Η στεγαστική κρίση στην Ελλάδα αποτελεί πλέον ένα κοινωνικό ζήτηµα µε εκρηκτικές διαστάσεις. Η διαρκής αύξηση των ενοικίων σε συνδυασµό µε τον πληθωρισµό και την ακρίβεια τη στιγµή που οι µισθοί παραµένουν καθηλωµένοι, έχουν εκτοξεύσει το κόστος στέγασης για την πλειοψηφία των ανθρώπων που δεν έχουν δική τους κατοικία. Το κόστος στέγασης αγγίζει το 35.2% του διαθέσιµου εισοδήµατος όταν ο µέσος όρος στην ΕΕ είναι στο 20%.

Τα διαθέσιµα ακίνητα προς ενοικίαση είναι πολύ λίγα σε σχέση µε τις ανάγκες των κατοίκων και αυτό οφείλεται σε δύο λόγους. Πρώτον, µεγάλο ποσοστό των ακινήτων διατίθεται σε βραχυχρόνιες µισθώσεις τύπου airbnb, για την εξυπηρέτηση της τουριστικής βιοµηχανίας. Δεύτερον, πολλά ακίνητα παραµένουν κλειστά και βρίσκονται στα χέρια των τραπεζών µετά από πλειστηριασµό και δεν διατίθενται για µακροχρόνιες µισθώσεις. Έτσι οι τιµές των ενοικίων και των ακινήτων έχουν εκτοξευτεί καθώς δεν υπάρχει κανένα απολύτως ρυθµιστικό πλαίσιο. Τα τελευταία 7 χρόνια οι αυξήσεις στις τιµές των ενοικίων είναι περίπου 52% ενώ οι τιµές των ακινήτων καταγράφουν αύξηση 71%. 

Το πρόβληµα είναι τόσο εκρηκτικό που έχει αναγκάσει την κυβέρνηση να το αναγνωρίσει καταρχάς ως τέτοιο και να προσπαθεί να παρουσιάσει µία κάποια προσπάθεια αντιµετώπισης. Έτσι, η κυβέρνηση αποφάσισε από το Νοέµβριο του 2025 να επιστρέφεται ένα ενοίκιο στους ενοικιαστές, ως τάχα κοινωνική πολιτική από το µατωµένο πλεόνασµα των 11.4 δισ. ευρώ.

Η ελάφρυνση ενός ενοικίου το χρόνο για τους ανθρώπους που αναγκάζονται να ξοδεύουν περίπου το µισό τους µισθό κάθε µήνα δεν είναι καθόλου αµελητέα. Όµως, στην πραγµατικότητα πρόκειται για επιδότηση του εισοδήµατος των ιδιοκτητών και όχι των ενοικιαστών. Από τη στιγµή που δεν υπάρχει κανένα απολύτως πλαίσιο για τη ρύθµιση των τιµών των ενοικίων, αυτό το µέτρο µπορεί να οδηγήσει σε ακόµα µεγαλύτερη αύξηση. Οι ιδιοκτήτες θα µπορούν να «εκβιάζουν» τους ενοικιαστές, αξιοποιώντας την πολύ µικρή προσφορά διαθέσιµων ακινήτων ώστε να ανεβάσουν και άλλο τις τιµές. Αυτό ακριβώς συνέβη και µε τα προγράµµατα «Σπίτι Μου» για την επιδότηση στεγαστικών δανείων για την αγορά πρώτης κατοικίας, όπου εκτοξεύτηκαν οι τιµές των ακινήτων.

Για άλλη µία φορά, η κυβέρνηση λειτουργεί ως dealer των συµφερόντων του real estate µε το µανδύα µίας κάποιας κοινωνικής πολιτικής. Όσο δεν υπάρχει κανένα ρυθµιστικό πλαίσιο και όσο δεν υπάρχει µια πολιτική µε κοινωνικά κριτήρια τόσο οι πόλεις µας και οι γειτονιές µας θα γίνονται αφιλόξενες για τους κατοίκους.

Τέτοιες επιδοµατικές πολιτικές µε µέτρα που είναι τόσο µερικά και τόσο αποσπασµατικά δεν είναι απλά ψίχουλα αλλά στην πραγµατικότητα λειτουργούν στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που υποστηρίζεται πώς εξυπηρετούν από την πλευρά της κυβέρνησης. Πόροι που προέρχονται από την ΕΕ και τα δηµόσια ταµεία δεν αξιοποιούνται για την εφαρµογή µίας κοινωνικής πολιτικής για το ζήτηµα της στέγης αλλά αντίθετα κατευθύνεται στις τσέπες των τραπεζών και του real estate.

Για να αντιµετωπιστεί η στεγαστική κρίση και τα εκρηκτικά χαρακτηριστικά που αυτή λαµβάνει είναι αναγκαία µία πολιτική σε αντίθετη κατεύθυνση, όπως διεκδικούν συλλογικότητες και κινήµατα για το δικαίωµα στη στέγη. Πρώτον, χρειάζεται µειωθεί συνολικά το στεγαστικό κόστος. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να υπάρξει πλαφόν στις τιµές των ενοικίων και το ύψος τους να ρυθµίζεται αφενός µε κοινωνικά κριτήρια και αφετέρου µε βάση την κατάσταση των ακινήτων προς ενοικίαση. Δεύτερον, χρειάζεται νοµική προστασία της πρώτης κατοικίας, απαγόρευση των εξώσεων και κατάργηση των ηλεκτρονικών πλειστηριασµών. Τρίτον, χρειάζεται ένα πρόγραµµα δηµόσιων επενδύσεων για τη δηµιουργία κοινωνικής κατοικίας, ώστε να µπορέσουν να έχουν πρόσβαση σε φθηνή και ποιοτική στέγη ακόµα περισσότεροι/ες. Τέταρτον, χρειάζεται να ρυθµιστεί η αγορά ακινήτων και οι βραχυχρόνιες µισθώσεις. Πρέπει να καταργηθούν τα προγράµµατα golden visa και να περιοριστεί δραµατικά η διάθεση ακινήτων για βραχυχρόνια µίσθωση µε κριτήριο πρώτα την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των κατοίκων. Πέµπτον, Χρειάζεται να ενισχυθεί η φοιτητική στέγαση για να µπορούν οι φοιτήτριες και οι φοιτητές να σπουδάζουν χωρίς την περαιτέρω οικονοµική επιβάρυνση των οικογενειών τους.

Το δικαίωµα σε φθηνή, επαρκή και ποιοτική στέγη δεν µπορεί να αφήνεται στις ορέξεις της αγοράς. Αποτελεί κοινωνικό δικαίωµα και όχι εµπόρευµα. Ο µόνος τρόπος να επιβληθεί µία άλλη πολιτική είναι µέσα από την οργάνωση και τον συντονισµό διαφορετικών κινηµατικών πρωτοβουλιών, συλλογικοτήτων, δηµοτικών σχηµάτων σε ένα ευρύτερο κίνηµα για το δικαίωµα στη στέγη.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες