Γράφει η Διακήρυξη της ΛΑΕ, στην πρώτη κιόλας σελίδα της, ότι η Λαϊκή Ενότητα είναι «ένας μετωπικός πολιτικός φορέας». Αυτό που διαβάζουμε όμως στη συνέχεια είναι το πρόπλασμα ενός κυβερνητικού προγράμματος, ενός κόμματος, διότι τοποθετείται επί σειράς στρατηγικών ζητημάτων με τα οποία μια προγραμματική μετωπική συμφωνία, εκ της φύσεώς της, δεν ασχολείται. Πρόκειται λοιπόν για μετωπικό φορέα, ή για μέτωπο που υποκρύπτει κόμμα, ή για οργανωτικό υβρίδιο; Καλό θα ήταν να αναρωτηθούμε: Υπάρχουν άραγε οι προϋποθέσεις για κάτι περισσότερο από τη συγκρότηση ενιαίου μετώπου; Συμφωνούν άραγε όλες οι οργανώσεις που συμμετέχουν στις απαντήσεις που δίνει η Διακήρυξη στα στρατηγικά ζητήματα;
Ας θυμηθούμε μερικές στρατηγικές διαφορές που δεν επιτρέπουν τη συγκρότηση κόμματος:
Μεταβατικό πρόγραμμα και θεωρία των σταδίων
Υπάρχουν μερικοί από εμάς στο χώρο της ΛΑΕ, και όχι μόνο στον χώρο του Κόκκινου Δικτύου, που θεωρούν ότι η κρίση του καπιταλισμού, επειδή είναι διαρθρωτική, αφορά δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο είναι χτισμένο το σύστημα, μπορεί να λυθεί μόνο με διαρθρωτικά μέτρα, είτε μέτρα της αστικής τάξης κατά των δυνάμεων της εργασίας είτε μέτρα των εργαζόμενων τάξεων κατά του κεφαλαίου. Είναι αδύνατο να παλέψουμε για μια αντικαπιταλιστική έξοδο από την κρίση χωρίς να θίξουμε τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής στην ίδια τη βάση του, δηλαδή στις σχέσεις ιδιοκτησίας, στις σχέσεις παραγωγής και στη διαδικασία αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης. Αυτά σημαίνουν ότι μιλάμε για κοινωνικές τάξεις και ταξικούς αγώνες και ότι δεν θεωρούμε το σοσιαλισμό ένα ιστορικό στάδιο στο βάθος του ορίζοντα, αλλά μια ιστορική τάση ενύπαρκτη στον καπιταλισμό, της οποίας τα ψήγματα είναι παρόντα εδώ και τώρα, και εμείς πρέπει να τους δώσουμε χώρο και διάρκεια για να αναπτυχθούν. Γι’ αυτόν το λόγο θέλουμε ένα μεταβατικό πολιτικό πρόγραμμα χτισμένο ακριβώς επάνω σε αυτήν την αντίληψη, ότι ο σοσιαλισμός είναι ιστορική τάση διαρκώς παρούσα που μας αναθέτει, στην παρούσα ιστορική συγκυρία, το καθήκον να είμαστε πάνω στη ρότα της επανάστασης. Εκεί που θίγονται οι σχέσεις καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, εκεί που αναπτύσσονται δομές αλληλεγγύης χτισμένες πάνω στις αξίες του σοσιαλισμού, εκεί που εμφανίζονται μη καπιταλιστικές μορφές παραγωγής, εκεί που αμφισβητείται η αστική ιδεολογία, στις ιδέες και στα πρακτικά της αποτελέσματα.
Υπάρχουν όμως και άλλοι, φίλοι και σύντροφοι, που θεωρούν ότι αυτά αφορούν ένα μελλοντικό στάδιο της ιστορίας και ότι τώρα αυτό που προέχει είναι να απαλλαγούμε από το μνημόνιο και να αποκαταστήσουμε τις ζημιές που έχει υποστεί ο λαός. Θεωρούν ότι η αναφορά στο σοσιαλισμό πρέπει να έχει μόνο οραματικό χαρακτήρα διότι τώρα οι συνθήκες δεν είναι ώριμες παρά μόνο για ένα πατριωτικό, δημοκρατικό, προοδευτικό, αντιμνημονιακό μέτωπο.
Έχει χρώμα η υποτίμηση του νομίσματος;
Υπάρχουν μερικοί από εμάς που νομίζουν ότι αποτελεί χίμαιρα ο σχεδιασμός μιας υποτίμησης του νομίσματος που θα βασίζεται σε πατριωτικές, προοδευτικές, δημοκρατικές δυνάμεις, διότι η ίδια η υποτίμηση χαράσσει μια διαχωριστική γραμμή ένθεν κακείθεν της οποίας παρατάσσονται, εκ των πραγμάτων, οι αντιτιθέμενες κοινωνικές δυνάμεις που έχουν εισόδημα από εργασία από τη μια και εισόδημα από κέρδη, τόκους και προσόδους (από την υπεραξία δηλαδή) από την άλλη.
Υπάρχουν όμως και άλλοι, φίλοι και σύντροφοι, που νομίζουν ότι η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα και η υποτίμησή του πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο στη στρατηγική της Αριστεράς, και ότι είναι μια υπόθεση της «πατρίδας», της «κοινωνικής πλειοψηφίας» και του «λαού» ‒και για το λόγο αυτόν καλούν σε μέτωπο πατριωτικό, δημοκρατικό, προοδευτικό και αντιμνημονιακό.
Παραγωγική ανασυγκρότηση ή αριστερός ριζοσπαστικός μετασχηματισμός της παραγωγής;
Υπάρχουν μερικοί από εμάς που νομίζουν ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για παραγωγική ανασυγκρότηση χωρίς να μιλάμε για τις παραγωγικές σχέσεις, δηλαδή τις σχέσεις που έχουν οι εργαζόμενοι μεταξύ τους και με «την ιεραρχία» στους χώρους παραγωγής, τις σχέσεις που έχουν με τα μέσα παραγωγής που θέτουν σε κίνηση, το δεσποτισμό του εργοδότη, τη διεύθυνση και τον έλεγχο της εργασίας ‒σε τελευταία ανάλυση δεν μπορούμε να μη μιλάμε για τις σχέσεις ιδιοκτησίας, κυριότητας και νομής.
Υπάρχουν όμως και φίλοι και σύντροφοι που νομίζουν ότι δεν μπορούμε να θίξουμε τώρα τον πυρήνα του συστήματος, δηλαδή τις παραγωγικές σχέσεις, παρά μόνο εάν φροντίσουμε πρώτα να αποκτήσει η χώρα ένα ισχυρό παραγωγικό σύστημα το οποίο θα μπορεί στη συνέχεια να αντέξει τις απαιτήσεις μας για αλλαγές στις κοινωνικές σχέσεις της παραγωγής και στη διανομή του προϊόντος. Η παραγωγική ανασυγκρότηση (δηλαδή η ανασυγκρότηση των παραγωγικών δυνάμεων) εμφανίζεται έτσι ως ένα ιστορικό στάδιο που θα πρέπει να διαβούμε τώρα για να μπορούμε στη συνέχεια να βαδίσουμε προς κοινωνικές αλλαγές.
Ταξικές συμμαχίες: με ποιους θα πας και ποιους θα αφήσεις;
Υπάρχουν μερικοί από εμάς που νομίζουν ότι η αστική τάξη και οι σύμμαχοί της δεν είναι μια χούφτα άνθρωποι. Είναι ένα ολόκληρο «Μένουμε Ευρώπη» που αντιπαρατίθεται στο κοινωνικό μπλοκ του ΟΧΙ, στις υποτελείς κοινωνικές τάξεις, στους μισθωτούς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τους άνεργους, τους πρεκάριους, τους φτωχούς, τη νεολαία που δεν έχει άλλο να πουλήσει εκτός από την εργασιακή της δύναμη.
Υπάρχουν όμως και φίλοι και σύντροφοι που νομίζουν ότι ο λαός, η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία που περιλαμβάνει και τη μικρή και μεσαία αστική τάξη (μικρομεσαίες επιχειρήσεις), αποτελεί το κοινωνικό υποκείμενο της προόδου, της δημοκρατίας, του πατριωτισμού, ενώ στο αντίπαλο στρατόπεδο βρίσκεται μια δράκα ανθρώπων, η πλουτοκρατία, η ολιγαρχία που συμμαχεί με τον ιμπεριαλισμό και ευθύνεται για την εθνική υποτέλεια και την εξάρτηση.
Χτυπάμε μαζί, αλλά μπορούμε να βαδίζουμε μαζί;
Αυτές και άλλες τόσες είναι οι διαφορές στα στρατηγικά ζητήματα στους κόλπους της ΛΑΕ. Υπάρχουν πράγματα που συντίθενται και πράγματα που δεν συντίθενται ‒και τέτοιες είναι οι διαφορές αυτές.
Αυτό που ωστόσο είναι εφικτό στην παρούσα συγκυρία είναι η οργάνωση του μετώπου της αντιμνημονιακής Ριζοσπαστικής Αριστεράς, με τη συμμετοχή όλων των οργανώσεων, καθεμιάς με τη δική της ξεχωριστή αντίληψη για τα στρατηγικά ζητήματα ‒διότι σε ένα μέτωπο, σε ένα αριστερό αντιμνημονιακό μέτωπο, δεν θα χρειαστεί να λύσουμε τα μεγάλα ζητήματα της στρατηγικής. Θα χρειαστεί να απαντήσουμε σε ερωτήματα που αφορούν τα άμεσα καθήκοντα που υπαγορεύουν τώρα οι κοινωνικές αντιθέσεις: με άλλα λόγια, χρειαζόμαστε μια μετωπική προγραμματική συμφωνία, όπου θα συμφωνήσουμε όλοι σε πέντε βασικές αρχές και δεκαπέντε, είκοσι, σε όσες θέλετε, αντιμνημονιακές δράσεις.
Βαδίζουμε ξεχωριστά, χτυπάμε μαζί! Η δημιουργία ενός μετώπου που υποκρύπτει κόμμα, η συγκρότηση ενός υβριδίου τύπου ΣΥΡΙΖΑ, όπου οι ρόλοι θα συγχέονται και όλοι θα συνυπάρχουν μέσα στην οργανωτική δημιουργική ασάφεια, και όπου οι διαφορές θα λύνονται με τροπολογίες στην άποψη της πλειοψηφίας, θα οδηγήσει αναγκαστικά στην πολυδιάσπαση, την παρακμή και το μαρασμό ‒που θα παρασύρει και καθεμία ξεχωριστά τις συνιστώσες της ΛΑΕ.