Ητέχνη δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Μόνη η πολιτική δράση το μπορεί. Όταν λοιπόν η πολιτική δράση «αισθητικοποιείται», τότε καθίσταται συμβολική, δηλαδή, εν πολλοίς, ακίνδυνη.

Μια ομάδα μαυ­ρο­ντυ­μέ­νων αγο­ριών και κο­ρι­τσιών που κρα­τούν σιω­πη­λά εμπρός από το πρό­σω­πό τους ένα λευκό προ­σω­πείο έχει κα­τα­λά­βει την πλα­τεία Συ­ντάγ­μα­τος δια­μαρ­τυ­ρό­με­νη για τα μέτρα λι­τό­τη­τας. Μια άλλη ομάδα, σε άλλη στιγ­μή, στέ­κε­ται αμί­λη­τη κρα­τώ­ντας αναμ­μέ­να κεριά μπρο­στά από τον κι­νη­μα­το­γρά­φο Ατ­τι­κόν, στο κέ­ντρο της Αθή­νας, για να εκ­δη­λώ­σει τη δια­μαρ­τυ­ρία της για την κα­τα­στρο­φή του κτι­ρί­ου κατά τη διάρ­κεια συ­γκρού­σε­ων δια­δη­λω­τών-αστυ­νο­μί­ας. Εκ­παι­δευ­τι­κοί, πάλι στο Σύ­νταγ­μα, περ­νούν γύρω τους αλυ­σί­δες, για να κα­ταγ­γεί­λουν την κυ­βερ­νη­τι­κή πο­λι­τι­κή στο χώρο της παι­δεί­ας. Πέραν του γε­γο­νό­τος ότι πρό­κει­ται για δια­μαρ­τυ­ρί­ες με –λι­γό­τε­ρο ή πε­ρισ­σό­τε­ρο συ­γκε­χυ­μέ­να– πο­λι­τι­κά αι­τή­μα­τα, τι συν­δέ­ει άραγε αυτές τις, κατά τα άλλα ασύν­δε­τες με­τα­ξύ τους, ενέρ­γειες; Ένα, νο­μί­ζω, στοι­χείο: το «αι­σθη­τι­κό» τους πε­ριε­χό­με­νο. Πράγ­μα­τι, το λευκό προ­σω­πείο, η βουβή πα­ρα­μο­νή των αν­θρώ­πων στο χώρο, το φως του κε­ριού, η συμ­βο­λι­κή χρήση των αλυ­σί­δων, όλ’ αυτά, πα­ρα­πέ­μπουν μάλ­λον σε ει­κα­στι­κή περ­φόρ­μανς παρά σε πο­λι­τι­κή δια­μαρ­τυ­ρία ·πα­ρα­πέ­μπουν δη­λα­δή μάλ­λον στην τέχνη παρά στην πο­λι­τι­κή. Υπό ποιες προ­ϋ­πο­θέ­σεις έχει άραγε πραγ­μα­το­ποι­η­θεί μια τέ­τοια με­τα­τό­πι­ση;

Είναι αλή­θεια ότι τα τε­λευ­ταία χρό­νια όπου η αξιο­πι­στία του πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος έχει αγ­γί­ξει το ναδίρ της, έχει εκ­δη­λω­θεί μια ανά­γκη για «εναλ­λα­κτι­κούς» τρό­πους πο­λι­τι­κής δια­μαρ­τυ­ρί­ας. Η ανά­γκη αυτή εδρά­ζε­ται στην πε­ποί­θη­ση ότι η πα­ρα­δο­σια­κή πο­λι­τι­κή δράση δεν απο­τε­λεί πλέον μια ελ­κυ­στι­κή πρό­τα­ση για την κι­νη­το­ποί­η­ση των πο­λι­τών, ιδίως των νέων. Οι συν­δι­κα­λι­στι­κοί ή κομ­μα­τι­κοί σχη­μα­τι­σμοί που συ­νε­χί­ζουν να τη χρη­σι­μο­ποιούν ως θε­με­λιώ­δες πο­λι­τι­κό όπλο, εκλαμ­βά­νο­νται ως συ­νυ­πεύ­θυ­νοι για την έκ­πτω­ση του συ­νό­λου των πο­λι­τι­κών αξιών οι οποί­ες είχαν εκ­θρέ­ψει τις πα­λιό­τε­ρες γε­νιές. Η ελά­χι­στη συμ­με­το­χή που πράγ­μα­τι πα­ρα­τη­ρεί­ται συχνά στις δια­δη­λώ­σεις όπου προ­σκα­λεί, για πα­ρά­δειγ­μα, μια ερ­γα­τι­κή συ­νο­μο­σπον­δία του εύ­ρους της ΓΣΕΕ, και μά­λι­στα εν μέσω κρί­σης, χρη­σι­μο­ποιεί­ται εδώ ως κε­ντρι­κό επι­χεί­ρη­μα επι­βε­βαί­ω­σης της πα­ρα­πά­νω άπο­ψης. Η επι­νοη­τι­κό­τη­τα της τέ­χνης, αντι­θέ­τως, θε­ω­ρεί­ται ότι μπο­ρεί να λει­τουρ­γή­σει και ελ­κυ­στι­κό­τε­ρα και απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρα: ακόμη και μια μικρή ομάδα αν­θρώ­πων που προ­βά­λει ένα πο­λι­τι­κό αί­τη­μα με ευ­φά­ντα­στο τρόπο –η τέχνη απο­τε­λεί εδώ δε­ξα­με­νή ιδεών– μπο­ρεί να προ­σελ­κύ­σει το εν­δια­φέ­ρον πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρων αν­θρώ­πων. Εξ’ ου και η χρήση των προ­σω­πεί­ων, των κε­ριών, των αλυ­σί­δων. Τι θα μπο­ρού­σε να αντι­τεί­νει κα­νείς σε αυτή την ευ­λο­γο­φα­νή θέση της οποί­ας οι θια­σώ­τες αυ­το­ε­παί­ρο­νται συχνά ως εν­σαρ­κω­τές ενός νέου, και μά­λι­στα ακραιφ­νώς προ­ο­δευ­τι­κού, πο­λι­τι­κού ιδε­ώ­δους; Ας το σκε­φτού­με λίγο.

Η τέχνη είναι ένα συμ­βο­λι­κό ανα­πα­ρα­στα­τι­κό σύ­στη­μα. Η πο­λι­τι­κή δράση, αντι­θέ­τως, αν και χρη­σι­μο­ποιεί σύμ­βο­λα, δεν είναι: εκτυ­λίσ­σε­ται πά­ντο­τε επί του ορί­ζο­ντα του πραγ­μα­τι­κού, υπάρ­χει, δεν ανα­πα­ρι­στά. Η υπο­κα­τά­στα­ση λοι­πόν μιας πραγ­μα­τι­κής από μια συμ­βο­λι­κή πράξη όχι μόνο δίνει στο σύμ­βο­λο μιαν αξία που δεν δια­θέ­τει αλλά ενέ­χει και έναν άλλο κίν­δυ­νο: «αι­σθη­τι­κο­ποιεί» το πο­λι­τι­κό αί­τη­μα.

Η συμ­βο­λι­κή γλώσ­σα μπο­ρεί να θέτει ατέρ­μο­να ζη­τή­μα­τα ακόμη και με ακραίο τρόπο ακρι­βώς επει­δή –συ­νή­θως– τί­πο­τα δεν δια­κυ­βεύ­ε­ται στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Η σιωπή, για πα­ρά­δειγ­μα, μπο­ρεί να πα­ρά­γει συ­ναι­σθη­μα­τι­κή φόρ­τι­ση, δεν δια­θέ­τει ωστό­σο ούτε την ενο­χλη­τι­κή ισχύ του μα­ζι­κά δια­τυ­πω­μέ­νου ηχη­ρού συν­θή­μα­τος ούτε την ευ­κρί­νειά του. Το φως του κε­ριού συν­δέ­ε­ται με έν­νοιες κα­τά­νυ­ξης και πέν­θους, δεν πε­ρι­λαμ­βά­νει όμως τί­πο­τε από την επι­κίν­δυ­νη δυ­να­μι­κή της πραγ­μα­τι­κής φω­τιάς. Η συμ­βο­λι­κή χρήση της αλυ­σί­δας πα­ρα­πέ­μπει αφη­ρη­μέ­να στη στέ­ρη­ση της ελευ­θε­ρί­ας αλλά δεν εκ­φρά­ζει επι­τα­κτι­κά από μόνη της καμιά συ­γκε­κρι­μέ­νη πο­λι­τι­κή διεκ­δί­κη­ση. Κι εάν μια τέ­τοια γλώσ­σα είναι όχι μόνο επι­τρε­πτή αλλά και επι­βε­βλη­μέ­νη στο πεδίο της τέ­χνης –μια και η τέχνη ως συμ­βο­λι­κό σύ­στη­μα δεν δια­θέ­τει κά­ποιαν άλλη– μπο­ρεί άραγε να χρη­σι­μο­ποιεί­ται και στο πεδίο της πο­λι­τι­κής χωρίς να απο­δυ­να­μώ­νει, κα­θι­στώ­ντας «αι­σθη­τι­κό», το πο­λι­τι­κό αί­τη­μα; Γιατί η «αι­σθη­τι­κή» γλώσ­σα δεν δια­θέ­τει σε καμιά πε­ρί­πτω­ση της δυ­να­μι­κή της πο­λι­τι­κής πρά­ξης.

Η συ­νεί­δη­ση αυτής της αδυ­να­μί­ας του «αι­σθη­τι­κού» απο­τε­λεί την αιτία για την οποία τα πιο προηγ­μέ­να κα­θε­στώ­τα του δυ­τι­κού κό­σμου, πα­ρέ­χουν στην τέχνη την από­λυ­τη ελευ­θε­ρία της. Όσο ακραί­ες κι εάν είναι οι μορ­φές της, δεν συ­μπυ­κνώ­νουν παρά συμ­βο­λι­κές «απει­λές». Και μά­λι­στα είναι δυ­να­τόν αυτές οι ακραί­ες μορ­φές όχι μόνο να μην κα­τα­στέλ­λο­νται αλλά και να εν­θαρ­ρύ­νο­νται. Πα­ρέ­χε­ται έτσι ένα πρώ­της τά­ξε­ως άλ­λο­θι φι­λε­λευ­θε­ρο­ποί­η­σης σε κα­θε­στώ­τα που έχουν την ωρι­μό­τη­τα να γνω­ρί­ζουν ότι δεν κιν­δυ­νεύ­ουν από την τέχνη, όσο ακραία και αν είναι. Τούτο δεν ση­μαί­νει ότι οι καλ­λι­τέ­χνες δεν πρέ­πει συ­νε­χώς να επι­χει­ρούν να διευ­ρύ­νουν τα όριά της. Κάθε άλλο. Ωστό­σο, οι ση­μα­ντι­κό­τε­ροι από αυ­τούς το γνω­ρί­ζουν καλά: η τέχνη δεν μπο­ρεί να αλ­λά­ξει τον κόσμο. Μόνη η πο­λι­τι­κή δράση το μπο­ρεί.

Όταν λοι­πόν η πο­λι­τι­κή δράση «αι­σθη­τι­κο­ποιεί­ται», τότε κα­θί­στα­ται συμ­βο­λι­κή, δη­λα­δή, εν πολ­λοίς, ακίν­δυ­νη. Έτσι, παρά την προ­σπά­θεια να απο­τε­λέ­σει μιαν εναλ­λα­κτι­κή πρό­τα­ση, η «αι­σθη­τι­κο­ποι­η­μέ­νη» πο­λι­τι­κή δια­μαρ­τυ­ρία λει­τουρ­γεί εντέ­λει ως η άλλη όψη του ίδιου νο­μί­σμα­τος: συ­ντάσ­σε­ται ευ­θέ­ως με όσους επι­χει­ρούν να κα­τα­στή­σουν ανυ­πό­λη­πτη οποια­δή­πο­τε ου­σια­στι­κή μορφή πο­λι­τι­κής δρά­σης.

*Ο Τί­τλος ανή­κει στη Σύ­ντα­ξη του Rp. Πρω­το­δη­μο­σιεύ­τη­κε στο πε­ριο­δι­κό «Μετρό» με το τίτλο «Η Τέχνη δεν είναι πο­λι­τι­κή πράξη» τεύ­χος 3

Ετικέτες