Όταν η ροζβαθυμπλέ συγκυβέρνηση κάνει σημαία της τον εθνικισμό της αιώνιας θυματοποίησης και τη διαστρέβλωση της ιστορίας.

Σύμφωνα με τα εγκυρότερα λεξικά της νέας, ελληνικής γλώσσας, το ρήμα οικειοποιούμαι σημαίνει κάνω κάτι ξένο δικό μου, αποκτώ κάτι που δεν μου ανήκει. Τα παράγωγα της λέξης, πχ το ουσιαστικό οικειοποίηση, αποτυπώνουν την ενέργεια του να κάνεις κάτι ξένο δικό σου.

Και τώρα περνάμε στα γεγονότα, ξεκινώντας με μια ρητορική ερώτηση : Μπορεί κανείς ποτέ στα σοβαρά, με εξαίρεση κάποιους ιστορικούς «αναθεωρητές» (για να μην αναφερθούμε στους αρνητές…) της (επικίνδυνης) πλάκας, που κρύβουν ελάχιστα την ροπή τους στη «νοσταλγία» του ναζισμού ή το ξέπλυμα της φασιστικής απειλής στην Ευρώπη σε ενεστώτα χρόνο, να υποστηρίξει ότι οι Εβραίοι έχουν «οικειοποιηθεί» το Ολοκαύτωμα; Ότι το Ολοκαύτωμα, η βιομηχανικής κλίμακας εξόντωση τόσων εκατοντάδων χιλιάδων στο Άουσβιτς, το Νταχάου, το Μπέργκεν - Μπέλζεν, είναι κάτι «ξένο» προς τους Εβραίους, ότι «ανήκει» σε άλλους;

Μπορεί ενδεχομένως να υποστηρίξει ότι πτυχές των θηριωδιών των ναζί έμειναν για καιρό στην αφάνεια ή επισκιάστηκαν από τη διεθνή κινητοποίηση των Εβραίων μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, προκειμένου αφενός να ανευρεθούν, να καταδικαστούν και να τιμωρηθούν οι ενορχηστρωτές, οι πρωτεργάτες, τα εκτελεστικά όργανα αυτού του διεθνούς, ποινικού εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας και αφετέρου να μην πέσει στη λήθη αυτή η ανείπωτη τραγωδία. Μπορεί δηλαδή να υπενθυμίζει σε κάθε ευκαιρία, χωρίς να παραχαράσσει με τρόπο προκλητικό και ανοίκειο την ιστορία και τα γεγονότα, ότι δίπλα στα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα των εβραϊκών κοινοτήτων της Ευρώπης, θανατώθηκαν ομοφυλόφιλοι, αιχμάλωτοι πολέμου, κυρίως Ρώσοι και Πολωνοί, τσιγγάνοι, πολιτικοί κρατούμενοι, άτομα με κάθε είδους σωματική και ψυχική αναπηρία – εξάλλου από τα τελευταία ξεκίνησαν και οι δοκιμαστικές μέθοδοι μαζικής εξόντωσης ανεπιθύμητων για το ναζιστικό καθεστώς «υπανθρώπων», μέσα στα γερμανικά ψυχιατρεία και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Γ’ Ράιχ, ήδη στα τέλη του 1940. Αλλά η Τελική Λύση (Endloesung), που ήταν ο πυρήνας του Ολοκαυτώματος, αφορούσε αποκλειστικά στους Εβραίους της Ευρώπης – και αν ολοκληρωνόταν το «όραμα» του Χίτλερ για μια ναζιστική τάξη πραγμάτων σε όλη την υφήλιο, αυτή η Τελική Λύση θα επεκτεινόταν σε ολόκληρο τον κόσμο.

Βρέθηκε όμως υπουργός της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να υποστηρίξει ότι οι Εβραίοι έχουν οικειοποιηθεί το Ολοκαύτωμα! Και όχι μόνο αυτό, αλλά σε διευκρινιστική του ανακοίνωση κάνει λόγο για «διαστρέβλωση» των όσων είπε. Ο υπουργός αυτός είναι ο (υποτίθεται Παιδείας…) Θεοδόσης Πελεγρίνης, η ομιλία του στη Βουλή αφορούσε στην Ημέρα Μνήμης της Μικρασιατικής Καταστροφής και της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας (θα επανέλθουμε σε αυτό) και δεν θα παρέθετα ολόκληρο το κείμενο της ομιλίας του, από τον ιστότοπο του υπουργείου Παιδείας, αν ο Πελεγρίνης δεν έκανε το διπλό ατόπημα να επικαλεστεί «κακόβουλα δημοσιεύματα», «αμερόληπτους αναγνώστες» και «εκ παραδρομής χρήση του όρου ‘’οικειοποίηση’’», προχωρώντας και σε μια αναδρομική λαθροχειρία πρώτου μεγέθους .

Καταρχάς το ντοκουμέντο της ομιλίας Πελεγρίνη, αυτούσιο από τον ιστότοπο του υπουργείου Παιδείας, όπου αναδρομικά έχει αντικατασταθεί η λέξη «οικειοποίηση» με τη λέξη «ανάδειξη», μια πρωτοφανής λαθροχειρία, η οποία όμως αποκαλύπτεται στην τελευταία παράγραφο, όταν καλεί σύσσωμο τον Ελληνισμό, να ακολουθήσει το παράδειγμα των Εβραίων και να… οικειοποιηθεί διαχρονικά την έννοια της Καταστροφής (και μάλιστα από… την Αρχαιότητα!) : Με την συνθήκη της Λωζάννης, στις 24 Ιουλίου 1923, υπεγράφη η ληξιαρχική πράξη της Μικρασιατικής Καταστροφής, της μεγαλύτερης τραγωδίας του νεοελληνικού κράτους. Δεν είναι μόνο οι 50.000 νεκροί, οι 75.000 τραυματίες πολέμου και οι πάνω από 1.500.000 Έλληνες πρόσφυγες από την Μικρά Ασία στην καθημαγμένη Ελλάδα –αριθμοί εξαιρετικά μεγάλοι για την Ελλάδα των περίπου 6.000.000 κατοίκων– όπου αποτυπώνεται το βαρύ τίμημα της Μικρασιατικής Καταστροφής. Είναι, κυρίως, το –άκρως σημαντικό τόσο από συμβολικής όσο και από ουσιαστικής πλευράς– γεγονός ότι για πρώτη φορά ο ελληνισμός στην πολυαίωνη ιστορία του υποχρεώθηκε να περιοριστεί στην μια πλευρά του Αιγαίου που δηλώνει το μέγεθος της μεγάλης τραγωδίας.

                                   

Ο ελληνισμός, βέβαια, κατόρθωσε, όσο δυσβάσταχτο κι αν ήταν το άχθος της εθνικής αυτής τραγωδίας, να το σηκώσει και να προχωρήσει. Κι αυτή, ασφαλώς, δεν είναι η μοναδική φορά που ο ελληνισμός πετυχαίνει να επιβιώσει μέσα από την καταστροφή. Το αντίθετο, μάλιστα. Αλλεπάλληλες ήταν οι καταστροφές –άλλοτε μεγαλύτερες κι άλλοτε μικρότερες, είτε από δικές του αστοχίες είτε εκ της επιβουλής άλλων είτε από συνδυασμό δικών του λαθών και επιθέσεων άλλων– τις οποίες χρειάστηκε ο ελληνισμός να αντιμετωπίσει. Κι αυτήν την δύναμη της επιβίωσής του ο ελληνισμός την οφείλει, πρωτίστως, στον πολιτισμό του –έναν πολιτισμό τέτοιας εμβέλειας, ώστε για την στήριξή του να μην απαιτείται η παρουσία των φυσικών του φορέων.

Το 31 π.Χ., μετά την μάχη του Ακτίου, καταλύεται το ελληνικό κράτος. Στον χάρτη δεν υπάρχει πουθενά πλέον ελληνικό κράτος. Υπάρχουν διαδοχικά η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η βυζαντινή αυτοκρατορία, η οθωμανική αυτοκρατορία. Μόλις τον 19ο αιώνα, με την επανάσταση του 1821, δημιουργείται πάλι το ελληνικό κράτος. Όλους αυτούς τους αιώνες, όμως, ο ελληνικός πολιτισμός, παρά την απουσία των φυσικών φορέων του από τον χάρτη, συνεχίζει απρόσκοπτα το ταξίδι του στην ιστορία –όχι σαν ένα επίτευγμα απλώς στο παρελθόν, σαν ένα απολίθωμα της ιστορίας, αλλά ως μια δημιουργική δύναμη, ικανή να γονιμοποιήσει άλλους πολιτισμούς –τον ιταλικό, τον γαλλικό, τον γερμανικό, τον αγγλικό, με δυο λέξεις τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και, ακόμη γενικότερα, τον δυτικό πολιτισμό – έτσι, ώστε δικαίως να θεωρείται ο ελληνικός πολιτισμός ως η κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού.

Η σημερινή ημέρα μνήμης, που ορίστηκε ύστερα από απόφαση της Βουλής, μας δίνει ασφαλώς την ευκαιρία να θυμόμαστε, εξ αφορμής της μικρασιατικής τραγωδίας, τις αλλεπάλληλες καταστροφές που υπέστη ο ελληνισμός. Αυτοί είμαστε: ένας λαός που η μοίρα του είναι συνυφασμένη με καταστροφές, μέσα από τις οποίες, παρόλα αυτά, κατορθώσαμε να επιβιώσομε. Τούτο, βέβαια, δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε μοιρολάτρες, να περιμένομε, παραμένοντας αδρανείς, την επόμενη καταστροφή, ούτε, αυτοϊκανοποιούμενοι, να εφησυχάζομε ότι, αφού τα καταφέραμε στο παρελθόν, θα τα καταφέρομε και στο μέλλον. Εκείνο που συνέβη στο παρελθόν δεν σημαίνει ότι θα επαναληφθεί και στο μέλλον. Αυστηρή νομοτέλεια δεν υπάρχει και στην φύση ακόμη, όπως μπορεί να το διαπιστώσει κανείς από τις συνεχείς ανατροπές των νόμων της φύσης, οι οποίες αποτυπώνονται στην ιστορία της επιστήμης.

Το μέλλον χάσκει μπροστά μας, έτοιμο να μας καταπιεί, αν δεν φροντίσουμε εντωμεταξύ να λάβουμε τα μέτρα μας για αντιμετωπίσουμε την καταστροφή, που –ποιος μπορεί να το αποκλείσει ότι –είναι ενδεχόμενο να επέλθει. Ας σκεφτούμε, λοιπόν –μην εφησυχάζοντας– το παράδειγμα του εβραϊκού λαού.

Όσο κι αν το ολοκαύτωμα παραπέμπει, γενικώς, στον διωγμό και στην γενοκτονία που επιχειρεί κάποιο κράτος ή καθεστώς εναντίον εθνικών, θρησκευτικών, κοινωνικών ή πολιτικών ομάδων, που δρουν στους κόλπους ενός λαού, οι Εβραίοι πέτυχαν να ταυτίσουν το ολοκαύτωμα προς την τραγική μοίρα του έθνους των, προκειμένου να αναδείξουν τα εγκλήματα του ναζιστικού καθεστώτος εις βάρος των, με απώτερο στόχο να προκαλέσουν την οργή εναντίoν εκείνων που εγκλημάτησαν κατά της εθνικής των υπόστασης και την συμπάθεια του πολιτισμένου κόσμου για όσα υπέστησαν. Με υπομονή και επιμονή εξασφάλισαν την ανάδειξη του ολοκαυτώματος έτσι, ώστε να διεκδικήσουν την δικαίωσή τους.

Με ανάλογο τρόπο, ίσως, θα μπορούσαμε, κι εμείς, να αναδείξουμε την καταστροφή, σταθερό παρακολούθημα της ιστορίας του ελληνισμού. Επειδή πρόκειται δε για την διαμόρφωση μιας νοοτροπίας και, ως εκ τούτου, αποτελεί ζήτημα παιδείας, η προσήκουσα εκστρατεία θα ήταν σκόπιμο, ίσως, να αναληφθεί, σε πρώτη φάση, από τις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης –από το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας, την Ακαδημία Αθηνών, και τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα Πανεπιστήμια, έως τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Ο όρος καταστροφή –ίδιος στις λατινογενείς γλώσσες: στα αγγλικά catastrophe, στα γαλλικά catastrophe, στα γερμανικά Katastrophe, στα ιταλικά catastrofe, στα ισπανικά catástrofe– μπορεί να συντελέσει στην ευρεία εξάπλωση της  ανάδειξής του εκ μέρους μας.

Μέσα στο κλίμα συμπάθειας, που ήθελε διαμορφωθεί από την συσχέτιση του ελληνισμού προς την καταστροφή, ενδεχομένως η διεκδίκηση αποζημιώσεων για όσα υπέστημεν εξ υπαιτιότητος άλλων να μπορεί να καταστεί αποτελεσματική. Να δειχθεί ότι η διεκδίκηση αυτή είναι αίτημα αποκατάστασης του δικαίου, και όχι ζήτημα αντιπαράθεσης προς αυτόν ή εκείνον τον λαό.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προτεινόμενη οικειοποίηση της καταστροφής από τον ελληνισμό θα χρειαστεί χρόνο, για να επιτευχθεί το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Είναι δείγμα σωφροσύνης, όμως, να περιμένεις προετοιμαζόμενος παρά να σπεύδεις ανέτοιμος.

Εδώ, το ίδιο κείμενο, από τα πρακτικά της Βουλής : «Με την συνθήκη της Λωζάννης, στις 24 Ιουλίου 1923, υπεγράφη η ληξιαρχική πράξη της Μικρασιατικής Καταστροφής, της μεγαλύτερης τραγωδίας του νεοελληνικού κράτους. Δεν είναι μόνο οι 50.000 νεκροί, οι 75.000 τραυματίες πολέμου και οι πάνω από 1.500.000 Έλληνες πρόσφυγες από την Μικρά Ασία στην καθημαγμένη Ελλάδα –αριθμοί εξαιρετικά μεγάλοι για την Ελλάδα των περίπου 6.000.000 κατοίκων– όπου αποτυπώνεται το βαρύ τίμημα της Μικρασιατικής Καταστροφής. Είναι, κυρίως, το –άκρως σημαντικό τόσο από συμβολικής όσο και από ουσιαστικής πλευράς– γεγονός ότι για πρώτη φορά ο ελληνισμός στην πολυαίωνη ιστορία του υποχρεώθηκε να περιοριστεί στην μια πλευρά του Αιγαίου που δηλώνει το μέγεθος της μεγάλης τραγωδίας.

»Ο ελληνισμός, βέβαια, κατόρθωσε, όσο δυσβάσταχτο κι αν ήταν το άχθος της εθνικής αυτής τραγωδίας, να το σηκώσει και να προχωρήσει. Κι αυτή, ασφαλώς, δεν είναι η μοναδική φορά που ο ελληνισμός πετυχαίνει να επιβιώσει μέσα από την καταστροφή. Το αντίθετο, μάλιστα. Αλλεπάλληλες ήταν οι καταστροφές –άλλοτε μεγαλύτερες κι άλλοτε μικρότερες, είτε από δικές του αστοχίες είτε εκ της επιβουλής άλλων είτε από συνδυασμό δικών του λαθών και επιθέσεων άλλων– τις οποίες χρειάστηκε ο ελληνισμός να αντιμετωπίσει. Κι αυτήν την δύναμη της επιβίωσής του ο ελληνισμός την οφείλει, πρωτίστως, στον πολιτισμό του –έναν πολιτισμό τέτοιας εμβέλειας, ώστε για την στήριξή του να μην απαιτείται η παρουσία των φυσικών του φορέων.

»Το 31 π.Χ., μετά την μάχη του Ακτίου, καταλύεται το ελληνικό κράτος. Στον χάρτη δεν υπάρχει πουθενά πλέον ελληνικό κράτος. Υπάρχουν διαδοχικά η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η βυζαντινή αυτοκρατορία, η οθωμανική αυτοκρατορία. Μόλις τον 19ο αιώνα, με την επανάσταση του 1821, δημιουργείται πάλι το ελληνικό κράτος. Όλους αυτούς τους αιώνες, όμως, ο ελληνικός πολιτισμός, παρά την απουσία των φυσικών φορέων του από τον χάρτη, συνεχίζει απρόσκοπτα το ταξίδι του στην ιστορία –όχι σαν ένα επίτευγμα απλώς στο παρελθόν, σαν ένα απολίθωμα της ιστορίας, αλλά ως μια δημιουργική δύναμη, ικανή να γονιμοποιήσει άλλους πολιτισμούς –τον ιταλικό, τον γαλλικό, τον γερμανικό, τον αγγλικό, με δυο λέξεις τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και, ακόμη γενικότερα, τον δυτικό πολιτισμό – έτσι, ώστε δικαίως να θεωρείται ο ελληνικός πολιτισμός ως η κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού.

»Η σημερινή ημέρα μνήμης, που ορίστηκε ύστερα από απόφαση της Βουλής, μας δίνει ασφαλώς την ευκαιρία να θυμόμαστε, εξ αφορμής της μικρασιατικής τραγωδίας, τις αλλεπάλληλες καταστροφές που υπέστη ο ελληνισμός. Αυτοί είμαστε: ένας λαός που η μοίρα του είναι συνυφασμένη με καταστροφές, μέσα από τις οποίες, παρόλα αυτά, κατορθώσαμε να επιβιώσομε. Τούτο, βέβαια, δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε μοιρολάτρες, να περιμένομε, παραμένοντας αδρανείς, την επόμενη καταστροφή, ούτε, αυτοϊκανοποιούμενοι, να εφησυχάζομε ότι, αφού τα καταφέραμε στο παρελθόν, θα τα καταφέρομε και στο μέλλον. Εκείνο που συνέβη στο παρελθόν δεν σημαίνει ότι θα επαναληφθεί και στο μέλλον. Αυστηρή νομοτέλεια δεν υπάρχει και στην φύση ακόμη, όπως μπορεί να το διαπιστώσει κανείς από τις συνεχείς ανατροπές των νόμων της φύσης, οι οποίες αποτυπώνονται στην ιστορία της επιστήμης.

»Το μέλλον χάσκει μπροστά μας, έτοιμο να μας καταπιεί, αν δεν φροντίσουμε εντωμεταξύ να λάβουμε τα μέτρα μας για αντιμετωπίσουμε την καταστροφή, που –ποιος μπορεί να το αποκλείσει ότι –είναι ενδεχόμενο να επέλθει. Ας σκεφτούμε, λοιπόν –μην εφησυχάζοντας– το παράδειγμα του εβραϊκού λαού.

»Όσο κι αν το ολοκαύτωμα παραπέμπει, γενικώς, στον διωγμό και στην γενοκτονία που επιχειρεί κάποιο κράτος ή καθεστώς εναντίον εθνικών, θρησκευτικών, κοινωνικών ή πολιτικών ομάδων, που δρουν στους κόλπους ενός λαού, οι Εβραίοι πέτυχαν να ταυτίσουν το ολοκαύτωμα προς την τραγική μοίρα του έθνους των, προκειμένου να αναδείξουν τα εγκλήματα του ναζιστικού καθεστώτος εις βάρος των, με απώτερο στόχο να προκαλέσουν την οργή εναντίoν εκείνων που εγκλημάτησαν κατά της εθνικής των υπόστασης και την συμπάθεια του πολιτισμένου κόσμου για όσα υπέστησαν. Με υπομονή και επιμονή εξασφάλισαν την οικειοποίηση του ολοκαυτώματος έτσι, ώστε να διεκδικήσουν την δικαίωσή τους.

»Με ανάλογο τρόπο, ίσως, θα μπορούσαμε, κι εμείς, να οικειοποιηθούμε την καταστροφή, σταθερό παρακολούθημα της ιστορίας του ελληνισμού. Επειδή πρόκειται δε για την διαμόρφωση μιας νοοτροπίας και, ως εκ τούτου, αποτελεί ζήτημα παιδείας, η προσήκουσα εκστρατεία θα ήταν σκόπιμο, ίσως, να αναληφθεί, σε πρώτη φάση, από τις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης –από το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας, την Ακαδημία Αθηνών, και τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα Πανεπιστήμια, έως τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Ο όρος καταστροφή –ίδιος στις λατινογενείς γλώσσες: στα αγγλικά catastrophe, στα γαλλικά catastrophe, στα γερμανικά Katastrophe, στα ιταλικά catastrofe, στα ισπανικά catastrofe– μπορεί να συντελέσει στην ευρεία εξάπλωση της οικειοπoίησης του εκ μέρους μας.

»Μέσα στο κλίμα συμπάθειας, που ήθελε διαμορφωθεί από την συσχέτιση του ελληνισμού προς την καταστροφή, ενδεχομένως η διεκδίκηση αποζημιώσεων για όσα υπέστημεν εξ υπαιτιότητος άλλων να μπορεί να καταστεί αποτελεσματική. Να δειχθεί ότι η διεκδίκηση αυτή είναι αίτημα αποκατάστασης του δικαίου, και όχι ζήτημα αντιπαράθεσης προς αυτόν ή εκείνον τον λαό.

»Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προτεινόμενη οικειοποίηση της καταστροφής από τον ελληνισμό θα χρειαστεί χρόνο, για να επιτευχθεί το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Είναι δείγμα σωφροσύνης, όμως, να περιμένεις προετοιμαζόμενος παρά να σπεύδεις ανέτοιμος.»

Και εδώ, η διορθωτική (άστα να πάνε!) δήλωση Πελεγρίνη για όσα απίστευτα είπε στη Βουλή, από τον ιστότοπο του υπουργείου Παιδείας :  Ο Υφυπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Θεοδόσης Πελεγρίνης έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Εξ αφορμής κακόβουλων δημοσιευμάτων, στα οποία διαστρεβλώθηκε η αναφορά μου στον εβραϊκό λαό κατά την ομιλία μου στην ολομέλεια της Βουλής στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, δηλώνω κατηγορηματικά ότι στην συγκεκριμένη περικοπή της ομιλίας μου, εξέφρασα τον σεβασμό και την συμπάθεια μου προς τον εβραϊκό λαό για τις διώξεις που υπέστη από τους ναζί, όπως κάθε αμερόληπτος αναγνώστης μπορεί να διαπιστώσει αν ανατρέξει στο ίδιο το κείμενο μου.

Η εκ παραδρομής χρήση της λέξης «οικειοποίηση», αντί της λέξης «ανάδειξη», δεν αλλοιώνει το νόημα των όσων υποστήριξα από το βήμα της Βουλής».

Πέρα από την απίστευτη αναφορά στο Ολοκαύτωμα – η οποία βέβαια δεν έχει υποστεί καμία… διαστρέβλωση από κανέναν «κακόβουλο» - δεν ξέρω τι να πρωτοθαυμάσει κανείς στην ομιλία του κατά τα άλλα υφυπουργού Παιδείας!;

Την ανιστόρητη χρήση εννοιών της νεωτερικότητας όπως κράτος και έθνος, για να περιγραφεί και να στοιχειοθετηθεί το εθνικιστικό αφήγημα της αιώνιας θυματοποίησης και της άσπιλης αθωότητας του «περιούσιου» Ελληνισμού, από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας;

Την εξίσου ανιστόρητη και αντεπιστημονική χρήση εννοιών όπως είναι εκείνος της γενοκτονίας, που εισήγαγε στον δημόσιο και τον επιστημονικό λόγο μόλις το 1944, η εβραϊκή, νομική κοινότητα, προκειμένου να περιγραφεί το νέο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, ανιστόρητη και αντεπιστημονική και βαθιά προβληματική κατάσταση που ταλαιπωρεί πια όχι μόνο την ιστορική έρευνα, το διεθνές, ποινικό δίκαιο, αλλά και την εγχώρια νομοθεσία, καθώς μέσα στη γενικότερη, αναδρομική «γενοκτονολαγνεία» που ταλανίζει τη Βαλκανική Χερσόνησο μετά τη δεκαετία του 1990 (ας θυμηθούμε και τη γείτονα Αλβανία με τη «γενοκτονία των Τσάμηδων»), το ελληνικό Κοινοβούλιο έχει προχωρήσει στη νομοθέτηση της αναγνώρισης (και συνάμα την ποινικοποίηση της άρνησης…) της «γενοκτονίας των Ποντίων» και των «Ελλήνων της Μικράς Ασίας»;

Την έμμεση, κωμικοτραγική προτροπή να αναζητηθούν ευθύνες και ενδεχομένως αποζημιώσεις ακόμη και από την εποχή της… ρωμαϊκής κατάκτησης, την πτώση της Κορίνθου στις λεγεώνες του Μόμμιου ή την ναυμαχία στο Άκτιο; Από ποιους θα διεκδικήσουμε τις… αποζημιώσεις αυτές, κύριε υπουργέ; Από τον… φίλο σύμμαχο του Νότου, Ματτέο Ρέντσι;

Από την… Βυζαντινή Αυτοκρατορία, που και αυτή, πάντα κατά τον Πελεγρίνη και όπως έχετε ήδη διαβάσει, «κατέλυσε το ελληνικό κράτος», ποιος θα υποχρεωθεί να αποζημιώσει τον ελληνισμό; Οι… μονές του Αγίου Όρους, ως κατάλοιπο εκείνων των αιώνων;

Την επικίνδυνη προοπτική μιας έμμεσης αμφισβήτησης διά χειλέων Πελεγρίνη της Συνθήκης της Λωζάννης, που έχει κλείσει, μεταξύ άλλων και το θέμα των εκατέρωθεν αποζημιώσεων με την Τουρκία πάνω στα ερείπια της μικρασιατικής, πολεμικής αναμέτρησης των δύο κρατών; Έως σήμερα γνωρίζαμε ότι τη Λωζάννη αμφισβητούσαν, προσπαθώντας να εξυπηρετήσουν τη δική τους ατζέντα, άλλοτε πιο έντονα και άλλοτε πιο ήπια, συγκεκριμένοι και περιθωριακοί, εθνικιστικοί κύκλοι της γείτονος, τώρα αφήνει υπονοούμενα επανεξέτασης της και υπουργός ελληνικής κυβέρνησης;  

Την ψευδοϊστορική συμπύκνωση της πορείας του ελληνισμού, σε μια μόνιμη κατάσταση Καταστροφής, «σταθερό παρακολούθημα», όπως το χαρακτηρίζει ο υπουργός δήθεν Παιδείας, προκειμένου να κινητοποιηθούν οι βαθμίδες όλης της εκπαίδευσης, ώστε «να οικειοποιηθούμε την καταστροφή» και να «διαμορφώσουμε μια νοοτροπία», προφανώς πρώτα στην ελληνική κοινωνία και κατόπιν τη διεθνή κοινότητα; Την εξίσου άθλια αναφορά για δήθεν «απουσία των φυσικών φορέων του ελληνικού πολιτισμού» από τον χάρτη, μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση, επειδή στο ταραγμένο μυαλό διαφόρων «Πελεγρίνηδων», που τελούν σε πλήρη σύγχυση, πολιτισμός και συνέχεια αυτού υπάρχει μόνο όπου οικοδομείται, με αναδρομικές, αντεπιστημονικές αναγνώσεις, νεωτερική, εθνοκρατική οντότητα; 

Όσον αφορά στην ελληνική κοινωνία, το… έργο της διαμόρφωσης μιας συγκεκριμένης νοοτροπίας αιώνιου ουραγού, θύματος και «καρπαζοεισπράκτορα», συντελείται εδώ και καιρό και από το ελληνικό σχολείο, δυστυχώς. Πάντα ο Έλληνας είναι καταδιωκόμενος και θύμα, ποτέ θύτης, ποτέ διώκτης, πότε εγκληματίας – και αυτό δείχνει και το τεράστιο έλλειμμα επίσημης, ιστορικής παιδείας και για όσα πραγματικά συνέβησαν για παράδειγμα στον Μικρασιατικό Πόλεμο (για να μην αναφερθούμε στις ευθύνες της ελληνικής, κατοχικής πολιτείας και την εκτεταμένη συνεργασία χριστιανών Ελλήνων με τις ναζιστικές αρχές, στην εξόντωση, για παράδειγμα, των Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης και των Ιωαννίνων, ευθύνες που ακόμη δεν έχουν αποδοθεί και κυρίως αναγνωριστεί από το επίσημο κράτος, στον βαθμό που θα έπρεπε)…

Όσον αφορά στη διεθνή κοινότητα, μια τέτοια επιχείρηση «οικειοποίησης της καταστροφής», από τους ίδιους «φορείς πολιτισμού», που κομπορρημονούν για το πόσο… μοναδικοί και… αξεπέραστοι είναι από την εποχή που έχτιζαν Παρθενώνες και οι «άλλοι» δήθεν έτρωγαν βελανίδια ή από την εποχή που ο Αλέξανδρος έφτανε στον Υδάσπη και οι «άλλοι» ήταν πάνω στα δένδρα, δεν ξέρω τι θα προκαλέσει πρώτα, τα γέλια ή τα ακόμη πιο τρανταχτά γέλια;

Αλλά, τέτοιες δημόσιες τοποθετήσεις, αναφορές και προτροπές δεν είναι δυστυχώς για γέλια – είναι επικίνδυνες. Ρίχνουν νερό στον μύλο του τυφλού εθνικιστικού πάθους και των κατασκευασμένων ψευδοϊστορικών αναγνώσεων και μύθων, που τόσο πολύ πλήρωσε ο Ελληνισμός – για να περιοριστώ στο σωστό πλαίσιο της νεωτερικότητας - στον 20ο αιώνα, είτε στη Μικρασία, είτε στον Εμφύλιο, είτε στην Κύπρο. Δεν νομίζω ότι νοσταλγεί κανείς τέτοιες τραγωδίες, όταν συντηρεί τον βασικό εθνικιστικό μύθο της νεότερης Ελλάδας, τον μύθο του, αιώνια, αθώου θύματος, των μηχανορραφιών και των συνωμοσιών των… «άλλων». Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτός που κάνει τέτοια ομιλία στο ελληνικό Κοινοβούλιο δεν μπορεί να συνεχίσει να κατέχει τη θέση ενός υφυπουργού Παιδείας.

Ετικέτες