Είναι δεδομένο ότι η αξιολόγηση τόσο στο ευρύτερο Δημόσιο, όσο και ειδικότερα στην εκπαίδευση, αποτελεί τον πολιορκητικό κριό της κυβέρνησης στην προσπάθειά της να αποδομήσει τις δημόσιες δομές, να ιδιωτικοποιήσει όλα τα δημόσια και κοινωνικά αγαθά και να ισοπεδώσει τα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.

Ο Κ. Πιερρακάκης πολύ γρήγορα πέταξε το προσωπείο του δήθεν διαλλακτικότερου της Κεραμέως, που ήταν έτοιμος «να κάνει διάλογο με τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες», και επέλεξε και αυτός να βαδίσει στον ίδιο αυταρχικό και αντιδημοκρατικό δρόμο της αλήστου μνήμης προκατόχου του.

Η μαζική αντίθεση του εκπαιδευτικού κόσμου στα σχέδια της κυβέρνησης, ΕΕ και ΟΟΣΑ να αλλάξουν το DNA του δημόσιου σχολείου, τα μεγάλα ποσοστά συμμετοχής στην απεργία-αποχή από την ατομική αξιολόγηση, και τα ογκώδη πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια κατά του νόμου για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, ανάγκασαν την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας να προσφύγει κατά την προσφιλή της μέθοδο στα δικαστήρια προκειμένου να βγει για μια ακόμη φορά παράνομη η απεργία-αποχή των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών ΔΟΕ ΟΛΜΕ. Είμαστε στη δεύτερη δεκάδα δικαστικών προσφυγών εναντίον των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών, και το γεγονός ότι η κυβέρνηση βρίσκει στήριγμα μόνο στα δικαστήρια και στα νομοθετικά τερατουργήματα Χατζηδάκη και Γεωργιάδη –που ουσιαστικά απαγορεύουν την απεργία– καταδεικνύει την αδυναμία και τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει.  

Είναι δε χαρακτηριστικό ότι οι διαδοχικές δικαστικές προσφυγές εναντίον των ομοσπονδιών, της ΑΔΕΔΥ (που επαναπροκήρυξε την απεργία μετά από αίτημα των ΟΛΜΕ και ΔΟΕ) και πάλι των ομοσπονδιών που επαναπροκήρυξαν, συνοδεύτηκαν  και από εγκυκλίους τρομοκράτησης και εκφοβισμού των εκπαιδευτικών που συμμετέχουν στην Απεργία/Αποχή (Α/Α). Εκεί ο Γ.Γ. του υπουργείου εκδίδει και δικαστικές ετυμηγορίες για το τι είναι νόμιμο και τι όχι. Προφανώς έχει γίνει μόνιμο αγκάθι η μαζική συμμετοχή των εκπαιδευτικών στην Α/Α και προσπαθούν με αυτόν τον τρόπο να προβοκάρουν τον αγώνα ενάντια στην αξιολόγηση-κατηγοριοποίηση σχολείων και εκπαιδευτικών.

Μετά από αυτά οι εξελίξεις στις ολομέλειες προέδρων της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ ήταν εντυπωσιακές και ελπιδοφόρες. Η ΔΟΕ έκανε ολομέλεια προέδρων με απαρτία μετά από πολλά χρόνια –καθώς είχαν προηγηθεί μαζικότατες γενικές συνελεύσεις στα πρωτοβάθμια– και αποφάσισε επαναλαμβανόμενες επαναπροκηρύξεις της απεργίας αποχής παρά το γεγονός ότι η αρχική εισήγηση του Δ.Σ. ήταν αρνητική. Στην ίδια γραμμή κινήθηκε και η συνέλευση προέδρων της ΟΛΜΕ, αφού άλλωστε εκεί υπήρχε ομόφωνη εισήγηση του Δ.Σ. για επαναπροκήρυξη. Να επισημάνουμε εδώ ότι οι παρατάξεις που ψήφισαν αυτές τις αποφάσεις στις δύο ομοσπονδίες είναι οι ίδιες που τρία χρόνια πριν ξεπούλησαν την απεργία αποχή από την αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, όταν τα ποσοστά συμμετοχής άγγιζαν το 90%! Το γεγονός δείχνει τη δύναμη της μαζικότητας και της συλλογικότητας στις συνδικαλιστικές διαδικασίες. Κανείς δεν τόλμησε να αντιπαρατεθεί με τις εκατοντάδες εκπαιδευτικών που πλημμύρισαν τις γενικές συνελεύσεις και έδωσαν το σήμα πως δε θα επιτρέψουν σε καμία συνδικαλιστική γραφειοκρατία να αποφασίσει γι’ αυτούς χωρίς αυτούς. Το ίδιο συνέβη και στην ΑΔΕΔΥ. Οι παρατάξεις που μία εβδομάδα πριν απέρριπταν σε επίπεδο εκτελεστικής επιτροπής το αίτημα των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών για επαναπροκήρυξη της απεργίας αποχής μετά τις αρνητικές δικαστικές αποφάσεις, αποφάσισαν ομόφωνα στο γενικό συμβούλιο την επαναπροκήρυξη, εφόσον τη χρειαστούν η ΟΛΜΕ και η ΔΟΕ. Μοιραία αυτή τη στιγμή μεγάλο βάρος της αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση σηκώνουν τα πρωτοβάθμια σωματεία που έχουν προχωρήσει σε συντονισμό και έχουν επαπροκηρύξει την Α/Α από όλες τις διαδικασίες της ατομικής αξιολόγησης. Έτσι δικαιολογείται το τελευταίο κρούσμα της καταστολής και του αυταρχισμού, που είναι η προσφυγή του δημοσίου εναντίον της ΕΛΜΕ Χανίων που έχει παίξει πρωτοπόρο ρόλο στην οργάνωση του αγώνα και της αντίστασης ενάντια στην πολιτική που διαλύει, ιδιωτικοποιεί και εμπορευματοποιεί το δημόσιο σχολείο.

Μετά τα δικαστήρια, την αυταρχικοποίηση του πλαισίου και την πρακτική απειλών, εκφοβισμού και τρομοκράτησης, η κυβέρνηση προχώρησε και «στον εκσυγχρονισμό» του ποινικού κώδικα που απειλεί με φυλάκιση έως ένα χρόνο όποιον αυτήν την στιγμή αντιστέκεται στον κανιβαλισμό της πολιτικής της. Τελευταία εξέλιξη «επί του πιεστηρίου»: η κυβέρνηση διαπιστώνοντας ότι οι συνεχείς δικαστικές προσφυγές δεν κάμπτουν το αγωνιστικό φρόνημα των εκπαιδευτικών, αποστέλλει εκφοβιστική – τρομοκρατική εγκύκλιο προς τις Διευθύνσεις εκπαίδευσης, όπου καλεί τους Διευθυντές εκπαίδευσης να αντικαταστήσουν (!!!) τους /τις διευθυντές/ντριες που λόγω της απεργίας αποχής δεν συμμετέχουν στην αξιολόγηση. Αλήθεια, θα τους/τις παύσουν πρώτα; Και με ποια κατηγορία; Δεν πρόκειται να υπάρξει διοικητικό δικαστήριο, ακόμη και αυτής της αστικής δικαιοσύνης, που να νομιμοποιήσει αυτό το όργιο αυθαιρεσίας!

Ο αγώνας κατά της αξιολόγησης είναι αγώνας επιβίωσης του δημόσιου σχολείου και αγώνας αξιοπρέπειας των εκπαιδευτικών. Με αυτή την έννοια αφορά όλη την κοινωνία, καθώς ακόμη και οι πιο μετριοπαθείς βλέπουν το προφανές: η αξιολόγηση δε χρησιμοποιείται για να βελτιώσει το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά για να το διαλύσει και να το παραδώσει στα ιδιωτικά συμφέροντα. Όπως η ΕΒΕ και η Τράπεζα θεμάτων, έτσι και η αξιολόγηση, αποσκοπούν να κάνουν το σύστημα απόλυτα ταξικό, να φτιάξουν ένα σχολείο που θα λειτουργεί με όρους ιδιωτικής επιχείρησης, με διευθυντές μάνατζερ, που θα αναζητούν χορηγούς, με γονείς και μαθητές πελάτες, που θα επιλέγουν σχολείο με βάση τις επιδόσεις σε κάθε λογής PISA, και με σκυφτούς και υποταγμένους εκπαιδευτικούς χωρίς εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, που θα είναι όμηροι της εργασιακής τους ανασφάλειας.

Αυτό το τοπίο βιάζονται να διαμορφώσουν και γι αυτό προχώρησαν στο Α2 στάδιο της ατομικής αξιολόγησης, όπου ο διευθυντής του σχολείου αξιολογεί τον εκπαιδευτικό ανεξάρτητα από την ειδικότητα του. Ο φιλόλογος αξιολογεί τον μαθηματικό κ.ο.κ., γιατί αυτό που προέχει είναι η εμπέδωση της σχέσης υποτέλειας και εξάρτησης. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό που μέχρι σήμερα μόνο η χούντα είχε εφαρμόσει. Ακολουθεί το Β στάδιο όπου ο εκπαιδευτικός αξιολογείται από τον σχολικό σύμβουλο παιδαγωγικής ευθύνης του σχολείου και οι πληροφορίες λένε ότι σε πολλές περιοχές η διοίκηση ζητά την αξιολόγηση όχι μόνο των νεοδιόριστων, αλλά προχωρεί με γρήγορους ρυθμούς και σε παλιότερους εκπαιδευτικούς.

Είναι η ώρα που πρέπει ο καθένας να αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν. Οι ομοσπονδίες και η ΑΔΕΔΥ οφείλουν να κρατήσουν τον αγώνα ζωντανό. Επειδή, όμως, οι αγώνες κρίνονται και κερδίζουν ή χάνουν με κριτήριο τη μαζικότητα και τη συλλογικότητα, είναι καθήκον κάθε εκπαιδευτικού η συσπείρωση στα πρωτοβάθμια σωματεία, η συμμετοχή στις γενικές συνελεύσεις και οι αποφάσεις για κήρυξη απεργίας-αποχής από αυτά. Οφείλουμε ο καθένας και η καθεμία να πάρουμε τον αγώνα στα χέρια μας και να μην περιμένουμε από καμία συνδικαλιστική γραφειοκρατία να αγωνιστεί για λογαριασμό μας.

Και τέλος, οφείλουμε να παλέψουμε για να αλλάξουν οι συσχετισμοί και στις ομοσπονδίες και στην ΑΔΕΔΥ. Τα εκπαιδευτικά συνέδρια είναι μπροστά και η ριζοσπαστική, εκπαιδευτική αριστερά οφείλει να δώσει ενωμένη χωρίς κατακερματισμούς τον αγώνα για ομοσπονδίες και σωματεία σταθερά προσανατολισμένα σε αγωνιστική κατεύθυνση.  

*Καθηγητής, μέλος της ΕΕ της ΑΔΕΔΥ

Ετικέτες