Στις 18 Σεπτέμβρη 2014 διεξάγεται το δημοψήφισμα για το αν η Σκωτία θα γίνει «ανεξάρτητο κράτος». Δικαίωμα συμμετοχής έχουν 4 εκατομμύρια ψηφοφόροι άνω των 16 ετών.

Το κυβερνών στη Σκοτία κεντροαριστερό κόμμα SNP και ο πρωθυπουργός Άλεξ Σάλμοντ είχαν δεσμευτεί από τον εκλογικό τους θρίαμβο του 2011 ότι στα τέλη της θητείας τους θα δρομολογήσουν το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας, κάτι που άλλωστε συνιστά βασικό προγραμματικό στόχο του SNP από την ίδρυσή του.

Τον περασμένο Γενάρη, φαινόταν πολύ μικρή η πιθανότητα να πλειοψηφήσει το «ναι» στην ανεξαρτησία από το Ηνωμένο Βασίλειο, με τα γκάλοπ να δίνουν στο «όχι»  προβάδισμα μέχρι και 25 μονάδες. Τους μήνες που μεσολάβησαν ωστόσο, καθώς το κύριο τμήμα των πολιτικών και επιχειρηματικών ελίτ στην Αγγλία κλιμάκωναν την προσπάθεια υπέρ του «όχι», το λαϊκό αίσθημα κινήθηκε στην αντίθετη κατεύθυνση. Μήνα με το μήνα το «ναι» ροκάνιζε τη διαφορά, το καλοκαίρι η διαφορά από το «όχι» έπεσε σε 2-3 μονάδες (με μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων) και σήμερα, λίγο πριν στηθούν οι κάλπες, εμφανίστηκε η πρώτη δημοσκόπηση όπου το «ναι» προηγείται (με ό,τι συνέπειες μπορεί να έχει «ψυχολογικά» αυτό στους αναποφάσιστους).

Εάν η πλειοψηφήσει τελικά το «ναι» στις κάλπες, η Σκοτία θα ανακηρυχθεί ανεξάρτητο κράτος την 24η Μαρτίου 2016 και η «ένωση» στα πλαίσια του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ) που ισχύει από το μακρινό 1707 θα λάβει τέλος. Τι ακριβώς συμβαίνει;

Το οικονομικό υπόβαθρο

Η Σκοτία αποτελεί το 10% περίπου του πληθυσμού και του ΑΕΠ του Η.Β. Tα τελευταία χρόνια τα -ήδη υψηλά- επίπεδα κοινωνικής ανισότητας φτάνουν για πρώτη φορά εκείνα του ’30. Ένα εκατομμύριο Σκωτσέζοι και 1 στα 5 παιδιά ζούνε σε συνθήκες φτώχειας. Η ανεργία και η ελαστική εργασία καλπάζουν. Από το 2009, οι μισθοί έχουν πέσει κατά 8%. Η απασχόληση στο βιομηχανικό τομέα στη Γλασκώβη έχει καταρρεύσει, όπως και οι καλοπληρωμένες δουλειές που υπήρχαν λόγω των παραδοσιακά ισχυρών συνδικάτων.

Αυτό σήμανε την εκτίναξη της φτώχειας, των ασθενειών, του αλκοολισμού, της βίας και των αυτοκτονιών. Από την άλλη, μεταξύ 2011 και 2013 οι 100 πιο πλούσιοι αύξησαν τον πλούτο τους κατά 3 δισ. λίρες. Οι απάτες των πλουσίων και των πολιτικών ελίτ προκαλούν το λαϊκό αίσθημα. Π.χ. στο νέο Βασιλικό Νοσοκομείο του Εδιμβούργου, κοστολογημένο  στα 148 εκ. Λίρες, οι επενδυτές με τη μορφή Σύμπραξης Δημοσίου-Ιδιωτικού Τομέα παίρνουν 1,26 δισ. λίρες από τους φορολογούμενους. 

Η διαδρομή του SNP και του αιτήματος για ανεξαρτησία

Το σύγχρονο κίνημα της ανεξαρτησίας αρχίζει να διαμορφώνεται τη δεκαετία του 1920 υπό την επίδραση της εξέγερσης στην Ιρλανδία. Με επιρροές από το ιρλανδικό Σιν Φέιν, συγκροτείται το Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP) το 1934, ένα αριστερό-πατριωτικό  κόμμα υπέρ της ανεξαρτησίας. Τα πρώτα χρόνια είναι ένα μικρό κόμμα, με κοινοβουλευτικά ποσοστά 0,3-2%. Το 1942-45 πρωτοστατεί στην υποστήριξη των Σκοτσέζων που αρνούνται την επιστράτευση  και δυσφημείται  ότι υποσκάπτει τη βρετανική πολεμική προσπάθεια ενάντια στις δυνάμεις του Άξονα. Από τη δεκαετία του 1960 αρχίζει να εμπεδώνει την πολιτική του φυσιογνωμία ως ένα κεντροαριστερό κόμμα, που κινείται όμως στα αριστερά των Εργατικών. 

Η πρώτη ουσιαστική μαζικοποίηση της συζήτησης για ανεξαρτησία, προκύπτει μετά το 1970, όταν ανακαλύπτονται πλούσια πετρελαϊκά κοιτάσματα ανατολικά των σκωτσέζικων ακτών. Προωθώντας μια κλασική σοσιαλδημοκρατική πολιτική -ανεξάρτητο σκοτσέζικο κράτος με κοινωνική πολιτική στηριγμένη στα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο-  το SNP το 1974 κερδίζει το 1/3 των ψήφων στη Σκωτία και στέλνει 11 βουλευτές στο Westminster, τη Βουλή του Η.Β. Ένας άλλος παράγοντας που ενισχύει την τάση της ανεξαρτησίας και τελικά το SNP είναι η διακυβέρνηση του ΗΒ από την Θάτσερ. Η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού έχει βαρύτατες επιπτώσεις στις βιομηχανικές περιοχές της Σκωτίας: ιδιωτικοποιήσεις, κλεισίματα εργοστασίων και απολύσεις, περικοπές. Το SNP  τη δεκαετία του ’80 συμμετέχει ενεργά στους αγώνες ενάντια στο θατσερισμό.

Στα τέλη του ‘90, μέσα από την αυξανόμενη επιθυμία «αυτονόμησης» από τη μια, και μέσα από τη νεοφιλελεύθερη ανάγκη μετάθεσης των ευθυνών σε τοπικό επίπεδο (για την επίθεση στο κοινωνικό κράτος) από την άλλη, ξεκινά από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου η λεγόμενη «αποκέντρωση» κι εγκαθιδρύεται το Κοινοβούλιο της Σκωτίας. Πλέον η κυβέρνηση της Σκοτίας αποκτά αυτονομία στα ζητήματα της παιδείας, της υγείας, του περιβάλλοντος και της δικαιοσύνης.

Στα χρόνια της «αποκέντρωσης», παίρνονται και κάποια φιλολαϊκά μέτρα. Ένα από αυτά: Κοινωνικοποιήθηκε και έπειτα παραχωρήθηκε στην πλειοψηφία του πληθυσμού πάνω από η μισή γη των νησιών της Σκοτίας (που προηγούμενα ανήκε σε λίγους γαιοκτήμονες), κάτι που έκανε τους ντόπιους να νιώσουν πιο κοντά στην κυβέρνηση του Εδιμβούργου από αυτή του Λονδίνου. Τα χρόνια που πέρασαν, κάποιες από τις αντιμεταρρυθμίσεις που πέρασαν στο ΗΒ επιβραδύνθηκαν στη Σκοτία. Έτσι η ιδέα της «ανεξαρτησίας» ρίζωσε ακόμα περισσότερο. Μέσα από τις παραπάνω διεργασίες, σε  συνδυασμό με την κρίση των 3 «κλασικών» νεοφιλελεύθερων κομμάτων (Τόρηδες, Εργατικοί, Φιλελεύθεροι), το 2007 το SNP βγήκε πρώτο στις βουλευτικές εκλογές της Σκοτίας με 47 έδρες (σχηματίζοντας κυβέρνηση συνεργασίας με τους Εργατικούς), και στις 7 Mαΐου 2011 σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση στο Εδιμβούργο, με πάνω από 45% και 69 έδρες σε σύνολο 130. Το κυβερνών κόμμα έτσι απέκτησε τη δυνατότητα να διεξάγει το σχετικό δημοψήφισμα, κάτι που δεσμεύτηκε αμέσως ότι θα πραγματοποιήσει προς το τέλος της θητείας του. Στις 15 Οκτωβρίου του 2012 ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον και ο Σκωτσέζος ομόλογός του, Αλ. Σάλμοντ, υπέγραψαν, μετά από αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις, τη συμφωνία του δημοψηφίσματος.

Η άνοδος του "ναι" ενάντια σε ένα "μαύρο μέτωπο"

Το πρώτο δείγμα αντιστροφής του κλίματος στις δημοσκοπήσεις, φάνηκε στις 2 Φλεβάρη του 2014, όταν ο Ντέιβιντ Κάμερον έβγαλε λόγο κάνοντας έκκληση στους Σκοτσέζους να μη διαλύσουν το «γάμο 307 χρόνων». Όσο η αντιστροφή στο κλίμα γινόταν όλο και πιο εμφανής με το πέρασμα των μηνών, τόσο αυξάνονταν οι κινήσεις απελπισίας από την πολιτική κι επιχειρηματική ελίτ, που συχνά προκαλεί το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα, ωθώντας τους Σκοτσέζους προς το «ναι». 

Αν η Σκωτία ψηφίσει «ναι», το μέλλον της Δύσης θα απειληθεί, υποστήριξε ο Σκωτσέζος λόρδος Ρόμπερτσον, πρώην γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ. Ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών Τζ. Όζμπορν απείλησε του Σκωτσέζους ότι θα χάσουν τη λίρα, ενώ κορυφαίοι επιχειρηματίες, συμπεριλαμβανομένων των επικεφαλής δύο πετρελαϊκών γιγάντων, της BP και της Shell, εξέφρασαν «ανησυχίες». Σε μια μεγάλη προπαγανδιστική εκστρατεία τρομοκράτησης που θυμίζει τις εκλογές στην Ελλάδα του 2012, απειλούνται οι Σκωτσέζοι ότι θα μείνουν εκτός ΕΕ, θα θέσουν σε κίνδυνο την χρηματοοικονομική και την πολιτική τους σταθερότητα, ότι θα ανέβει η φορολογία τους, ότι θα χάσουν ακόμα και το BBC. Στις απειλές συνέβαλλαν το προηγούμενο διάστημα ο πρόεδρος της Κομισιόν Χ.Μ. Μπαρόζο, οι διευθυντές της Σκωτσέζικης εταιρείας επενδύσεων Standard Life και τα 3 μεγάλα νεοφιλελεύθερα κόμματα του Westminster. Στελέχη που έχουν πρωταγωνιστήσει στις αντιλαϊκές επιθέσεις, όπως ο Σκοτσέζος και αποτυχημένος πρώην πρωθυπουργός των Εργατικών Γκόρντον Μπράουν, απειλούν ότι «θα υπάρξει πολιτική αστάθεια», «οι σκωτσέζικες τράπεζες δε θα έχουν ρευστότητα», «θα αυξηθεί το επιτόκιο δανεισμού για τις επιχειρήσεις» ή ότι «θα φύγουν οι επιχειρήσεις». Πρόσφατα, ο Αυστραλιανός πρωθυπουργός (η Αυστραλία διατηρεί τον «ιδιαίτερο δεσμό» της με το ΗΒ) έφτασε να καταγγείλει τους υποστηρικτές του «ναι» πως «δεν είναι φίλοι της ελευθερίας και της δημοκρατίας»!

Παρ’ όλα αυτά, πάνω από 50% του κόσμου ήδη πιστεύει ότι μια ανεξάρτητη Σκοτία θα μπορούσε να τα καταφέρει. Οι Σκοτσέζοι προσανατολίζονται στο «ναι» όχι με όρους κάποιου ιστορικού σκοτσέζικου εθνικικισμού ή αντι-αγγλικού μίσους, αλλά με όρους κοινωνικούς: την προστασία και τη βελτίωση των κοινωνικών παροχών. Ο Σάλμοντ, υποστηρίζει ότι η Σκοτία έχει δικαίωμα να διαχειρίζεται μόνη της τα οικονομικά της, με δηλωμένο στόχο να κρατάει το 90% των εσόδων από τα πετρελαϊκά κοιτάσματα της Βόρειας Θάλασσας. Πολύς απλός κόσμος ασπάζεται τη ρεαλιστικότητα αυτού του σχεδίου. Οι άνθρωποι που συναντάνε οι ακτιβιστές του «ναι» στους δρόμους και στις εκδηλώσεις, εξηγούν με απλά λόγια γιατί θα ψηφίσουν «ναι»: για κοινωνική δικαιοσύνη, για «να μην αποκτήσουμε μια νέα Θάτσερ», για να παίρνει η ίδια η χώρα τις αποφάσεις της, «για μια καλύτερη ζωή για μας και τα παιδιά μας», για να δοθούν λεφτά για σχολεία, νοσοκομεία, στέγαση και όχι για τα πυρηνικά. Έτσι, όταν σκίζουν τα ρούχα τους ο Κάμερον, ο Μπαρόζο, ο Ομπάμα, η Κλίντον, ο πρωθυπουργός της Κίνας, τραπεζίτες και πολυεθνικές,  αυτός ο κόσμος  προσανατολίζεται ακόμα περισσότερο  στο «ναι» και στη μεθυστική προοπτική της «αυτοδιάθεσης»...

Η συζήτηση για το "όχι" στην Αριστερά

To κόμμα των Εργατικών (νεοφιλελεύθερο στην ηγεσία κι εναρμονισμένο με τους Τόρηδες, αλλά που διατηρεί ένα αριστερό δυναμικό στη βάση του), διάφορες προσωπικότητες και διανοούμενοι του δημοκρατικού χώρου και της Αριστεράς τάσσονται με την καμπάνια «Καλύτερα μαζί» και το «όχι» στο δημοψήφισμα, με την άποψη ότι το  «ναι» θα σημάνει καταστροφή για τους Εγγλέζους αλλά και για τους Σκοτσέζους. (Πάντως μεγαλος αριθμός των μελών των Εργατικών διαφωνούν με την επιλογή του κόμματός τους να κάνει καμπάνια μαζί με τους δεξιούς Τόρηδες και κάποιοι τάσσονται δημόσια υπέρ της ανεξαρτησίας). 

Ένα από τα επιχειρήματα του «όχι» είναι ότι η επιθυμία για ανεξαρτησία αποτελεί έκφραση μιας οπισθοδρομικής, εθνικιστικής εκτροπής. Ωστόσο, αυτή η εκτίμηση δείχνει δύο μέτρα και δύο σταθμά: το να υποστηρίζει κάποιος μια ανεξάρτητη Σκοτία τον καθιστά αυτόματα εθνικιστή, αλλά το να υποστηρίζει την εδαφική-κρατική ακεραιότητα του Η.Β. όχι; Επιπλέον, υποτιμά πως ο κυρίαρχος εθνικισμός στο Νησί είναι ο «βρετανικός», που υποστηρίζει ιδεολογικά το υπαρκτό, βρετανικό κράτος.  

Ένα άλλο επιχείρημα είναι η ενδεχόμενη εκλογική αποδυνάμωση των Εργατικών που θα καταδικάσει την αγγλική εργατική τάξη σε «μόνιμη κυβερνητική κυριαρχία της Δεξιάς». Πρώτον, ιστορικά οι Εργατικοί έχουν νικήσει και εκλογικές μάχες, που δεν κρίθηκαν αποφασιστικά από την ψήφο των Σκοτσέζων (το 1945, το 1966, το 1974, το 1997).  Επιπλέον, αυτή θεωρία αδικεί την αγγλική εργατική τάξη, υιοθετώντας (από την ανάποδη σκοπιά) τον ίδιο μύθο που εμφανίζεται και από κάποιους υποστηρικτές του «ναι» (βλ. παρακάτω): Ότι οι Σκοτσέζοι είναι «πιο προοδευτικός λαός». Οι ευθύνες για ενδεχόμενες ήττες των Εργατικών δεν θα βαραίνει τους ...αποχωρούντες Σκωτσέζους αλλά την -αντιλαϊκή- πολιτική του κόμματος. 

Άλλοι λένε πως η Σκοτσέζικη οικονομία σε μεγάλο βαθμό ελέγχεται από ξένες πολυεθνικές και θυγατρικές και μια ανεξάρτητη Σκοτία θα βρισκόταν στο έλεος αυτών των δυνάμεων. Είναι αλήθεια φυσικά ότι μια ανεξάρτητη Σκοτία ακόμα θα κυριαρχείται από το κεφάλαιο, μεγάλο τμήμα αυτού ξένο. Αλλά αυτή η παρατήρηση τονίζει απλά κάτι το προφανές, σε μια καπιταλιστική οικονομία: Η «κυριαρχία του κεφαλαίου» ήδη υπάρχει για τους εργάτες στο ΗΒ και θα συνεχίζει να υπάρχει σε μια καπιταλιστική Σκοτία. Αυτό το «πρόβλημα» δεν αντιμετωπίζεται παρά μόνο από τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Πιο σοβαρό είναι το επιχείρημα πως υπάρχει ο κίνδυνος να αποδυναμωθεί το βρετανικό συνδικαλιστικό κίνημα, εμποδίζοντας την ενότητα των εργατών.  Αυτό όμως δεν είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια της απόσχισης. Οι εργάτες στην Ιρλανδία μπορούν να ανήκουν στα ίδια συνδικάτα με τους εργάτες στη Βρετανία, οι εργάτες του Καναδά στα ίδια με τους εργάτες στις ΗΠΑ, δεν υπάρχει λόγος οι Σκοτσέζοι να μην ανήκουν στα ίδια συνδικάτα με τους εργάτες σε Αγγλία και Ουαλία.  Άλλωστε, η ενότητα των εργατών δεν υπαγορεύεται από τη συνταγματική μορφή του κράτους ή των γραφειοκρατικών δομών του συνδικάτου, αλλά από την επιθυμία να επιδειχθεί αλληλεγγύη και να ληφθεί κοινή συλλογική δράση, πέρα από τα σύνορα αν χρειαστεί. Υπάρχουν κοινά συνδικάτα Σκοτσέζων-Εγγλέζων εργατών που υπέστησαν βαριές ήττες, και συνδικάτα σε εντελώς διαφορετικές χώρες που έχουν κινητοποιηθεί πετυχημένα κατά καιρούς, όπως στις διεθνείς απεργίες ενάντια στη λιτότητα 14 Νοέμβρη του 2012 ή την διεθνή απεργία των λιμενεργατών που βοήθησε στη νίκη των απεργών λιμενεργατών της Λισαβόνας πρόσφατα.

Κάποιοι αγωνιστές προτιμάνε να προσπεράσουν το θέμα που «μας αποσπά από τα πραγματικά προβλήματα», την πάλη ενάντια στη λιτότητα  κ.ο.κ. Αλλά συνήθως η Αριστερά δεν έχει την πολυτέλεια να διαλέξει το γήπεδο. Όταν νομίζει κανείς ότι θα αποφύγει το θέμα μη διαλέγοντας μεταξύ ανεξαρτησίας και κατεστημένου, τότε, κατ’ ουσίαν και στα μάτια του κόσμου, επιλέγει το δεύτερο. Κι είναι σημαντικό να τονιστεί ότι ο Σκοτσέζικος λαός έχει να ασχοληθεί τόσο ενεργά με την πολιτική από την εποχή του poll tax (1987-90). Αυτά υποδεικνύουν στην Αριστερά να μπει στη σχετική συζήτηση με τους δικούς της όρους (τι σημαίνει η ανεξαρτησία, με τι περιεχόμενο, τι ενισχύει τη δύναμη της εργατικής τάξης και τι όχι κλπ.). Είναι μια συζήτηση άλλωστε που όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα, θα συνεχιστεί.

Εν τέλει, αν η σκοτσέζικη ανεξαρτησία δεν απειλεί καθόλου το κεφάλαιο, και διαιρεί την εργατική τάξη, γιατί το μεγαλύτερο τμήμα της βρετανικής άρχουσας τάξης (και των αρχουσών τάξεων της ΕΕ και των ΗΠΑ) εναντιώνονται σε αυτήν; Η μεταβολή στις θέσεις του Economist, του σπουδαιότερου ίσως εκφραστή της αστικής τάξης, είναι χαρακτηριστική.  Έως πρόσφατα, υποστήριζε  την ανεξαρτησία για να υποχρεωθεί η Σκοτία να γίνει πιο ανταγωνιστική, χτυπώντας μισθούς και κοινωνικό κράτος. Τώρα βγάζει πρωτοσέλιδα που θρηνούν για την επιλογή των κατοίκων της! Αυτή η αλλαγή στάσης δεν έχει να κάνει προφανώς με ενδιαφέρον για το σκοτσέζικο λαό, αλλά με το φόβο των δυσμενών συνεπειών για το βρετανικό κράτος και το κεφάλαιο που επενδύει στη Βρετανία.

Το μπλοκ του «ναι» και η ριζοσπαστική του πτέρυγα

Στην καμπάνια του «ναι» («Ναι Σκωτία»)   πρωτοστατεί το SNP, με την υποστήριξη των Πράσινων. Υπέρ του «ναι» αλλά πολύ περισσότερο στα αριστερά, είναι η Καμπάνια για τη Ριζοσπαστική Ανεξαρτησία (RIC), στην οποία συμμετέχουν τμήμα του SNP και δυνάμεις της ριζοσπαστικής και επαναστατικής Αριστεράς (το Σκοτσέζικο Σοσιαλιστικό Κόμμα –SSP, η Solidarity, το International Socialist Group, το SWP κλπ.) και η οποία έχει ήδη πραγματοποιήσει δύο εξαιρετικά πετυχημένα συνέδρια και πλούσιες δράσεις (π.χ. πιο πρόσφατα ένα μαζικό «πόρτα-πόρτα» δημοψήφισμα στις εργατογειτονιές της Σκοτίας που έδειξε πως το «ναι» παίρνει κεφάλι πριν την επίσημη δημοσκόπηση).

Και από την πλευρά του ‘ναι’, υπάρχουν μια σειρά προβληματικά επιχειρήματα. Κάποια προσχωρούν στον αριστερό εθνικισμό (πχ «Οι Σκωτσέζοι είναι πιο δημοκρατικός λαός, χωρίς του Εγγλέζους θα τα καταφέρουμε καλύτερα»). Αυτή η προσπάθεια να μικρύνει η σκοτσέζικη εθελοντική συνενοχή στην ιστορία της βρετανικής αυτοκρατορίας, αλλά και να βαφτιστεί κάθε πολιτικός αγώνας (Poll Tax, αντίσταση στη Θάτσερ) «εθνικός»,  δε βοηθάνε στην κατανόηση της πραγματικότητας, υποτιμούν τους αγώνες που συνδέουν τους Σκοτζέζους εργάτες με τους συναδέλφους τους στο ΗΒ και δεν βοηθάνε στη χάραξη μιας ταξικής πολιτικής.

Η πλειοψηφία του μπλοκ του «ναι» διατυπώνει μια ατζέντα των ριζοσπαστικών αλλαγών μέσω ανεξαρτησίας, από τα πάνω, για να επιστρέψει η Σκοτία στις «καλές εποχές» , χωρίς λιτότητα, ιδιωτικοποιήσεις, πόλεμο, περιβαλλοντική καταστροφή. Αυτά τα πράγματα δεν είναι εφικτά στα πλαίσια μιας καπιταλιστικής Σκοτίας. Συχνά η ανεξαρτησία εμφανίζεται πως αυτόματα θα οδηγήσει σε μια σοσιαλιστική, ή σοσιαλδημοκρατική Σκοτία, «πρότυπο» και για την Αγγλική Αριστερά. Προφανώς τέτοιοι αυτοματισμοί δεν υφίστανται και δεν υπάρχει τίποτα το εγγενώς προοδευτικό στο σκοτσέζικο πολιτικό σύστημα (ή σε ένα μελλοντικό σκοτσέζικο κράτος) -διαφορετικά η ανεξαρτησία δε θα υποστηριζόταν από κατ’ εξοχήν αντιδραστικούς τύπους όπως οι Brian Souter της μεταφορικής Stagecoach και George Mathewson,  πρώην διευθυντής της Βασιλικής Τράπεζας της Σκωτίας,  οι οποίοι αμφότεροι γνωρίζουν πολύ καλά τα ταξικά τους συμφέροντα.

Η ίδια η ηγεσία του SNP στη διάρκεια της καμπάνιας της μετατοπίστηκε δεξιότερα σε μια σειρά ζητήματα (χωρίς να παύει φυσικά να δίνει φιλολαϊκές υποσχέσεις). Από τη μια επιχειρηματολογεί υπέρ ενός «ανταγωνιστικού» φορολογικού συστήματος α λα Ιρλανδία για τις επιχειρήσεις, από την άλλη υπέρ ενός κοινωνικού κράτους α λα Σκανδιναβία . Με τη μείωση όμως της φορολογίας στις επιχειρήσεις και την υπόσχεση για «ανάπτυξη», χωρίς αναδιανομή και χτύπημα των πλουσίων, δεν μπορεί να εξαλειφθεί η φτώχεια. Τάσσεται υπέρ της ΕΕ (σε αντίθεση με παλιότερα). Λίγα χρόνια πριν υποστήριζε και την ένταξη στο ευρώ, τώρα λόγω της κρίσης του ευρώ «διαλέγει» τη βρετανική λίρα. Από τη μια τάσσεται υπέρ της απομάκρυνσης των πυρηνικών , από την άλλη υπέρ της παραμονής στο ΝΑΤΟ με «όρους» (μέχρι να γίνει κυβέρνηση ήταν υπέρ της εξόδου από το ΝΑΤΟ). Αυτοί οι στόχοι είναι σχεδόν βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα έρθουν σε σύγκρουση μεταξύ τους.

Από την άλλη όμως, η ερμηνεία του προγράμματός του από τον απλό κόσμο  και οι λαϊκές ελπίδες για κοινωνικές αλλαγές στη «νέα Σκοτία» μπορεί να αποδειχθούν βασικός παράγοντας στις εξελίξεις μετά το δημοψήφισμα, ιδιαίτερα σε περίπτωση νίκης του «ναι».

Αυτή είναι η σημασία της RIC. Εξηγεί πως η ψήφος υπέρ του «ναι» δεν είναι ψήφος υπέρ του SNP. «Κολυμπάει» σε αυτό το κύμα ελπίδων και επιχειρεί να το στρίψει αποφασιστικά προς τα αριστερά.

Το κρίσιμο ζήτημα του ιμπεριαλισμού

Αλλά ο βασικότερος λόγος που υπαγορεύει στη βρετανική Αριστερά να υποστηρίξει την ανεξαρτησία σήμερα είναι η προοπτική να δεχτεί ισχυρό πλήγμα ο βρετανικός ιμπεριαλισμός. Η  Μ. Βρετανία, ένα ιμπεριαλιστικό κράτος που συμμετέχει διαρκώς σε κάποιον πόλεμο από το 1914 ως το 2013, γιορτάζει τα 100 χρόνια από τον Α’ΠΠ με εκδηλώσεις σε όλη τη χώρα. Δεν πρόκειται για σύμπτωση, αλλά για την επίκληση στο απατηλό συναίσθημα της συμμετοχής στη «Μεγάλη Αυτοκρατορία» με τα «επιτεύγματά» της.

Η σκοτσέζικη απόσχιση θα έκανε πιο δύσκολο για τη Μ. Βρετανια να παίξει το ρόλο του δεξιού χεριού των ΗΠΑ , μειώνοντας τη γεωπολιτική σημασία της. Το υπουργείο Εξωτερικών διέρρευσε πρόσφατα στην Telegraph τους προβληματισμούς του: φοβάται ότι σε περίπτωση ανεξαρτητοποίησης της Σκοτίας, θα διωχθεί από τα 5 μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, με το δικαίωμα του βέτο που εξασφαλίζει αυτή η θέση. Το ενδεχόμενο, επίσης, απομάκρυνσης των πυρηνικών όπλων από τη Σκοτία,  κάνει το Υπ. Άμυνας της Μ. Βρετανίας να τρέμει: η μεταφορά τους και η κατασκευή των κατάλληλων εγκαταστάσεων κοστίζει 650 δισ. δολάρια. Τέλος, μια άμεση συνέπεια της ανεξαρτησίας θα ήταν να μπει ένα ερωτηματικό στην υπάρχουσα βιωσιμότητα της Βόρειας Ιρλανδίας, από τη στιγμή που το Σιν Φέιν θα ωθούνταν πιθανά να ξεκινήσει άμεσα καμπάνια για ένα δημοψήφισμα σε όλη την Ιρλανδία με θέμα την επανένωση.

Το  10% της Βρετανικής βιομηχανίας αφορά στρατιωτικούς εξοπλισμούς, κάνοντας τη Βρετανία από τους μεγαλύτερους διεθνώς παραγωγούς όπλων.  Η επιθετικότητα της χώρας  τις δυο τελευταίες δεκαετίες στα Βαλκάνια, την Κεντρική Ασία και τη Μ. Ανατολή είναι εν μέρει και ένας τρόπος να τονώνονται οι πωλήσεις βρετανικών  όπλων, όσο κυνικό κι αν ακούγεται αυτό.

Το Βρετανικό κράτος έχει ήδη αρχίσει να αποδυναμώνεται. Το να παλεύουν οι σοσιαλιστές για περαιτέρω αποδυνάμωσή του, αποτελεί αντι-ιμπεριαλιστικό διεθνιστικό καθήκον: Ο ρόλος του βρετανικού ιμπεριαλισμού διεθνώς υπενθυμίζει στη σχετική συζήτηση περί «ενότητας ή διάσπασης των εργατών» πως πέρα από την αγγλική και τη σκοτσέζικη, υπάρχει και η παγκόσμια εργατική τάξη.

Πιθανές εκβάσεις

"Μέγιστη αποκέντρωση,"  "devo max", είναι η επιλογή που ωριμάζει στη σκοτσέζικη ελίτ. Αυτό θα επέτρεπε στο σκοτσέζικο κοινοβούλιο να ελέγξει όλες τις κρατικές λειτουργίες (συμπεριλαμβανομένων και των φόρων), με εξαίρεση  αυτές που ελέγχονται από τα Υπουργεία Εξωτερικών, Άμυνας και την Τράπεζα της Αγγλίας. Η  ‘devo max’  είναι αυτό που μπορεί να πετύχει το SNP βραχυμεσοπρόθεσμα. Οι δεσμοί με το υπόλοιπο του Ηνωμένου Βασιλείου αναγκαστικά θα παραμείνουν ισχυροί.  Πρακτικά αυτό επιδιώκει άλλωστε και ο Σάλμοντ, αξιοποιώντας ως διαπραγματευτικό «όπλο» το δημοψήφισμα: διατήρηση της μοναρχίας, διατήρηση της βρετανικής λίρας υπό την κηδεμονία της Τράπεζας της Αγγλίας και συμμετοχή στην ΕΕ. Τα δυο τελευταία από μόνα τους εξασφαλίζουν τη διατήρηση της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας ανεξάρτητα από  προθέσεις.

Η  devo max θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από την πλειοψηφία των Τόρηδων, αν ήταν πολιτικά αναγκαίο. Ο Βρετανός Κάμερον βεβαίως θέλει τη νίκη του «όχι», αλλά ξέρει ότι ακόμα κι έτσι το αίτημα για περαιτέρω αυτονόμηση δε θα σταματήσει . Γι αυτό και το Φλεβάρη του 2012, είχε υποσχεθεί στους Σκωτσέζους επιπλέον μέτρα «αποκέντρωσης»  αν απορρίψουν την ανεξαρτησία . Αν η απαραίτητη ακεραιότητα διατηρηθεί σε διπλωματικό-στρατιωτικό επίπεδο, το «ναι» μπορεί να γίνει αποδεκτό,  από τη στιγμή μάλιστα που μεταθέτει τις ευθύνες για την αύξηση της φορολογίας και τις περικοπές κοινωνικών δαπανών στη σκωτσέζικη κυβέρνηση. Και ήδη κάποιοι διανοούμενοι των Τόρηδων, όπως ο Τιμ Μοντγκόμερι, ενθαρρύνουν αυτήν την κατεύθυνση.

Απ ότι φαίνεται, έχουμε να κάνουμε με μια διαπραγμάτευση κορυφής, όπου και από τις δυο πλευρές υπάρχει χώρος και διάθεση για έναν  «έντιμο συμβιβασμό».

Αυτή η νεοφιλελεύθερη «αποκέντρωση», με τη μετάθεση της ευθύνης από το κέντρο στην περιφέρεια και τούμπαλιν, μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά πολιτικά και για το Λονδίνο και για το SNP. Αντίθετα, η ανεξαρτησία σημαίνει ότι θα ήταν πιο δύσκολο για το SNP να κατηγορεί την κεντρική εξουσία για αποφάσεις λιτότητας και θα το έφερνε γρήγορα μπροστά στις αντιφάσεις του.

Ενδεχόμενη νίκη του «Όχι» και επικράτηση του ενιαίου μετώπου των παραδοσιακών αστικών κομμάτων θα ανοίξει το δρόμο σε μια τέτοιου τύπου πιθανή «αποκέντρωση» και κυρίως σε αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας για το βρετανικό καπιταλισμό. Ένα σενάριο που η Αριστερά έχει κάθε λόγο να παλέψει για ματαίωσή του. Υπάρχει επίσης πάντα το ενδεχόμενο μια νίκη του «Ναι» να χρησιμοποιηθεί ως «διαπραγματευτικό χαρτί» στην κατεύθυνση μιας μέσης λύσης. Πολλοί αγωνιστές της βρετανικής Αριστεράς έχουν εξηγήσει πως (για τους λόγους που περιγράφηκαν και παραπάνω) υποστηρίζουν την πραγματικά ανεξαρτησία ως κίνηση τακτικής, και όχι ως θέση αρχής λόγω κάποιας (ανύπαρκτης στη Σκοτία) «εθνικής καταπίεσης». Αλλά όπως σημειώνει ο Νιλ Ντέιβιντσον, που είχε επιχειρηματολογήσει εκτεταμένα υπέρ αυτής της «τακτικής» προσέγγισης, αν το «ναι» επικρατήσει αλλά δεν γίνει σεβαστό, τότε η υπεράσπιση της ανεξαρτησίας θα γίνει «θέση αρχής».

