Οικονομική κρίση, κρίση πολιτικής συνοχής και ενίσχυση των τάσεων για Ευρώπη πολλών «ταχυτήτων».

Όταν ένας ορ­γα­νι­σμός αντι­με­τω­πί­ζει ό,τι υπό «κα­νο­νι­κές συν­θή­κες» θα ήταν μια απλή αμυχή σαν να είναι ήδη γάγ­γραι­να, αυτό είναι ο ασφα­λέ­στε­ρος δεί­κτης ότι είναι εξαι­ρε­τι­κά εξα­σθε­νη­μέ­νος και γι’ αυτό αντι­δρά ενερ­γο­ποιώ­ντας «πρω­τό­κολ­λα» πα­νι­κού ακόμη και μπρο­στά σε ήσ­σο­νος ση­μα­σί­ας απει­λές. Αυτή ακρι­βώς είναι η κα­τά­στα­ση στην ιμπε­ρια­λι­στι­κή «Ευ­ρώ­πη», δη­λα­δή την Ευ­ρω­ζώ­νη και την ΕΕ αλλά και το σύ­στη­μα συμ­μα­χιών και «ολο­κλη­ρώ­σε­ων» που υφαί­νε­ται γύρω απ’ αυτές. Μόλις τον τε­λευ­ταίο χρόνο, οι απει­λές από το δη­μο­ψή­φι­σμα για την ανε­ξαρ­τη­σία στη Σκω­τία αλλά και την Κα­τα­λο­νία προ­κά­λε­σαν κύμα νευ­ρι­κό­τη­τας και πα­νι­κού στις ευ­ρω­παϊ­κές κα­γκε­λα­ρί­ες αλλά και τις αγο­ρές. Στην πρώτη πε­ρί­πτω­ση το «μοι­ραίο» απο­φεύ­χθη­κε, αλλά στη δεύ­τε­ρη όχι. Από αυτό το γε­γο­νός δεν προ­έ­κυ­ψε βέ­βαια κά­ποια συ­νο­λι­κή «κα­τα­στρο­φή», αλλά ήταν ένας πο­λι­τι­κός σπα­σμός που επέ­τει­νε και εμ­βά­θυ­νε την κρίση στο Ισπα­νι­κό κρά­τος, που ζει το τέλος της δικής του με­τα­πο­λί­τευ­σης και μια πο­λι­τι­κή κρίση η οποία απει­λεί τα βάθρα του πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος και των συ­νταγ­μα­τι­κών ρυθ­μί­σε­ων της με­τα­φραν­κι­κής αστι­κής δη­μο­κρα­τί­ας. Γε­νι­κό­τε­ρα, η ευ­ρω­παϊ­κή ιμπε­ρια­λι­στι­κή ολο­κλή­ρω­ση εμ­φα­νί­ζε­ται τρο­με­ρά ευά­λω­τη σε εστί­ες κρί­σε­ων που πολ­λα­πλα­σιά­ζο­νται προ­κα­λώ­ντας μια συ­νο­λι­κό­τε­ρη «κρίση συ­νο­χής» και ανα­δει­κνύ­ο­ντας έντο­να όψεις στρα­τη­γι­κού αδιε­ξό­δου.      

Μέχρι και τα τέλη πε­ρί­που του 2014, η οι­κο­νο­μι­κή ήταν η κυ­ρί­αρ­χη πλευ­ρά της κρί­σης. Παρά τη σχε­τι­κή στα­θε­ρο­ποί­η­ση της Ευ­ρω­ζώ­νης από το 2012, ύστε­ρα από την οξεία κρίση του 2009-2011, και παρά το γε­γο­νός ότι διά­φο­ρες εκτός ελέγ­χου «εστί­ες» της κρί­σης όπως η Ελ­λά­δα, η Ιρ­λαν­δία, η Πορ­το­γα­λία, η Κύ­προς κ.λπ. τέ­θη­καν υπό σχε­τι­κό έλεγ­χο, οι βα­θύ­τε­ρες-δο­μι­κές αι­τί­ες της κρί­σης δεν έχουν ελεγ­χθεί και πα­ρα­μέ­νουν ενερ­γές, πα­ρό­λο που απω­θή­θη­καν από την επι­φά­νεια και το προ­σκή­νιο σε σχε­τι­κά υπό­γειες δια­δρο­μές. Αντί­θε­τα, «ωρι­μά­ζουν» με πολύ απει­λη­τι­κό τρόπο - και γι’ αυτή την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα έχουν πλήρη επί­γνω­ση οι εκ­πρό­σω­ποι του συ­στή­μα­τος. Ενώ λοι­πόν πα­ρα­μέ­νουν και «ωρι­μά­ζουν» τα δο­μι­κά στοι­χεία της οι­κο­νο­μι­κής κρί­σης, από το 2015 έχουν ει­σέλ­θει σε μια νέα φάση όπου η κρίση περ­νά­ει από την οι­κο­νο­μι­κή βάση στο πο­λι­τι­κό, θε­σμι­κό και ιδε­ο­λο­γι­κό εποι­κο­δό­μη­μα, ενώ στην αυγή του 2016 η πο­λι­τι­κή και θε­σμι­κή πλευ­ρά της κρί­σης γί­νε­ται κυ­ρί­αρ­χη. Ο κύ­κλος κλεί­νει με τη νευ­ρι­κό­τη­τα, τους «πα­νι­κούς» και την αστά­θεια που με­τα­φέ­ρει στην ίδια την οι­κο­νο­μι­κή βάση η πο­λι­τι­κή, θε­σμι­κή και ιδε­ο­λο­γι­κή κρίση, δη­μιουρ­γώ­ντας τους όρους κρί­σης συ­νο­χής και στρα­τη­γι­κού αδιε­ξό­δου.
Ας δούμε τώρα, συ­νο­πτι­κά, πώς εκ­φρά­ζο­νται όλα αυτά συ­γκε­κρι­μέ­να.

Η οι­κο­νο­μι­κή πλευ­ρά του αδιε­ξό­δου

Τα θε­με­λιώ­δη οι­κο­νο­μι­κά δε­δο­μέ­να -όπου παρά τις πολ­λές «τα­χύ­τη­τες», ανα­δει­κνύ­ο­νται κοι­νοί πα­ρο­νο­μα­στές- δεί­χνουν ένα αδιέ­ξο­δο που πα­ρα­μέ­νει. Η ανά­πτυ­ξη είναι τόσο ορια­κή, ώστε στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα έχου­με κα­τά­στα­ση χρο­νί­ζου­σας οι­κο­νο­μι­κής στα­σι­μό­τη­τας. Τα στοι­χεία για το τε­λευ­ταίο τρί­μη­νο του 2015 μι­λούν για ανά­πτυ­ξη 0,3% στο σύ­νο­λο της Ευ­ρω­ζώ­νης, όσο και της Γερ­μα­νί­ας, της πιο «εύ­ρω­στης» από τις ισχυ­ρές οι­κο­νο­μί­ες. Στην Ιτα­λία, που έρ­χε­ται από 3 δια­δο­χι­κά χρό­νια ύφε­σης, ήταν 0,1%, στη Γαλ­λία 0,2%. Και σε όλες τις πε­ρι­πτώ­σεις, ήταν μειω­μέ­νη σε σχέση με το προη­γού­με­νο τρί­μη­νο.

Όσον αφορά, το άλλο βα­σι­κό μέ­γε­θος, τον πλη­θω­ρι­σμό, έχου­με πλέον επι­σή­μως απο­πλη­θω­ρι­σμό στο σύ­νο­λο της Ευ­ρω­ζώ­νης: -0,1% το Μάρ­τιο, σε σχέση με -0,2% το Φε­βρουά­ριο. Και αυτό, παρά την τε­ρά­στια ένεση ρευ­στό­τη­τας στην οι­κο­νο­μία με το πρό­γραμ­μα «πο­σο­τι­κής χα­λά­ρω­σης» της Ευ­ρω­παϊ­κής Κε­ντρι­κής Τρά­πε­ζας.

Αναι­μι­κή ανά­πτυ­ξη και απο­πλη­θω­ρι­σμός ση­μαί­νει ότι τα κρα­τι­κά χρέη σαν πο­σο­στό του ΑΕΠ αυ­ξά­νο­νται. Σε αυτό συ­ντεί­νουν και τα κρα­τι­κά ελ­λείμ­μα­τα, που παρά τις τε­ρά­στιες πε­ρι­κο­πές δα­πα­νών των τε­λευ­ταί­ων χρό­νων, πα­ρα­μέ­νουν. Η Κο­μι­σιόν κάνει διαρ­κώς εκ­κλή­σεις για συ­γκρά­τη­ση των ελ­λειμ­μά­των χω­ρών-με­λών (η πιο πρό­σφα­τη, αφο­ρού­σε τα ελ­λείμ­μα­τα Γαλ­λί­ας, Ιτα­λί­ας, Ισπα­νί­ας και Πορ­το­γα­λί­ας, που θε­ω­ρού­νται «εκτός ελέγ­χου»), αλλά «συ­ντα­γή» για να για­τρευ­τεί το δια­βρω­τι­κό μίγμα οι­κο­νο­μι­κής στα­σι­μό­τη­τας και απο­πλη­θω­ρι­σμού δεν δια­θέ­τει.  

Έτσι, το απο­τέ­λε­σμα είναι πως η πο­λυα­να­με­νό­με­νη «απο­μό­χλευ­ση» που λένε οι νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ροι, δη­λα­δή η απαλ­λα­γή από αυτό που με μαρ­ξι­στι­κούς όρους θα λέ­γα­με υπερ­συσ­σώ­ρευ­ση και υπερ­πί­στω­ση, όχι μόνο δεν έρ­χε­ται αλλά απο­μα­κρύ­νε­ται. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή είναι η κα­τά­στα­ση βα­σι­κών χωρών όσον αφορά το κρα­τι­κό χρέος. Σύμ­φω­να με προ­βλέ­ψεις της Κο­μι­σιόν, το γαλ­λι­κό κρα­τι­κό χρέος θα προ­σεγ­γί­σει το 100% (99,8%) του ΑΕΠ το 2016, που ση­μαί­νει ότι η Γαλ­λία ει­σέρ­χε­ται σε κα­τά­στα­ση κρί­σης χρέ­ους που ωρι­μά­ζει πολύ γρη­γο­ρό­τε­ρα σε σχέση με τις προ­βλέ­ψεις των προη­γού­με­νων χρό­νων. Το χρέος της Ιτα­λί­ας έχει «ξε­φύ­γει» και πλη­σιά­ζει τα­χύ­τα­τα το 140% του ΑΕΠ, ενώ πάνω από το 100% είναι το χρέος του Βελ­γί­ου, της Πορ­το­γα­λί­ας, της Ιρ­λαν­δί­ας, της Κύ­πρου και φυ­σι­κά της «πρω­τα­θλή­τριας» Ελ­λά­δας όπου κι­νεί­ται σε επί­πε­δα περί το 180% του ΑΕΠ!

Συ­νο­λι­κά, τόσο το κρα­τι­κό χρέος όσο και το ιδιω­τι­κό (χρέος επι­χει­ρή­σε­ων και νοι­κο­κυ­ριών) έχει αυ­ξη­θεί ση­μα­ντι­κά στα χρό­νια ύστε­ρα από το ξέ­σπα­σμα της κρί­σης.

Ο συν­δυα­σμός μη­δε­νι­κής ή αναι­μι­κής ανά­πτυ­ξης με απο­πλη­θω­ρι­σμό και αύ­ξη­ση των κρα­τι­κών και ιδιω­τι­κών χρεών πα­ρα­πέ­μπει σε από­λυ­το, στρα­τη­γι­κού χα­ρα­κτή­ρα αδιέ­ξο­δο. Το αδιέ­ξο­δο αυτό υπο­γραμ­μί­ζει και επι­τεί­νει ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο η επι­βρά­δυν­ση των λε­γό­με­νων Ανα­δυό­με­νων οι­κο­νο­μιών (BRICKS και όχι μόνο), που με­τα­ξύ άλλων έχει συ­νέ­πεια τη μεί­ω­ση του όγκου του πα­γκό­σμιου εμπο­ρί­ου, άρα της εξω­τε­ρι­κής ζή­τη­σης για προ­ϊ­ό­ντα και υπη­ρε­σί­ες που πα­ρά­γο­νται στην Ευ­ρω­ζώ­νη και την ΕΕ. Το απο­τέ­λε­σμα είναι ότι τα πλε­ο­νά­σμα­τα στο ισο­ζύ­γιο τρε­χου­σών συ­ναλ­λα­γών, τόσο της Ευ­ρω­ζώ­νης συ­νο­λι­κά όσο και της «πρω­τα­θλή­τριας» Γερ­μα­νί­ας αλλά και της Γαλ­λί­ας, μειώ­νο­νται.  

Η μεί­ω­ση της εσω­τε­ρι­κής ζή­τη­σης λόγω λι­τό­τη­τας ταυ­τό­χρο­να με τη μεί­ω­ση της εξω­τε­ρι­κής ζή­τη­σης λόγω της επι­βρά­δυν­σης στις Ανα­δυό­με­νες οι­κο­νο­μί­ες οδη­γεί σε στρα­τη­γι­κό αδιέ­ξο­δο, αφού στα χρό­νια της κρί­σης οι αρ­νη­τι­κές επι­πτώ­σεις της λι­τό­τη­τας στην ανά­πτυ­ξη αντι­σταθ­μί­ζο­νταν σε ένα βαθμό από τις με­γά­λες εξα­γω­γι­κές επι­δό­σεις των βα­σι­κών χωρών της Ευ­ρω­ζώ­νης. Τώρα, αυτή η στρα­τη­γι­κή δεν είναι απο­τε­λε­σμα­τι­κός «θώ­ρα­κας» ούτε για την ίδια τη Γερ­μα­νία.

Οι φόβοι για νέα τρα­πε­ζι­κή κρίση

Αφή­σα­με τε­λευ­ταίο σε αυτό το υπο­κε­φά­λαιο, το πρό­βλη­μα που μπο­ρεί να απο­βεί  ξανά κα­θο­ρι­στι­κό, όπως και στο ξε­κί­νη­μα της κρί­σης: το πρό­βλη­μα των ευ­ρω­παϊ­κών τρα­πε­ζών. Η σπερ­μο­λο­γία περί επα­νεμ­φά­νι­σης του κιν­δύ­νου τρα­πε­ζι­κής κρί­σης -με ορί­ζο­ντα μά­λι­στα τον ερ­χό­με­νο Ιού­νιο- έχει σο­βα­ρή υλική βάση και πα­ρα­πέ­μπει σε τρία βα­σι­κά προ­βλή­μα­τα: Πρώτο, η οι­κο­νο­μι­κή στα­σι­μό­τη­τα υπο­νο­μεύ­ει τις προ­ο­πτι­κές κερ­δο­φο­ρί­ας των ευ­ρω­παϊ­κών τρα­πε­ζών, δεύ­τε­ρο, η «πο­σο­τι­κή χα­λά­ρω­ση» του Μάριο Ντρά­γκι δεν απέ­τυ­χε μόνο σαν για­τρι­κό στον απο­πλη­θω­ρι­σμό αλλά και σαν μέτρο για τη διο­λί­σθη­ση της ισο­τι­μί­ας του ευρώ, που καθώς ενι­σχύ­ε­ται απέ­να­ντι στο δο­λά­ριο και με αρ­νη­τι­κά επι­τό­κια, απο­τυγ­χά­νει στον πα­γκό­σμιο πό­λε­μο για την προ­σέλ­κυ­ση κε­φα­λαί­ων, τρίτο, τα ανοίγ­μα­τα των ευ­ρω­παϊ­κών τρα­πε­ζι­κών με­γα­θη­ρί­ων στις Ανα­δυό­με­νες αγο­ρές είναι με­γά­λα και με­τα­φρά­ζο­νται σε δυ­νη­τι­κά τρο­μα­κτι­κό ύψος ζη­μιών. Με πίεση στα κέρδη τους, με αύ­ξη­ση των «κόκ­κι­νων» δα­νεί­ων λόγω μεί­ω­σης των ει­σο­δη­μά­των, με μεί­ω­ση των δα­νειο­δο­τή­σε­ων λόγω οι­κο­νο­μι­κής στα­σι­μό­τη­τας αλλά και «ανοιγ­μά­των» και απο­δυ­να­μω­μέ­νες όσον αφορά τη δυ­να­τό­τη­τα να προ­σελ­κύ­σουν διε­θνή κε­φά­λαια, οι ευ­ρω­παϊ­κές τρά­πε­ζες φλερ­τά­ρουν με μια νέα κρίση.

Ο αρ­θρο­γρά­φος των Financial Times κ. Mark Whitehouse προ­σθέ­τει και δύο ακόμη πα­ρά­γο­ντες: α) ότι οι ευ­ρω­παϊ­κές αρχές σπρώ­χνουν τα προ­βλή­μα­τα «κάτω από το χαλί» επι­τρέ­πο­ντας στις ευ­ρω­παϊ­κές τρά­πε­ζες να έχουν επί­πε­δα κε­φα­λαια­κής επάρ­κειας 2 πο­σο­στιαί­ες μο­νά­δες χα­μη­λό­τε­ρα από τα αντί­στοι­χα των τρα­πε­ζών των ΗΠΑ και του ηνω­μέ­νου Βα­σι­λεί­ου και β) ότι ταυ­τό­χρο­να επι­τρέ­πουν να συ­νε­χί­ζε­ται και να κλι­μα­κώ­νε­ται το «πάρτι» με την από­δο­ση με­ρι­σμά­των και μπό­νους σε με­τό­χους και με­γα­λο­στε­λέ­χη, που αδυ­να­τί­ζει ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο την κε­φα­λαια­κή βάση, άρα και τη δυ­να­τό­τη­τα πα­ρο­χής δα­νεί­ων, άρα και την κερ­δο­φο­ρία. Τα ποσά που επι­στρά­φη­καν στους με­τό­χους και στα με­γα­λο­στε­λέ­χη αυ­ξή­θη­καν από λι­γό­τε­ρο από 50 δισ. ευρώ το 2007 σε 250 δισ. ευρώ στα τέλη του 2010 και σε 400 δισ. ευρώ στα τέλη του 2015!  

Όλα αυτά «σκάνε» με τη μορφή προ­βλη­μά­των ακόμη και σε τρα­πε­ζι­κά με­γα­θή­ρια όπως η Deutsche Bank (αύ­ξη­ση «ανοιγ­μά­των» σε συν­δυα­σμό με ση­μα­ντι­κή μεί­ω­ση κερ­δών), αλλά και με τη μορφή άμε­σης ανά­γκης τρα­πε­ζι­κών ανα­διαρ­θρώ­σε­ων, όπως πρό­σφα­τα στην Πορ­το­γα­λία και την Αυ­στρία, ενώ όλοι «κοι­τούν» με τρόμο προς τις ισπα­νι­κές και ιτα­λι­κές τρά­πε­ζες.  

Έχει ση­μα­σία να θυ­μό­μα­στε ότι η κρίση του 2008 εκ­δη­λώ­θη­κε αρ­χι­κά σαν κρίση υπερ­πί­στω­σης και χτύ­πη­σε πρώτα τον τρα­πε­ζι­κό τομέα…  

Η πο­λι­τι­κή και θε­σμι­κή πλευ­ρά της κρί­σης

Στο έδα­φος του οι­κο­νο­μι­κού στρα­τη­γι­κού αδιε­ξό­δου γο­νι­μο­ποιεί­ται η πο­λι­τι­κή και θε­σμι­κή κρίση, που είναι επί­σης εκτός ελέγ­χου. Αν ένα χρόνο ή λί­γους μήνες πριν μι­λού­σα­με για τα δη­μο­ψη­φί­σμα­τα ανε­ξαρ­τη­σί­ας σε Σκω­τία και Κα­τα­λο­νία, τώρα μι­λά­με για κάτι πολύ ση­μα­ντι­κό­τε­ρο: για το βρε­τα­νι­κό δη­μο­ψή­φι­σμα για πα­ρα­μο­νή ή όχι της Μ. Βρε­τα­νί­ας στην Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση. Αν το ΟΧΙ, που προη­γεί­ται στις δη­μο­σκο­πή­σεις, νι­κή­σει, θα είναι ένα σει­σμι­κό γε­γο­νός που επι­τα­χύ­νει δρα­μα­τι­κά την κρίση συ­νο­χής και τα δια­λυ­τι­κά φαι­νό­με­να στην Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση και την Ευ­ρω­ζώ­νη. Ανε­ξάρ­τη­τα από το απο­τέ­λε­σμά του μά­λι­στα, έχει ήδη προ­κα­λέ­σει μια μη αντι­στρέ­ψι­μη με­τα­βο­λή: την ενί­σχυ­ση των τά­σε­ων για μια Ευ­ρώ­πη πολ­λών «τα­χυ­τή­των».

Οι συ­ζη­τή­σεις αλλά και οι προ­τά­σεις και πρω­το­βου­λί­ες σε αυτή την κα­τεύ­θυν­ση αυ­ξά­νο­νται και πλη­θύ­νο­νται. Ιδού πώς συ­νο­ψί­ζει τα πράγ­μα­τα σε άρθρο του στους Financial Times στις 6 Απρι­λί­ου o John Plender:

«Η από­φα­ση του Ντέι­βιντ Κά­με­ρον να διε­ξά­γει δη­μο­ψή­φι­σμα για την πα­ρα­μο­νή του Ηνω­μέ­νου Βα­σι­λεί­ου στην Ε.Ε. απο­τέ­λε­σε, ηθε­λη­μέ­να ή αθέ­λη­τα, το έναυ­σμα για μια ευ­ρύ­τε­ρη πο­λι­τι­κή κί­νη­ση ανα­διορ­γά­νω­σης της Ε.Ε. (…) Η συ­ζή­τη­ση για μια Ευ­ρώ­πη πολ­λών τα­χυ­τή­των γί­νε­ται φυ­σι­κά εδώ και αρ­κε­τό καιρό. Αλλά ποτέ πριν δεν είχε υιο­θε­τη­θεί από τόσο πολ­λές από τις βα­σι­κές δυ­νά­μεις πίσω από το ευ­ρω­παϊ­κό εγ­χεί­ρη­μα».

Πράγ­μα­τι, ποτέ άλ­λο­τε στην ιστο­ρία τους η Ευ­ρω­ζώ­νης και η ΕΕ δεν βρέ­θη­καν τόσο έντο­να μπρο­στά στο δί­λημ­μα είτε της ανα­διορ­γά­νω­σης με βάση την κε­ντρι­κή ιδέα των πολ­λών «τα­χυ­τή­των» είτε μια δια­λυ­τι­κή πα­ρακ­μή.  

Καθώς το «μπα­ζού­κα» του Ντρά­γκι έχει αχρη­στευ­τεί, οι πο­λι­τι­κές πρω­το­βου­λί­ες δί­νουν και παίρ­νουν. Όμως -φευ!- οι επι­διώ­ξεις των επι­μέ­ρους αστι­κών τά­ξε­ων είναι τόσο δια­φο­ρε­τι­κές και μη συ­ντι­θέ­με­νες, ώστε το τοπίο γί­νε­ται πιο χα­ο­τι­κό. Για το βρε­τα­νι­κό δη­μο­ψή­φι­σμα, που στρι­μώ­χνει τον εμπνευ­στή του Κά­με­ρον πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο απ’ ό,τι η ανά­μι­ξή του στα panama papers, μι­λή­σα­με ήδη. Ο Ολάντ, για λο­γα­ρια­σμό του γαλ­λι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού, θέλει ο γαλ­λο-γερ­μα­νι­κός «άξο­νας» να γίνει ο αν­θε­κτι­κός καμ­βάς της πρώ­τες τα­χύ­τη­τας της Ευ­ρω­ζώ­νης, αλλά η πο­λι­τι­κή πυγ­μής (συν­δυα­σμός επι­τά­χυν­σης της λι­τό­τη­τας και κρά­τους έκτα­κτης ανά­γκης) βρί­σκει αντι­στά­σεις στο κί­νη­μα αντί­στα­σης αλλά και σε τμή­μα­τα της γαλ­λι­κής άρ­χου­σας τάξης, η δε γαλ­λι­κή οι­κο­νο­μία είναι τόσο βαλ­τω­μέ­νη, ώστε αδυ­να­τεί να στη­ρί­ξει τα με­γα­λε­πή­βο­λα σχέ­δια του γαλ­λι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού.     

Ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο στον «αέρα» είναι η φι­λο­δο­ξία του ιτα­λι­κού κα­πι­τα­λι­σμού να βρει μια θέση στην «πρώτη σειρά της πρώ­της τα­χύ­τη­τας». Τους τε­λευ­ταί­ους μήνες, η Ιτα­λία έχει ανα­λά­βει μια οιο­νεί κα­μπά­νια για τη συ­γκρό­τη­ση «πρώ­της τα­χύ­τη­τας» στην Ευ­ρω­ζώ­νη, που θα βα­θύ­νει όχι μόνο την οι­κο­νο­μι­κή αλλά και τη θε­σμι­κή - πο­λι­τι­κή, ακόμη και την αμυ­ντι­κή, ενο­ποί­η­ση. Ο Ρέν­τσι το λέει σε κάθε ευ­και­ρία, ενώ ο υπουρ­γός του των Εξω­τε­ρι­κών απέ­στει­λε επι­στο­λή προς τα άλλα πέντε ιδρυ­τι­κά μέλη της Ε.Ε. για να προ­τεί­νει ένα τέ­τοιο σχέ­διο. Ταυ­τό­χρο­να, κοινό άρθρο των υπουρ­γών Εξω­τε­ρι­κών της Μ. Βρε­τα­νί­ας και της Ιτα­λί­ας ήδη από τον πε­ρα­σμέ­νο Δε­κέμ­βριο, υπο­στη­ρί­ζει μια πιο χα­λα­ρή σχέση της Μ. Βρε­τα­νί­ας με την ΕΕ. Είναι φα­νε­ρό: ο κ. Ρέν­τσι θέλει Ευ­ρώ­πη (ΕΕ αλλά και Ευ­ρω­ζώ­νη) πολ­λών «τα­χυ­τή­των», ο ίδιος προ­τι­μά την πρώτη «τα­χύ­τη­τα» της Ευ­ρω­ζώ­νης αλλά στη­ρί­ζει το δι­καί­ω­μα της Μ. Βρε­τα­νί­ας για πιο «χα­λα­ρή» σχέση. Όμως -φευ- προς το παρόν η μόνη πρώτη «τα­χύ­τη­τα» στην οποία συμ­με­τέ­χει ο ιτα­λι­κός κα­πι­τα­λι­σμός είναι της οι­κο­νο­μι­κής στα­σι­μό­τη­τας, του απο­πλη­θω­ρι­σμού και πάνω απ’ όλα του κρα­τι­κού χρέ­ους…   

Όλα αυτά θέ­τουν το ύστα­το και θε­με­λιώ­δες ερώ­τη­μα: ποια είναι η στρα­τη­γι­κή του γερ­μα­νι­κού ιμπε­ρια­λι­στι­κού κέ­ντρου; Μπο­ρεί και θέλει να απο­τε­λέ­σει τη δύ­να­μη που θα εγ­γυ­η­θεί μια τέ­τοια πο­λι­τι­κή και θε­σμι­κή ανα­διάρ­θρω­ση της ιμπε­ρια­λι­στι­κής Ευ­ρώ­πης και θα την εγ­γυ­η­θεί σε ρόλο ηγε­μό­να; Πρό­σφα­τα η Γερ­μα­νί­δα κα­γκε­λά­ριος Άν­γκε­λα Μέρ­κελ έκανε μια δή­λω­ση γε­μά­τη πικρή αυ­το­γνω­σία: είπε ότι η Γερ­μα­νία πρέ­πει να αντα­πο­κρι­θεί κα­λύ­τε­ρα στο διε­θνή πο­λι­τι­κό της ρόλο. Το γε­γο­νός ότι ο γερ­μα­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός είναι σε συ­γκρι­τι­κά κα­λύ­τε­ρη θέση από τους άλ­λους, δεν ση­μαί­νει ότι δεν αντι­με­τω­πί­ζει κι ο ίδιος στρα­τη­γι­κού χα­ρα­κτή­ρα οι­κο­νο­μι­κά προ­βλή­μα­τα και δι­λήμ­μα­τα. Το με­γά­λο του έλ­λειμ­μα ωστό­σο εντο­πί­ζε­ται στο πο­λι­τι­κό, δι­πλω­μα­τι­κό και στρα­τιω­τι­κό του «κε­φά­λαιο». Καθώς λοι­πόν η πο­λι­τι­κή και θε­σμι­κή κρίση μαί­νε­ται και το «αί­τη­μα» για Ευ­ρώ­πη πολ­λών «τα­χυ­τή­των» κερ­δί­ζει διαρ­κώς οπα­δούς, καθώς οι «πλη­γές» μιας δια­λυ­τι­κής θε­σμι­κής και πο­λι­τι­κής κρί­σης πολ­λα­πλα­σιά­ζο­νται (το προ­σφυ­γι­κό ανέ­δει­ξε όλες τις πλη­γές), ο γερ­μα­νι­κός ιμπε­ρια­λι­σμός βρί­σκε­ται ενώ­πιον κρί­σι­μων απο­φά­σε­ων. Η αί­σθη­ση πά­ντως πως όσο ο άξο­νας των εξε­λί­ξε­ων με­τα­το­πί­ζε­ται από την οι­κο­νο­μία στην πο­λι­τι­κή ο γερ­μα­νι­κός ιμπε­ρια­λι­σμός δεν μπο­ρεί να παί­ξει έναν ενο­ποι­η­τι­κό ηγε­μο­νι­κό ρόλο, εντεί­νε­ται… 

Το ολ­λαν­δι­κό δη­μο­ψή­φι­σμα και ο φόβος του «μοι­ραί­ου»

Με τόσα συσ­σω­ρευ­μέ­να αδιέ­ξο­δα, δεν είναι λοι­πόν τυ­χαί­ος ο πα­θο­λο­γι­κός φόβος που κυ­ριεύ­ει τα αστι­κά μί­ντια και τους ανα­λυ­τές του συ­στή­μα­τος σε όλη την Ευ­ρώ­πη μπρο­στά σε δυ­σά­ρε­στα ξαφ­νιά­σμα­τα της συ­γκυ­ρί­ας, καθώς αυ­ξά­νο­νται και πλη­θύ­νο­νται οι «Κασ­σάν­δρες» που προ­βλέ­πουν με­γά­λα δεινά ύστε­ρα από κάθε πρό­βλη­μα ή «αστο­χία» που πα­ρου­σιά­ζε­ται. Αυτός ο φόβος μπο­ρεί ενί­ο­τε να εκ­δη­λώ­νε­ται με σχε­δόν πα­θο­λο­γι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, αλλά είναι εντε­λώς βά­σι­μος, από τη στιγ­μή που είναι πα­γκοί­νως γνω­στά τα αρ­νη­τι­κά θε­με­λιώ­δη δε­δο­μέ­να αλλά και εντε­λώς πρό­δη­λη η «τάση προς το χει­ρό­τε­ρο». 

Το πιο πρό­σφα­το πα­ρά­δειγ­μα είναι οι αντι­δρά­σεις και ανα­λύ­σεις που ακο­λού­θη­σαν τη συ­ντρι­πτι­κή νίκη του ΟΧΙ στο ολ­λαν­δι­κό δη­μο­ψή­φι­σμα. Πολ­λοί μί­λη­σαν για «ανα­τρο­πή των δε­δο­μέ­νων στην ΕΕ», για πρό­κρι­μα νίκης του ΟΧΙ στο βρε­τα­νι­κό δη­μο­ψή­φι­σμα, για στρα­τη­γι­κό πλήγ­μα στον ευ­ρω­παϊ­κό προ­σα­να­το­λι­σμό της Ου­κρα­νί­ας κ.λπ. Πράγ­μα­τι, αν εξαι­ρέ­σου­με ίσως τους δρα­μα­τι­κούς τό­νους, όλα αυτά έχουν βάση. Ο «άνε­μος του ΟΧΙ» στη Μ. Βρε­τα­νία δυ­να­μώ­νει σε ευ­θεία ανα­λο­γία με τέ­τοια «επει­σό­δια» όπου, σύμ­φω­να με μια στρα­τη­γι­κού ύφους δή­λω­ση της Μαρίν Λεπέν, κερ­δί­ζει νίκες η «Ευ­ρώ­πη των κυ­ρί­αρ­χων εθνών». Και το ολ­λαν­δι­κό δη­μο­ψή­φι­σμα ήταν όντως μια τέ­τοια πε­ρί­πτω­ση, με σο­βα­ρές «πα­ρά­πλευ­ρες απώ­λειες» στο ευαί­σθη­το πρό­τζεκτ του ευ­ρω­παϊ­κού προ­σα­να­το­λι­σμού της Ου­κρα­νί­ας. Και όλα αυτά, παρά το γε­γο­νός ότι το δη­μο­ψή­φι­σμα δεν έχει απο­φα­σι­στι­κό παρά μόνο συμ­βου­λευ­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα! 

Τώρα, ο φόβος που στοι­χειώ­νει τις ευ­ρω­παϊ­κές κα­γκε­λα­ρί­ες είναι να νι­κή­σει το ΟΧΙ στο βρε­τα­νι­κό δη­μο­ψή­φι­σμα ή να εκ­δη­λω­θεί και νέα κρίση των ευ­ρω­παϊ­κών τρα­πε­ζών ή, ακόμη χει­ρό­τε­ρα, και τα δύο μαζί. Οι φόβοι για δευ­τε­ρεύ­ου­σες «θρυαλ­λί­δες», όπως μια υπο­τρο­πή της ελ­λη­νι­κής κρί­σης ή πι­θα­νή αστο­χία των κυ­βερ­νη­τι­κών σχη­μά­των στην Ισπα­νία και την Πορ­το­γα­λία, επεν­δύ­ο­νται σε αυ­τούς τους δύο κε­ντρι­κούς καμ­βά­δες.       

Ιδε­ο­λο­γι­κή κρίση και στρα­τη­γι­κές απα­ντή­σεις: οι κυ­ρί­αρ­χες δυ­νά­μεις, η ακρο­δε­ξιά και η Αρι­στε­ρά

Η άνο­δος της ακρο­δε­ξιάς σε όλη την Ευ­ρώ­πη, οι όψεις στρα­τη­γι­κού αδιε­ξό­δου, η ορ­γιά­ζου­σα κι­νη­τι­κό­τη­τα στην κα­τεύ­θυν­ση της Ευ­ρώ­πης των πολ­λών «τα­χυ­τή­των» και οι σω­ρευό­με­νες νίκες στη στρα­τη­γι­κή κα­τεύ­θυν­ση της «Ευ­ρώ­πης των κυ­ρί­αρ­χων εθνών», απο­κα­λύ­πτουν και μια προϊ­ού­σα ιδε­ο­λο­γι­κή κρίση: την κρίση της «ευ­ρω­παϊ­κής ιδέας». Με τόσες δια­ψεύ­σεις και κα­ταρ­ρεύ­σεις, με το μα­στί­γιο της λι­τό­τη­τας να σφυ­ρί­ζει πάνω από τα κε­φά­λια των Ευ­ρω­παί­ων ερ­γα­ζο­μέ­νων, με τις τρά­πε­ζες και τα κέρδη να είναι τα μο­να­δι­κά προ­στα­τευό­με­να είδη στην ευ­ρω­παϊ­κή επι­κρά­τεια, με τη Σέν­γκεν νεκρή, με την κάθε εί­δους ανα­σφά­λεια να κυ­ριαρ­χεί, με τον κίν­δυ­νο του χει­ρό­τε­ρου να κα­ρα­δο­κεί διαρ­κώς, με έναν κα­πι­τα­λι­σμό που όχι μόνο δεν «αντέ­χει» τις ιστο­ρι­κές δη­μο­κρα­τι­κές και κοι­νω­νι­κές κα­τα­κτή­σεις που έδω­σαν πε­ριε­χό­με­νο στην πάλαι ποτέ προ­ο­δευ­τι­κή εκ­δο­χή του «ευ­ρω­παϊ­σμού» (από τη Γαλ­λι­κή Επα­νά­στα­ση μέχρι το με­τα­πο­λε­μι­κό κοι­νω­νι­κό κρά­τος) αλλά είναι μια γι­γά­ντια μη­χα­νή που τις κα­τα­στρέ­φει συ­στη­μα­τι­κά, δεν είναι τυ­χαίο που η «ευ­ρω­παϊ­κή ιδέα» είναι νεκρή και η αμ­φι­σβή­τη­ση της ευ­ρω­παϊ­κής ιμπε­ρια­λι­στι­κής ολο­κλή­ρω­σης διαρ­κώς διο­γκώ­νε­ται.     

Στο έδα­φος των στρα­τη­γι­κών αδιε­ξό­δων και αυτής της ιδε­ο­λο­γι­κής κρί­σης, ανε­βαί­νουν ξανά στην ιστο­ρι­κή σκηνή οι δυ­νά­μεις που εκ­προ­σω­πούν τις στρα­τη­γι­κές, δη­λα­δή τις ολο­κλη­ρω­μέ­νες-«ορι­στι­κές», απα­ντή­σεις:

Πρώτο, οι κυ­ρί­αρ­χες συ­στη­μι­κές δυ­νά­μεις, που στην ενό­τη­τα και τον αντα­γω­νι­σμό τους υπο­στη­ρί­ζουν μια στρα­τη­γι­κή γραμ­μή με βα­σι­κά συ­στα­τι­κά την υπερ­λι­τό­τη­τα (με δευ­τε­ρεύ­ου­σας ση­μα­σί­ας απο­χρώ­σεις), «δη­μο­κρα­τι­κές» εκ­δο­χές ύπαρ­ξης και νο­μι­μο­ποί­η­σης του κρά­τους «έκτα­κτης ανά­γκης» και μια ανα­διορ­γά­νω­ση της ευ­ρω­παϊ­κής ιμπε­ρια­λι­στι­κής ολο­κλή­ρω­σης με κά­ποια εκ­δο­χή της γε­νι­κής φόρ­μου­λας της Ευ­ρώ­πης των πολ­λών «τα­χυ­τή­των». Είναι η γραμ­μή όπου συ­γκλί­νουν οι κυ­ρί­αρ­χες με­ρί­δες του χρη­μα­τι­στι­κού κε­φα­λαί­ου, τα δε ρήγ­μα­τα και αρ­ρυθ­μί­ες οφεί­λο­νται στη διά­σπα­ση της «κοι­νής θέ­λη­σης» εξαι­τί­ας των δια­φο­ρε­τι­κών ανα­γκών και συμ­φε­ρό­ντων των επι­μέ­ρους κυ­ρί­αρ­χων αστι­κών τά­ξε­ων. Στο στρα­τό­πε­δο αυτό κυ­ριαρ­χεί η ενό­τη­τα κι όχι ο αντα­γω­νι­σμός, αλλά στις δυ­να­μι­κές που ανα­πτύσ­σο­νται μαζί με τα στρα­τη­γι­κά αδιέ­ξο­δα, οι πι­θα­νό­τη­τες να αδυ­να­τί­σει τόσο η ενό­τη­τα, ώστε κά­ποια στιγ­μή να πάρει το προ­βά­δι­σμα ο αντα­γω­νι­σμός μόνο αμε­λη­τέ­ες δεν είναι.

Δεύ­τε­ρο, οι δυ­νά­μεις της «λαϊ­κής», εθνι­κι­στι­κής και φα­σί­ζου­σας ακρο­δε­ξιάς με στρα­τη­γι­κή γραμ­μή την «Ευ­ρώ­πη των κυ­ρί­αρ­χων εθνών». Με ανά­κτη­ση της «εθνι­κής κυ­ριαρ­χί­ας», ώστε το ανα­γκαίο μίγμα λι­τό­τη­τας και κρα­τι­κού αυ­ταρ­χι­σμού να μην κα­νο­ναρ­χεί­ται από τις Βρυ­ξέλ­λες, αλλά να επι­λέ­γε­ται με βάση το «με­γα­λείο» των επι­μέ­ρους εθνών, δη­λα­δή με βάση τις ανά­γκες των επι­μέ­ρους αστι­κών τά­ξε­ων. Πιο επι­θε­τι­κές μορ­φές ρα­τσι­σμού και του κρά­τους «έκτα­κτης ανά­γκης» είναι βα­σι­κά συ­στα­τι­κά αυτής της στρα­τη­γι­κής, που πα­ρα­μέ­νει μια εναλ­λα­κτι­κή για το χρη­μα­τι­στι­κό κε­φά­λαιο αλλά όχι η βα­σι­κή επι­λο­γή.

