Η πολιτική νίκη της ΝΔ στις 21 Μάη δημιουργεί «ούριο άνεμο» στην προσπάθεια του Μητσοτάκη να κερδίσει την αυτοδυναμία στον «δεύτερο γύρο» της 25ης Ιούνη.

Αν το πετύχει, θα είναι η «κορύφωση» της προσπάθειας του δεξιού κόμματος: να διατηρήσει την εμπιστοσύνη του συνόλου της άρχουσας τάξης,  να συσπειρώσει και να κινητοποιήσει εκλογικά το τμήμα της κοινωνίας που ανήκει στους «νικητές» της θετικής οικονομικής συγκυρίας για τον ελληνικό καπιταλισμό και τους «ευεργετημένους» από τη μαζική διανομή πόρων (κοβίντ, Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, απευθείας αναθέσεις), να διευρύνει την εκλογική του επιρροή αξιοποιώντας τη διαβρωτική επίδραση που μπορεί να έχει στην (εκλογική) συμπεριφορά τμήματος των κατώτερων τάξεων ένα κλίμα «μειωμένων προσδοκιών» και ανυπαρξίας πειστικού ρεύματος αμφισβήτησης της «υπάρχουσας κατάστασης πραγμάτων». 

Μια τέτοια επιτυχία θα έχει αρνητικές πολιτικές συνέπειες, ανανεώνοντας το πολιτικό κεφάλαιο μιας κυβέρνησης αποφασισμένης να λειτουργήσει ως πολεμική μηχανή του κεφαλαίου και εκτελεστικός βραχίονας του «κόσμου των επιχειρήσεων». 

Αλλά σύμφωνα με τις περισσότερες προβλέψεις, το οικονομικό «πάρτι» που αποτέλεσε την υλική βάση της νίκης Μητσοτάκη οδεύει προς το τέλος του –και μάλιστα σε μια συγκυρία που θα στενέψουν ασφυκτικά και  οι δυνατότητες «επιδοματικής» διαχείρισης της κατάστασης, καθώς επανέρχονται οι δρακόντειες απαιτήσεις των «θεσμών» και των δανειστών. 

Γνωρίζοντας πώς σκοπεύει να κινηθεί σε ένα τέτοιο τοπίο η κυβέρνηση των ούλτρα-νεοφιλελεύθερων, έχουμε κάθε λόγο να προσπαθήσουμε να «κοντύνουμε» τις εκλογικές-κοινοβουλευτικές δυνατότητές της στις 25 Ιούνη. Πολύ περισσότερο, οφείλουμε να ετοιμαζόμαστε από τώρα για τη συγκέντρωση δυνάμεων στο στόχο των αναγκαίων αντιστάσεων «από τα κάτω κι από τα αριστερά». Την περασμένη τετραετία αυτές αποτέλεσαν τον πιο επικίνδυνο αντίπαλο του Μητσοτάκη (απεργίες ενάντια στο νόμο Χατζηδάκη, αγώνες εκπαιδευτικών και υγειονομικών, κίνημα των καλλιτεχνών, αντιστάσεις στην καταστολή με κορύφωση στη Νέα Σμύρνη, υψηλά ρεκόρ αγωνιστικής «διαθεσιμότητας» μετά τα Τέμπη), πετυχαίνοντας και κάποιες νίκες (E-Food, Cosco). 

Με αυτό το κριτήριο –της ενίσχυσης όσων αναφέρονται σε αυτούς τους αγώνες– οφείλουμε να επιχειρήσουμε και το «κλάδεμα» της δύναμης Δεξιάς. Τόσο με την ψήφο μας στην «δεύτερη κάλπη», όσο και με τη δράση μας το επόμενο διάστημα, οφείλουμε να κόψουμε τη φόρα του Μητσοτάκη. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ αποδείχθηκε με τον πιο δραματικό τρόπο ότι δεν είναι λύση. Από την συνθηκολόγηση του 2015, στη διακυβέρνηση του 2015-2019 κι από την ανύπαρκτη αντιπολίτευση στα 2019-2023 μέχρι την θλιβερή προεκλογική καμπάνια, έστρωσε το δρόμο στις νίκες της ΝΔ, προκάλεσε μια διαλυτική αποσυσπείρωση των κατώτερων τάξεων που κάποτε τον είχαν εμπιστευτεί, η οποία στις 21 Μάη «γύρισε και τον δάγκωσε», εκτινάσσοντας τη διαφορά στις 20 μονάδες και «μεγιστοποιώντας» τη νίκη του Μητσοτάκη. 

Η αντίδραση (;) στο εκλογικό χαστούκι, με τον μονόλογο του «Αρχηγού» στην Κεντρική Επιτροπή και την ανάληψη της νέας προεκλογικής καμπάνιας από τον Νίκο Μαραντζίδη (!) αναδεικνύει ακόμα πιο εκκωφαντικά ότι αυτό το κόμμα δεν είναι λύση, αλλά εξελίσσεται σε μέρος του προβλήματος. Η αναβάθμιση του αναθεωρητή «ακροκεντρώου» ιστορικού, δείχνει ότι ο  Αλ. Τσίπρας θα συνεχίσει να κυνηγά τη «μεσαία τάξη» και να επιχειρεί να εκφράσει το «κέντρο», επιλέγοντας να ανταγωνιστεί με το ΠΑΣΟΚ στο γήπεδο του Νίκου Ανδρουλάκη...

Στις 25 Ιούνη, η εκλογική ενίσχυση των δυνάμεων της μαχόμενης Αριστεράς θα είναι ένα σημαντικό «σινιάλο» ότι υπάρχει μαζική-ορατή «αντίρροπη» τάση σε αυτή τη διαρκή μετατόπιση του υπόλοιπου πολιτικού φάσματος προς τα δεξιά. Στις 21 Μάη, αποδείχθηκε ότι κάτι τέτοιο δεν προκύπτει με «αυτοματισμούς» αποτύπωσης των κοινωνικών αντιστάσεων στην κάλπη. 

Το θετικό νέο της σχετικής ενίσχυσης του ΚΚΕ, απότοκο και κάποιων θετικών δράσεών του στο κίνημα και στους χώρους δουλειάς, δεν είναι επαρκές για να αντιστρέψει τη μεγάλη εικόνα –όπου η μαζική απόσυρση της εμπιστοσύνης από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν μεταφράστηκε σε αντίστοιχα μαζική (και συμπαγή) εκλογική στροφή προς τα αριστερά, αλλά «σκόρπισε» προς κάθε κατεύθυνση. Η αδυναμία του ΜΕΡΑ25-Συμμαχία για τη Ρήξη να πιάσει το όριο του 3% σε αυτές τις συνθήκες απειλεί (αν δεν διορθωθεί στις 25 Ιούνη) με μία ακόμα «σκοτεινή» πινελιά στον εκλογικό-κοινοβουλευτικό χάρτη. Αυτά προφανώς και δεν ισοσταθμίζονται από ό,τι συγκέντρωσε ή δεν συγκέντρωσε «κάτω από τα ραντάρ» η αντικαπιταλιστική Αριστερά. 

Θα χρειαστεί σοβαρότητα στο διάλογο αποτίμησης των αποτελεσμάτων, με αποφυγή κάθε αυταρέσκειας που χάνει την επαφή με την πραγματικότητα των ανθρώπων της τάξης μας –και αντίστοιχη σοβαρότητα στις αναγκαίες διεργασίες της «επόμενης μέρας», όπου το βάρος της στήριξης των αγώνων και της πολιτικοποίησής τους, θα πέσει (για άλλη μια φορά) στις δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς. 

