Η πρόσφατη αποκάλυψη της γυναικοκτονίας της νεαρής Κάρολαϊν στα Γλυκά Νερά από τον «ευυπόληπτο», «υπεράνω πάσης υποψίας σύζυγό» της προκάλεσε την… έκπληξη εκείνων που έβλεπαν «σεσημασμένους αλλοδαπούς» πίσω από τη δολοφονία της και τη δική μας οργή για ένα ακόμη έγκλημα σεξιστικής βίας στην πιο ακραία της μορφή –αυτή της γυναικοκτονίας.
Λίγες ώρες αργότερα το φως τη δημοσιότητας είδαν δύο περιστατικά βιασμού εργαζόμενων γυναικών: μίας καθαρίστριας εν ώρα εργασίας στα Πετράλωνα και μίας εργαζόμενης σε μπαρ στο Κολωνάκι.
Πέρα από τη συναισθηματική φόρτιση και τη δίκαιη αγανάκτηση που προκαλούν, τα τρία περιστατικά ακραίας έμφυλης βίας δείχνουν με δραματικά εμφατικό τρόπο ότι είναι ανάγκη να αντικρύσουμε τη γυναικεία κακοποίηση ως ένα κοινωνικό φαινόμενο -έκφραση πολλαπλής κοινωνικής ανισότητας. Και για να αντιμετωπισθεί, για να προστατευθούν όλες οι γυναίκες, και ιδίως οι πιο ευάλωτες, είναι ανάγκη να περάσουμε από την οργή στην πολιτική δράση.
Νόμοι
Αποτελεί πρόκληση το ότι ακόμη και σήμερα δεν έχει αναγνωριστεί σε νομικό επίπεδο στον Ποινικό Κώδικα ο όρος «γυναικοκτονία». Χάριν στους αγώνες και την επιμονή του προοδευτικού φεμινιστικού κινήματος να τον επαναφέρει στο προσκήνιο, είναι αλήθεια ότι κερδίζει συνεχώς έδαφος στο δημόσιο λόγο και αποκτά ορατότητα. Αλλά φυσικά αυτό δεν αρκεί, ιδίως όταν σε νομικό και ιδεολογικό επίπεδο εμφανίζονται συχνά συντηρητικά στερεότυπα και απόψεις που θεωρούσαμε ότι είχαμε ξεμπερδέψει μαζί τους οριστικά (βλ. ακυρωθέν συνέδριο γονιμότητας). Η αντιδραστική αναθεώρηση του Οικογενειακού δικαίου με το νόμο Τσιάρα, η μητρότητα ως εθνικό καθήκον επίλυσης του δημογραφικού, η έμμεση αμφισβήτηση των δικαιωμάτων αναπαραγωγικής αυτοδιάθεσης των γυναικών, η συζήτηση για αλλαγή στον ορισμό του βιασμού και βέβαια -το κορυφαίο όλων- ο νόμος Χατζηδάκη με τις ιδιαίτερα επιβαρυντικές διατάξεις για τις εργαζόμενες είναι μερικά μόνο από τα παραδείγματα της θεσμικής επίθεσης που εξαπολύεται στα γυναικεία δικαιώματα.
Σε συνθήκες αυξημένης γυναικείας ανεργίας, ανισοτήτων στις αμοιβές λόγω φύλου, γενικευμένης ελαστικής εργασίας χωρίς ωράριο και δικαιώματα, είναι πρακτικά δύσκολο μια κακοποιημένη, ιδιαίτερα αν έχει και παιδιά, να μπορέσει να σπάσει τα δεσμά της κακοποιητικής συμβίωσης. Η οικονομική εξάρτηση από τον κακοποιητή, αλλά και τα κοινωνικά στερεότυπα της πυρηνικής οικογένειας που θέλουν τη γυναίκα αφοσιωμένη και δεσμευμένη σε αυτήν ψυχί τε και σώματι, εγκλωβίζουν το θύμα και χρειάζεται σοβαρή σταθερή και πολλαπλή κρατική στήριξη ώστε αυτό να ξεφύγει. Δεν είναι απλά θέμα ατομικής ευθύνης και θάρρους και δεν αρκούν οι τηλεφωνικές γραμμές για να σπάσει η σιωπή. Χωρίς οικονομική στήριξη, δομές φιλοξενίας, ψυχολογικής, ιατρικής, νομικής βοήθειας αλλά και χωρίς δυνατότητα εύρεσης εργασίας που να διασφαλίζει αξιοπρεπή διαβίωση, τα θύματα της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας θα συνεχίζουν να υπομένουν σύχνα μέχρι και τη γυναικοκτονία.
