Με αφορμή τη νέα επίθεση στη ΒΙΟΜΕ

Το εργοστάσιο της ΒΙΟΜΕ (Βιομηχανική-Μεταλλευτική) λειτουργεί με αυτοδιεύθυνση και πλήρη εργατικό έλεγχο εδώ και έναν χρόνο, τέσσερις μήνες και είκοσι εφτά μέρες. Μετά την αίτηση πτώχευσης που είχαν καταθέσει οι ιδιοκτήτες και την εγκατάλειψη του εργοστασίου, μια μερίδα εργαζομένων αποφάσισε να ξαναβάλει μπρος τις μηχανές ζητώντας την ενεργή συμπαράσταση της κοινωνίας. Αυτό το διάστημα, οι εργαζόμενοι έρχονται και πάλι αντιμέτωποι με τα παλιά αφεντικά. Στις 8 Ιούλη, υπερασπίστηκαν το δικαίωμά τους στην εργασία στην αίθουσα του δικαστηρίου. Η απόφαση θα ανακοινωθεί σε 3 μήνες περίπου. Μένει να δούμε πόσο τυφλή θα είναι η Δικαιοσύνη και αυτήν τη φορά. Διαβάστε σχετικά, τη συνέντευξη με τον Κώστα Χαριτάκη.

Η συζήτηση για την αναγκαιότητα των συνεταιρισμών και της αλληλέγγυας οικονομίας έχει ξαναφουντώσει στο φόντο της μεγάλης κρίσης. Στην Ελλάδα πολλά συνεταιριστικά εγχειρήματα, με κορυφαίο τη ΒΙΟΜΕ, αλλά και άλλα, όπως η «Εφημερίδα των Συντακτών», η ΕΡΤ open, προτείνονται ως ένας εναλλακτικός δρόμος εξόδου από την κρίση με τους «δικούς» μας όρους, πολλές φορές και ως κομμάτι μιας συνολικής ανασυγκρότησης της οικονομίας. Το ίδιο το παράδειγμα της Αργεντινής και κορυφαίων εχειρημάτων όπως το εργοστάσιο κεραμικών της Ζανόν αποδεικνύουν ότι τέτοια εγχειρήματα μπορούν να εμπνέουν και να λειτουργούν ως φάρος για τους εργαζόμενους σε όλο τον πλανήτη. Ξεκινώντας όμως να μιλάμε για συνεταιριστικά εγχειρήματα χρειάζεται να κάνουμε μια διάκριση μεταξύ λογής λογής συνεταιριστικών επιχειρήσεων μικρότερων ή μεγαλύτερων και της συνεταιριστικής αυτοδιαχείρισης εργοστασίων. Στη μια περίπτωση στην πλειοψηφία τους οι συμμετέχοντες δεν δηλώνουν εργαζόμενοι αλλά συνιδιοκτήτες μιας επιχείρησης που αυτό που την κάνει συνεταιριστική είναι απλά και μόνο το συμμετοχικό κεφάλαιο και μια διαδικασία «συνέλευσης» για τη λήψη των αποφάσεων και στην άλλη περίπτωση μιλάμε για εργαζόμενους που στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν παίρνουν στα χέρια τους ένα εργοστάσιο με τα μέσα παραγωγής και απαλλάσσονται μερικώς από τη μέχρι πρότινος εκμετάλλευσή τους. Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι εργαζόμενοι αν αντέξουν έρχονται πολύ γρήγορα αντιμέτωποι με τους σκληρούς νόμους της καπιταλιστικής οικονομίας και αναγκάζονται να λειτουργούν μέσα στα συγκεκριμένα όρια που αυτή θέτει. 

Στην ιστορία του καπιταλισμού έχουν υπάρξει πολλές προσπάθειες από τη μεριά των εργατών να διευθύνουν από μόνοι τους τα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις στις οποίες δούλευαν. Αυτές οι καταλήψεις αποκτούσαν ιδιαίτερη αξία όταν ήταν κομμάτι μιας μεγαλύτερης κοινωνικής εξέγερσης ή επανάστασης, από την Κομμούνα το 1871 και τα σοβιέτ του 1905 στη Ρωσία μέχρι την ίδια τη Ρώσικη Επανάσταση του 1917, τις κολεκτίβες της Ισπανικής Επανάστασης μεταξύ 1936-39, τα cordonesindustriales στη Χιλή επί Αλιέντε και τα πειράματα αυτοδιαχείρισης στην Πολωνία το 1980-81. 
Η αυτοδιεύθυνση των εργοστασίων είναι η πιο μεγάλη απόδειξη ότι οι εργαζόμενοι έχουν την ικανότητα να διοικούν ένα ολόκληρο εργοστάσιο, έναν χώρο δουλειάς αλλά και ολόκληρη την κοινωνία, και όχι απλώς να είναι εξαρτήματα μιας μεγάλης μηχανής. Όχι μόνο μπορούν να παράγουν τον πλούτο χωρίς να χρειάζονται τα αφεντικά, αλλά μπορούν επίσης να παίρνουν αποφάσεις, να κάνουν επιλογές, να διαχειρίζονται τα οικονομικά μιας επιχείρησης, ακόμα και να την καθιστούν «βιώσιμη και ανταγωνιστική» με καπιταλιστικούς όρους, όπως έχουν αποδείξει μεγάλα συνεταιριστικά εργοστάσια. Για όλους αυτούς τους λόγους είναι θετικό να υπάρχουν συνεταιριστικά εγχειρήματα και χρειάζεται να τα υπερασπίζουμε απέναντι σε οποιαδήποτε επίθεση. 

Τα όρια των συνεταιρισμών 

Το πρόβλημα ξεκινάει από το γεγονός ότι για ένα μέρος του κινήματος αρκεί απλώς οι εργαζόμενοι να ακολουθήσουν το παράδειγμα των αυτοδιαχειριζόμενων επιχειρήσεων, να πολλαπλασιαστούν αυτά τα εγχειρήματα και να μετασχηματιστεί τελικά η καπιταλιστική οικονομία σε μια αλληλέγγυα και συνεταιριστική οικονομία. Πρόκειται για μια άποψη που ψάχνει εύκολους δρόμους παράκαμψης και αγνόησης του βασικού ζητήματος που είναι το «Ποιοι θα έχουν την πραγματική εξουσία σε αυτό το σύστημα; Ποιοι αποφασίζουν;». Για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι της ΒΙΟΜΕ έχουν σίγουρα τη δυνατότητα να παίρνουν αποφάσεις που αφορούν το εργοστάσιό τους, όμως δεν μπορούν να πάρουν μέρος σε έναν οικονομικό σχεδιασμό που θα λαμβάνει υπόψη του τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας για τα προϊόντα που παράγουν. Οι τιμές, οι φόροι, η διακίνηση προϊόντων, η ζήτηση, είναι παράγοντες που ρυθμίζονται από άλλους και όχι από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν «πετυχημένα» συνεταιριστικά εγχειρήματα. Σημαίνει απλώς ότι η πλειοψηφία τους έχει αναγκαστεί να λειτουργήσει με καπιταλιστικούς όρους, όπως στην περίπτωση της μεγαλύτερης συνεταιριστικής επιχείρησης στον κόσμο, της ισπανικής Mondragon, που εδώ και χρόνια απασχολεί εργάτες με χαμηλά μεροκάματα και συμβάσεις ορισμένου χρόνου για να μπορέσει να επιβιώσει. Στην περίπτωση που οι εργαζόμενοι αρνηθούν να λειτουργήσουν με αυτό τον τρόπο, τότε μοιραία θα οδηγηθούν στην πτώχευση. 

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ απαντά στον σοσιαλδημοκράτη Μπέρνσταϊν, που διακήρυττε τον ειρηνικό μετασχηματισμό της κοινωνίας μέσω των συνεταιρισμών, στο βιβλίο της «Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση»: 
«Όσον αφορά τους συνεταιρισμούς και κυρίως τους παραγωγικούς συνεταιρισμούς, αποτελούν σύμφωνα με την ίδια τους τη φύση κάτι το ερμαφρόδιτο μέσα στην καπιταλιστική οικονομία (...) Αλλά μέσα στην καπιταλιστική οικονομία η ανταλλαγή εξουσιάζει την παραγωγή και καθιστά εξαιτίας του συναγωνισμού την αδυσώπητη εκμετάλλευση, δηλαδή την ολοσχερή υποδούλωση της παραγωγής στα συμφέροντα του κεφαλαίου, όρο απαραίτητο για την ύπαρξη της επιχείρησης. Το γεγονός αυτό εκδηλώνεται πρακτικά με την ανάγκη κάθε δυνατής εντατικοποίησης της εργασίας, παράτασης ή συντόμευσής της ανάλογα με την κατάσταση της αγοράς (...)  Έτσι στον παραγωγικό συνεταιρισμό οι εργάτες αντιμετωπίζουν την αντιφατική ανάγκη να κυβερνιούνται με όλο τον αναγκαίο απολυταρχισμό, να παίζουν απέναντι του εαυτού τους το ρόλο του καπιταλιστή επιχειρηματία. Η αντίθεση αυτή καταστρέφει τον παραγωγικό συνεταιρισμό, που ή μεταβάλλεται σε καπιταλιστική επιχείρηση ή διαλύεται αν τα συμφέροντα των εργατών είναι ισχυρότερα».

Το πιο σύγχρονο παράδειγμα που επιβεβαιώνει αυτά που έγραφε η Ρόζα είναι η Αργεντινή. Μετά τη μεγάλη κρίση του 2001 και την εξέγερση, το κίνημα κατάληψης των εργοστασίων πήρε διαστάσεις. Χιλιάδες καταλήψεις ξεπήδησαν, με πιο γνωστή τη Ζανόν, που έχει μετονομαστεί πλέον σε FaSinPat (Fabrica Sin Patrones - Εργοστάσιο χωρίς αφεντικά). Οι δυσκολίες που προέκυψαν ήταν τεράστιες. Η χρηματοδότηση από τράπεζες στέρεψε, οι προμηθευτές δεν έκαναν πίστωση, τα δίκτυα διανομής έκαναν πόλεμο, σε πολλές περιπτώσεις οι επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να ζητήσουν επιδοτήσεις από το κράτος αποδεχόμενες τους όρους του, ενώ για να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα, οι εργαζόμενοι έπαιρναν χαμηλότερους μισθούς ακόμα και από τους εργαζόμενους των «κανονικών» εργοστασίων. 

Δυνατότητα

Τα συνεταιριστικά εγχειρήματα δείχνουν ότι είναι εφικτός ένας άλλος τρόπος παραγωγής και οικονομίας, όπου οι εργαζόμενοι θα έχουν τον πρώτο λόγο στην παραγωγική διαδικασία. Κάθε φορά που οι εργαζόμενοι επιλέγουν αυτόν το δρόμο, ανεξάρτητα από το πόσο συνειδητά το κάνουν, επιβεβαιώνεται αυτή η δυνατότητα. Η ίδια η διαδικασία δίνει τρομερή αυτοπεποίθηση σε όσους επιχειρούν να πάρουν την εργασία στα χέρια τους, δείχνοντας τι σημαίνει το ρητό του Μαρξ «Η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας». Όμως όσοι τέτοιοι συνεταιρισμοί και να υπάρξουν, δεν αρκούν για να αλλάξει συνολικά η κοινωνία. Όπως ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να υπάρξει μόνο σε μία χώρα, έτσι και ένα ή και πολλά αυτοδιαχειριζόμενα εργοστάσια δεν αποτελούν από μόνα τους μια σοσιαλιστική διαδικασία. Χρειάζονται συθέμελες αλλαγές στο σύνολο των θεσμών και των μηχανισμών του κράτους. Τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τα δικαστήρια, τα νοσοκομεία, τα ΜΜΕ να λειτουργούν προς όφελος όλης της κοινωνίας. Αλλά και στο εδώ και τώρα χρειάζεται οι συνεταιρισμοί να είναι συνδεδεμένοι με την κοινωνία, να αποτελούν κομμάτι ενός μεγαλύτερου λαϊκού κινήματος ανατροπής του συστήματος. Η αυτοδιαχείριση μπορεί να εξαπλωθεί και στα σχολεία, και στα νοσοκομεία, και σε επιτροπές γειτονιάς, φτάνοντας μέχρι και την κεντρική εξουσία. Χρειαζόμαστε μια συνολική αυτοδιαχείριση της ζωής μας για να δώσουμε ακόμα μεγαλύτερο νόημα στο σύνθημα των εργατών της ΒΙΟΜΕ «Δεν μπορείτε εσείς; Μπορούμε εμείς». Σε αυτή τη μεγάλη πορεία για την αλλαγή της κοινωνίας χρειαζόμαστε φάρους και χάρτες όπως η ΒΙΟΜΕ, για να βλέπουμε μέσα στα σκοτάδια και να μην ξεχνάμε το σχήμα που θα έχει η κοινωνία που οραματιζόμαστε.