Το δικαίωμα στη στέγαση και οι δυνάμεις της αγοράς ή Επιχείρηση «κανένα σπίτι στα χέρια ιδιοκτήτη» στις ΗΠΑ - Σύντομα και στην Ελλάδα;
Η ταινία «99 σπίτια» μας φέρνει με οδυνηρό τρόπο μπροστά στο πρόβλημα των κατασχέσεων της πρώτης κατοικίας από τις τράπεζες στις ΗΠΑ, συχνά με ταπεινωτικές διαδικασίες για τους δανειολήπτες. Ο Αμερικανός σκηνοθέτης Ραμίν Μπαχράνι, παιδί Ιρανών μεταναστών, επιλέγει ένα σοβαρό κοινωνικό ζήτημα που ταλάνισε και συνεχίζει να ταλανίζει την αμερικανική κοινωνία. Υπολογίζεται ότι πάνω από πέντε εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν χάσει τα σπίτια τους από την αρχή της κρίσης και την κατάρρευση των στεγαστικών δανείων το 2008, ενώ εκτιμώνται σε 500.000 οι περιπτώσεις καταχρηστικής εφαρμογής του νόμου για τις κατασχέσεις κατοικιών από τις τράπεζες. Το δικαίωμα εκατομμυρίων ανθρώπων στη στέγαση αφέθηκε στο έλεος των πιο αδηφάγων και κερδοσκοπικών δυνάμεων της αγοράς.
Ο Μπαχράνι επέλεξε για τα γυρίσματα της ταινίας του το Ορλάντο της Φλόριντα, πολιτείας όπου οι κάτοχοι στεγαστικών δανείων έχουν πληγεί περισσότερο από τις κατασχέσεις σπιτιών μαζί με άλλες πολιτείες των ΗΠΑ όπως η Καλιφόρνια. Ένας άνεργος νέος που ζει με το παιδί του και τη μητέρα του δεν μπορεί να εξυπηρετήσει εξακολουθητικά ένα στεγαστικό δάνειο του μοναδικού σπιτιού της οικογένειας, η καθυστέρηση αυτή πιστοποιείται δικαστικά, το σπίτι κατάσχεται και ο ίδιος μαζί με το παιδί του και τη μητέρα του πετάγονται κυριολεκτικά στο δρόμο από έναν επαγγελματία των κατασχέσεων μεσίτη-«κοράκι». Στη συνέχεια, μια σειρά συγκυριών οδηγεί τον άνεργο να υποχρεωθεί να εργαστεί για τον μεσίτη ώστε να προσπαθήσει να ανακτήσει το χαμένο του σπίτι. Οι ικανότητές του δεν περνούν απαρατήρητες από το μεσίτη, ο οποίος του αναθέτει περισσότερες δουλειές. Ο πρώην άνεργος γοητεύεται αρχικά από τον κόσμο του πλούτου και αποφασίζει να κυνηγήσει το δικό του «αμερικανικό όνειρο». Όσο πιο πολύ διεισδύει όμως στα άδυτα του κόσμου της εκμετάλλευσης, τόσο τίθεται σιγά σιγά υπό τον απόλυτο έλεγχο του μεσίτη, με συνέπειες τόσο για τον ίδιο όσο και για την οικογένειά του.
Η ταινία καθιστά σαφές εξαρχής ότι ο μεσίτης-«κοράκι» δεν είναι παρά ο εμβληματικός, ίσως, εκπρόσωπος ενός αδυσώπητου συστήματος εκμετάλλευσης, το οποίο εξοπλισμένο με τη δύναμη του νόμου και της αστυνομίας οδηγεί στην αποβολή ανθρώπων από τα σπίτια τους λόγω αδυναμίας εξυπηρέτησης των δανείων τους. Το σύστημα αυτό διαθέτει και τη δικαστική εξουσία στο πλευρό του, η οποία εκδικάζει σε χρόνο ελάχιστων λεπτών ή δευτερολέπτων (!) τις υποθέσεις κατασχέσεων. Επιπλέον, ο σκηνοθέτης εστιάζει σε σκηνές έξωσης οικονομικά αδύναμων από τα σπίτια τους που συμπυκνώνουν τη σκληρότητα της όλης διαδικασίας και το δράμα των δανειοληπτών με καθαρή ματιά και χωρίς ιδιαίτερες σεναριακές ευκολίες. Το βλέμμα του είναι δραματουργικά στέρεο, οι χαρακτήρες του μεσίτη και του ανέργου αναπτύσσονται με ακρίβεια και σε βάθος, η κοινωνική του συνείδηση είναι πάντα παρούσα στη ταινία. Κάποιοι μελοδραματισμοί και κάποιες εύκολες λύσεις στο σενάριο δεν αποφεύγονται, αλλά η ταινία συνολικά αποπνέει κοινωνική ευαισθησία, έχει δραματουργική δύναμη καθώς και δύο καλές ερμηνείες των πρωταγωνιστών, του Άντριου Γκάρφιλντ στο ρόλο του ανέργου και του Μάικλ Σάνον στο ρόλο του μεσίτη, οι οποίοι «κουβαλούν» σε μεγάλο βαθμό την ταινία μέχρι το τέλος.
Δυστυχώς το φιλμ είχε μικρή εμπορική απήχηση στις ΗΠΑ, καθώς βγήκε σε περιορισμένο κύκλωμα αιθουσών, αλλά αξίζει να το δείτε, μεταξύ άλλων επειδή αφορά ένα επίκαιρο για αρκετούς από εμάς ζήτημα, το δικαίωμα στη στέγαση που τίθεται πλέον σε κίνδυνο και στην Ελλάδα λόγω των μνημονιακών πολιτικών που εφαρμόζονται.