Ένα εικοσιτετράωρο έχει περάσει από τη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ και η αντιπαράθεση του με την δημοσιογράφο του Alpha, Ευαγγελία Τσικρίκα έχει σχεδόν μονοπωλήσει τη δημόσια σφαίρα. Για τους προφανείς λόγους.

Οι τηλεοπτικές άδειες - και όλο το πολιτικό και επιχειρηματικό γαϊτανάκι, το οποίο στήθηκε γύρω από αυτές - θα ήταν το πολιτικό και επικοινωνιακό «πυρηνικό όπλο» της συγκυβέρνησης στη ΔΕΘ, καθώς το ταμείον είναι μείον, το μνημόνιο συνεχίζει να δίνει καύσιμο στην κοινωνική κρεατομηχανή, ο ΕΝΦΙΑ αδειάζει και στεγνώνει τα πορτοφόλια, οι συντάξεις έχουν μεταμορφωθεί σε αποδημητικά πουλιά και έχουν τραβήξει, με τις πρώτες πολύ χονδρές στάλες του φθινοπώρου, για άλλες πολιτείες και πάει λέγοντας.

Όπως όμως είναι γνωστό τοις πάσι, όταν πυροδοτεί κανείς ένα πολιτικό ή πραγματικό πυρηνικό όπλο, οι... απώλειες δεν περιορίζονται σε καμιά περίπτωση μόνο σε αυτούς που επιδιώκεται να «εξολοθρευτούν» - εν τέλει, μπορεί και να μην τους αγγίζουν καν. Οι παράπλευρες απώλειες όμως είναι συνήθως και κολοσσιαίες και ανεπανόρθωτες και ανεκτίμητες, αν και όχι απαραίτητα διδακτικές - οι Ιάπωνες το γνωρίζουν καλύτερα από όλους μας, επί του πραγματικού και όχι συμβολικού πεδίου.

Εμφανώς ικανοποιημένος με τον εαυτό του, ο πρωθυπουργός ξεκίνησε τη συνέντευξη Τύπου με μια μεγάλη αλήθεια - και τις αλήθειες οφείλουμε να τις αναδεικνύουμε από όπου και αν προέρχονται. Είναι ο πρώτος μνημονιακός πρωθυπουργός μετά τον Γιώργο Παπανδρέου το 2011 που επέλεξε να κάνει ανοικτή συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ. Και φυσικά, ήρθε αντιμέτωπος με τις συνέπειες του «πυρηνικού του όπλου», ενώπιος ενωπίω, πρόσωπο με πρόσωπο, όπως ενδεχομένως θα έλεγε και ένας δημοσιογράφος - ιδιοκτήτης ΜΜΕ, με τις παράπλευρες απώλειες. Τσικρίκα, Σαββοπούλου (από το Σταρ), Τσιγουρής (από το Μέγκα και το iefimerida.gr όπως συμπλήρωσε ο ίδιος), μια τριάδα εργαζομένων που αντιμετωπίζει (με διαβαθμίσεις ή ελάχιστες, άλλες πιθανότητες επαγγελματικής διεξόδου) το φάσμα της ανεργίας, εξαιτίας και των κυβερνητικών και των επιχειρηματικών επιλογών που έδωσε ο νόμος Παππά τη δυνατότητα να ξεδιπλωθούν αμέσως μετά την ψήφιση του - γιατί μάλλον είναι τυχαίο το γεγονός ότι για παράδειγμα στο Μέγκα, η τριανδρία Μπόμπολα - Ψυχάρη - Βαρδινογιάννη ξεκίνησε τις στάσεις πληρωμών, πρώτα στους «εξωτερικούς συνεργάτες» τεχνικούς και μόλις δέκα μέρες μετά τη δημοσίευση του νόμου σε ΦΕΚ...

Τα φώτα, όμως της δημοσιότητας, έπεσαν κατά κύριο λόγο πάνω στην πρώτη, την κυρία Ευαγγελία Τσικρίκα και δικαίως. Αλλά ταυτόχρονα και αδίκως - και θα εξηγήσω αμέσως το σκεπτικό μου. Καταρχάς δικαίως γιατί η κυρία Τσικρίκα κατάφερε να βγάλει τον πραγματικό εαυτό του Τσίπρα σε δημόσια θέα - τον πραγματικό πρωθυπουργό Τσίπρα, τον μεγάλο αρμοστή του τρίτου μνημονίου, το «χρυσό παιδί (golden boy)» της νεοφιλελεύθερης, ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, ενός τέρατος οίησης και κοινωνικού δαρβινισμού. Αυτό πιστώνεται στην κυρία Τσικρίκα. Ότι η μάσκα του δήθεν ακέραιου, δήθεν κοινωνικά ευαίσθητου, δήθεν πανίσχυρου, δήθεν στρογγυλοκαθισμένου στην πρωθυπουργική καρέκλα και αμετακίνητου μέχρι το 2019 (εδώ, γελάμε...), Τσίπρα διαλύθηκε σε κοινή θέα. Και γιατί διαλύθηκε;

Γιατί ο Τσίπρας ξέχασε τα λόγια του ποιητή (νομίζω, είναι ο Νίκος Καρούζος), που θα τα παραφράσω ελαφρώς. Ο Τσίπρας έκανε το «λάθος» να πλησιάσει πάρα πολύ έναν υποψήφιο άνεργο και τα χέρια (αλλά και τα λόγια) ενός άνεργου ή ενός ανθρώπου που βλέπει να χάνει την δουλειά του, είναι σφιγμένα στις τσέπες του, σαν χειροβομβίδες. Οπότε, όταν απασφαλίζουν αυτές οι χειροβομβίδες, τύφλα να ‘χουν τα... πυρηνικά όπλα και οι πολιτικές μεγαλοστομίες.

Ταυτόχρονα όμως στους ώμους της κυρίας Τσικρίκα έπεσε ένα δυσανάλογο βάρος, ένα βάρος που το πολλαπλασιάζουν ο τόπος και ο χρόνος και η συγκυρία και ήταν απολύτως άδικο να το σηκώσει αυτή και από επαγγελματική σκοπιά.

Σε μια αίθουσα γεμάτη δημοσιογράφους, στην πρώτη συνέντευξη Τύπου μνημονιακού πρωθυπουργού μετά το 2011, τις ερωτήσεις - τοποθετήσεις με άξονα την ανεργία στα κανάλια που (κατά πάσα μεγάλη πιθανότητα) κλείνουν είτε με κυβερνητική είτε και με επιχειρηματική υπαιτιότητα, τις έκαναν εκείνοι που κατά το κοινώς λεγόμενο «καίγεται η γούνα τους» - σε ενεστώτα χρόνο.

Για άλλη μια φορά - και σε δημόσια, κοινή θέα συντελέστηκε και αυτό - ο δημοσιογραφικός κλάδος έδειξε έμπρακτα και την... εσωτερική αλληλεγγύη που τον διέπει, και τα αισθήματα... συμπαράστασης, τα οποία ξεχειλίζουν από τα μπατζάκια πάρα πολλών (και όχι μόνο εκείνων που βρέθηκαν στην αίθουσα), και τα... ενημερωτικά αντανακλαστικά του, όταν οι (επαγγελματικές και εργασιακές) οικίες (ορισμένων εξ) ημών έχουν πάρει (ξανά) φωτιά, για πολλοστή φορά αυτή την μνημονιακή επταετία, και άλλοι άδουν και σφυρίζουν αδιάφορα, λες και το θέαμα δεν τους ενδιαφέρει ή δεν τους αφορά, όπως δεν τους αφορούσε χθες και προχθές, στο Άλτερ, τον ΔΟΛ, τον Πήγασο, την Ελευθεροτυπία, την ΕΡΤ, την Καθημερινή και τον Σκάι και πάει λέγοντας.

Ουδείς έτερος δημοσιογράφος ευαρεστήθηκε να σηκώσει μέρος από το σισύφειο, ψυχολογικό, επαγγελματικό και προσωπικό βάρος που κουβαλούσαν οι δημοσιογράφοι υπό προθεσμία ανεργίας και ενδεχόμενου, μακροχρόνιου επαγγελματικού αποκλεισμού. Κανένας, ενώ αυτή ακριβώς θα ήταν η καλύτερη στιγμή και υπηρεσία στο κοινό συμφέρον όχι μόνο των δημοσιογράφων και των εργαζομένων στον Τύπο, αλλά όλων των εργαζομένων στη χώρα.

Όταν ο Χ δημοσιογράφος ρωτά και απαιτεί απαντήσεις για την επερχόμενη ανεργία της κάθε κυρίας Τσικρίκα (και της κάθε άνεργης γενικά) και όχι η κυρία Τσικρίκα για τον εαυτό της. Με τέτοια βήματα και τέτοιες στάσεις ζωής ξεκινά να σφυρηλατείται και να δένεται το πραγματικά πολύ επικίνδυνο ατσάλι για κυβερνήσεις, κρατούντες και εργοδότες, όταν έρχεται η ώρα που χτυπά η καμπάνα του με ποια πλευρά είμαστε, γιατί η καμπάνα όπως έγραψε και ο μέγας Χεμινγουέι, χτυπά πάντα για εμάς.

Αλλά, ώρες και στιγμές, τι τα λέμε, τι τα γράφουμε; Εδώ, στον τόπο και στον κλάδο, περισσεύει η υποκρισία. Γιατί την ίδια ώρα, που η κυρία Τσικρίκα γίνεται «σύμβολο» ακόμη και όψιμου αντικυβερνητικού αγώνα από ορισμένες γραφίδες με σεσημασμένο, δημόσιο, πολιτικό και δημοσιογραφικό βίο, κανένας δεν είδε ούτε άκουσε - πάλι σε κοινή θέα - την δημοσιογράφο των «Παραπολιτικών», κυρία Ελένη Καλογεροπούλου, αυθόρμητη και ενθουσιασμένη, χαμογελαστή, να πανηγυρίζει από την άλλη πλευρά του χώρου και ακριβώς απέναντι από την κυρία Τσικρίκα, ξεκινώντας την ερώτηση της στον πρωθυπουργό με την καθαρή, κρυστάλλινη νοήματος φράση «εμείς πήραμε (τηλεοπτική) άδεια», για να προσπαθήσει άγαρμπα να διορθώσει τα αδιόρθωτα σε «εμείς, δηλαδή, οι Πειραιώτες».

Στο τέλος της ημέρας, όπως λένε και οι Αμερικανοί, αυτή ήταν η αντιπροσωπευτική εικόνα της αίθουσας, που ηλεκτρίστηκε με το θέμα των τηλεοπτικών αδειών - όχι το δίπολο Τσίπρας - Τσικρίκα, αλλά οι δύο «ξένες» μεταξύ τους, στην ίδια πόλη, στην ίδια συνέντευξη Τύπου, στην ίδια δουλειά, η κυρία Τσικρίκα, με τη ραγισμένη φωνή, μπροστά στο ταμείο ανεργίας, και η κυρία Καλογεροπούλου, με τον ελάχιστα συγκαλυμμένο ενθουσιασμό, επειδή το (μεγάλο και πραγματικό) αφεντικό, ο... Πειραιώτης, πήγε ταμείο μετά από τον διαγωνισμό με τις άδειες.

Και βέβαια, μια υποψία μπορεί να κατατρύχει τον νου όλων μας: Ότι οι ρόλοι θα μπορούσαν να είναι απολύτως αντεστραμμένοι, αν η κυρία Τσικρίκα εργαζόταν (χθες) σε σταθμό που θα είχε πάρει τηλεοπτική άδεια και η κυρία Καλογεροπούλου εργαζόταν (χθες) σε σύνολα... Πειραιωτών χωρίς τηλεοπτική άδεια...

Την ίδια υποψία (αν όχι βεβαιότητα) έχουν και διάφορα «χρυσά παιδιά (golden boys)» του νεοφιλελευθερισμού, στην κυβέρνηση, τις εργοδοτικές ενώσεις και τις επιχειρήσεις, και ανάβουν το φυτίλι της σαλαμοποίησης, του εταιρικού πατριωτισμού, του κοινωνικού δαρβινισμού και του διχασμού και της πολυδιάσπασης των εργαζομένων, στον Τύπο και αλλού.

Γιατί ξέρουν ότι ορισμένοι (πάρα πολλοί) θα συνεχίσουν να κάνουν τους κουφούς όταν θα χτυπά η καμπάνα...

Ετικέτες