Αυτά τα καθήκοντα παραμένουν στην ημερήσια διάταξη. Το εκλογικό αποτέλεσμα «πατάει» σε τετελεσμένα της μακράς προηγούμενης περιόδου (μετά την ήττα του 2015), αλλά δεν εκφράζει «τα μελλούμενα», δηλαδή τη φορά των κοινωνικών διαθέσεων τα επόμενα χρόνια. Πολύ περισσότερο, όταν το κακό εκλογικό αποτέλεσμα δεν εκφράζει, αντίθετα «στρεβλώνει», κάποια άλλα τετελεσμένα, της πιο άμεσα προηγούμενης περιόδου: Τη διαδικασία ανάταξης των κινηματικών αντιστάσεων και την αύξηση της αγωνιστικής διαθεσιμότητας μετά την «παράλυση» του 2014-2020. Αυτή η διαδικασία «αντιστροφής της ήττας» στο κοινωνικό πεδίο, είναι κοινή εμπειρία όλων των αγωνιστών-σριών της Αριστεράς και δεν πρέπει να «διαγραφεί» από τον αιφνιδιασμό του εκλογικού αποτελέσματος. Η προσπάθεια ανασύνταξης στο πολιτικό πεδίο έχει να συνυπολογίζει βάσιμα σε αυτό το θεμελιώδες προαπαιτούμενο: την ενίσχυση της κοινωνικής μαχητικότητας. 

Απέναντι στις θεωρίες περί γενικευμένης «ορμπανοποίησης», αλλά και απέναντι στις ιδέες και τις πολιτικές που όντως θρέφουν μια «ανθεκτική» ακροδεξιά (ακόμα και σε συνθήκες που το «μητρικό σκάφος» της ΝΔ είναι εκλογικά συμπαγές), θα βρεθεί ο κόσμος που θα στηρίξει (για άλλη μια χρονιά) μαζικά τα Αντιρατσιστικά Φεστιβάλ σε Αθήνα-Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις, o κόσμος που θα μαζικοποιήσει (για άλλη μια φορά) τις Διαδηλώσεις Υπερηφάνειας μέσα στον Ιούνη. 

Και πέρα από αυτά τα «μεγάλα ραντεβού», η μάχη για τη φορά του «κοινωνικού-πολιτικού εκκρεμούς» θα συνεχιστεί: από το φεμινιστικό και το συνδικαλιστικό κίνημα ενάντια στην κλιμάκωση της σεξιστικής επιθετικότητας στους χώρους δουλειάς κι ευρύτερα. Στην συλλογική πάλη των συνδικάτων για πραγματικές αυξήσεις για όλους κι όλες απέναντι στις ατομικές «συνήθειες» που επιχειρεί να επιβάλει η κυβέρνηση (με τα μπόνους, την αξιολόγηση, τα ατομικά μισθολογία). Στην υπεράσπιση ενός δημόσιου συστήματος υγείας ενάντια στις προσπάθειες να γίνει η υγεία «ιδιωτική υπόθεση». Στην καθημερινή δράση της μαζικής φοιτητικής Αριστεράς μέσα στις σχολές, που τα τελευταία 2 χρόνια κατόρθωσε να οδηγήσει σε εκλογικές ήττες τον «δαπιτισμό». Με προοπτική, ελπίδα, συνειδητό στόχο, να προκύψει μια «μεγάλη» παρέμβαση του εργατικού κινήματος, που -όπως δείχνει τους τελευταίους μήνες η Γαλλία- μπορεί να αποκαλύψει με τον πιο δραματικό τρόπο την απόσταση που μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στον εκλογικό και τον κοινωνικό συσχετισμό. 

Η επέτειος των πενήντα πέντε χρόνων από τον «παγκόσμιο Μάη» του 1968, έρχεται σε μια πολύ «σκοτεινή» στιγμή για το σύγχρονο κόσμο. Γι’ αυτό και αξίζει να συζητηθεί από όσους κι όσες σήμερα αναρωτιούνται: «Θα αλλάξει ποτέ άραγε η κατάσταση;», ως η τελευταία κορυφαία-διεθνή απόδειξη της δύναμης των «από κάτω» να αλλάζουν τον κόσμο, να ανατρέπουν πολιτικούς συσχετισμούς, να αλλάζουν τον «χάρτη» στην Αριστερά.

Ετικέτες