Ποιες είναι οι βασικές αιτίες της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ; Είναι άδικες οι από τα Αριστερά κριτικές που του ασκούνται; Ποιο είναι το μήνυμα που πήρε;
Η πικρή αλήθεια
Ποιες είναι οι βασικές αιτίες της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ; Είναι άδικες οι από τα Αριστερά κριτικές που του ασκούνται; Ποιο είναι το μήνυμα που πήρε;
Οι ψηφοφόροι δεν τιμωρούν κατ’ ανάγκη όποιον κυβερνάει. Συνήθως το κάνουν όταν είναι ματαιωμένοι, θυμωμένοι και απογοητευμένοι.
Ας μιλήσουμε χωρίς περιστροφές. Από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ, με το 3ο Μνημόνιο, υλοποίησε το πρόγραμμα των εκ δεξιών αντιπάλων του, προετοίμασε και τους όρους για τη νίκη της Δεξιάς. Ποιο ήταν αυτό το πρόγραμμα; Ας το θυμίσουμε, εν τάχει: τα υψηλά και μάλιστα με υπέρβαση πρωτογενή πλεονάσματα, για τα οποία επιχαίρει η κυβέρνηση, που όμως στερούν τους αναγκαίους πόρους από την υγεία, την εκπαίδευση και τις δημόσιες επενδύσεις. Επίσης, οι ιδιωτικοποιήσεις (σε λιμάνια, αεροδρόμια, ΤΡΑΙΝΟΣΕ), οι παλινωδίες στην εργατική νομοθεσία, οι στενές σχέσεις με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, οι καταστροφικές για το περιβάλλον γεωτρήσεις και εξορύξεις, η καθημερινότητα του πολίτη που δεν άλλαξε, κλπ.
Οι αντιφάσεις στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ
Αυτό σημαίνει ότι δεν έκανε τίποτα; Κάθε άλλο. Περιέθαλψε όλους τους ανασφάλιστους στα δημόσια νοσοκομεία, επανέφερε απολυμένους, έλυσε τα ζητήματα ταυτότητας φύλου, θέσπισε το σύμφωνο συμβίωσης, ενσωμάτωσε την απουσία συναίνεσης στον νομικό ορισμό του βιασμού, απέδωσε την ιθαγένεια στα παιδιά των μεταναστών δεύτερης γενιάς, πέρασε νόμο αναδοχής και υιοθεσίας με γρήγορες και διαφανείς διαδικασίες, τακτοποίησε το Μακεδονικό, και άλλα τέτοια θετικά μέτρα, που είναι βασικές δημοκρατικές κατακτήσεις. Όμως, παράλληλα, έκανε και κραυγαλέα πολιτικά ατοπήματα, π.χ. δεν εκδίκασε κανένα από τα σκάνδαλα των προηγούμενων κυβερνήσεων, έκανε συμβιβασμό κράτους και εκκλησίας που ονόμασε χωρισμό, δεν κατήργησε τον αντι-τρομοκρατικό νόμο, συμμετείχαν στο ευρωψηφοδέλτιό του διασημότητες της τέχνης και της «υγιούς» επιχειρηματικότητας σε βάρος άλλων αξιόλογων υποψηφίων χωρίς να ρωτηθεί η κομματική βάση, υπήρξε ανοχή σε μάγκικες και αλαζονικές συμπεριφορές, απαξίωσε τη θεσμική ιδιότητα των συνδικάτων με την άρνηση του Α. Τσίπρα να βρεθεί με τη ΓΣΕΕ ενώ βρισκόταν πάντα με τους εργοδοτικούς φορείς, καθιέρωσε τον πρώτο ενικό στο λόγο του που δεν συνάδει με τις αρχές της Αριστεράς και τις συλλογικές διαδικασίες, κ.ά.τ.
Επίσης, πήρε και αρκετά θετικά μέτρα υπέρ των μισθωτών, όπως είναι η επαναφορά των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας (σσε) και η επεκτασιμότητα, η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, η μικρή αύξηση του κατώτατου, οι παρεμβάσεις του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, η μείωση της αδήλωτης εργασίας, ο νόμος για τις υπεργολαβίες, η θεσμοθέτηση της δωρεάν πρόσβασης των ανέργων στα δημόσια ΜΜΜ, κ.λπ. Εντούτοις, αυτά αντιφάσκουν με κάποια άλλα αρνητικά, όπως η μη επαναφορά της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ), ο κατώτατος μισθός ρυθμίζεται με βάση το νόμο Βρούτση, απελευθέρωσε την κυριακάτικη εργασία, διευκόλυνε περαιτέρω τις ομαδικές απολύσεις εξαιτίας της κατάργησης του βέτο του Υπουργού Εργασίας, νομιμοποίησε έμμεσα την ανταπεργία από μεριάς του εργοδότη μέσω της μη καταβολής μισθού σε αυτούς που δεν απεργούν, ενώ συγκεκριμενοποίησε επί το αρνητικότερο την επέκταση των κλαδικών σσε, οι οποίες για να έχουν ισχύ καλούνται οι εργοδότες να δώσουν το Μητρώο Μελών τους.
Επίσης, έγιναν και άκομψες λεκτικές πολιτικές παρεμβάσεις, που θυμώνουν τον κόσμο, ο οποίος βιώνει άλλη πραγματικότητα. Για παράδειγμα, παρ’ ότι είναι θετικό το μέτρο της επαναφοράς της λεγόμενης «13ης σύνταξης», επί της ουσίας δεν είναι πραγματική 13η σύνταξη και αυτό πολλοί συνταξιούχοι το εξέλαβαν ως κοροϊδία. Επίσης, διατυμπανίζει ότι μείωσε την ανεργία κατά 8%, όταν όλοι ξέρουμε ότι αυτό δεν είναι πραγματικό και ιδιαίτερα για αυτούς, οι οποίοι βιώνουν το απορυθμισμένο εργασιακό περιβάλλον. Διότι, την ίδια στιγμή, η πλειονότητα των προσλήψεων είναι μερικής απασχόλησης και εκ περιτροπής εργασία, που μαζί με την προσωρινή εργασία και τους αποθαρρημένους άνεργους, το ποσοστό ανεργίας εμφανίζεται υψηλότερο κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες από το 19% που δίνει η κυβέρνηση, σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ.
Τα προβλήματα της καθημερινής ζωής
Ο κόσμος δεν ψηφίζει με βάση την ταξική του θέση, αλλά με βάση τις προσδοκίες του. Αν πιστεύει ότι η Αριστερά μπορεί να δώσει λύση στα προβλήματά του και στις προσδοκίες του, στρέφεται προς τα εκεί. Αν πιστεύει ότι με τη Δεξιά θα έχει καλύτερη τύχη πηγαίνει εκεί. Αυτό είναι ο οπορτουνισμός του ψηφοφόρου. Όλα αυτά, βέβαια, φιλτράρονται και μέσα από το αξιακό σύστημα, του καθενός/-μιας, το οποίο είναι ιδιαιτέρως συντηρητικό αν δούμε ποιες είναι οι αξίες της κοινής γνώμης (οικογένεια, ένοπλες δυνάμεις, εκκλησία, ασφάλεια, αποθέωση του ιδιωτικού έναντι του δημόσιου κλπ.), πράγμα που καθορίζεται κυρίως από την κυρίαρχη ιδεολογία. Και εκεί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε τίποτα για να τα αλλάξει.
Ο κόσμος της εργασίας θέλει ξεκάθαρα πράγματα για την καθημερινότητά του. Να του πεις αν και πότε θα επανέλθει η Εθνική ΓΣΣΕ, πότε ο μισθός του θα φτάσει τα 750 ευρώ και γιατί αυτό δεν γίνεται άμεσα, πως θα μειωθεί η ανεργία και θα δημιουργηθούν σταθερές θέσεις απασχόλησης, πότε θα γίνουν προσλήψεις στην υγεία και την εκπαίδευση, πότε θα καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ, τουλάχιστον για τα χαμηλά εισοδήματα, πότε και πως θα βελτιωθεί η καθημερινότητά του, αρχής γενομένης από τα ΜΜΜ, την περίθαλψη, την εκπαίδευση, το περιβάλλον, τη μείωση της γραφειοκρατίας στις δημόσιες υπηρεσίες κ.ά.τ. Η ψυχική κατάσταση των ανθρώπων, έλεγε ο Ράιχ, διαμορφώνεται από τη ζωή του, τις συνθήκες ύπαρξής του, αναπτύσσεται πάνω στη βάση τους, τις αναπαράγει και τις αντανακλά. Με βάση αυτό, ίσως είναι αναγκαίο να δούμε ότι η συνείδηση των ανθρώπων διαμορφώνεται από πολύ συγκεκριμένα στοιχεία, τα οποία αφορούν αυτό που ονομάζουμε προβλήματα της καθημερινής ζωής και ποιότητα ζωής.
Ρήξη ή ενσωμάτωση;
Όμως, Αριστερή Πολιτική σημαίνει κάτι παραπάνω και όχι μόνο κοινωνική ευαισθησία. Σημαίνει ότι τα βάζω με τους ισχυρούς, δίνοντας σήμα στην κοινωνία ότι η Αριστερά είναι έτοιμη για τομές και ρήξεις, δεν καλλιεργώ τη λογική της ΤΙΝΑ, περνάω τις τράπεζες κάτω από δημόσιο έλεγχο ή έστω δημιουργώ δημόσια τράπεζα, η οποία θα αναλάβει αναπτυξιακό ρόλο, βελτιώνω την εργατική νομοθεσία, θεσπίζω μέτρα εργατικού ελέγχου στις επιχειρήσεις, προωθώ μορφές αυτοδιαχείρισης, αλλάζοντας τον πτωχευτικό κώδικα, κινητοποιώ τον κόσμο μέσα από θεσμούς λαϊκής συμμετοχής και δημοψηφισμάτων, δείχνω σεμνότητα στη διαχείριση της εξουσίας, δεν διαβουλεύομαι βιαστικά ιδιαίτερα σε επίμαχα θέματα, θεσπίζω μέτρα περιορισμένων θητειών στα όργανα και στο κοινοβούλιο για να μην δημιουργούνται πελατειακά δίκτυα και γραφειοκρατία, εκδημοκρατίζω τη δημόσια ζωή.
Τι έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με αυτά; Ποιο είναι το οραματικό στοιχείο που προβάλλει για να εμπνεύσει; Ποιος είναι ο οδηγός για δράση για να υπάρξει μαζικό κίνημα; Αντίθετα, «Όσο μικραίνουν οι στόχοι τόσο μικραίνει και ο κόσμος που μπορεί να εμπνέεται και ακολουθεί», όπως εύστοχα επισημαίνει ο Δ. Πλουμπίδης. Η φαντασιακή διαδικασία, δηλαδή σε τι προσκαλείς τους ανθρώπους να συνταχθούν, είναι βασικό ζήτημα. Η Δεξιά προσκαλεί σε μια λατρεία του παρελθόντος, το οποίο επαναφέρει ως μελλοντική ουτοπία. Η πρόσκληση του ΣΥΡΙΖΑ και γενικά της Αριστεράς ποια είναι;
Αριστερή πολιτική ή μόνο αντιδεξιά ψήφος;
Είναι αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε στις εκλογές. Παρ’ όλα αυτά, δεν έπαθε ότι το ΠΑΣΟΚ, το οποίο όταν άσκησε νεοφιλελεύθερες μνημονιακές πολιτικές, καταποντίστηκε. Υπό αυτή την έννοια, το 24% που έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα σχετικά καλό ποσοστό, και μάλιστα πολύ ψηλότερο σε σύγκριση με δυνάμεις της Αριστεράς άλλων χωρών, οι οποίες μετέχουν στην ευρωβουλή με χαμηλά ποσοστά. Επίσης, αν σε αυτό το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ αθροιστούν και αυτά των υπολοίπων σχηματισμών της Αριστεράς, τότε η Αριστερά στην Ελλάδα ξεκινά από μια βάση περίπου 34%, την οποία δεν την λες και λίγη.
Αυτό το σχετικά καλό ποσοστό, ως βάση εκκίνησης, και η επέλαση της Δεξιάς θα έπρεπε να είχαν σημάνει συναγερμό και όξυνση της αντιπαράθεσης, με σκοπό την κινητοποίηση του απογοητευμένου κόσμου της Αριστεράς για να δώσει τη μάχη με όποιο τρόπο κρίνει, επειδή οι συνέπειες της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ από την αστική αντίδραση θα πέσουν στα δικά μας κεφάλια.
Στις εκλογές της 7ης Ιούλη το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ θα χρησιμοποιηθεί από χιλιάδες κόσμου, ως μορφή αντίστασης, στην επελαύνουσα Δεξιά.
Το ερώτημα είναι το εξής: Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να είναι ένα κόμμα μόνο της αντι-δεξιάς διαμαρτυρίας, πράγμα που έχει κοντά ποδάρια, αφού τον μετατρέπει σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, ή να επανέλθει στην αριστερή του κοίτη; Αυτή η απάντηση έπρεπε να έχει δοθεί εχθές.
Όπως και να ’χει, ο βασικός αντίπαλος, αυτή τη στιγμή, είναι η Δεξιά και άρα προς τα εκεί κατευθύνεται όλη η δύναμη πυρός. Η τροποποίηση της μορφής πάλης κατά της Δεξιάς, δεν σημαίνει ότι θα πάψουμε να ασκούμε, όσοι/-ες είμαστε στην πέραν του ΣΥΡΙΖΑ Αριστερά, κριτική σε αυτόν.
(*) Ο Δ. Κατσορίδας είναι ερευνητής εργασιακών σχέσεων και συγγραφέας. Το εν λόγω άρθρο είναι αναδημοσίευση από την εφημερίδα Η Αυγή της Κυριακής, 30-6-2019, στα «Ενθέματα».