Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ) αποτελεί το κύριο δικαστικό όργανο των Ηνωµένων Εθνών, το δε καταστατικό του αποτελεί τµήµα του Καταστατικού του ΟΗΕ. Συγκροτείται από 15 δικαστές που εκλέγονται για 9 χρόνια από το Συµβούλιο Ασφαλείας και τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.

Η συναίσθηση ότι τα εθνικιστικά παραµύθια –τα οποία αποδίδουν εντός συνόρων λόγω της αδιάλειπτης επανάληψής τους στη διάρκεια του χρόνου– εκτός συνόρων δεν πείθουν, ήταν ένας βασικός λόγος για τον οποίο οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν ήταν καθόλου συνεπείς και σταθερές στην πρόθεσή τους να προσφύγουν στο ΔΔΧ.

Ιστορικό

Στη σύγχρονη εποχή, η Ελλάδα βρέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου –µονοµερώς– το 1976, χωρίς επιτυχία, λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Η Ελλάδα είχε ζητήσει και προσωρινή προστασία, αίτηµα όµως που δεν έγινε αποδεκτό. Αυτό ήταν αρκετό για όλο το εύρος του ελληνικού εθνικισµού να καταλήξει από τότε στο συµπέρασµα ότι δεν πρέπει να γίνει προσφυγή εκεί, γιατί… θα χάνουµε. Το υποστηρίζει ακόµη και σήµερα ο Βελόπουλος, αλλά και πολλοί άλλοι µέσα στα κόµµατα του κοινοβουλίου.

Εκτός του ότι τα ελληνικά «δίκαια» δεν απηχούν το διεθνές δίκαιο, συνεπικουρείται από το γεγονός ότι τίποτα δεν είναι διαχρονικό και σταθερό. Γράφει ο Π. Παπαδόπουλος στην «Καθηµερινή»: «Η εξέλιξη των µέσων εκµετάλλευσης του φυσικού πλούτου, της πολεµικής τεχνολογίας, αλλά και του Δικαίου της Θάλασσας (ιδίως µετά το 1982, όταν υπογράφηκε η Διεθνής Συνθήκη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας που εισήγαγε την έννοια της αποκλειστικής οικονοµικής ζώνης –ΑΟΖ), έχει αλλάξει (και “γκριζάρει”) δραµατικά τους χάρτες των θαλασσών σε όλη τη Γη. Ιδίως τα όρια των χωρικών υδάτων και της ΑΟΖ (που ορίζει δικαιώµατα σε αλιεία, εκµετάλλευση του πυθµένα κ.λπ.) σε µια κλειστή θάλασσα όπως το Αιγαίο, µε χιλιάδες µικρά και µεγάλα ελληνικά νησιά, κατοικηµένα και ακατοίκητα, πολλά από αυτά πολύ κοντά σε ένα άλλο κράτος (Τουρκία) µπορεί να επιδέχονται πολλές και διαφορετικές ερµηνείες, µε βάση τη διαρκώς εξελισσόµενη νοµολογία του διεθνούς δικαίου».

«Οι πολίτες, όµως», συνεχίζει το άρθρο της δεξιάς και καθόλου ύποπτης για κοµουνιστικό διεθνισµό εφηµερίδας, «δεν σκεφτόµαστε µε πυξίδα το διεθνές δίκαιο. Διατηρούµε στη µνήµη µας την εικόνα του χάρτη που υπάρχει εδώ και δεκαετίες στα σχολεία µας, όπου µια συνοριακή γραµµή ξεκινάει από τη Θράκη, διασχίζει ολόκληρο το Αιγαίο πολύ κοντά στην ακτή της Μικράς Ασίας και συνεχίζει έτσι στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο ως πέρα από το Καστελόριζο. Αυτή η απόσταση ανάµεσα στο διεθνές δίκαιο και στη λαϊκή αντίληψη για τα σύνορα του Αιγαίου περιορίζει πολύ τους απαραίτητους ελιγµούς για µια ελληνοτουρκική συµφωνία συµβατή µε το διεθνές δίκαιο, όπως παραδέχονται στις ιδιωτικές συζητήσεις τους πολιτικοί όλων των κυβερνήσεων».

Πράγµατι ελάχιστοι άνθρωποι στην Ελλάδα γνωρίζουν ότι µε βάση τα σηµερινά δεδοµένα, η Ελλάδα κατέχει (ως χωρικά ύδατα) το 35% του Αιγαίου, η Τουρκία το 8%, ενώ πάνω από το 56% είναι διεθνή ύδατα. Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι µε βάση αυτά, ένα τουρκικό πολεµικό πλοίο µπορεί να πλησιάσει στα έξι µίλια από την Εύβοια απολύτως νόµιµα και χωρίς να δώσει λογαριασµό σε κανέναν, γιατί εκεί είναι διεθνή ύδατα.

Διαφορές

Η Συµφωνία του Ελσίνκι του 1999 όρισε ότι τα δύο κράτη (Ελλάδα-Τουρκία) θα διευθετήσουν τις διαφορές τους και θα παραπέµψουν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης όσα ζητήµατα θα είχαν παραµείνει ανοιχτά ως το τέλος του 2004.

Σήµερα, η ελληνική πλευρά δέχεται να πάει στη Χάγη, αν υπογραφεί συνυποσχετικό µε την Τουρκία, αλλά µόνον για τα θέµατα που θέτει η… ελληνική πλευρά. Δηλ. µόνο για την υφαλοκρηπίδα και συνακόλουθα για την ΑΟΖ. Δεν δέχεται να τεθούν στην κρίση του δικαστηρίου τα θέµατα που εγείρει η Τουρκία, δηλ.: Η στρατιωτικοποίηση και ο εξοπλισµός των νησιών του Αιγαίου, το εύρος των εγχώριων υδάτων, το εύρος του εναέριου χώρου, η δικαιοδοσία του FIR Κωνσταντινούπολης, τα όρια της Ζώνης Έρευνας και Διάσωσης-SAR και άλλα.

Όσον αφορά το πρώτο, τη στρατιωτικοποίηση των νησιών, πράγµατι η Ελλάδα παραβιάζει κατάφωρα τις Συνθήκες της Λοζάνης, αλλά και άλλες συνθήκες (όπως αυτή της προσάρτησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα), εγκαθιστώντας στρατό, τανκς και αεροπλάνα στα νησιά του Αιγαίου.

Σχετικά µε την ελληνική αξίωση για δικαίωµα της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά ύδατα στα 12 µίλια, είναι σαφές ότι αυτό συγκρούεται µε το διεθνές εθιµικό δίκαιο και τις αποφάσεις του ΔΔΧ. Αν γίνει αυτό, το Αιγαίο θα µετατραπεί σε κλειστή ελληνική λίµνη και η Αθήνα θα µπορεί να απαγορεύει κατά το δοκούν τη διέλευση οποιουδήποτε ξένου πλοίου. Τα τουρκικά λιµάνια δεν θα επικοινωνούν µεταξύ τους. Ασφαλώς, αν µια τέτοια υπόθεση φτάσει στο ΔΔΧ, σύµφωνα µε τη νοµολογία του, θα αποφασίσει µε κριτήριο όχι την αρχή των 12 µιλίων, αλλά την πολύ πιο συνηθισµένη σε κλειστή θάλασσα αρχή των «ειδικών περιστάσεων», δηλ. δεν θα επιδικάσει 12 µίλια στην Ελλάδα. Τη µέθοδο αυτή, π.χ., χρησιµοποίησε το δικαστήριο για να διευθετήσει διενέξεις, όπως αυτή του Καναδά µε τις ΗΠΑ, αλλά και µεταξύ της Αγγλίας και της Γαλλίας.

Το ίδιο παράνοµη είναι η ελληνική πρωτοβουλία να επεκτείνει τον εναέριο χώρο της Ελλάδας στα 10 µίλια, δηλ. να πάει πέρα από το εύρος των χωρικών της υδάτων (6 µίλια), κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς πρακτικής που θέλει τα δύο νούµερα ίσα. Και εκεί συνεπώς η Ελλάδα δεν έχει πιθανότητες επιτυχίες στο ΔΔΧ.

ΑΟΖ

Όµως ακόµη και σε σχέση µε την ΑΟΖ, η Ελλάδα δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα δικαιωθεί. Σχεδόν το σύνολο των αποφάσεων του ΔΔΧ ή των διευθετήσεων που έχουν γίνει βρίσκονται σε δυσαρµονία µε τις ελληνικές θέσεις όσων αφορά και το κριτήριο καθορισµού της ΑΟΖ. Η Ελλάδα υποστηρίζει το κριτήριο της ίσης απόστασης ή της µέσης γραµµής. Αυτό το κριτήριο έχει θεωρηθεί από το ΔΔΧ τριτεύον σε περιπτώσεις αντίστοιχες µε την ελληνική. Κύρια κριτήρια είναι πλέον το κριτήριο της ευθυκρισίας (δηλ. της δίκαιης λύσης) και το κριτήριο των ειδικών περιστάσεων, όπως αναφέραµε παραπάνω. Αυτό χρησιµοποιήθηκε το 1969 από το ΔΔΧ στη διένεξη µεταξύ Ολλανδίας, Γερµανίας και Δανίας στη Βόρεια Θάλασσα, δικαιώνοντας σε µεγάλο ποσοστό τη Γερµανία, έναντι των άλλων δύο. Η απόφαση αυτή αποτελεί τη βάση των υπόλοιπων αποφάσεων, των διεθνών συµφωνιών, αλλά και του ίδιου του Δικαίου της Θάλασσας όπως αυτό διαµορφώθηκε το 1982 και το οποίο επικαλείται η Ελλάδα.

Αδύναµη είναι η ελληνική θέση και ως προς το πόση ΑΟΖ έχουν τα ελληνικά νησιά. Η διεθνής νοµολογία είναι ανάποδη από τις ελληνικές θέσεις. Στη διένεξη Καναδά-Γαλλίας, για κάποια γαλλικά νησιά που βρίσκονταν κοντά στις ακτές του Καναδά, το ΔΔΧ έδωσε ελάχιστη επήρεια (ΑΟΖ) στα νησιά αυτά. Το ίδιο έγινε και µε τα αντίστοιχα βρετανικά νησιά Channel Islands που βρίσκονται κοντά στις γαλλικές ακτές. Το ίδιο έγινε το 1985 µε τη διένεξη Λιβύης-Μάλτας: Το ΔΔΧ αποφάσισε στη βάση των ειδικών περιστάσεων και της ευθυδικίας υπέρ της Λιβύης και εναντίον της Μάλτας, που µιλούσε για ίση απόσταση.

Ο Β. Σκουρής σχολιάζει στο News 24/7 (15/12/19): «Ο Κώστας Καραµανλής, για τη µη προσφυγή στη Χάγη αργότερα, έχει επικαλεστεί σε συνοµιλητές του […] και το επιχείρηµα της απόφασης του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τη νήσο των Όφεων. Το ΔΔΧ είχε τότε αποφανθεί ότι η ανήκουσα στην Ουκρανία νήσος των Όφεων, αλλά ευρισκόµενη κοντά στις ρουµανικές ακτές, δεν έχει ούτε υφαλοκρηπίδα ούτε ΑΟΖ, παρά µόνο χωρικά ύδατα, αν και το αντεπιχείρηµα είναι ότι η συγκεκριµένη νήσος, σε αντίθεση π.χ. µε το Καστελόριζο, είναι ακατοίκητη και βρίσκεται επάνω σε αυτή µόνο στρατιωτική φρουρά. Αργότερα υπήρχε και η απόφαση για τη διαµάχη Μπαγκλαντές- Μιανµάρ για το Σεν Μάρτιν, απόφαση που κατά κάποιους δικαιολογεί απολύτως τους προβληµατισµούς του τότε πρωθυπουργού».

Ακριβώς στο ίδιο µήκος κύµατος και πάλι ο Π. Παπαδόπουλος παραδέχεται ότι και για το Καστελόριζο πως «άλλοι γνώστες [σ.σ. εκτός του Ευ. Βενιζέλου] του διεθνούς δικαίου εκτιµούν ότι η Χάγη θα αποδώσει στο νησί ΑΟΖ ελάχιστη ή καθόλου». Η έµφαση δική µας.

Η «Καθηµερινή», πάλι, έγραφε από τις 23/4/2018: «Μπορεί για παράδειγµα, µε βάση τη µέχρι σήµερα νοµολογία, να αποφασιστεί ότι τα µικρά ελληνικά νησιά και οι βραχονησίδες έχουν πολύ µικρή επιρροή (“effect”) στον καθορισµό της υφαλοκρηπίδας σε σύγκριση µε τον ηπειρωτικό όγκο της Τουρκίας […] Η Χάγη, δηλαδή, µπορεί να οδηγήσει για πρώτη φορά στην αναγνώριση κυριαρχικών δικαιωµάτων της Τουρκίας στο Αιγαίο». Πράγµατι: Ο χάρτης (βλ. πάνω) που η Αθήνα προβάλλει ως «διεθνές δίκαιο» είναι ένα κατασκεύασµα, που οποιοσδήποτε τρίτος δεν µπορεί να αποδεχθεί ως δίκαιο.

Η ελληνική πλευρά –υπό οποιαδήποτε κυβέρνηση  µέχρι τώρα (του ΣΥΡΙΖΑ ασφαλώς περιλαµβανοµένου)– έχει ήδη αποφασίσει να διεκδικήσει βάσει ισχύος και τετελεσµένων. Όπλα της δεν είναι το Δίκαιο της Θάλασσας, αλλά οι γαλλικές και ιταλικές κανονιοφόροι, οι πολυεθνικές του πετρελαίου µε τις πλατφόρµες τους, η συµµαχία µε τις ΗΠΑ και το στόλο τους, οι συµφωνίες µε δικτάτορες -όπως ο Σίσι στην Αίγυπτο ή το σκοταδιστικό σαουδαραβικό βασίλειο-, µε πολέµαρχους της Λιβύης και φυσικά µε το σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ που έχει παραβιάσει εκατοντάδες αποφάσεις του ΟΗΕ και που έχει εισβάλει όχι σε µία αλλά σε όλες τις γειτονικές του χώρες.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες