Για τον θάνατο του Δημήτρη Λιβιεράτου (17/6) γράφτηκαν ήδη πολλά.
Κατά τη γνώμη μας, τον πιο εύστοχο οδηγό για μια αποτίμηση της δράσης και της ζωής του Δ. Λιβιεράτου μας άφησε ο ίδιος, γράφοντας για την εμπειρία του στο πλευρό της Αλγερινής Επανάστασης: «Είναι άλλο πράγμα να συζητάς για την επανάσταση από τα βιβλία, τα χαρτιά, τα κείμενα, να την φαντάζεσαι όπως εσύ θέλεις, και άλλο να τη ζεις με την καθημερινή της ρουτίνα, με τα ανθρώπινα ελαττώματά της».
Ο Δημ. Λιβιεράτος δεν διάβασε απλώς πολλά «βιβλία, χαρτιά και κείμενα», έγραψε ο ίδιος κάποια ιδιαίτερα σημαντικά για τη διαμόρφωση των νεότερων αγωνιστών-στριών. Η δουλειά του σχετικά με το εργατικό κίνημα της εποχής του Μεσοπολέμου ήταν μια πολύτιμη παρακαταθήκη για την πολιτικοποίηση της Μεταπολίτευσης και μετέπειτα.
Όμως ο Δ. Λιβιεράτος δεν κλείστηκε ποτέ στο γυάλινο πύργο μιας αφ’ υψηλού διανόησης. Έμεινε σταθερά ο Μίμης, όπως με οικειότητα τον αποκαλούσαν οι πολλοί που αγωνίστηκαν ή συζήτησαν μαζί του. Για τον Μίμη ήταν βασικό το «να ζεις την επανάσταση», να βρίσκεις το νήμα που ξεπερνά «την καθημερινή της ρουτίνα και τα ανθρώπινα ελαττώματά της». Και αυτή του τη δυνατότητα την κατέκτησε μέσα σε μια γεμάτη ζωή, όπου συνδυάζεται η δράση μαζί με τη σκέψη για τη δράση σε ανώτερο επίπεδο.
Ο Δ. Λιβιεράτος μπήκε στο κίνημα στα χρόνια της φωτιάς. Από νωρίς συνδέθηκε με τον τροτσκισμό και η αναφορά του στον Παντελή Πουλιόπουλο θα τον συνοδέψει σε όλη του τη ζωή. Όμως, σε αντίθεση με άλλους τροτσκιστές της εποχής, ο Μίμης απάντησε σωστά στις προκλήσεις του μεγάλου κινήματος της Αντίστασης: Εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ και πολέμησε μαζί του. Στις φυλακές και στις εξορίες πλήρωσε, μαζί με τους πολλούς της γενιάς του, το τίμημα. Επιμένοντας στην αντικαπιταλιστική-διεθνιστική πολιτική, αλλά μέσα στο υπαρκτό μαζικό κίνημα της εποχής, συνέβαλε στο να χτιστεί μια παράδοση: είναι άλλο το να παλεύεις «ενάντια στο ρεύμα» και άλλο το να βγαίνεις έξω από τα ταραγμένα νερά του ποταμιού.
Ο Δημ. Λιβιεράτος πήρε μέρος στο ιδρυτικό/ενοποιητικό συνέδριο του τροτσκιστικού ΚΔΚΕ το 1946. Οι δυσκολίες που αντιμετώπισε αυτός ο κύκλος επαναστατών μαρξιστών ήταν πρωτοφανείς. Οι πολλές δεκάδες εκτελέσεις τροτσκιστών από την ΟΠΛΑ το 1946-47 είναι μια από τις πιο μαύρες σελίδες της Αριστεράς στην Ελλάδα. Η επιμονή τους ότι αυτή η δολοφονική τακτική πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μια «εσωτερική υπόθεση» του εργατικού κινήματος (αποκλείοντας κάθε καταφυγή για βοήθεια στα όργανα του αστικού κράτους) ήταν μια σπάνια απόδειξη προσήλωσης στα μοναδικά μέσα που επιτρέπουν οι σκοποί των επαναστατών.
Σε αυτά τα χρόνια ο Δημ. Λιβιεράτος συνδέθηκε με τον Μιχάλη Ράπτη, τον Πάμπλο της τότε ηγεσίας της 4ης Διεθνούς. Ο Μίμης έδρασε συστηματικά στο εργατικό/συνδικαλιστικό κίνημα της εποχής και μαζί με τους συντρόφους του στο ΚΔΚΕ επιχείρησαν να προσανατολίσουν στον επαναστατικό μαρξισμό τμήματα της νέας πολιτικοποίησης που διαμορφωνόταν μέσα στις γραμμές της ΕΔΑ. Κάποια αποτελέσματα αυτής της δουλειάς φάνηκαν στις δυνατότητες που οι σύντροφοί αυτοί είχαν αποκτήσει όταν ήρθε η δοκιμασία των Ιουλιανών του 1965.
Στο μεταξύ ο Δ. Λιβιεράτος πέρασε μέσα από το τεστ της Αλγερίας. Το ξέσπασμα της Αλγερινής εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης προκάλεσε ένα σεισμό στην πολιτική της Αριστεράς, όπως είχε διαμορφωθεί από τη γραμμή του 19454 για την «ειρηνική συνύπαρξη» μέσα στις συνθήκες του Ψυχρού Πολέμου. Το ΚΚ Γαλλίας ευθυγραμμίστηκε με τον Ντε Γκολ στη γραμμή για μια «γαλλική» ειρήνη απέναντι στο FLN. Η ΕΣΣΔ αντιμετώπισε την Αλγερινή Επανάσταση, όπως και τα άλλα μεγάλα αντιιμπεριαλιστικά κινήματα της εποχής, με μια γραμμή παθητικής καχυποψίας, σε πλήρη αντίθεση με όσα σήμερα λέγονται και γράφονται από τους νοσταλγούς της σταλινικής περιόδου. Μια χούφτα αγωνιστών-στριών της εποχής, με κέντρο τον Πάμπλο, επιχείρησε να αναλάβει τα αναγκαία καθήκοντα έμπρακτης αλληλεγγύης.
Ο Μίμης μαζί με τον Θεοδόση Θωμαδάκη ήταν μέλη της αποστολής της 4ης Διεθνούς στην Αλγερία, όπου έδρασαν στο πλευρό του FLN για την ήττα του γαλλικού ιμπεριαλισμού. Οι τροτσκιστές του ’60 με τη δράση τους στην Αφρική και στη Λατινική Αμερική αποτίναξαν οριστικά από το ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα τους την σταλινική συκοφαντία ότι ο τροτσκισμός «αδιαφορεί» για τα αντιιμπεριαλιστικά καθήκοντα.
Μετά το πραξικόπημα του 1967 ο Μίμης Λιβιεράτος μαζί με τους Γ. Δαλαβάγκα και Γ. Βερούχη συγκρότησαν το κέντρο πρωτοβουλίας για τη δράση των Δημοκρατικών Επιτροπών Αντίστασης (ΔΕΑ). Ήταν μια προσπάθεια για άμεση αντίσταση, στις πιο δύσκολες συνθήκες, όταν πολλοί ακόμα είχαν την επιλογή να «λουφάζουν». Στα χτυπήματα του κράτους τα στελέχη των ΔΕΑ που συνελήφθησαν κράτησαν υποδειγματική στάση. Ο Δημ. Λιβιεράτος υποχρεώθηκε να καταφύγει στη Γερμανία.
Συνδεδεμένος με τον Μ. Ράπτη, ο Μίμης αντιμετώπισε τη Μεταπολίτευση με τις απόψεις του Πάμπλο που περιλάμβαναν τον προσανατολισμό προς τις γραμμές του ΠΑΣΟΚ. Σε αυτήν την αυταπάτη, ο Δ. Λιβιεράτος στάθηκε στο άνω άκρο της: Ασχολήθηκε με την «αυτό-οργάνωση» της βάσης και με τα καθήκοντα της «διαφώτισης» των νέων και άπειρων αγωνιστών-στριών που προσέρχονταν πιστεύοντας ότι συντάσσονται σε ένα ρεύμα που ο Καραμανλής κατηγορούσε ως «Αριστερά της Αριστεράς». Για αυτήν του τη δράση αναδείχθηκε στην ΚΕ και στο ΠΓ του ΠΑΣΟΚ, απορρίπτοντας όμως όλες τις σειρήνες να παίξει άλλους πιο μόνιμους ρόλους. Κατανόησε σύντομα το αδιέξοδο και αποχώρησε από το ΠΑΣΟΚ το 1976.
Στη συνέχεια ασχολήθηκε κυρίως με τη συγγραφή των βιβλίων του για την ιστορία της εργατικής τάξης και του κινήματος στην Ελλάδα, όμως χωρίς ποτέ να υποτιμήσει τα καθήκοντα της συγκεκριμένης πολιτικής πάλης.
Στη δεκαετία του ’90 στάθηκε δίπλα στην ΟΣΕ στην ώρα της δίωξής της για το Μακεδονικό και έκτοτε έχτισε μια σχέση συνεργασίας με το ΣΕΚ που κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Ο Μίμης πέθανε ως αγωνιστής ενταγμένος στις γραμμές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Με το θάνατό του χάνουμε ένα στέλεχος του επαναστατικού μαρξισμού, που διαμορφώθηκε στα χρόνια της «επικαιρότητας της επανάστασης» και γνώρισε σε βάθος τους τρόπους και τις μεθόδους της πάλης για να προσεγγίσουμε αυτόν τον ιστορικό στόχο.
Μας άφησε τα βιβλία του, αλλά και την «παράδοση» μιας ζωής γεμάτης από αγώνες στις πιο διαφορετικές –πιο δύσκολες ή πιο «εύκολες»– συνθήκες.
Θα τον θυμόμαστε πάντα.