Ευρώπη: Αντί «ολοκλήρωσης» πληθαίνουν οι φυγόκεντρες τάσεις ακόμα και στο εσωτερικό των κρατών-μελών

Μαζί με την άνοδο του δεξιού και αριστερού ευρωσκεπτικισμού,  της ακροδεξιάς, των σκέψεων για plan B από τις άρχουσες τάξεις διαφόρων χωρών, την όξυνση των ανταγωνισμών που οδηγεί ακόμα και σε πολεμικές συρράξεις στα σύνορά της (βλέπετε σφαγές στην Ουκρανία), στην ΕΕ της κρίσης παρατηρούνται και νέα φαινόμενα όπως τα αυτονομιστικά κινήματα. Όχι τυχαία, με την υπόθεση της Σκωτίας, πέρα από τους Βρετανούς αξιωματούχους την αναπνοή της κρατάει και η ...Ισπανική δεξιά κυβέρνηση Ραχόι. Η περιφερειακή κυβέρνηση της Καταλονίας ζητάει δημοψήφισμα για ανεξαρτησία τον ερχόμενο Νοέμβριο, με το 80% των Καταλανών στο πλευρό της.  Ένα δημοψήφισμα μπορεί να περιπλέξει την τροπή των πραγμάτων, γι αυτό  το απεύχεται η ισπανική άρχουσα τάξη και ο Ραχόι το αρνείται ως... αντισυνταγματικό. Τον περασμένο Σεπτέμβρη βγήκαν στους δρόμους εκατοντάδες χιλιάδες Καταλανοί αφού η αγανάκτηση από την οικονομική κρίση και τις περικοπές έχει αναζωπυρώσει τις τάσεις ανεξαρτησίας.   Νίκη του ‘ναι’ στη Σκωτία θα δώσει φτερά στους αυτονομιστές και θα κλιμακώσει τις πιέσεις στην Ισπανική κυβέρνηση να δεχτεί το δημοψήφισμα. Ήδη δηλώνουν: «αν είναι εφικτό στο Ηνωμένο Βασίλειο, είναι εφικτό και στην Ισπανία».

Πέρα από την Καταλονία, παρατηρείται η ανάπτυξη των διαφόρων «τοπικιστικών-αυτονομιστικών» κομμάτων, σε μια σειρά χώρες (Ιταλία, Βέλγιο κλπ.). Το δημοψήφισμα λοιπόν στη Σκωτία και οι όποιες συνέπειες επακολουθήσουν θα έχουν καταλυτικές επιπτώσεις, όχι μόνο στο διεθνές γόητρο της Βρετανίας, αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Στην τελική ευθεία:

Τα «τελευταία 100 μέτρα» της κούρσας θα αποδειχθούν σκληρό ντέρμπι. Μια σημαντική στιγμή ήταν αυτή που αποκάλυψε και τα «κίνητρα» εκείνων που προσανατολίζονται να ψηφίσουν «ναι». Ο Άλεξ Σάλμοντ, μετά από κάποιες ήττες σε τηλεμαχίες (όπου αναλωνόταν σε τεχνοκρατικές λεπτομέρειες και χρηματοπιστωτικά ζητήματα), αποφάσισε να μιλήσει για την παιδική φτώχεια, τις περικοπές στα επιδόματα των ΑμεΑ, το φόρο κρεβατοκάμαρας (βρετανικό χαράτσι) και τα δεκάδες δισ. που δαπανώνται για τα πυρηνικά όπλα, με αποτέλεσμα να κερδίσει το ντιμπέιτ σύμφωνα με το 71%. Λίγο μετά, εμφανίστηκε η δημοσκόπηση όπου το «ναι» πήρε πρώτη φορά κεφάλι. Ωστόσο, όπως δηλώνουν οι ίδιοι οι υπεύθυνοι της εκστρατείας του «ναι», την τελευταία εβδομάδα «το Λονδίνο και τα τρία κόμματά του θα τα παίξουν όλα για όλα». Πρόσφατα είδαμε από τον Κάμερον να επικαλείται το… Εθνικό Σύστημα Υγείας ως «βρετανικό επίτευγμα και καμάρι» (το ίδιο ΕΣΥ που μένει ακόμα άθικτο στη Σκοτία ενώ ο Κάμερον το ιδιωτικοποιεί στο υπόλοιπο ΗΒ!) και δημοσίευμα να ισχυρίζεται πως το Ισλαμικό Κράτος ετοιμάζει αποκεφαλισμό Σκοτσέζου με απώτερο σκοπό να… νικήσει το «ναι» («ή με το Ηνωμένο Βασίλειο ή με τους τζιχαντιστές») μέχρι κοινή ανακοίνωση από επικεφαλής 100 μεγάλων επιχειρήσεων που απειλούν έμμεσα με απολύσεις και κλεισίματα. Σε μια βδομάδα θα ξέρουμε αν το μπλοκ του «ναι» μπόρεσε να σπάσει την τρομοκρατία…