Μπάϊντεν: "Καλός αλλά λίγος"...

Για σαράντα επτά χρόνια βουλευτής και γερουσιαστής και επί μια οκταετία αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, ο Τζό Μπάϊντεν είχε προφανώς όλο το χρόνο να καλλιεργήσει το προφίλ ενός πολιτικού που η Wikipedia δίκαια κατατάσσει στη “δεξιά πτέρυγα του Δημοκρατικού κόμματος”. Τι συμβαίνει λοιπόν, και ο ένας μετά τον άλλο αριστεροί και ακροαριστεροί οικονομολόγοι και αναλυτές σε όλο το κόσμο δηλώνουν “θετικά έκπληκτοι” για τα πεπραγμένα του Μπάϊντεν στις πρώτες 100 ή 130 μέρες της προεδρίας του, σε βαθμό μάλιστα που τους κάνει να διαπιστώνουν ακόμα και απομάκρυνσή του από τον κυρίαρχο νεοφιλελευθερισμό;

 

Επειδή λοιπόν στην εποχή μας δεν συμβαίνουν πια θαύματα, συμβαίνει απλώς ότι υπάρχουν πια στις ΗΠΑ -των πολλαπλών ταυτόχρονων κατακλυσμικών κρίσεων- όχι μόνο ισχυρά λαϊκά κινήματα αλλά και δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς με πρωτοφανώς μεγάλη κοινωνική απήχηση, ικανές να κάνουν αισθητή την παρουσία τους ακόμα και στην κεντρική πολιτική σκηνή, επιβάλλοντας μάλιστα κάποιες από τις θέσεις και προτάσεις τους! Και για του λόγου το αληθές, ιδού ευθύς αμέσως πώς εκδηλώνεται αυτή η πρωτόγνωρη ικανότητα της νέας αμερικανικής αριστεράς των κινημάτων να επηρεάζει και να σπρώχνει στα αριστερά τις πολιτικές του -κατά τα άλλα παλαίμαχου συντηρητικού- προέδρου Μπάιντεν, ενώ ταυτόχρονα παλεύει και κινητοποιεί πάνω στο δικό της ριζοσπαστικό διεκδικητικό και χειραφετητικό πρόγραμμα.

Ενώ λοιπόν στην Ευρώπη, όπου οι κυβερνώντες δεν αισθάνονται καμιά ουσιαστική πίεση από τα αριστερά, τα “σχέδια οικονομικής ανάκαμψης” συνοψίζονται στη χιλιοπαιγμένη νεοφιλελεύθερη συνταγή της λιτότητας και των δραστικών κοινωνικών περικοπών, τα αντίστοιχα σχέδια της προεδρίας Μπάιντεν ξεχωρίζουν για τα ποσοτικά και κυρίως, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους. Όχι μόνο επειδή μεταφράζονται σε θηριώδεις επενδύσεις πολλών χιλιάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλά πρωτίστως επειδή αγνοούν τις ιερές αγελάδες του νεοφιλελευθερισμού που είναι το χρέος και ο πληθωρισμός, προτάσσουν την πολιτική και ξεκινάνε από την ικανοποίηση των αναγκών του πληθυσμού. Με άλλα λόγια, συνιστούν αλλαγή πορείας μετά από μισό αιώνα νεοφιλελεύθερων πολιτικών όλων των αμερικανικών κυβερνήσεων. Και βεβαίως, συνιστούν απομάκρυνση αν όχι αρχή ρήξης με τα θέσφατα και τις επιταγές του νεοφιλελευθερισμού!

 

Φυσικά, η τουλάχιστον έκρυθμη πολιτική κατάσταση και η μόνιμη απειλή που εκφράζει ο Τραμπ και οι δικοί του, καθώς και η ασφυκτική πίεση που ασκούν οι ποικίλες κατακλυσμικές οικονομικές, υγειονομικές, κλιματικές, και κοινωνικές κρίσεις εξηγούν σε κάποιο βαθμό τη δραστική αλλαγή πορείας της νέας αμερικανικής κυβέρνησης. Όμως, τα σχέδια οικονομικής ανάκαμψης του προέδρου Μπάιντεν δεν θα πρότασσαν ποτέ την αντιμετώπιση της κλιματικής καταστροφής και των κοινωνικών ανισοτήτων, αν δεν είχαμε δει τα τελευταία 5-6 χρόνια να αναπτύσσονται στις ΗΠΑ μαζικά και ριζοσπαστικά κινήματα (για το κλίμα, την υγεία, τη στέγη, την παιδεία, τους μισθούς, τον αντιρατσισμό, τις καταρρέουσες υποδομές της χώρας και φυσικά, τα δικαιώματα των γυναικών και των μειονοτήτων) που έπεισαν -και κινητοποιούν- δεκάδες εκατομμύρια πολίτες για την ανάγκη άμεσης αντιμετώπισης αυτών των προβλημάτων.

Μήπως όμως, η νέα αμερικανική αριστερά αναπαύεται τώρα στις δάφνες της και περιορίζεται στην κλασική “κριτική υποστήριξη” στον πρόεδρο Μπάιντεν; Η απάντηση είναι ένα κατηγορηματικό όχι, καθώς μάλιστα η εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν είναι -προς το παρόν- άκρως επιθετική και αντιδραστική, μη διαφέροντας ουσιαστικά από εκείνη όλων των προκατόχων του. Έτσι, ενώ είναι γενική η διαπίστωση ότι, τουλάχιστον στο εσωτερικό της χώρας, ο Μπάιντεν εκπλήσσει ευχάριστα καθώς κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, όλα τα κοινωνικά κινήματα, τα συνδικάτα ταξικής πάλης και οι εκπρόσωποι της ριζοσπαστικής αριστεράς (από την Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ και τον Μπέρνι Σάντερς μέχρι και τον γηραιό αναρχικό Νοάμ Τσόμσκι) δηλώνουν με μια φωνή ότι “πρόκειται για ένα πρώτο θετικό βήμα”, που όμως δεν είναι αρκετό μια και οι καιροί απαιτούν πολύ περισσότερα!

Και αυτός είναι ο λόγος που, όχι μόνο έξω στους δρόμους αλλά και μέσα στη Βουλή και στη Γερουσία, η αμερικανική ριζοσπαστική αριστερά επιλέγει να κοντράρει τον Μπάιντεν με έργα και όχι μόνο με λόγια. Έτσι, στο προεδρικό σχέδιο των επενδύσεων 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε βάθος χρόνου πενταετίας για τις υποδομές και τις ανισότητες, αντιπροτάσσει και καταθέτει προς ψήφιση το δικό της νομοσχέδιο που προβλέπει επενδύσεις 1 τρισεκατομμυρίου ετησίως -ή 10 τρισεκατομμυρίων για τα επόμενα δέκα χρόνια- στις υποδομές, το κλίμα και την απασχόληση! Η διαφορά με τη προεδρικό σχέδιο δεν είναι όμως μόνο ποσοτική. Είναι κυρίως ποιοτική καθώς το δικό της σχέδιο με τα αρχικά THRIVE (Transform, Heal, and Renew by Investing in a Vibrant Economy), βάζει στην πρώτη γραμμή των προτεραιοτήτων του τις καταπιεσμένες μειονότητες, τα ιθαγενικά έθνη, τα εργατικά συνδικάτα και γενικότερα, τα θύματα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και της κλιματικής καταστροφής. Με ποιο τρόπο; Προβλέποντας ότι το 50% των επενδύσεων του νομοσχεδίου θα πάει σε αυτές τις καταπιεσμένες κοινότητες, από τις οποίες θα πρέπει εξάλλου να προέρχεται το 50% των πολιτών που θα προσληφθούν για να εργαστούν για το σχέδιο Thrive. Και επίσης, προβλέποντας τη δημιουργία κοινών αντιπροσωπευτικών οργάνων όλων αυτών των καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων, έτσι ώστε να είναι αυτά τα όργανα που αποφασίζουν πού και πώς θα γίνουν οι επενδύσεις, και ποιές ανάγκες τους θα πρέπει να ικανοποιηθούν κατά προτεραιότητα.

Φυσικά, δεν είναι τυχαίο ότι το σχέδιο THRIVE που εμπνέεται από το Green New Deal, υπογράφει πρώτος ο γερουσιαστής Ed Markey, που μαζί με την Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ συνέγραψαν πριν από δυο χρόνια το Green New Deal. Έχει λοιπόν ενδιαφέρον να δούμε με ποια λόγια ο κ. Markey παρουσίασε πρόσφατα στον τύπο την “φιλοσοφία” του Thrive αλλά και γενικότερα της νέας αμερικανικής ριζοσπαστικής αριστεράς: “Οι πολιτικοί δεν μπορούν να αγνοήσουν τις πραγματικότητες που αντιμετωπίζουν εκατομμύρια Μαύροι, Λατίνοι, Ιθαγενείς, μετανάστες και εργατικές οικογένειες σε όλη την Αμερική. Οι τέσσερις κρίσεις που αντιμετωπίζει η Αμερική μας σκοτώνουν στην κυριολεξία. Είναι η κλιματική αλλαγή, η πανδημία στη δημόσια υγεία, η φυλετική αδικία και η οικονομική ανισότητα. Δεν μπορούμε να νικήσουμε μονάχα μια από αυτές τις κρίσεις. Πρέπει να αναπτύξουμε ένα σχέδιο δράσης που τις αντιμετωπίζει όλες μαζί”…

Μπορεί να ψηφιστεί και να γίνει νόμος ένα νομοσχέδιο σαν το Thrive; Οι εμπνευστές του δεν έχουν αυταπάτες. Δεν πρόκειται να ψηφιστεί αν και αγγίζουν ήδη τους 100 οι Δημοκρατικοί βουλευτές που σπεύδουν να το στηρίξουν! Όμως, τουλάχιστον τώρα, ο στόχος τους είναι άλλος: Με εργαλείο και όπλο αυτό το νομοσχέδιο, να προκαλέσουν κοινωνικές ζυμώσεις τεράστιων διαστάσεων, κινητοποιώντας τις άμεσα -και όχι μόνο- ενδιαφερόμενες κοινότητες και τάξεις γύρω από πολύ συγκεκριμένες και χειροπιαστές διεκδικήσεις και διαδικασίες υλοποίησής τους. Εξάλλου, τον ίδιο ακριβώς στόχο έχουν και οι προσυπογράφοντες ένα ακόμα πιο φιλόδοξο και ριζοσπαστικό (νομο)σχέδιο, που έρχεται κι αυτό να κοντράρει αντίστοιχο σχέδιο του προέδρου Μπάιντεν.

Πρόκειται για το γιγάντιο νομοσχέδιο CCC (Civilian Climate Corps for Jobs and Justice Act) των Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ και του γερουσιαστή Εντ Μάρκι, που αντιπροτάσσεται στο προεδρικό σχέδιο με τα ίδια αρχικά. Και τα δυο αποτελούν μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή του περίφημου CCC (Civilian Conservation Corps) του προέδρου Ρούζβελτ, που στη δεκαετία του 1930, έβαλε 3 εκατομμύρια (άνεργους) Αμερικανούς να εργαστούν για την υλοποίηση του New Deal. Μέχρις εδώ όμως οι ομοιότητες. Πράγματι, ενώ το σχέδιο του Μπάιντεν δεν προβλέπει να απασχολήσει πάνω από 200.000 εργαζόμενους, εκείνο των AOC-Markey θέλει να δημιουργήσει, στα επόμενα πέντε χρόνια, έναν αληθινό “στρατό” 1,5 εκατομμυρίων εργατών που θα ριχτούν στη δουλειά για να κλείσουν μερικές από τις μεγαλύτερες πληγές των ΗΠΑ: τις ξεπερασμένες και καταρρέουσες υποδομές, το επικίνδυνα μολυσμένο από μόλυβδο νερό (σχεδόν οι μισοί Αμερικανοί δεν πίνουν καθαρό νερό), την ατμοσφαιρική μόλυνση, τις καταστροφικές πυρκαγιές, και πριν απ’όλα, την κλιματική αλλαγή αλλά και την ανεργία καθώς αυτό το σχέδιο αναμένεται να δημιουργήσει 15,5 εκατομμύρια νέες θέσεις απασχόλησης.

Όμως, προσοχή: Οι διαφορές αυτού του σχεδίου από εκείνα των Μπαϊντεν και Ρουζβελτ είναι τεράστιες. Ενώ το σχέδιο του Ρούζβελτ και και σε κάποιο βαθμό και το σχέδιο του Μπάιντεν, δεν ασφαλίζουν και δεν αμοίβουν ικανοποιητικά τους εργαζομενους τους, εκείνο των AOC-Markey, που είναι συνοδευτικό του Green New Deal που μόλις κατατέθηκε ως νομοσχέδιο προς ψήφιση στη Βουλή των Αντιπροσώπων, προβλέπει πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ωριαία αμοιβή 15 δολαρίων και χρηματοδοτημένη επαγγελματική επιμόρφωση για το 1,5 εκατομμύριο των εργαζομένων του. Και σε αντίθεση ειδικά με το CCC του Ρούζβελτ, που αποδεχόταν τις φυλετικές διακρίσεις και απέκλειε τις γυναίκες και τις μειονότητες, το CCC της νέας αμερικανικής αριστεράς προτάσσει την ικανοποίηση των αναγκών των καταπιεσμένων κοινοτήτων (με πρώτη εκείνη των Ιθαγενών λαών) που θα αποφασίζουν αυτές οι ίδιες -και όχι κάποια κεντρική κρατική αρχή- από κοινού με τα εργατικά συνδικάτα και την τοπική αυτοδιοίκηση, το περιεχόμενο και τον σχεδιασμό των δράσεων!

 

Μετά από όλα αυτά, είναι φανερό πως βρισκόμαστε μπροστά σε σχέδια που ξεπερνάνε την απλή αντιμετώπιση προβλημάτων, όσο μεγάλα και κρίσιμα κι αν είναι αυτά, και -εν δυνάμει- εισάγουν στη προβληματική της οικοδόμησης μιας μετα-καπιταλιστικής δημοκρατικής οργάνωσης της κοινωνίας. Και όλα αυτά όχι μόνο χειροπιαστά και με τρόπο άμεσα κατανοητό από ευρύτατα τμήματα του πληθυσμού, αλλά και με την ενεργό συμμετοχή αυτού του ίδιου πληθυσμού που έχει πρωταγωνιστικό ρόλο!

Σε τελική ανάλυση,πολλά αν όχι τα πάντα εξαρτώνται από την πορεία που θα πάρει η ταξική πάλη, από το πού θα γύρει η κοινωνική πλάστιγγα. Και πριν απ’όλα, από το κατά πόσο θα γίνουμε μάρτυρες της επανάληψης των μαζικών απεργιών και άλλων κοινωνικών κινητοποιήσεων πάνω στις οποίες στηρίχτηκε το New Deal στη δεκαετία του 1930. Κλείνουμε λοιπόν δίνοντας το λόγο σε αυτήν που ίσως είναι η πιο εμβληματική μορφή του νέου αμερικανικού συνδικαλισμού ταξικής πάλης, στην πρόεδρο του συνδικάτου αεροσυνοδών Σάρα Νέλσον, που δηλώνει ότι τώρα είναι η ώρα για να κινητοποιηθούν οι Αμερικανοί εργαζόμενοι: “Είναι δουλειά μας να εκμεταλλευθούμε αυτή τη στιγμή και να οικοδομήσουμε πάνω σε αυτή την ευνοϊκή συγκυρία για να περάσουμε το PRO Act (το νομοσχέδιο που προστατεύει τα συνδικαλιστικά δικαιώματα), να αποκαταστήσουμε τα εκλογικά δικαιώματα, να οργανωθούμε κατά εκατομμύρια, να ανατρέψουμε την ανισότητα, να παλέψουμε για ισότητα, να πετύχουμε περίθαλψη για όλους, να σώσουμε τον πλανήτη με καλές συνδικαλισμένες θέσεις απασχόλησης, και να εξασφαλίσουμε την άνθιση της δημοκρατίας μας”...