Τρίτο, οι δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς, οι οποί­ες δι­χά­ζο­νται ανά­με­σα σε δύο στρα­τη­γι­κές: τη στρα­τη­γι­κή της με­ταρ­ρύθ­μι­σης της «υπαρ­κτής» Ευ­ρω­ζώ­νης και ΕΕ, από τη μια, και τη στρα­τη­γι­κή της ρήξης όχι μόνο με τη λι­τό­τη­τα, τον κρα­τι­κό αυ­ταρ­χι­σμό και το ρα­τσι­σμό της Ευ­ρώ­πης-«φρού­ριο», αλλά και με την ίδια την Ευ­ρω­ζώ­νη και την ΕΕ. Καθώς η στρα­τη­γι­κή της με­ταρ­ρύθ­μι­σης έχει απο­τύ­χει σε όλες τις δο­κι­μα­σί­ες, χρεια­ζό­μα­στε μια πιο στι­βα­ρή επε­ξερ­γα­σία της στρα­τη­γι­κής της ρήξης, που κατά τη γνώμη μας πρέ­πει να εμπνέ­ε­ται ταυ­τό­χρο­να από δύο στρα­τη­γι­κές ιδέες: α) τη στρα­τη­γι­κή ιδέα του «αδύ­να­μου κρί­κου»: ότι εκεί που ωρι­μά­ζουν οι συν­θή­κες για μια ρήξη με τη λι­τό­τη­τα, το κρά­τος «έκτα­κτης ανά­γκης» και το ρα­τσι­σμό, η ρήξη αυτή θα πρέ­πει να ολο­κλη­ρώ­νε­ται ανα­πό­φευ­κτα με έξοδο από την Ευ­ρώ­πη αλλά και με ρήξη και απεί­θεια προς την ΕΕ με πι­θα­νό­τα­τη αν όχι βέ­βαιη κα­τά­λη­ξη την έξοδο και από την ΕΕ, β) τη στρα­τη­γι­κή ιδέα της ανα­τρο­πής-διά­λυ­σης της ευ­ρω­παϊ­κής ιμπε­ρια­λι­στι­κής ολο­κλή­ρω­σης όχι για να οι­κο­δο­μή­σου­με την «Ευ­ρώ­πη των κυ­ρί­αρ­χων εθνών ή κρα­τών» (δεν υπάρ­χει «αρι­στε­ρή» εκ­δο­χή της στρα­τη­γι­κής της ακρο­δε­ξιάς), αλλά για να οι­κο­δο­μή­σου­με την ευ­ρω­παϊ­κή σο­σια­λι­στι­κή ομο­σπον­δία, ένα πα­νευ­ρω­παϊ­κό σο­σια­λι­στι­κό σχέ­διο σαν απά­ντη­ση στην κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση, την ιμπε­ρια­λι­στι­κή ευ­ρω­παϊ­κή ολο­κλή­ρω­ση και την κρίση της. Οι δύο αυτές στρα­τη­γι­κές ιδέες όχι μόνο δεν είναι αντι­φα­τι­κές ή αντα­γω­νι­στι­κές, αλλά μπο­ρούν και πρέ­πει να συγ­χω­νευ­τούν σε μια ενιαία σο­σια­λι­στι­κή στρα­τη­γι­κή, που θα εν­σω­μα­τώ­νει τόσο την ανι­σό­με­τρη ανά­πτυ­ξη των αντι­στά­σε­ων και της δυ­να­μι­κής της ρήξης στις επι­μέ­ρους ευ­ρω­παϊ­κές χώρες όσο και την ανά­γκη κοι­νού, διε­θνι­στι­κού σχε­δί­ου, στό­χων πάλης και στρα­τη­γι­κού προ­σα­να­το­λι­σμού. Ώστε η ωρί­μαν­ση των προ­ϋ­πο­θέ­σε­ων να σπά­σουν αδύ­να­μοι κρί­κοι της ευ­ρω­παϊ­κής ιμπε­ρια­λι­στι­κής αλυ­σί­δας να «επεν­δύ­ε­ται» σε μια κοινή - πα­νευ­ρω­παϊ­κή σο­σια­λι­στι­κή στρα­τη­γι­κή και αντί­στρο­φα, η κοινή - πα­νευ­ρω­παϊ­κή σο­σια­λι­στι­κή στρα­τη­γι­κή να επι­τα­χύ­νει και να δη­μιουρ­γεί ευ­νοϊ­κό πε­ρι­βάλ­λον για την ωρί­μαν­ση των «αδύ­να­μων κρί­κων».            

Η συγ­χώ­νευ­ση σε μια ενιαία στρα­τη­γι­κή των δύο αυτών στρα­τη­γι­κών ιδεών δεν είναι συμ­ψη­φι­σμός ούτε προ­σπά­θεια να μέ­νουν ανοι­χτές οι γέ­φυ­ρες με τη στρα­τη­γι­κή της με­ταρ­ρύθ­μι­σης της «υπαρ­κτής» ΕΕ και Ευ­ρω­ζώ­νης, αλλά ο ανα­γκαί­ος «συγ­χρο­νι­σμός» και ολο­κλή­ρω­ση της στρα­τη­γι­κής της ρήξης. 

Η τύχη της Ελ­λά­δας σε μια Ευ­ρώ­πη «πολ­λών τα­χυ­τή­των»

Υπ’ αυ­τούς τους όρους και σε ένα κλίμα που καλ­λιερ­γεί την αί­σθη­ση της προ­σω­ρι­νό­τη­τας και ταυ­τό­χρο­να, ακόμη και αυ­θόρ­μη­τα ή υπο­συ­νεί­δη­τα, την ιδέα ότι «όλα είναι πι­θα­νά», αξί­ζει να ανα­ρω­τη­θού­με για τη θέση και την τύχη του ελ­λη­νι­κού κα­πι­τα­λι­σμού στο εν­δε­χό­με­νο να ξε­δι­πλω­θούν εξε­λί­ξεις με βάση τη φόρ­μου­λα της Ευ­ρώ­πης των πολ­λών «τα­χυ­τή­των»… Ότι η Ελ­λά­δα θα είναι στην τε­λευ­ταία «τα­χύ­τη­τα» της Ευ­ρω­ζώ­νης, θα πρέ­πει να θε­ω­ρεί­ται πε­ρισ­σό­τε­ρο από βέ­βαιο. Δεν είναι όμως κα­θό­λου αμε­λη­τέα η πι­θα­νό­τη­τα να μην πε­ρι­λαμ­βά­νε­ται καν στην «τε­λευ­ταία τα­χύ­τη­τα», αλλά να απο­βλη­θεί με πρω­το­βου­λία των κυ­ρί­αρ­χων ιμπε­ρια­λι­στι­κών χωρών.

Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση, όταν σύ­μπα­σα η ιμπε­ρια­λι­στι­κή Ευ­ρώ­πη αντι­με­τω­πί­ζει στρα­τη­γι­κό αδιέ­ξο­δο, το να πε­ρι­μέ­νου­με ότι ο ελ­λη­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός θα στα­θε­ρο­ποι­η­θεί, είναι έν­δει­ξη υπερ­βο­λι­κής αι­σιο­δο­ξί­ας για λο­γα­ρια­σμό του. Αντί­θε­τα, το εν­δε­χό­με­νο να επα­νέλ­θει οξεία η ηγε­μο­νι­κή κρίση της άρ­χου­σας τάξης, είναι μια δυ­να­τό­τη­τα εγ­γε­γραμ­μέ­νη στη δυ­να­μι­κή των εξε­λί­ξε­ων. Αυτό έχει με­γά­λη ση­μα­σία, και πρέ­πει να απο­τε­λέ­σει το έδα­φος για μια ανα­γκαία «άσκη­ση προ­σα­να­το­λι­σμού» και «πο­λι­τι­κής ευ­θυ­γράμ­μι­σης» για την ελ­λη­νι­κή Ρι­ζο­σπα­στι­κή και Αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή Αρι­στε­ρά.

Ετικέτες