Όταν η διέξοδος δεν έρχεται από το κίνημα και τη ριζοσπαστική Αριστερά, ανοίγει ο δρόμος στην αντίδραση και την ενίσχυση της ακροδεξιάς
Ο πολιτικός άξονας στη Γερμανία μετατοπίζεται δεξιά, καθώς τα κόμματα του απερχόμενου κυβερνητικού συνασπισμού (Δεξιά και SPD) αθροιστικά έπεσαν σχεδόν 14%, οι δυνάμεις που τοποθετούνται στα αριστερά της Σοσιαλδημοκρατίας (το Die Linke και οι Πράσινοι) παραμένουν στάσιμες, ενώ σύσσωμη τη φθορά των κομμάτων του δικομματισμού και την ψήφο οργής και διαμαρτυρίας εισπράττουν στα δεξιά της Μέρκελ το σκληρό νεοφιλελεύθερο FDP και η ακροδεξιά του AfD («Εναλλακτική για τη Γερμανία»).
Υποχώρηση του δικομματισμού
Η Μέρκελ απέτυχε στον στόχο που το κόμμα της είχε θέσει, να φθάσει τουλάχιστον το 40%. H κατρακύλα του κόμματος της Μέρκελ κατά 8,5 μονάδες οδηγεί το CDU, όπως και τον βαυαρικό κλάδο του, το CSU, στο δεύτερο χειρότερο ποσοστό (33%) μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στα πάνελ από το βράδυ των εκλογών οι «φωστήρες» έσπευσαν να ισχυριστούν ότι η Μέρκελ αμφισβητήθηκε για τη «φιλόξενη» πολιτική της απέναντι στους πρόσφυγες, και όχι για την οικονομία... Η αλήθεια είναι αρκετά διαφορετική. H αποτυχία του βασικού κόμματος της απερχόμενης κυβέρνησης (CDU/CSU) οφείλεται στην επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου για μεγάλο τμήμα των Γερμανών εργαζομένων μετά το 2008, με την επίσημη φτώχεια να μετρά 8 εκατομμύρια ανθρώπους, τα εργασιακά δικαιώματα να ωθούνται προς τα κάτω, την ελαστική και ανασφάλιστη εργασία να καλπάζουν, τον πραγματικό μέσο μισθό να μειώνεται.
Για τους ίδιους λόγους, το πάλαι ποτέ σοσιαλδημοκρατικό SPD συνεχίζει τη μακρά πορεία του προς την... πασοκοποίηση. Από το 2000, συγκυβερνώντας τότε με τους Πράσινους, πρωτοστάτησε σε μέτρα σκληρής λιτότητας ενάντια στον εργαζόμενο λαό της Γερμανίας, κάτι αντίστοιχο με τα δικά μας «μνημόνια», και ήρθε σε ευθεία σύγκρουση με τα κοινωνικά στρώματα που το στήριζαν για δεκαετίες. Στη συνέχεια προχώρησε σε δύο συγκυβερνήσεις με τη Δεξιά (2005-2009 και 2013-2017). Από κοινού εμπέδωσαν και βάθυναν τη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση σε βάρος του γερμανικού προλεταριάτου. Τα προεκλογικά φούμαρα για «κοινωνική ευαισθησία» του Σουλτς αποδείχθηκε ότι δύσκολα μπορούσαν να πείσουν τους... ιθαγενείς. Το SPD έπεσε κατά επιπλέον 5 ποσοστιαίες μονάδες και έφτασε στο ιστορικό χαμηλό 20,5%. Τα όποια όνειρα για δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης με Πράσινους και Αριστερά εξανεμίστηκαν, ενώ άρχισαν ήδη τα σενάρια παραίτησης του Σουλτς.
Το ακροδεξιό AfD κατάκτησε την τρίτη θέση με περίπου 13% (από 4,7% το 2013). Κέρδισε ψήφους μαζικά από τη νεολαία, και από φτωχά λαϊκά στρώματα, αλλά και από τη μεσαία τάξη, από κόσμο που απείχε σε προηγούμενες προεκλογικές αναμετρήσεις αλλά και 1 εκατομμύριο πρώην ψηφοφόρους της Μέρκελ, ενώ διεμβόλισε τα ακροατήρια και των άλλων κομμάτων. Μάλιστα, στην περιοχή της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, στην περιοχή με τη μεγαλύτερη ανεργία και φτώχεια, το AfD απέσπασε το 21,5% των ψήφων και βγήκε δεύτερη δύναμη.
Ακροδεξιά απειλή
Δεν πρόκειται για «εθνολαϊκιστικό» κόμμα (ακούστηκε πολύ ο όρος) αλλά για «φασίστες με γραβάτα». Το AfD μπορεί μεν να ιδρύθηκε το 2013 ως δεξιό «ευρωσκεπτικιστικό» κόμμα, αλλά όπως γράφαμε στην Εργατική Αριστερά, «τα επόμενα χρόνια ακολούθησε μια πορεία δεξιάς ριζοσπαστικοποίησης ... Το καλοκαίρι του 2015 απομάκρυνε τις πιο «φιλελεύθερες»-μετριοπαθείς τάσεις του και έχει μετατραπεί σε «κανονικό» ακροδεξιό κόμμα, με ανοιχτά ναζιστική πτέρυγα που κερδίζει έδαφος ιδιαίτερα στη νεολαία».
Πέρα από την ενίσχυση του ρατσισμού στη γερμανική πολιτική σκηνή τα τελευταία χρόνια, υπήρξαν και άλλες εξελίξεις: 1) Προστέθηκε η κλιμάκωση της κόντρας στις σχέσεις Τουρκίας-Γερμανίας. 2) Η ουσιαστική ταύτιση Δεξιάς και Κεντροαριστεράς πάνω στα οικονομικά-κοινωνικά ζητήματα οδήγησε σε μια δεξιόστροφη προεκλογική περίοδο με κέντρο τους μετανάστες/πρόσφυγες και τις γερμανοτουρκικές σχέσεις. 3) Στην προεκλογική μάχη η «φιλόξενη» Μέρκελ έκανε δηλώσεις για κλείσιμο τζαμιών, ενώ ο «κεντροαριστερός» Σουλτς την έβγαινε στη Μέρκελ από τα... δεξιά στο ζήτημα των γερμανοτουρκικών σχέσεων. Ακόμα και αμέσως μετά το exit poll, ο Σουλτς φόρτωσε την αποτυχία του στο «1 εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες που οδήγησαν στην άνοδο του AfD»... Κάπως έτσι, τα επιχειρήματα της ακροδεξιάς καθιερώθηκαν ως «κοινή λογική», και μάλιστα επιβραβεύτηκαν ως η πιο καθαρή έκφραση αυτής της κοινής λογικής.
Οι «προβληματισμοί» των συστημικών αναλυτών για την άνοδο της Ακροδεξιάς δεν είναι ούτε αθώοι ούτε αυθεντικοί. Τις αστικές τάξεις σε όλη την Ευρώπη τις συμφέρει να υπερπροβάλλεται και να διογκώνεται ο «καλπασμός» της ακροδεξιάς: αφενός συσπειρώνει έναν κόσμο στο «ακραίο Κέντρο», αφετέρου αυτό στρέφει ένα άλλο τμήμα του κόσμου που είναι οργισμένο στα δικά τους (ακροδεξιά) παιδιά και όχι στην Αριστερά.
Το ακροδεξιό κίνημα PEGIDA στα τέλη του 2014 κατάφερε να κινητοποιεί αρκετές χιλιάδες κόσμο, αλλά το αντιφασιστικό μέτωπο απάντησε με συγκεντρώσεις πολλαπλάσιου μεγέθους και οδήγησε στη συρρίκνωσή του τους επόμενους μήνες, μια νίκη στους δρόμους για το αντιφασιστικό-δημοκρατικό κίνημα. Στη Γερμανία των εμπρηστικών επιθέσεων σε τζαμιά, ξεδιπλώθηκε και ένα τεράστιο κύμα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες. Ακόμα και το βράδυ των εκλογών πραγματοποιήθηκε μαζική αντιφασιστική συγκέντρωση στο Βερολίνο, ως απάντηση για την είσοδο των φασιστών στη Βουλή για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Είναι στοιχεία που πρέπει να κρατήσουμε για να μην αφήσουμε την προπαγάνδα να σπείρει απαισιοδοξία και στρεβλή εικόνα για τις δυνατότητες των φασιστών.
