Μετά από δύο χρόνια προετοιμασίας, η διακυβέρνηση Τραμπ παρουσίασε δημόσια τη λεγόμενη «Λύση του Αιώνα» στο παλαιστινιακό, στα πλαίσια της επίσκεψης του Νετανιάχου στις ΗΠΑ.
Ένας Αμερικανός ηγέτης, που αντιμετωπίζει δικαστικού τύπου έρευνα στο Κογκρέσο, παρουσίασε σε έναν Ισραηλινό ηγέτη, που διώκεται για υποθέσεις διαφθοράς, το σχέδιο που επεξεργάστηκε ο γαμπρός του πρώτου και συνεργάτης εταιρειών που κάνουν δουλειές στους παράνομους ισραηλινούς εποικισμούς, για τη λύση μιας από τις μεγαλύτερες αδικίες των τελευταίων δεκαετιών.
Το περιεχόμενο ήταν ακριβώς τόσο σάπιο, όσο περιμέναμε όλοι όσοι παρακολουθούσαμε την πολιτική Τραμπ στο παλαιστινιακό. Η επιμονή του Τραμπ να παρουσιάζει το σχέδιό του ως «win-win» και τους Παλαιστίνιους σχεδόν ως ηλίθιους που δεν το καταλαβαίνουν, προσθέτει απλά προσβολή στην οργή που προκαλεί η λεγόμενη «Λύση του Αιώνα», που ο (επιεικώς…) μετριοπαθής Μαχμούντ Αμπάς χαρακτήρισε «Χαστούκι του Αιώνα».
Στο σχετικό ντοκουμέντο, ακόμα και η ρητορική που συνοδεύει τα συγκεκριμένα βήματα, ορίζοντας το «πλαίσιο» κι επιχειρηματολογώντας υπέρ του σχεδίου, είναι η πιο προκλητικά μονομερής υιοθέτηση των πλέον εξωφρενικών πτυχών της σιωνιστικής αφήγησης για τη «σύγκρουση». Διαβάζοντάς το κανείς, πιστεύει ότι το πτωχό, τίμιο, φιλειρηνικό Ισραήλ κάνει διαρκείς παραχωρήσεις όλα αυτά τα χρόνια(!) παρά τις «νόμιμες διεκδικήσεις» του σε όλη (!) την ιστορική Παλαιστίνη και τις «θεμιτές» ανησυχίες για την ασφάλειά του(!), ενώ οι Παλαιστίνιοι «πετάνε διαδοχικές ευκαιρίες που τους προσφέρθηκαν»…
Η πλήρης αναθεώρηση της ιστορικής αλήθειας είναι φυσικά αναγκαστική, για να μπορέσουν οι εμπνευστές αυτού του τερατουργήματος να το υποστηρίξουν. Πρόκειται για ρητή αναγνώριση όλων των (εγκληματικών και παράνομων) τετελεσμένων που έχει διαμορφώσει το σιωνιστικό εποικιστικό σχέδιο στην ιστορική Παλαιστίνη όλες αυτές τις δεκαετίες. Το σχέδιο του Τραμπ επικυρώνει τη σημερινή κατάσταση κατοχής-απαρτχάιντ, μετονομάζει τα «παλαιστινιακά εδάφη» σε «παλαιστινιακό κράτος» και απαιτεί από τους Παλαιστίνιους να αποδεχτούν τη συντριβή της υπόθεσής τους.
Σχεδόν το σύνολο των εδαφών της Δυτικής Όχθης, που έχει εποικίσει το Ισραήλ, αναγνωρίζονται ως δικά του εδάφη, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και η Κοιλάδα του Ιορδάνη. Η περίφημη «αύξηση των παλαιστινιακών εδαφών» αφορά κυρίως ένα σύμπλεγμα (παλαιστινιακών) κοινοτήτων, που είχε απομείνει στα βόρεια σύνορα του υπαρκτού Κράτους του Ισραήλ, και κάποιες ερημικές εκτάσεις κοντά στη Χερσόνησο του Σινά. Η κατεχόμενη Ιερουσαλήμ προορίζεται να γίνει «ενιαία κι αδιαίρετη» πρωτεύουσα του Ισραήλ. Στους Παλαιστίνιους παραχωρούνται κάτι χωριά έξω από την ιστορική πόλη, που ήδη είναι αποκλεισμένα από το ρατσιστικό τείχος της ντροπής, και τους προτείνεται να μετονομαστούν σε «Αλ Κουντς» και αυτό να θεωρηθεί «χρήση της Ιερουσαλήμ και ως παλαιστινιακή πρωτεύουσα»!
Το νέο «κράτος» θα είναι πλήρως αποστρατιωτικοποιημένο με το Ισραήλ να διατηρεί την πλήρη στρατιωτική κυριαρχία σε όλη την ιστορική Παλαιστίνη. Προϋπόθεση για την ειρήνη τίθεται η αποστρατιωτικοποίηση της Γάζας και ο αφοπλισμός της Χαμάς και των οργανώσεων της αντίστασης. Η όποια επικοινωνία του παλαιστινιακού «κράτους» με τον έξω κόσμο δεν προβλέπεται γεωγραφικά και επίσης είναι υπό τον έλεγχο του Ισραήλ («πρόσβαση» σε κάποια λιμάνια και κάποιους δρόμους, που θα ελέγχονται από τις ισραηλινές αρχές, οι οποίες διατηρούν και το μονοπώλιο του ελέγχου της θάλασσας).
Ακυρώνονται οριστικά τα δικαιώματα των Παλαιστίνιων προσφύγων στην επιστροφή, αλλά ακόμα και στη διεκδίκηση αποζημίωσης. Πλέον αντιμετωπίζονται ως «πρόβλημα» των αραβικών κρατών που τους φιλοξενούν ή του νέου παλαιστινιακού «κράτους», ενώ το Ισραήλ απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη απέναντί τους για τη ζημιά που τους προκάλεσε. Μιλώντας για ιστορικές ευθύνες, το κείμενο Τραμπ καλεί τους Παλαιστίνιους να εγκαταλείψουν οριστικά κάθε πρόθεση παραπομπής του Ισραήλ στη Χάγη (βαφτίζεται… «δικαστικός πόλεμος») για τα εγκλήματα που έχει διαπράξει όλες αυτές τις δεκαετίες .
Τι προσφέρεται στους Παλαιστίνιους; Ο τίτλος «κράτος», κάποια τούνελ και γέφυρες(!) για να «ενοποιηθούν» τα κατακερματισμένα εδάφη τους, και 50 δισ. δολάρια σε «επενδύσεις» από «σουνιτικά κράτη»… Τι ζητά από το Ισραήλ; Ένα τετράχρονο «πάγωμα» των εποικισμών και την… ανοχή του στο γεγονός ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν οι Παλαιστίνιοι, στοιβαγμένοι σε κάποιες γωνιές γης…
Οι ΗΠΑ δίδαξαν πρώτες τις μεθοδολογίες της εποικιστικής αποικιοκρατίας, από την ίδρυσή τους. Δεν είναι τυχαίο ότι το έθνος που εξολόθρευσε τους ιθαγενείς Ινδιάνους δίνει συμβουλές στο Κράτος του Ισραήλ. Η πιο εύστοχη δηλητηριώδης ατάκα στο δημόσιο σχολιασμό του «χάρτη» που ανάρτησε στο τουίτερ ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν «θα έχει και παλαιστινιακά καζίνο;» –μια αναφορά στους «καταυλισμούς» στους οποίους υποχρεώθηκαν να μείνουν οι εναπομείναντες Ινδιάνοι στις ΗΠΑ, διάσημοι για τα καζίνα τα οποία προτάθηκαν από τις αμερικανικές κυβερνήσεις ως «αντίτιμο» (κάτι σαν τις «επενδύσεις» που προτείνονται στους Παλαιστίνιους). Ο «χάρτης» του Τραμπ και το πλαίσιο του σχεδίου θυμίζει κι ένα άλλο ιστορικό προηγούμενο: Τα Μπαντουστάν στη Νότια Αφρική του ρατσιστικού Απαρτχάιντ, οι νησίδες που παραχωρήθηκαν στους μαύρους ως δικά τους υποτιθέμενα «κυρίαρχα κράτη», για να νομιμοποιηθεί η πλήρης αποστέρηση του δικαιώματός τους στην αυτοδιάθεση.
Η B’Tselem, ισραηλινή οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δήλωσε ότι αυτό που προσφέρεται στους Παλαιστίνιους «δεν είναι ούτε δικαιώματα, ούτε κράτος, αλλά μια μόνιμη κατάσταση απαρτχάιντ».
Είναι προφανές ότι η πρόταση απορρίπτεται. Είναι απαίτηση πλήρους παράδοσης, καταπατά κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, όπως και κάθε «κόκκινη γραμμή» των Παλαιστινίων, ακόμα και τις πιο χλωμές της εποχής των συμφωνιών του Όσλο… Όσο «εκτός πραγματικότητας» κι αν δείχνει φαινομενικά ο Τραμπ, όταν εκστομίζει διάφορα απίθανα περί «καλής λύσης για όλους», είναι προφανές ότι τα έμπειρα στελέχη του Λευκού Οίκου ήξεραν καλά ότι καταθέτουν μια πρόταση που είναι αδύνατο να γίνει δεκτή από τους Παλαιστίνιους. Άρα γιατί η δημοσιοποίηση αυτού του εκτρώματος;
Είναι σίγουρο (όσον αφορά τη χρονική συγκυρία) ότι είναι προεκλογικό δώρο στον Νετανιάχου, που έχει χτίσει την προεκλογική του εκστρατεία στην υπόσχεση μιας επιθετικής «λύσης» (προσαρτήσεις εποικισμών, πρωτεύουσα Ιερουσαλήμ κ.ο.κ.). Αλλά και ο τάχα «κεντρώος» (πρώην στρατηγός) Γκανζ ήταν καλεσμένος στην Ουάσινγκτον και δεν υστερεί σε προεκλογικές αντιπαλαιστινιακές κραυγές. Είναι επίσης δεδομένο ότι αφορά γενικότερη «δήλωση προθέσεων» εκ μέρους της διακυβέρνησης Τραμπ με πολλαπλούς αποδέκτες: η εποχή των (υποκριτικών) συναινέσεων γύρω από το «Διεθνές Δίκαιο», τον ΟΗΕ κλπ τελειώνει και το παλαιστινιακό αποτελεί τον απόλυτο συμβολισμό. Είναι μια ανοιχτή πληγή που κρατάει δεκαετίες και που η «διεθνής κοινότητα» υποκρίνεται ότι επιχειρεί να το λύσει «με διάλογο». Εκεί μπορεί να παρουσιαστεί η ωμότητα του δόγματος Τραμπ, που καλεί σε εγκατάλειψη των «φύλλων συκής» και αντικατάσταση των περιορισμών της εποχής των «πολυμερών συναινέσεων» με την ωμή δύναμη και τις διμερείς διαπραγματεύσεις με «ειλικρινή» παρουσίαση του γυμνού συμφέροντος. Στην ίδια την εισαγωγή του κειμένου, η περιφρόνηση απέναντι στις αποφάσεις του ΟΗΕ («επιδέχονται πολλές αναγνώσεις και δεν έλυσαν το ζήτημα») είναι ενδεικτική.
Αλλά το πιο σοβαρό αφορά τις προθέσεις της Ουάσινγκτον για την ίδια την Παλαιστίνη. Εκεί που ο στόχος παραμένει να γίνει αποδεκτή η απαίτηση παράδοσης. Και συνοδεύεται από μια απειλή: «Αν δεν γίνει σήμερα δεκτό [το πάγωμα ακόμα περισσότερων εποικισμών], τότε η ελπίδα τους να αποκτήσουν το οποιοδήποτε κράτος τελειώνει». Είναι ένα δείγμα του πιο γενικόλογου «είναι η τελευταίας σας ευκαιρία, ή αλλιώς…». Με δεδομένο ότι η λύση απορρίπτεται, οφείλει να σημάνει συναγερμός για το «ή αλλιώς…» και η έμμεση αναφορά σε νέα ακόμα μεγαλύτερη αρπαγή γης (που συνεπάγεται νέο βίαιο ξεριζωμό Παλαιστινίων) λειτουργεί ως προειδοποίηση.
Η Χαμάς έχει ήδη απορρίψει προφανώς το σχέδιο και μένει να φανεί πώς θα επιλέξει να αντιδράσει. Όσον αφορά τη Φατάχ (και συνεπώς την PLO), προς το παρόν αναζητά διεθνή στήριξη, ενώ απειλεί με την αυτοδιάλυση της Παλαιστινιακής Αρχής. Η αλήθεια είναι ότι η ύπαρξη της Π.Α. παύει να έχει νόημα, μαζί με τη φενάκη ότι αποτέλεσε ποτέ ένα κάποιο «πρόπλασμα» παλαιστινιακού «κράτους». Ακόμα και η πλέον συμβιβαστική ηγεσία (του Αμπάς) υποχρεώνεται να μπει σε αυτή τη συζήτηση (με ό,τι συνέπειες έχει και ως προς τον τερματισμό της κατάπτυστης «συνεργασίας στην ασφάλεια» με τον Ισραηλινό στρατό, αλλά και ως προς την πίεση στο Ισραήλ «να αναλάβει τις ευθύνες του» ως δύναμη κατοχής που εξουσιάζει τον πληθυσμό).
Όσον αφορά το διεθνές πεδίο, είναι ακόμα νωρίς. Μεγάλες δυνάμεις που υποκρίνονται ότι είναι με μια κάποια δίκαιη λύση (όπως η ΕΕ), ή φιλοδοξούν να εμφανιστούν ως νέοι «μεσάζοντες που συνομιλούν και με τις δυο πλευρές» (όπως η Ρωσία) καλούνται να τοποθετηθούν. Προς το παρόν κρατούν χαμηλούς τόνους (ο Νετανιάχου ήδη επισκέφτηκε τον Πούτιν) και η συζήτηση που επιδιώκει ο Αμπάς στον ΟΗΕ θα είναι ένα πρώτο μέτρημα για όλους. Τα ίδια –και με ιδιαίτερο βάρος– αφορούν τα αραβικά κράτη. Δυνάμεις όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είχαν εκπέμψει πιο αμφίσημα μηνύματα («να εξεταστεί η πρόταση»), που δείχνουν την πρόθεσή τους «να κλείσει» το παλαιστινιακό για να μπορέσουν ανοιχτά να συμμαχήσουν επίσημα με το Ισραήλ απέναντι «στην ιρανική απειλή». Αλλά ο Αραβικός Σύνδεσμος υποχρεώθηκε τελικά να απορρίψει ομόφωνα το σχέδιο Τραμπ. Είναι σαφές ότι οι περισσότερες κυβερνήσεις δύσκολα θα δηλώσουν πρόθυμα συμφωνία σε αυτό το εξόφθαλμα μονομερές σχέδιο. Αλλά είναι επίσης σαφείς οι προθέσεις τους –κανείς δεν πρόκειται να πάει εύκολα σε σύγκρουση με τις ΗΠΑ για χάρη του παλαιστινιακού λαού.
Απέναντι στην απειλή του «ή αλλιώς…», απέναντι σε όποιες σκέψεις αποδοχής μιας σάπιας λύσης, το βάρος πέφτει και πάλι στο διεθνές κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. Η στάση του Αραβικού Συνδέσμου, με δεδομένους του μύχιους πόθους αντιδραστικών δυνάμεων όπως οι Σαούντ ή η δικτατορία Σίσι, δείχνει ότι υπάρχει ακόμα ο φόβος του «αραβικού πεζοδρομίου». Αυτούς τους φόβους πρέπει να ξυπνήσουμε και στις πρωτεύουσες του «δυτικού κόσμου». Η κλιμάκωση της καμπάνιας για διεθνή απομόνωση του Ισραήλ πρέπει να στείλει ισχυρό μήνυμα ότι «δεν συναινούμε!», ότι δεν θα αποδεχθούμε ως «τετελεσμένο» και «νέο φυσιολογικό» την ολοκλήρωση ενός σχεδίου εποικιστικής αποικιοκρατίας και απαρτχάιντ στην εποχή μας. Άλλωστε ό,τι κι αν σχεδιάζουν σε Ουάσινγκτον και Τελ Αβίβ, ό,τι κι αν εύχονται κρυφά στο Ριάντ και το Κάιρο ή τη Μόσχα και το Παρίσι, το παλαιστινιακό δεν μπορεί να κλείσει.
Όπως έγραψε ο Ομάρ Καρί, στο Electronic Intifada, για τις απειλές Αμερικανού αξιωματούχου ότι «αλλιώς θα χάσουν την τελευταία ευκαιρία για κράτος»:
«Ε και; Τι κι αν χαθεί αυτή η ευκαιρία; Το Ισραήλ θα παραμείνει υποχρεωμένο να ζει με 6 εκατομμύρια Παλαιστίνιους. Αυτό είναι το γεγονός που διαφεύγει από όλους όσους πιστεύουν ότι το μόνο που μετράει είναι η δύναμη: Τίποτα δεν πρόκειται να τελειώσει, αν δεν πουν οι Παλαιστίνιοι ότι τελείωσε. Ούτε ένα λεπτό πριν από αυτό». Ο Παλαιστίνιος αρθρογράφος αποδίδει το νόημα ενός συνθήματος γραμμένο στο Τείχος του Απαρτχάιντ στην κατεχόμενη Παλαιστίνη που όταν λέει «το να υπάρχεις σημαίνει ότι αντιστέκεσαι» δεν κάνει (μόνο) κάποια ηρωική επίκληση, αλλά κυριολεκτεί.
Ένα άλλο, διεθνές, διαχρονικό σύνθημα θα συνεχίσει να στοιχειώνει τους σχεδιαστές της «Λύσης του Αιώνα» και τους επίδοξους συνενόχους τους: Ό,τι κι αν κάνουν, δεν θα υπάρξει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη!
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά