Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, «γκουρού» και κληρονόμος της πολιτικής που δίνει την απόλυτη προτεραιότητα στις νεοφιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις, επισκέφθηκε την Κίνα με διακηρυγμένο στόχο την προσέλκυση (όπως-όπως) επενδύσεων.

Η χώρα που υποδέχθηκε τον Μητσοτάκη εξακολουθεί, επισήμως, να ονομάζεται «Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας». Η πολιτική ηγεσία της, αλλά και οι διευθυντές των κολοσσιαίων επιχειρήσεων που στα τελευταία χρόνια επελαύνουν προς τη Δύση (με βάση το διαβόητο σχέδιο «Μια Ζώνη – Ένας Δρόμος»), εξακολουθούν να είναι στελέχη της Κεντρικής Επιτροπής του… ΚΚ Κίνας. Αυτό δεν τους εμποδίζει καθόλου να είναι οι θερμότεροι υποστηρικτές του νεοφιλελευθερισμού παγκοσμίως. Μετά τους «σαλταδορισμούς» του Τραμπ προς τον προστατευτισμό και τον οικονομικό εθνικισμό, το ΚΚ Κίνας έχει διακηρύξει ότι «η Κίνα οφείλει να αναλάβει και μπορεί να αναλάβει τον ηγετικό ρόλο στις διαδικασίες της [σσ: νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής] παγκοσμιοποίησης».

Αυτός ο ακραία νεοφιλελεύθερος προσανατολισμός των Κινέζων μετα-μαοϊκών «κομουνιστών» δεν τους εμποδίζει καθόλου –σε πείσμα κάποιων αφελών ιδεών εδώ, ότι ο οικονομικός φιλελευθερισμός μπορεί να συνδυάζεται με έναν κάποιο πολιτικό «δημοκρατικό» φιλελευθερισμό– να είναι, στο εσωτερικό της αχανούς επικράτειάς τους, δικτατορικοί. Το αποδεικνύουν οι ακραίες συνθήκες φτώχειας της συντριπτικής πλειοψηφίας της εργατικής τάξης στην Κίνα, οι απελπισμένες «άγριες» απεργίες και οι διαδοχικές «κρυφές» εξεγέρσεις εκατομμυρίων ανθρώπων στις απομακρυσμένες επαρχίες, η πεισματική και ανθεκτική εξέγερση του κόσμου στο Χονγκ Κονγκ.

Σε αυτούς τους «άρχοντες» προσέτρεξε ο Μητσοτάκης, ζητώντας «επενδύσεις» και προβάλλοντας ως μοντέλο success story την αγορά του λιμανιού του Πειραιά από την Cosco (που, για να μην ξεχνιόμαστε, υπέγραψε η κυβέρνηση του Τσίπρα).

Μιλώντας σε ένα τέτοιο κοινό, ο Μητσοτάκης δεν είχε καμιά ανάγκη αυτοσυγκράτησης. Περιέγραψε τη στρατηγική της κυβέρνησής του «προς την ανάπτυξη», με δύο βασικά εργαλεία: «να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και να διασφαλίσει ένα οικονομικό περιβάλλον φιλικό προς τις επιχειρήσεις».

Όσοι εδώ, ακόμα και στον περίγυρο της ΝΔ, θυμίζουν κάποιες άλλες προϋποθέσεις της «ανάπτυξης», όπως η αύξηση της εσωτερικής ζήτησης (που προϋποθέτει μια, έστω πενιχρή, αύξηση μισθών και συντάξεων), κηρύσσονται παλιομοδίτες και εκτός χρόνου. Όσοι θυμίζουν ότι «προς την ανάπτυξη» θα χρειαστεί μια αύξηση των επενδύσεων που παραμένουν «παγωμένες», παίρνουν απαντήσεις του τύπου «δεν υπάρχουν λεφτά». Παρεμπιπτόντως, στη μακρινή Κίνα ο Μητσοτάκης φώτισε μια ενδεικτική εξαίρεση: οι Έλληνες εφοπλιστές έχουν επενδύσει στα τελευταία 10 χρόνια στην Κίνα πάνω από 50 δισ. ευρώ, ναυπηγώντας εκεί τα καινούργια πλοία του στόλου τους, που βρίσκονται στην πρώτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης, ελέγχοντας το 25% της διεθνούς ναυτιλιακής δύναμης. Σημείωσε επίσης ότι η ελληνική εταιρία κατασκευής ανελκυστήρων (η πρώτη στη σχετική κατάταξη δύναμης στην Ευρώπη) επέλεξε την Κίνα για την ανέγερση του νέου εργοστασίου της, το οποίο εγκαινίασε ο ίδιος ο Μητσοτάκης στη Σαγκάη.

Αυτά τα παραδείγματα λένε την αλήθεια για τα κριτήρια που έχουν οι «ροές» των επενδύσεων. Το αίτημα του Μητσοτάκη για κινεζικές επενδύσεις εδώ υπογραμμίζει την πρόθεσή του να ενισχύσει τον καλπασμό «κινεζοποίησης» της εργατικής τάξης στην Ελλάδα. Ως ενίσχυση σε αυτόν το γενικό κανόνα –της επένδυσης όπου υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα κέρδους, που αποτελεί «ευαγγέλιο» για τους καπιταλιστές– ο Μητσοτάκης πρόσθεσε κάποια «στρατηγικά» πλεονεκτήματα: η αγορά λιμανιών, αεροδρομίων, σιδηροδρόμων κ.ά., όπως και το «άνοιγμα» τραπεζών στην Ελλάδα, αποτελούν «τοποθέτηση» στο εσωτερικό της ΕΕ.

Βεβαίως, στο ίδιο θέμα, ο Μητσοτάκης θα έχει να αντιμετωπίσει τις αντιρρήσεις των ΗΠΑ, που ήδη απαιτούν από τους συμμάχους τους μέτρα «περιορισμού της κινεζικής διείσδυσης στη Δύση». Αυτό θα είναι ένας «πονοκέφαλος» (πιθανώς έντονος) για την ηγεσία της ΝΔ στους επόμενους μήνες, που εμάς δεν μας αφορά.

Μας αφορά, όμως, ιδιαίτερα το πραγματικό περιεχόμενο της πολιτικής «να διασφαλίσουμε φιλικό περιβάλλον προς τις επιχειρήσεις».

Η έκθεση της Morgan Stanley μας ενημερώνει ότι «εντός του 2020 το σχέδιο “Ηρακλής” θα απαλλάξει τις τράπεζες από κόκκινα δάνεια ύψους 22 δισ. ευρώ, μειώνοντας τον δείκτη NPE [σσ: την αναλογία των «κόκκινων δανείων» στο ενεργητικό των τραπεζών] στο 23% από το 36% του 2019».

Τι σημαίνει αυτό σε απλά ελληνικά; Σύμφωνα με τον Αντ. Καρακούση (έναν αρθρογράφο πέραν πάσης υποψίας για… αντικαπιταλισμό): «τα διεθνή funds αγόρασαν κοψοχρονιά σημαντικό μέρος των κόκκινων δανείων… ζητούν τώρα το 100% της οφειλής που αυτοί αγόρασαν με 5%-10%... στους επόμενους μήνες οι τράπεζες και οι ενδιάμεσες εισπρακτικές θα εφορμήσουν στην κυριολεξία πάνω στο σώμα των υπερχρεωμένων νοικοκυριών εφαρμόζοντας μέτρα και πρακτικές αναγκαστικής είσπραξης… που θα φτάνουν σε διαταγές πληρωμής, εξώσεις και πλειστηριασμούς… τα πράγματα θα ξεφύγουν και θα έχουμε γεγονότα σαν αυτά που έζησε πριν από λίγα χρόνια η Ισπανία…».

Με αυτές τις μεθόδους θα επιχειρηθεί να «εξοικονομηθούν» τα 22 δισ. ευρώ που λέει η Morgan Stanley, που θεωρούνται απαράβατος όρος για τη «βιωσιμότητα» των τραπεζών και –καθόλου τυχαία– απαράβατος όρος της «μεταμνημονιακής» συμφωνίας με τους δανειστές.

Αυτό το πραγματικό περιεχόμενο της πολιτικής του Μητσοτάκη δεν περιορίζεται στην οικονομία. Για να επιβληθεί μακροπρόθεσμα αυτή η πολιτική θα χρειαστεί «γενναία» στήριξη από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους.

Αυτές οι μηχανές ήδη προθερμαίνονται. Το βλέπουμε στην απόπειρα κατάργησης του ασύλου και στην προσπάθεια για την επιβολή της αστυνομοκρατίας στα Εξάρχεια. Προς αυτή την κατεύθυνση είναι τα μέτρα που ετοιμάζονται: η προσπάθεια για έναν «θεσμικό» περιορισμό των διαδηλώσεων με πρόσχημα τις… κυκλοφοριακές «διευκολύνσεις», οι μαζικές προσλήψεις στα σώματα καταστολής, η συγκρότηση «ειδικών δυνάμεων» της αστυνομίας με ειδίκευση στη δράση κατά διαδηλωτών και απεργών κ.ο.κ. Ο πατήρ Μητσοτάκης, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, είχε ξεστομίσει μια από τις αλήθειες του «πιστεύω» του, μιλώντας προς τους άνδρες των ΜΑΤ: «Το κράτος είστε εσείς!». Ο υιός Μητσοτάκης προετοιμάζεται συστηματικά για την πρακτική άσκηση αυτής της πολιτικής.

Ο μετεκλογικός «μήνας του μέλιτος» του Μητσοτάκη αρχίζει να τελειώνει. Με το «αναπτυξιακό» νομοσχέδιο του Γεωργιάδη η κυβέρνηση έδειξε τις προθέσεις της. Προχωρώντας στην εφαρμοσμένη πολιτική, αρχίζει να δείχνει τα δόντια της.

Αυτή η κυβέρνηση δεν θα αντιμετωπιστεί από την «προγραμματική» αντιπολίτευση του Τσίπρα στη Βουλή. Πολύ περισσότερο όταν σε σημαντικά θέματα ο Μητσοτάκης συνεχίζει –και δεν το κρύβει καθόλου–  την πολιτική του Τσίπρα. Θα αντιμετωπιστεί από τον κόσμο στους δρόμους. Σε αυτή την κατεύθυνση οφείλουμε να εργαζόμαστε όλοι. Αρχίζοντας από τις φετινές διαδηλώσεις για το γιορτασμό της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες