Στο διάστημα που πέρασε, υπήρξαν πολλές φορές που η ΛΑΕ μάς έκανε περήφανους και περήφανες.

Η εικόνα των συντρόφων και των συντροφισσών μας να συγκρούονται με τα ΜΑΤ μπροστά στα συμβολαιογραφικά γραφεία, προσπαθώντας να ματαιώσουν πλειστηριασμούς λαϊκής κατοικίας και περιουσίας, η άμεση και θαρραλέα αλληλεγγύη που έδειξαν τα μέλη και τα στελέχη μας στους ανθρώπους που αγωνίζονταν δίπλα μας και χτυπιούνταν από τις δυνάμεις καταστολής, όχι μόνο μας χάρισαν πολιτική ανάταση, αλλά και άνοιξαν κινηματικούς δρόμους. Στο μέτωπο των πλειστηριασμών, πράγματι, πρέπει να προσπαθήσουμε για μια «πανστρατιά» των συντρόφων και των συντροφισσών μας. Παράλληλα, πρέπει να περιφρουρήσουμε τα μετωπικά χαρακτηριστικά του κινήματος κατά των πλειστηριασμών, σεβόμενοι/ες τις πολιτικές ευαισθησίες των συναγωνιστών μας που δεν μετέχουν στη ΛΑΕ.

Ωστόσο, το μέτωπο κατά των πλειστηριασμών δεν φτάνει. Παρά την απογοήτευση που διακατέχει πολλούς αγωνιστές της προηγούμενης περιόδου, που είδαν τις ελπίδες τους να απαξιώνονται και να καταρρέουν με τη μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει με την ίδια ζέση να αναλάβουμε πρωτοβουλίες για να ξεσηκώσουμε τους ανθρώπους και να συμβάλουμε καθοριστικά στη δημιουργία κινημάτων αντίστασης στις ιδιωτικοποιήσεις, στα εργασιακά, στο Προσφυγικό, στην καταστολή... Ήδη βλέπουμε να ξεπηδούν κινηματικές αντιστάσεις ανάμεσα στους εργαζόμενους, τους καθηγητές, τους μαθητές, τους συνταξιούχους. Πρέπει, όπως επισημαίνεται και από την κεντρική εισήγηση στο ΠΣ, να ενισχύσουμε τις παρεμβάσεις και τη συμμετοχή μας και στα μέτωπα αυτά.

Υπήρξαν όμως και αρκετές φορές, πρόσφατα, που πολλοί από εμάς, όπως οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες του Κόκκινου Δικτύου, αισθανθήκαμε ότι δεν βαδίζουμε σωστά. Παρά τη σαφή αντίθεση της ΛΑΕ στα συλλαλητήρια για το όνομα της Μακεδονίας, που εκφράστηκε, μεταξύ άλλων, και με τη συμμετοχή της στην αντεθνικιστική διαδήλωση για την επέτειο των Ιμίων, υπήρξαν δημόσιες παρεμβάσεις στελεχών της ΛΑΕ (ή «φιλοξενία» εθνικιστικών απόψεων μη μελών μας σε ιστοσελίδες που όμως εκφράζουν πλειοψηφικά τις θέσεις της ΛΑΕ) οι οποίες εξέπεμψαν αμφίσημα μηνύματα. Που επιχειρούσαν να δώσουν «αντισυστημικό» πρόσημο στη συμμετοχή στο συλλαλητήριο που οργάνωσαν δεξιές και ακροδεξιές δυνάμεις (και που επανέφερε στο πολιτικό προσκήνιο τη ναζιστική Χρυσή Αυγή), πιέζοντας συγχρόνως για την υιοθέτηση μιας πιο «ανένδοτης» στάσης στα «εθνικά» ζητήματα.

Η κριτική μας στην κυβέρνηση πρέπει να γίνεται αποκλειστικά από αριστερή σκοπιά, από τη σκοπιά της καταγγελίας του ρόλου της κυβέρνησης ως τοποτηρητή των πολιτικών του ΝΑΤΟ, της ΕΕ και των συμφερόντων του ελληνικού κεφαλαίου στην περιοχή. Χωρίς όμως να αφήνει κανένα περιθώριο ανοχής σε εθνικιστικές αντιλήψεις που στρεβλώνουν το ταξικό περιεχόμενο του αγώνα που πρέπει να διεξαγάγουμε. Δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση, τουλάχιστον σε αυτή την περίοδο, να μιλάμε σοβαρά για «αλυτρωτισμό» της γειτονικής Μακεδονίας, τη στιγμή μάλιστα που η ίδια αντιμετωπίζει επικίνδυνες αντιθέσεις ανάμεσα στις εθνότητες που τη συναπαρτίζουν, με επικίνδυνες προεκτάσεις για όλη τη Βαλκανική. Η πολιτική που ασκεί σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ εντείνει αυτούς τους κινδύνους. Και αυτό είναι που πρέπει να καταγγέλλουμε.

Ένα «θερμό» επεισόδιο στο Αιγαίο, με απρόβλεπτη και ανεξέλεγκτη εξέλιξη, δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς. Η ιστορία έχει δώσει πολλά τέτοια παραδείγματα. Το εντείνουν οι γεωτρήσεις για τα πετρέλαια των πολυεθνικών (από τις οποίες ο λαός δεν πρόκειται να αντλήσει το παραμικρό όφελος) και ο άξονας Ελλάδας - Ισραήλ - Αιγύπτου, σε μια περιοχή που κυριολεκτικά φλέγεται από τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο ρόλος της Αριστεράς είναι να συμβάλει στην αποκλιμάκωσή του, ώστε να μην οδηγήσει σε πόλεμο. Και αυτό προϋποθέτει επίσης τη συστηματική αντιπαράθεση σε κάθε είδους εθνικιστικές αντιλήψεις. Πρωταρχικό μας καθήκον λοιπόν είναι να συμβάλουμε στη δημιουργία ενός μεγάλου φιλειρηνικού - αντιπολεμικού κινήματος στην περιοχή, με τη συμμετοχή και των γειτονικών λαών.

Η προσπάθεια για τη συγκρότηση των πολιτικών συμμαχιών μας δεν μπορεί να έχει αποκλειστικά ως κριτήριο την αντίθεση στο μνημόνιο. Πρέπει αφενός να αντικατοπτρίζει στο πολιτικό πεδίο τον ταξικό προσανατολισμό των λύσεων που προτείνουμε και την ανάγκη ενός παραγωγικού μετασχηματισμού προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας. Αφετέρου να αντανακλά τις διαχρονικές αξίες της Αριστεράς. Δυνάμεις που έχουν υιοθετήσει αντιπροσφυγικές θέσεις, οι οποίες στη συνείδηση της Αριστεράς και της κοινωνίας έχουν καταγραφεί οριστικά ως ρατσιστικές ή αντιπροσφυγικές, όπως το ΕΠΑΜ, δεν μπορούν να έχουν καμία θέση στο κοινό μας μέτωπο. Κάτι τέτοιο θα υπονόμευε τη συλλογική μας προσπάθεια, που πρέπει να είναι η απεύθυνσή μας στη ριζοσπαστική Αριστερά και στους ανθρώπους των κινημάτων, πρώτιστα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στον ΔΙΡΙΖΑ και σε άλλες μικρότερες αριστερές δυνάμεις. Η προσπάθεια που άρχισε με την ανοιχτή επιστολή της ΛΑΕ προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αν και είχε σεχταριστική αντιμετώπιση από την ηγεσία της, πρέπει να συνεχιστεί. Δεν πρέπει να εγκλωβιστούμε στην «αυτοεκπληρούμενη προφητεία» ότι η ενότητα της ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι ανέφικτη.

Παράλληλα όμως με τις αναγκαίες «από τα πάνω» πρωτοβουλίες, ο δρόμος για την ενότητα της ριζοσπαστικής Αριστεράς περνάει, πρωτίστως, μέσα από την κοινή δράση στα κινήματα. Αυτά θα διαμορφώσουν τις προϋποθέσεις για την άσκηση πίεσης, ώστε η αναγκαία ενότητα της Αριστεράς να επιτευχθεί και να εκφραστεί και σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο.

Ετικέτες