Αριστερά
Το Die Linke (9,2%) δοκιμάστηκε στα χρόνια της κρίσης ως τρίτη δύναμη και αξιωματική αντιπολίτευση. Αντί όμως να αδράξει την ευκαιρία για μια ριζοσπαστική και κινηματική αριστερή αντιπολίτευση που θα κατάφερνε να θέσει την Αριστερά στο κέντρο του ενδιαφέροντος των εργαζόμενων τάξεων στη χώρα, έμεινε στάσιμο (+0,6%) και βρέθηκε στην πέμπτη θέση, παραχωρώντας την τρίτη θέση (και ίσως και τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης) στην ακροδεξιά... Το Κόμμα της Αριστεράς δυστυχώς καταγράφτηκε για μεγάλα τμήματα των φτωχών Γερμανών ως τμήμα του κατεστημένου. Σε κάποια κρατίδια συγκυβέρνησε με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους, υλοποιώντας νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Δεν ξέκοψε από τα σενάρια συνεργασίας με το SPD ούτε σε κεντρικό επίπεδο, ενώ στο Μεταναστευτικό συχνά υποκλίθηκε στις ξενοφοβικές «ανησυχίες του πληθυσμού».
Κυβερνητικές προοπτικές
Δύο κυβερνητικά σενάρια φαντάζουν πιθανά, και έχουν και τα δύο δυσκολίες. Το πρώτο είναι η συνέχεια του μεγάλου συνασπισμού με το SPD. Θεωρητικά είναι το καλύτερο σενάριο για τον γερμανικό καπιταλισμό, εξασφαλίζει τη μέγιστη κυβερνητική σταθερότητα και κοινωνική συναίνεση. Η Μέρκελ τάσσεται υπέρ αυτού του σεναρίου, καθώς η συνταγή αποδείχθηκε πετυχημένη: η Δεξιά ηγεμονία εδραιώθηκε, η Κεντροαριστερά αποκαθηλώθηκε. Ωστόσο, για την ώρα το SPD απορρίπτει κατηγορηματικά το σενάριο, λόγω της κατάρρευσης των ποσοστών του. Ξέρει ότι αν το κάνει, η περαιτέρω ρήξη με τη βάση του είναι δεδομένη. Την αξιοπιστία των πρώτων δηλώσεων εκπροσώπων του SPD μένει βέβαια να τη δούμε στη συνέχεια...
Το δεύτερο σενάριο, και μέχρι στιγμής πιθανότερο, είναι η συγκυβέρνηση με το FDP και τους Πράσινους. Το δεξιό FDP ήταν ο δεύτερος (μετά το AfD) μεγάλος κερδισμένος, φτάνοντας στο 10,7%, με άνοδο 6 μονάδων, και δηλώνει πρόθυμο για συγκυβέρνηση με το CDU, αλλά απαιτείται και τρίτος «εταίρος». Οι Πράσινοι (8,9%) δείχνουν έτοιμοι να συζητήσουν με τη Δεξιά. Αν και η εποχή που αποτελούσε «σκάνδαλο» μια τέτοια συνεργασία είναι παρελθόν (συνέβη σε κρατίδια), παραμένει δύσκολο να υποστηρίξουν στο ακροατήριό τους μια συμμαχία με τη Δεξιά και σε πανεθνικό επίπεδο. Επιπλέον, παρουσιάζουν σοβαρές διαφορές με το FDP σε μια σειρά θέματα. Σε αυτό το σενάριο, η κυβέρνηση που προκύπτει θα είναι από πολλές πλευρές αδύναμη.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά