Ο δρόμος της Αριστεράς περνά μέσα από τα δύσβατα μονοπάτια της εργατικής ανάταξης.

Δεν μπο­ρεί κα­νείς να μην νοιώ­θει ανεί­πω­τη χαρά με την ερ­γα­τι­κή και νε­ο­λαι­ί­στι­κη εξέ­γερ­ση που πραγ­μα­το­ποιεί­ται εδώ και ένα τρί­μη­νο στη γαλ­λι­κή κοι­νω­νία, και που οδεύ­ει προς την πα­ρα­πέ­ρα κλι­μά­κω­ση των απερ­για­κών κι­νη­το­ποι­ή­σε­ων μέσα στον Ιού­νιο. Το ση­με­ρι­νό κί­νη­μα με την δυ­να­μι­κή που ανα­δει­κνύ­ει σε τί­πο­τα πλέον δεν υπο­λεί­πε­ται της λαϊ­κής εξέ­γερ­σης του Μάη του 1968. Με μια αξιο­θαύ­μα­στη επι­μο­νή, που φέρ­νει στο νου τις πιο γνή­σιες επα­να­στα­τι­κές πα­ρα­δό­σεις, πα­ρό­λο που οι δρό­μοι των γαλ­λι­κών πό­λε­ων έχουν κα­λυ­φθεί από τα δα­κρυ­γό­να των CRS, και που εφαρ­μό­ζε­ται μια ανεί­πω­τη αστυ­νο­μι­κή βία απέ­να­ντι στους δια­δη­λω­τές. Κι’ όλα αυτά όταν το αντι­κεί­με­νο αυτών των κι­νη­το­ποι­ή­σε­ων είναι η κα­τάρ­γη­ση της αντι­δρα­στι­κής με­ταρ­ρύθ­μι­σης του Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας με το νο­μο­σχέ­διο της Μι­ριάμ Ελ Κομρί της κυ­βέρ­νη­σης του σο­σιαλ­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού (υπε­ρί­σχυ­ση ατο­μι­κών – επι­χει­ρη­σια­κών συμ­βά­σε­ων ένα­ντι των κλα­δι­κών, διευ­κό­λυν­ση των απο­λύ­σε­ων και της ερ­γα­σια­κής ευ­ε­λι­ξί­ας κλπ.), μέτρα σκλη­ρά αλλά πολύ ηπιό­τε­ρα από τα μνη­μο­νια­κά μέτρα των δύο τε­λευ­ταί­ων νόμων της κυ­βέρ­νη­σης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

          Δεν μπο­ρού­με ταυ­τό­χρο­να να μην θλι­βό­μα­στε όταν στο αντί­στοι­χο τε­λευ­ταίο τρί­μη­νο αυτής της Άνοι­ξης 2016, με την εξαί­ρε­ση των πε­ριο­ρι­σμέ­νων πο­λι­τι­κών και κοι­νω­νι­κών δυ­νά­με­ων της ρι­ζο­σπα­στι­κής αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς (ΛΑΕ, ΑΝΤΑΡ­ΣΥΑ), το θε­σμι­κό συν­δι­κα­λι­στι­κό κί­νη­μα και η Αρι­στε­ρά του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ, μπρο­στά σε με­ταλ­λα­γές πολ­λα­πλά­σια χει­ρό­τε­ρες (άμεση και έμ­με­ση φο­ρο­λο­γία, ασφα­λι­στι­κό, σα­ρω­τι­κές απο­κρα­τι­κο­ποι­ή­σεις κλπ.), ήταν βυ­θι­σμέ­νοι στην ολο­σχε­ρή αδρά­νεια, με απου­σία απερ­για­κών κι­νη­το­ποι­ή­σε­ων και «κομ­μα­τι­κές πα­ρε­λά­σεις» εντε­λώς ακίν­δυ­νου χα­ρα­κτή­ρα. Φαί­νε­ται εντε­λώς κα­θα­ρά ότι δεν είναι στρα­βός ο γυα­λός, αλλά στρα­βά αρ­με­νί­ζουν τα πλοία της ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ και του ΠΑΜΕ. Έτσι χρειά­ζε­ται να δούμε ανα­λυ­τι­κά και κρι­τι­κά την δική μας κι­νη­μα­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, έχο­ντας πλέον ως πηγή έμπνευ­σης και την γαλ­λι­κή ερ­γα­τι­κή και νε­ο­λαι­ί­στι­κη εξέ­γερ­ση του Μάη 2016, που ανε­ξάρ­τη­τα από την εξέ­λι­ξή της, έχει ήδη κα­τα­γρά­ψει ισχυ­ρές πα­ρα­κα­τα­θή­κες για την μελ­λο­ντι­κή πο­ρεία του ευ­ρω­παϊ­κού ερ­γα­τι­κού και αρι­στε­ρού κι­νή­μα­τος.

Όταν δεν δί­νεις μια μάχη είναι πολύ χει­ρό­τε­ρα

από το να την δί­νεις και να γνω­ρί­ζεις την ήττα

Απο­τε­λεί μο­να­δι­κή ιστο­ρι­κή πρω­το­τυ­πία το γε­γο­νός ότι μέσα σε διά­στη­μα ενός σχε­δόν δε­κα­πεν­θη­μέ­ρου, μια κυ­βέρ­νη­ση που εξε­λέ­γη μά­λι­στα στο όνομα της Αρι­στε­ράς και της εκ­προ­σώ­πη­σης των λαϊ­κών συμ­φε­ρό­ντων, κα­τορ­θώ­νει και επι­τυγ­χά­νει την κοι­νο­βου­λευ­τι­κή ψή­φι­ση δύο εξαι­ρε­τι­κά σπου­δαί­ων και άκρως αντι­λαϊ­κών νο­μο­σχε­δί­ων, χωρίς να προ­βλη­θεί καμία ου­σια­στι­κά αντι­πα­λό­τη­τα από τον ερ­γα­ζό­με­νο κόσμο και τις αρι­στε­ρές πο­λι­τι­κές συλ­λο­γι­κό­τη­τες. Στη διάρ­κεια αυτού του Μαίου 2016, όπου ξε­κί­νη­σε η ου­σια­στι­κή εφαρ­μο­γή του 3ου μνη­μο­νί­ου, μπρο­στά στο νο­μο­σχέ­διο για την κοι­νω­νι­κή ασφά­λι­ση και την φο­ρο­λό­γη­ση, μετά από μια ολό­κλη­ρη τρί­μη­νη αδρά­νεια, ΓΣΣΕ και ΑΔΕΔΥ προ­κή­ρυ­ξαν τρι­ή­με­ρη πα­νερ­γα­τι­κή απερ­γία την τε­λευ­ταία στιγ­μή και για το θε­α­θή­ναι, όπου την πρώτη την πρώτη ημέρα που ήταν ερ­γά­σι­μη δεν κα­τα­γρά­φη­κε κα­νε­νός εί­δους απερ­για­κή συμ­με­το­χή, το δε επό­με­νο δι­ή­με­ρο της «κι­νη­το­ποί­η­σης» ήταν η αργία του Σαβ­βα­το­κύ­ρια­κου. Και στην δεύ­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση του πο­λυ­νο­μο­σχε­δί­ου για τα φο­ρο­λο­γι­κά μέτρα, τα κόκ­κι­να δά­νεια, τον «κόφτη» των δη­μο­σιο­νο­μι­κών πε­ρι­κο­πών και το υπερ­τα­μείο εκ­ποί­η­σης της δη­μό­σιας πε­ριου­σί­ας, δεν προ­κη­ρύ­χθη­κε καμία απο­λύ­τως απερ­για­κή κι­νη­το­ποί­η­ση, και δεν πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε καμία μα­ζι­κή λαϊκή αντι­πο­λι­τευ­τι­κή δράση.

          ΟΙ δύο αυτοί νόμοι πλέον, που αντι­προ­σω­πεύ­ουν θε­με­λιώ­δεις πυ­λώ­νες του 3ου μνη­μο­νί­ου της με­ταλ­λαγ­μέ­νης κυ­βέρ­νη­σης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, δεν συ­νά­ντη­σαν τε­λι­κά παρά μια πε­ρι­θω­ρια­κή αντί­στα­ση από πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις της εξω­κοι­νο­βου­λευ­τι­κής Αρι­στε­ράς (ΛΑΕ, ΑΝΤΑΡ­ΣΥΑ κλπ.). Το ΠΑΜΕ και το ΚΚΕ διορ­γά­νω­σαν βέ­βαια με­γα­λειώ­δη συλ­λα­λη­τή­ρια, τα οποία όμως δεν εξέ­φρα­σαν καμία απερ­για­κή συμ­με­το­χή, απο­τέ­λε­σαν «κομ­μα­τι­κές πα­ρε­λά­σεις», την επί­δει­ξη ισχύ­ος που όμως δεν χρη­σι­μο­ποιεί­ται ως όπλο της τα­ξι­κής πάλης παρά μόνον ως έκ­φρα­ση δια­μαρ­τυ­ρί­ας και τί­πο­τα άλλο. Αυτά τα δε­δο­μέ­να μας επι­βάλ­λουν να δούμε κα­τά­μα­τα την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα του αρι­στε­ρού και ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, απο­φεύ­γο­ντας τόσο τη συ­γκά­λυ­ψη της αλή­θειας, ή οδη­γού­με­νοι στο αντί­θε­το συ­μπέ­ρα­σμα του ότι «όλα έχουν τε­λειώ­σει», και ότι «δεν γί­νε­ται τί­πο­τα.

          Για να υπάρ­ξει η οποια­δή­πο­τε ανά­καμ­ψη του αρι­στε­ρού και ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, έτσι ώστε να είναι σε θέση να εμπο­δί­ζει την εφαρ­μο­γή και των και­νού­ριων μέ­τρων του 3ου μνη­μο­νί­ου, χρειά­ζε­ται πρω­τί­στως η ανα­ζή­τη­ση και ο εντο­πι­σμός των αι­τί­ων αυτής της ανα­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας, γιατί στην προ­κει­μέ­νη πε­ρί­πτω­ση δεν κα­τα­γρά­φη­κε μια ήττα του κι­νή­μα­τος σε μια μάχη που δό­θη­κε, αλλά δεν δό­θη­κε καμία μάχη. Το να κα­τα­φεύ­γει κα­νείς σε επι­χει­ρή­μα­τα και ισχυ­ρι­σμούς του τύπου του ανα­θέ­μα­τος στον λαϊκό κόσμο που «δεν βλέ­πει και δεν κα­τα­λα­βαί­νει», ή το να αρ­κεί­ται σε κλα­σι­κές επι­κλή­σεις για ανα­σύ­ντα­ξη του κι­νή­μα­τος σε τα­ξι­κές βά­σεις, ή να δια­πι­στώ­νει ότι κυ­ριαρ­χεί η λο­γι­κή της απου­σί­ας εναλ­λα­κτι­κής λύσης, όλα αυτά κα­τα­δει­κνύ­ουν ότι δεν εντο­πί­ζο­νται τα αίτια της ση­με­ρι­νής κι­νη­μα­τι­κής αδρά­νειας. Έτσι, με­τα­ξύ των άλλων πα­ρα­μέ­τρων, μπο­ρεί κα­νείς να επι­ση­μά­νει :

Στις αφε­τη­ρί­ες της ση­με­ρι­νής ερ­γα­τι­κής αδρα­νο­ποί­η­σης

          α) Την υπερ­με­γέ­θη διό­γκω­ση της ανερ­γί­ας, κυ­ριο­λε­κτι­κά νίκης του κε­φα­λαί­ου επί της ερ­γα­σί­ας, που έχει ήδη συ­ντε­λε­σθεί στην τε­λευ­ταία μνη­μο­νια­κή εξα­ε­τία, με δύο κα­θο­ρι­στι­κές συ­νέ­πειες:  Αφε­νός την ίδια την κοι­νω­νι­κή εξου­δε­τέ­ρω­ση του άνερ­γου ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού (καθώς και του τμή­μα­τος της αδή­λω­της – μαύ­ρης ερ­γα­σί­ας), στο μέτρο που οι άνερ­γοι έχουν οδη­γη­θεί εκτός πα­ρα­γω­γι­κής δια­δι­κα­σί­ας και ως εκ τού­του δεν μπο­ρούν να ασκή­σουν καμία απο­τε­λε­σμα­τι­κή πίεση. – Αφε­τέ­ρου την πα­ρα­λυ­τι­κή επιρ­ροή που ασκεί ο εφε­δρι­κός στρα­τός των ανέρ­γων στην ενερ­γό ερ­γα­τι­κή τάξη, εφό­σον οποια­δή­πο­τε κι­νη­το­ποί­η­ση της τε­λευ­ταί­ας έχει στον ορί­ζο­ντά της την από­λυ­ση και την κα­τά­πτω­ση στο δια­λυ­τι­κό κα­θε­στώς της ανερ­γί­ας.

          Κατά συ­νέ­πεια το απο­τέ­λε­σμα είναι ότι μ’ αυτό τον τρόπο έχει επέλ­θει η απο­σύν­θε­ση του όποιου συν­δι­κα­λι­στι­κού ιστού συλ­λο­γι­κό­τη­τας λει­τουρ­γού­σε στην κα­πι­τα­λι­στι­κή πα­ρα­γω­γή, εφό­σον η δια­πραγ­μα­τευ­τι­κή ισχύς της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας έχει εξα­σθε­νή­σει τα μέ­γι­στα λόγω της επί­δρα­σης της ανερ­γί­ας. Έτσι το επί­πε­δο της συν­δι­κα­λι­στι­κής πυ­κνό­τη­τας στον συ­ντρι­πτι­κά πλειο­ψη­φι­κό ιδιω­τι­κό τομέα της οι­κο­νο­μί­ας, είτε σε κλα­δι­κό είτε σε επι­χει­ρη­σια­κό επί­πε­δο, με την εξα­φά­νι­ση εκα­το­ντά­δων συν­δι­κά­των και την απο­ψί­λω­ση του δυ­να­μι­κού αυτών που έχουν απο­μεί­νει, βρί­σκε­ται κυ­ριο­λε­κτι­κά στο ναδίρ. Αυτό οδη­γεί στην κα­τα­κό­ρυ­φη μεί­ω­ση της όποιας κι­νη­μα­τι­κής, απερ­για­κής δια­θε­σι­μό­τη­τας, και εν πολ­λοίς επι­κα­θο­ρί­ζει και την εξέ­λι­ξη της συν­δι­κα­λι­στι­κής ερ­γο­δο­τι­κής γρα­φειο­κρα­τί­ας στην ΓΣΕΕ, με αυτή την τε­λευ­ταία να βα­σί­ζε­ται πλειο­ψη­φι­κά στην εκ­προ­σώ­πη­ση τμη­μά­των του ευ­ρύ­τε­ρου κοι­νω­φε­λούς δη­μό­σιου τομέα, που είναι όμη­ροι των ρου­σφε­το­λο­γι­κών διο­ρι­σμών τους από τα αστι­κά πο­λι­τι­κά κόμ­μα­τα.

          β) Από αυτή την άποψη με­γά­λη και ση­μα­ντι­κή είναι η αλ­λοί­ω­ση που επέρ­χε­ται στις λαϊ­κές ερ­γα­τι­κές συ­νει­δή­σεις από την εφαρ­μο­γή των μνη­μο­νια­κών μέ­τρων από μια κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς, από μια πα­ρά­τα­ξη που είχε γίνει ο φο­ρέ­ας των λαϊ­κών προσ­δο­κιών και διεκ­δι­κή­σε­ων: Αφού ακόμη και μια κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς δεν μπό­ρε­σε να ξε­φύ­γει από τις υπα­γο­ρεύ­σεις της ελ­λη­νι­κής αστι­κής τάξης και των υπε­ρε­θνι­κών οι­κο­νο­μι­κών μη­χα­νι­σμών της Ευ­ρω­παϊ­κής Ένω­σης και της Ευ­ρω­ζώ­νης, τότε αυτό ση­μαί­νει ότι δεν μπο­ρεί να υπάρ­ξει μια λαϊ­κού χα­ρα­κτή­ρα εναλ­λα­κτι­κή προ­ο­πτι­κή. Η χρε­ο­κο­πία της δια­κυ­βέρ­νη­σης ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ από τη σκο­πιά των λαϊ­κών συμ­φε­ρό­ντων (γιατί από την άποψη των αστι­κών συμ­φε­ρό­ντων υπήρ­ξε μια κα­τα­πλη­κτι­κή νίκη, εφό­σον η Ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά λει­τούρ­γη­σε νο­μι­μο­ποι­η­τι­κά για την άσκη­ση όλων των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών), δεν ση­μαί­νει αυ­τό­μα­τα ότι η απο­γο­ή­τευ­ση και η δυ­σα­να­σχέ­τη­ση των ερ­γα­ζο­μέ­νων θα στρα­φεί «ακόμη πιο αρι­στε­ρά», όπως είχε συμ­βεί με την με­τα­τό­πι­ση της κοι­νω­νι­κής βάσης της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας προς τα αρι­στε­ρά, μετά την εφαρ­μο­γή του 1ου μνη­μο­νί­ου.

          Κι’ αυτό γιατί ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ήταν μεν ένα αρι­στε­ρό κόμμα της λαϊ­κής και ερ­γα­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης, το ίδιο όμως στην εσω­τε­ρι­κή κοι­νω­νι­κή, ιδε­ο­λο­γι­κή και πο­λι­τι­κή του σύν­θε­ση πα­ρά­με­νε ένας σχη­μα­τι­σμός των νέων μι­κρο­α­στι­κών τά­ξε­ων της δια­νοη­τι­κής ερ­γα­σί­ας, χωρίς σχε­δόν καμία ορ­γα­νι­κή σύν­δε­ση με την ερ­γα­τι­κή τάξη της κα­πι­τα­λι­στι­κής πα­ρα­γω­γής. Και γι’ αυτό άλ­λω­στε η στρο­φή και με­τάλ­λα­ξη του κα­λο­και­ριού 2015 δεν συ­νά­ντη­σε ισχυ­ρή κοι­νω­νι­κή αντί­στα­ση. Κατά συ­νέ­πεια η διά­ψευ­ση των ελ­πί­δων και η μα­ταί­ω­ση των προσ­δο­κιών, δύ­σκο­λα μπο­ρεί να στρα­φεί προς τα αρι­στε­ρά δίχως τη δια­με­σο­λά­βη­ση ενός κοι­νω­νι­κού αντι­μνη­μο­νια­κού κι­νή­μα­τος. Με την επι­κρα­τού­σα κα­τά­στα­ση των πραγ­μά­των (συ­νο­λι­κή κι­νη­μα­τι­κή κα­θί­ζη­ση), εκεί­νο που μπο­ρεί να προ­κύ­ψει είναι είτε η δια­φο­ρο­ποί­η­ση της εκλο­γι­κής επιρ­ρο­ής της Ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς προς συ­ντη­ρη­τι­κές κα­τευ­θύν­σεις, είτε η πα­ρα­μο­νή στην εκλο­γι­κή εκ­προ­σώ­πη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και η ανοχή στην κυ­βερ­νη­τι­κή του πο­λι­τι­κή.

          γ) Επι­πρό­σθε­τος πα­ρά­γο­ντας που έχει οδη­γή­σει στην ανα­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα αντι­με­τώ­πι­σης των δύο ση­μα­ντι­κών μνη­μο­νια­κών νόμων (αφε­νός ασφά­λι­ση και φο­ρο­λο­γία και αφε­τέ­ρου έμ­με­ση φο­ρο­λο­γία, κό­φτης δη­μο­σιο­νο­μι­κών πα­ρο­χών, κόκ­κι­να δά­νεια, κα­θο­λι­κή εκ­ποί­η­ση της δη­μό­σιας πε­ριου­σί­ας), είναι η στάση απο­μο­νω­τι­σμού και δια­χω­ρι­σμού των ερ­γα­τι­κών δυ­νά­με­ων που συμ­με­τέ­χουν στο ΠΑΜΕ και εκ­προ­σω­πού­νται από το ΚΚΕ. Το να διορ­γα­νώ­νεις ακίν­δυ­νες «κομ­μα­τι­κές πα­ρε­λά­σεις» χωρίς να μπαί­νεις στη δια­δι­κα­σία κι­νη­το­ποί­η­σης όλων των υπο­τε­λών κοι­νω­νι­κών στρω­μά­των, πα­ρα­πέ­μπο­ντας την επί­λυ­ση των ζω­τι­κών ζη­τη­μά­των στο «ιστο­ρι­κό υπερ­πέ­ραν» της λαϊ­κής εξου­σί­ας, που όσο προ­χω­ράς τόσο απο­μα­κρύ­νε­ται, μια τέ­τοια στάση στα σί­γου­ρα αδυ­να­τεί να συμ­βά­λει σε μια απο­τε­λε­σμα­τι­κή αντι­με­τώ­πι­ση όλου του φά­σμα­τος των ακραί­ων μνη­μο­νια­κών μέ­τρων. Μόνον εφό­σον το αντι­μνη­μο­νια­κό ρι­ζο­σπα­στι­κό κί­νη­μα κα­τορ­θώ­σει να ανα­δεί­ξει κι­νη­μα­τι­κές μορ­φές δρά­σης των συλ­λο­γι­κών ερ­γα­τι­κών υπο­κει­μέ­νων (πα­ρα­δο­σια­κών και νέων), θα είναι δυ­να­τή η με­τα­τό­πι­ση δυ­νά­με­ων από τον πε­ρι­χα­ρα­κω­μέ­νο χώρο του ΠΑΜΕ, στην ανοι­χτή θά­λασ­σα των λαϊ­κών κοι­νω­νι­κών δυ­νά­με­ων. Τί­πο­τα δεν έχει δι­δα­χθεί το ΠΑΜΕ από την δυ­να­μι­κή και πα­ρα­τε­τα­μέ­νη απερ­για­κή κι­νη­το­ποί­η­ση της CGT, FOκλπ. με την κα­τά­λη­ψη των δι­υ­λι­στη­ρί­ων της Γαλ­λί­ας, πυ­ρη­νι­κών σταθ­μών, οδι­κού δι­κτύ­ου κ.ά., πράγ­μα­τα που τα χα­ρα­κτη­ρί­ζει ως «κι­νή­σεις εκτό­νω­σης» του γαλ­λι­κού λαού.

          δ) Τέλος η απου­σία προ­βο­λής σε μα­ζι­κό επί­πε­δο μιας πο­ρεί­ας και μιας εναλ­λα­κτι­κής λύσης που να έχει αξιο­πι­στία και φε­ρεγ­γυό­τη­τα, με τις συ­να­κό­λου­θες συν­δι­κα­λι­στι­κές και πο­λι­τι­κές πρα­κτι­κές. Το να επι­χει­ρεί κα­νείς να εκ­φρά­σει τον «συ­νε­πή ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ» του πα­ρελ­θό­ντος ένα­ντι του ση­με­ρι­νού εκ­φυ­λι­σμέ­νου κυ­βερ­νη­τι­κού ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ είναι απρό­σφο­ρο, γιατί επι­χει­ρείς να εκ­φρά­σεις έναν μι­κρο­α­στι­κό ρι­ζο­σπα­στι­σμό, που είναι ακα­τάλ­λη­λος για την αντι­με­τώ­πι­ση των ση­με­ρι­νών μέ­γι­στων προ­κλή­σε­ων. Το να επι­χει­ρείς εξί­σου να δια­μορ­φώ­σεις μια εναλ­λα­κτι­κή πο­ρεία, προ­τάσ­σο­ντας ως πρώτη προ­τε­ραιό­τη­τα την έξοδο από την ευ­ρω­ζώ­νη, χωρίς αυτή να συ­νο­δεύ­ε­ται από βα­θιές αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κές τομές στο εσω­τε­ρι­κό της χώρας, και θέ­το­ντας τον ελ­λη­νι­κό κα­πι­τα­λι­στι­κό επι­χει­ρη­μα­τι­κό τομέα στο απυ­ρό­βλη­το, ου­σια­στι­κά αδυ­να­τείς να συν­δέ­σεις την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα του αντι­μνη­μο­νια­κού αγώνα με την σο­σια­λι­στι­κή εναλ­λα­κτι­κή λύση.

Ορό­ση­μα μιας πο­ρεί­ας λαϊ­κής ανα­σύ­ντα­ξης

          Ποιοι είναι οι δρό­μοι που χρειά­ζε­ται να ακο­λου­θή­σου­με, ποια τα ερ­γα­λεία που μπο­ρού­με να χρη­σι­μο­ποι­ή­σου­με, προ­κει­μέ­νου να αντι­με­τω­πί­σου­με απο­τε­λε­σμα­τι­κά τα συσ­σω­ρευ­μέ­να κα­τα­στρε­πτι­κά απο­τε­λέ­σμα­τα των τριών δια­δο­χι­κών μνη­μο­νί­ων (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ) ;

          1) Μια πρώτη διά­στα­ση του ζη­τή­μα­τος αφορά την πρό­τα­ξη της ανα­σύν­θε­σης του ερ­γα­τι­κού και ευ­ρύ­τε­ρου λαϊ­κού κι­νή­μα­τος, σε μια αντι­μνη­μο­νια­κή και ρι­ζο­σπα­στι­κή κα­τεύ­θυν­ση, η ανά­πτυ­ξη δη­λα­δή μιας ενερ­γού και ευ­ρεί­ας λαϊ­κής αντι­πο­λί­τευ­σης. Κατ’ αυτό τον τρόπο είναι δυ­να­τό να βγει το κί­νη­μα στο πο­λι­τι­κό επί­κε­ντρο, να δια­δρα­μα­τί­σει τον τα­ξι­κό του ρόλο και να τρο­φο­δο­τή­σει εκ νέου μια Αρι­στε­ρά της κα­θο­λι­κής ερ­γα­τι­κής χει­ρα­φέ­τη­σης. Η αντί­λη­ψη ότι με την εκ­φώ­νη­ση ενός πο­λι­τι­κού και μόνον λόγου (αντι­μνη­μο­νια­κού, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κού, κομ­μου­νι­στι­κού, με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κού κλπ.) είναι δυ­να­τόν να συ­σπει­ρω­θεί ο λαϊ­κός κό­σμος που είχε επεν­δύ­σει στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και δια­ψεύ­στη­κε, είναι απρό­σφο­ρη και δεν επι­φέ­ρει συσ­σώ­ρευ­ση δυ­νά­με­ων. Άλ­λω­στε το κε­ντρι­κό πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό είναι ασφυ­κτι­κά κα­τει­λημ­μέ­νο στο κοι­νο­βου­λευ­τι­κό επί­πε­δο από τους δύο πό­λους της αστι­κής πο­λι­τι­κής, τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και τη ΝΔ με τους δο­ρυ­φό­ρους τους, πράγ­μα που δια­σφα­λί­ζει στην αστι­κή πο­λι­τι­κή μια ευ­ρύ­τα­τη εκλο­γι­κή βάση εκ­προ­σώ­πη­σης (λαϊκά στρώ­μα­τα ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και αστι­κά – μι­κρο­α­στι­κά στρώ­μα­τα η ΝΔ). Άλ­λω­στε και στις προη­γού­με­νες ιστο­ρι­κές πε­ριό­δους, δεν ανα­δεί­χθη­κε κε­ντρι­κά κα­νέ­να προ­ο­δευ­τι­κό εγ­χεί­ρη­μα, χωρίς πρώτα να έχει προη­γη­θεί μια ισχυ­ρή κοι­νω­νι­κή δια­πά­λη. Ο μο­νο­διά­στα­τος «κυ­βερ­νη­τι­σμός» που αντι­προ­σω­πεύ­ει πάγιο γνώ­ρι­σμα της ελ­λη­νι­κής Αρι­στε­ράς, ου­σια­στι­κά κα­τα­λή­γει στον ατέρ­μο­να «εκλο­γι­κι­σμό», χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά που η πο­ρεία του ΣΥΡΖΑ κα­τέ­δει­ξε τον άγονο και επι­ζή­μιο χα­ρα­κτή­ρα τους. Αν οι αρι­στε­ρές δυ­νά­μεις δεν τρο­φο­δο­τή­σουν ένα νέο κύμα ερ­γα­τι­κής ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποί­η­σης, ανά­λο­γου ποιο­τι­κά με το ευρύ κί­νη­μα των ερ­γο­στα­σια­κών σω­μα­τεί­ων της πρώ­της με­τα­πο­λι­τευ­τι­κής πε­ριό­δου, τότε ο δρό­μος της Αρι­στε­ράς προς το κε­ντρι­κό πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό θα πα­ρα­μέ­νει κλει­στός.

          2) Η ορ­γα­νι­κή σύν­δε­ση του αντι­μνη­μο­νια­κού αγώνα που αφορά όλες τις πλευ­ρές της οι­κο­νο­μι­κής και κοι­νω­νι­κής ζωής, με την ανα­γκαιό­τη­τα και τον ρε­α­λι­σμό της σο­σια­λι­στι­κής ανα­διορ­γά­νω­σης. Πρω­ταρ­χι­κό πεδίο αντι­πα­λό­τη­τας από αυτή την άποψη η προ­α­γω­γή της τα­ξι­κής δια­πά­λης στο εσω­τε­ρι­κό του ελ­λη­νι­κού κοι­νω­νι­κού σχη­μα­τι­σμού, δη­λα­δή απέ­να­ντι στην αστι­κή τάξη (με­γά­λη, με­σαία και μικρή) και τους πο­λι­τι­κούς φο­ρείς που την υπη­ρε­τούν : Η αντι­πα­ρά­θε­ση και­σύ­γκρου­ση με τους «απέξω», δη­λα­δή τα υπε­ρε­θνι­κά ευ­ρω­παϊ­κά πο­λι­τι­κά και νο­μι­σμα­τι­κά κέ­ντρα δεν θα είναι παρά η συ­νέ­πεια της πρω­ταρ­χι­κής δια­πά­λης με τον κύριο «εσω­τε­ρι­κό εχθρό», την αστι­κή τα­ξι­κή κυ­ριαρ­χία, όπως εκ­φρά­ζε­ται με όλο το πλέγ­μα των μνη­μο­νια­κών μέ­τρων. Η πρό­τα­ξη της απο­χώ­ρη­σης από το κοινό ευ­ρω­παϊ­κό νό­μι­σμα και την ευ­ρω­παϊ­κή ολο­κλή­ρω­ση, χωρίς αυτή την αφε­τη­ρια­κή σύ­γκρου­ση με τον «εσω­τε­ρι­κό εχθρό», δεν δια­σφα­λί­ζει ανα­γκα­στι­κά καμία προ­ο­δευ­τι­κή διέ­ξο­δο. Στις γαλ­λι­κές ερ­γα­τι­κές και νε­ο­λαι­ί­στι­κες απερ­για­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις την άνοι­ξη του 2016 απέ­να­ντι στην με­ταρ­ρύθ­μι­ση του Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας (διευ­κό­λυν­ση απο­λύ­σε­ων, ισχύς των ατο­μι­κών συμ­βά­σε­ων ερ­γα­σί­ας  ένα­ντι των κλα­δι­κών συμ­βά­σε­ων κλπ.), τα συν­θή­μα­τα και οι κα­τευ­θύν­σεις των απερ­για­κών δυ­νά­με­ων στρέ­φο­νταν κα­θα­ρά απέ­να­ντι στην «εθνο­συ­νέ­λευ­ση του κε­φα­λαί­ου», στις ερ­γο­δο­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις (Medef), και στην κυ­βερ­νη­τι­κή εξου­σία των σο­σια­λι­στών. Δεν είχαν στην προ­με­τω­πί­δα τους την απαί­τη­ση τερ­μα­τι­σμού της «δι­κτα­το­ρί­ας του ευρώ», αλλά της δι­κτα­το­ρί­ας της ερ­γο­δο­σί­ας : Ο δια­χω­ρι­σμός με την ζώνη του ευρώ είναι πα­ρε­πό­με­νο απο­τέ­λε­σμα αυτής της πρω­ταρ­χι­κής και αυ­θε­ντι­κής τα­ξι­κής σύ­γκρου­σης κι’ όχι το αντί­στρο­φο.

          3) Η ορι­στι­κή και αμε­τά­κλη­τη υπέρ­βα­ση της «λο­γι­κής των στα­δί­ων» που δίνει προ­τε­ραιό­τη­τα στον οι­κο­νο­μι­σμό, δη­λα­δή στην ανά­πτυ­ξη των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων, σε σχέση με τους με­τα­σχη­μα­τι­σμούς στις αστι­κές σχέ­σεις πα­ρα­γω­γής. Πρό­κει­ται για μια εκτρο­πή από την επα­να­στα­τι­κή πο­λι­τι­κή που έχει τις αφε­τη­ρί­ες στον με­σο­πό­λε­μο, και που και σή­με­ρα τα­λα­νί­ζει, με διά­φο­ρες μορ­φές την ελ­λη­νι­κή Αρι­στε­ρά. Το αρι­στε­ρό κί­νη­μα δεν υπάρ­χει για να ανα­συ­γκρο­τή­σει την κα­πι­τα­λι­στι­κή πα­ρα­γω­γή και να ενι­σχύ­σει την επι­χει­ρη­μα­τι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα, προ­κει­μέ­νου «να αυ­ξη­θεί η πίτα», αλλά για να προ­ά­γει την αμ­φι­σβή­τη­ση και τον κλο­νι­σμό των βα­σι­κών χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών των κα­πι­τα­λι­στι­κών πα­ρα­γω­γι­κών σχέ­σε­ων (ατο­μι­κής ιδιο­κτη­σί­ας μέσων πα­ρα­γω­γής, ιε­ραρ­χι­κός κα­τα­με­ρι­σμός της ερ­γα­σί­ας, σχε­δια­σμός της πα­ρα­γω­γής με βάση τις κοι­νω­νι­κές ανά­γκες πέραν του αντα­γω­νι­σμού της ελεύ­θε­ρης αγο­ράς κλπ.). Δια­φο­ρε­τι­κά η Αρι­στε­ρά λει­τουρ­γεί ως μο­χλός ανά­πτυ­ξης της κα­πι­τα­λι­στι­κής συσ­σώ­ρευ­σης, από την οποία δεν μπο­ρεί σε καμία πε­ρί­πτω­ση να προ­κύ­ψει η ερ­γα­τι­κή και λαϊκή χει­ρα­φέ­τη­ση. Οποια­δή­πο­τε λο­γι­κή, συ­ντη­ρη­τι­κή ή σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κή, δεν μπο­ρεί να δια­σφα­λί­σει την έξοδο από την κρίση παρά σε βάρος των λαϊ­κών τά­ξε­ων και κα­τα­λή­γει στην ανα­πα­ρα­γω­γή των αδιε­ξό­δων. Μόνον η επι­και­ρό­τη­τα του σο­σια­λι­σμού, και όχι η απώ­θη­σή του σε με­θύ­στε­ρα στά­δια, μπο­ρεί να εξα­σφα­λί­σει ταυ­τό­χρο­να την κοι­νω­νι­κή δι­καιο­σύ­νη, τον ενερ­γό ρόλο των ερ­γα­ζο­μέ­νων στην πα­ρα­γω­γή και στην πο­λι­τι­κή, την απε­λευ­θέ­ρω­ση των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων κλπ.

          4) Ένα ισχυ­ρό κρι­τι­κό πο­λι­τι­στι­κό ρεύμα, μια ζω­τι­κή μορ­φω­τι­κή επα­νά­στα­ση, ένας επα­να­προ­σα­να­το­λι­σμός στην τέχνη μπο­ρούν να δια­μορ­φώ­σουν τους όρους μιας σο­σια­λι­στι­κής λαϊ­κής ηγε­μο­νί­ας και να ανοί­ξουν το δρόμο για την κα­τάρ­γη­ση της διά­κρι­σης διευ­θυ­ντι­κής – δια­νοη­τι­κής και εκτε­λε­στι­κής – χει­ρω­να­κτι­κής ερ­γα­σί­ας, με την κα­θο­λι­κή πρό­σβα­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης στην πα­νε­πι­στη­μια­κή εκ­παί­δευ­ση. Οποια­δή­πο­τε αλ­λα­γή της θέσης του ερ­γα­ζό­με­νου κό­σμου στην κοι­νω­νι­κή πα­ρα­γω­γή και στην πο­λι­τι­κή δια­χεί­ρι­ση, δεν μπο­ρεί να υλο­ποι­η­θεί παρά με την ίδια την κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση της γνώ­σης για τον ερ­γα­ζό­με­νο λαό. Κάθε άλλη δια­δι­κα­σία που το­πο­θε­τεί στην θέση της κα­πι­τα­λι­στι­κής εξου­σί­ας την κρα­τι­κή γρα­φειο­κρα­τία και την επι­στη­μο­νι­κή τε­χνο­κρα­τία, είναι κα­τα­δι­κα­σμέ­νη να ανα­πα­ρά­γει τα θε­με­λιώ­δη χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της κα­πι­τα­λι­στι­κής κοι­νω­νι­κής ορ­γά­νω­σης.

          5) Η συ­γκρό­τη­ση­του συ­να­σπι­σμού των λαϊ­κών δυ­νά­με­ων που έχουν πλη­γεί ανε­πα­νόρ­θω­τα από τις μνη­μο­νια­κές πο­λι­τι­κές, πε­ρι­λαμ­βά­νει την κοι­νω­νι­κή δια­δι­κα­σία δια­μόρ­φω­σης μιας ενό­τη­τας, μέσα από την δια­φο­ρε­τι­κό­τη­τα, των επι­μέ­ρους στρω­μά­των και κα­τα­στά­σε­ων : Της ερ­γα­τι­κής τάξης της κα­πι­τα­λι­στι­κής πα­ρα­γω­γής, του δη­μο­σιο­ϋ­παλ­λη­λι­κού κό­σμου, των ανέρ­γων, των συ­ντα­ξιού­χων, της νε­ο­λαί­ας, των κα­τώ­τε­ρων με­ρί­δων των αυ­το­α­πα­σχο­λου­μέ­νων μι­κρο­α­στι­κών τά­ξε­ων. Η λαϊκή αυτή κοι­νω­νι­κή συμ­μα­χία που είναι προς κα­τά­κτη­ση και δεν είναι δε­δο­μέ­νη (ας σκε­φτεί κα­νείς το κοι­νω­νι­κό χάσμα που χω­ρί­ζει τους μι­σθω­τούς του δη­μό­σιου τομέα με τους μα­κρο­χρό­νια ανέρ­γους), μπο­ρεί να αντι­προ­σω­πεύ­σει την με­γά­λη πλειο­ψη­φία του ελ­λη­νι­κού πλη­θυ­σμού. Απέ­να­ντί της στέ­κε­ται το κυ­ρί­αρ­χο αστι­κό μπλοκ εξου­σί­ας, που έχει απερ­γα­στεί τα μνη­μό­νια και είναι ορ­γα­νι­κά εν­σω­μα­τω­μέ­νο στην ευ­ρω­παϊ­κή υπε­ρε­θνι­κή ενο­ποί­η­ση, δη­λα­δή το σύ­νο­λο της αστι­κής τάξης της χώρας (ανε­ξαρ­τή­τως του με­γέ­θους των επι­χει­ρή­σε­ών της) και τα ανώ­τε­ρα στρώ­μα­τα των μι­κρο­α­στι­κών τά­ξε­ων. Αυτή η λαϊκή συ­σπεί­ρω­ση είναι η ανα­γκαία και ανα­πό­φευ­κτη συν­θή­κη για την απο­τε­λε­σμα­τι­κή αντι­πα­λό­τη­τα στα συ­νε­χή μνη­μό­νια.

Σε καμία πε­ρί­πτω­ση δεν μπο­ρεί να ανα­δει­κνύ­ο­νται συμ­μα­χί­ες αυτού του λαϊ­κού μπλοκ με την μικρή και με­σαία επι­χει­ρη­μα­τι­κή ερ­γο­δο­σία, δη­λα­δή την μα­ζι­κή βάση της πυ­ρα­μί­δας της αστι­κής τάξης της χώρας. Μια τέ­τοιου εί­δους «αντι­μο­νο­πω­λια­κή» πο­λι­τι­κή δεν είναι κατ’ ανά­γκην αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή, συ­σκο­τί­ζει­καί­ρια τον τα­ξι­κό ορί­ζο­ντα, σε κάθε πε­ρί­πτω­ση δεν είναι και εφι­κτή, και ούτε άλ­λω­στε είναι και επι­θυ­μη­τή από την μι­κρο­με­σαία επι­χει­ρη­μα­τι­κή ερ­γο­δο­σία. Άλ­λω­στε πώς είναι δυ­να­τή η σύ­μπλευ­ση μι­σθω­τών ερ­γα­ζο­μέ­νων με ερ­γο­δο­τι­κές επι­χει­ρη­μα­τι­κές δυ­νά­μεις που τα­ξι­κά βρί­σκο­νται στην αντί­πε­ρα όχθη των κοι­νω­νι­κών αντα­γω­νι­σμών ; Και από την άλλη πλευ­ρά δεν είναι παρά οι μι­κρο­με­σαί­οι επι­χει­ρη­μα­τί­ες, που απο­τέ­λε­σαν ισχυ­ρό στή­ριγ­μα του «ναι» στο δη­μο­ψή­φι­σμα της 5ης Ιου­λί­ου 2015, που έχουν ωφε­λη­θεί τα μέ­γι­στα από την τα­πεί­νω­ση του κα­τώ­τα­του μι­σθού, την ελα­στι­κο­ποί­η­ση των ωρα­ρί­ων ερ­γα­σί­ας κλπ.

Ετικέτες