μπίρας Budweiser] στα στάδια, προκειμένου να κερδίσει περισσότερα; Μήπως αυτή δεν προσπάθησε να αποσύρει από την πώληση στο Salvador de Bahia το παραδοσιακό κέικ που ονομάζεται Acaraje; Οι ξενοδόχοι και οι εστιάτορες μήπως δεν επιβάλλουν τις τιμές που θέλουν κατά τη διάρκεια αυτού του Κυπέλλου;

Ως εκ τούτου, θα πρέπει να θέσουμε ένα ερώτημα γιατί δεν μπορούμε να σωπάσουμε: γιατί λένε ότι οι εργαζόμενοι είναι "βάνδαλοι" και απαγορεύουν τον αγώνα για τα δικαιώματά τους όταν όλος ο κόσμος παρακολουθεί το τι συμβαίνει στη Βραζιλία; Αυτά είναι τα μέτρα και τα σταθμά που θα πρέπει να δώσουν το παράδειγμα σε διεθνές επίπεδο.

(Μετάφραση στα γαλλικά από το σάιτ A l'encontre. Το Άρθρο δημοσιεύτηκε στις 13 Ιουνίου 2014 στην εφημερίδα O Estado de São Paulo)

*Ο Ricardo Antunes είναι καθηγητής της Κοινωνιολογίας της Εργασίας στο Πανεπιστήμιο της Campinas (UNICAMP). Είναι ο συντονιστής ενός βιβλίου αναφοράς σε δύο τόμους με τίτλο Riqueza e Miseria do trabalho no Brasil (Εκδ. Boitempo, 2013).

____

[1] Το Εργατικό Κόμμα (PT) και ο Λούλα ήρθε στην κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 2003 και γιόρτασε τα 10 χρόνια του “νέου κύκλου” το 2013. (Εκδ. A l'encontre)

[2] Ένα από τα θέματα της προπαγάνδας του PT είχε ως εξής: η "αναδυόμενη Βραζιλία" γέννησε μια "τεράστια μεσαία τάξη", η οποία σταθεροποίησε τη βραζιλιάνικη κοινωνία. Αυτή η ψευδο-έννοια της “μεσαίας τάξης” βασίζεται σε μια προσέγγιση, που επισημοποιήθηκε με τα στατιστικά στοιχεία, πράγμα που σημαίνει ότι ένας εργαζόμενος που έχει μηνιαίο εισόδημα μεταξύ 800 και 1.100 ρεάλ (περίπου 320 και 440 ελβετικά φράγκα) και έχει μια δουλειά που να θεωρείται νόμιμη, κατατάσσεται στην εν λόγω μεσαία τάξη. Η έκρηξη της καταναλωτικής πίστης είχε ως στόχο αυτό και άλλα τμήματα του πληθυσμού και ήταν ένα όχημα για την επέκταση της εγχώριας αγοράς. Η κατάσταση της πρόσφατης οικονομικής στασιμότητας έχει υπονομεύσει αυτό το κοινωνικό κατασκεύασμα, το οποίο στήριζαν ευρέως τα διεθνή μέσα ενημέρωσης και αντανακλά αυτή την επίσημη συζήτηση η οποία επικυρώνεται από την Παγκόσμια Τράπεζα. Βάσει αυτού του κατασκευάσματος, το μόνο ζήτημα που παραμένει, συνεπώς, να “λυθεί” στη Βραζιλία είναι αυτό των φτωχών, δηλαδή όσων έχουν εισόδημα κάτω των 300 ελβετικών φράγκων το μήνα. (της σύνταξης του A l'encontre)