Εγκληματική ολιγωρία
Αλλά ακόμη και στην περίπτωση που το θύμα της έμφυλης βίας -ή κάποιο άλλο άτομο που αντιλαμβάνεται την κακοποίηση- βρίσκει το κουράγιο να προχωρήσει σε καταγγελία, χρειάζεται να υπάρξει άμεση ανταπόκριση. Η απουσία έγκαιρης αντίδρασης από τα κρατικά όργανα έχει επανειλημμένα αποβεί καταδικαστική για τη ζωή των καταγγελλουσών, όπως αποδείχθηκε με τραγικό τρόπο στο Πήλιο πριν λίγους μήνες. Η αστυνομία αποδεικνύεται ο πλέον αναποτελεσματικός μηχανισμός αντιμετώπισης τέτοιων μορφών εγκληματικότητας. Η εγκληματική ολιγωρία των αρχών έχει επανειλημμένα επιβεβαιωθεί σε περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης, κακοποίησης και βιασμού. Συγχρόνως, η ανυπαρξία διαδικαστικών εγγυήσεων της ψυχοσυναισθηματικής ασφάλειας των καταγγελλουσών έχει ως αποτέλεσμα η κακοποίηση συχνά να συνεχίζεται κατά τη διαδικασία της καταγγελίας στις αστυνομικές αρχές ή ακόμη και στις αίθουσες των δικαστηρίων όπου καλείται να ζήσει το τραύμα ξανά και ξανά η επιζήσασα.
Ακόμη και στην αναβίωση του τραύματος, όμως, η ταξική διάσταση είναι ιδιαίτερα σημαντική και ενδυναμώνει την έμφυλη ανισότητα. Μία επισφαλώς εργαζόμενη, όπως η καθαρίστρια επιζήσασα του βιασμού στα Πετράλωνα, δε θα μπορέσει να πάρει ούτε άδεια με αποδοχές για να αναρρώσει σωματικά και ψυχικά. Και σε αυτό το σημείο η κυβερνητική υποκρισία περισσεύει. Στο διαβόητο νόμο του Χατζηδάκη, με τον οποίο προσχηματικά κυρώθηκε η διεθνής σύμβαση για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης στον κόσμο της εργασίας, δεν υπάρχει ούτε τυπική πρόβλεψη για τις εργαζόμενες των ευάλωτων κατηγορίών (ενοικιαζόμενες, μετανάστριες, ΑΜΕΑ) και των επιχειρήσεων κάτω των 20 απασχολούμενων.
Το φεμινιστικό και το εργατικό κίνημα δεν μπορεί και δεν πρέπει να περιμένει τη δημοσιοποίηση του επόμενου περιστατικού κακοποίησης , βιασμού και γυναικοκτονίας. Αντίθετα, είναι ανάγκη να μετατρέψουμε την οργή σε αγωνιστική διεκδίκηση όλων εκείνων που θα εξασφαλίσουν τους υλικούς όρους του απεγκλωβισμού μας από τα δεσμά της βίας, της κακοποίησης, της καταδυνάστευσης των ζωών και των σωμάτων μας. Να διεκδικήσουμε:
• Δημόσιες δομές που θα προσφέρουν δωρεάν ψυχολογική νομική και πρακτική στήριξη σε κάθε θύμα ενδοοικογενειακής και κάθε είδους έμφυλης βίας.
• Δημόσιες δομές για τα παιδιά, τους ηλικιωμένους, τα ΑΜΕΑ, ώστε να μην πέφτει όλο το βάρος της κοινωνικής αναπαραγωγής στους ώμους της πυρηνικής οικογένειας και κυρίως των γυναικών.
• Μαθήματα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης και ισότητας σε σχολεία, πανεπιστήμια και εργασιακούς χώρους.
• Σταθερή και μόνιμη εργασία με δικαιώματα χωρίς διακρίσεις και ανισότητες λόγω φύλου ή εθνοτικής καταγωγής ή σεξουαλικού προσανατολισμού.
Η έκφραση κοινωνικής αλληλεγγύης και η πάλη για τον καλύτερο κόσμο που αξίζουμε είναι καθημερινή, διαρκής και δεν περιορίζεται σε επετείους και παγκόσμιες μέρες ούτε σε αντανακλαστικές απαντήσεις σε προκλήσεις. Ο αγώνας μας εμπνέεται από το παγκόσμιο φεμινιστικό κίνημα και είναι κομμάτι του. Από τις μεγάλες φεμινιστικές απεργίες της 8ης Μάρτη σε όλο τον κόσμο, το κίνημα “Ni una menos!” και το κίνημα για την κατοχύρωση του δικαιώματος στην έκτρωση μέχρι τους πρόσφατους φεμινιστικούς αγώνες στην Τουρκία, ο αγώνας των γυναικών για ισότητα και ζωή με δικαιώματα είναι ζωντανός και είναι ανάγκη να στραφεί απέναντι στο ίδιο το σύστημα της εκμετάλλευσης που τρέφει την καταπίεση, τη βία και το σεξισμό.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά