Η πολιτική συγκυρία χαρακτηρίζεται από την ταχύτατη επιβολή μνημονιακών μέτρων και την πιο βίαιη αναίρεση λαϊκών κατακτήσεων που καμία κυβέρνηση δεν είχε τολμήσει μέχρι σήμερα.
Παρά τα κινήματα που αναπτύχθηκαν στις αρχές του 2016, οι αντιδράσεις απέναντι σε αυτά τα μέτρα είναι τουλάχιστον υποτονικές. Είναι σαφές ότι χτυπάει το καμπανάκι του κινδύνου να εμπεδωθεί μια λογική μονόδρομου και αδυναμίας αντίδρασης.
Μέσα στα πλαίσια αυτά η ιδρυτική συνδιάσκεψη της ΛΑΕ αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Καταρχήν η ίδια η συγκρότηση της ΛΑΕ αποτελεί μια εξαιρετικά σημαντική στιγμή της ταξικής συγκυρίας στην Ελλάδα, καθώς για πρώτη φορά μετά την επιβολή των μνημονίων δημιουργείται ένας πολιτικός πόλος που εκφράζει με καθαρότητα την ανάγκη να συσπειρωθεί ένα ενιαίο κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο φιλολαϊκής διεξόδου από την κρίση πάνω στους άξονες του μεταβατικού προγράμματος: κατάργηση των μνημονίων, της λιτότητας και της επιτροπείας, στάση πληρωμών-διαγραφή του χρέους, εθνικοποιήσεις και παραγωγικός μετασχηματισμός, έξοδος από την ΟΝΕ –σύγκρουση με την ΕΕ.
Οι θέσεις της ΛΑΕ κάνουν απόλυτα διαυγή αυτή την κατεύθυνση και είναι ένα σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Παραπέρα, οι θέσεις θέτουν στο επίκεντρο της συγκρότησης του προγράμματος την έξοδο από την ΟΝΕ. Η παραμονή της χώρας στο ευρώ αποτελεί το κομβικό σημείο όπου συμπυκνώνεται η στρατηγική όλων των μερίδων της αστικής τάξης στην Ελλάδα και ταυτόχρονα το σημείο που συμπυκνώνει όλες τις αντιφάσεις αυτής της στρατηγικής. Η έξοδος από την ΟΝΕ είναι αναμφίβολα μια αντικαπιταλιστική στρατηγική και μάλιστα η μόνη πραγματικά αντικαπιταλιστική στρατηγική, αφού όσο κανείς απομακρύνεται από τον κόμβο της ταξικής πάλης, τόσο πιο ακίνδυνος γίνεται για το σύστημα.
Οι θέσεις ξεκαθαρίζουν επίσης για το πώς μπορεί βραχυμεσοπρόθεσμα να εξασφαλισθούν οι αναγκαίες επάρκειες λαϊκών αγαθών στην περίπτωση εφαρμογής του μεταβατικού προγράμματος: από την υιοθέτηση εθνικού νομίσματος και την υποτίμησή του, καθώς και από την παύση πληρωμών του δημοσίου χρέους, χωρίς συμπίεση των μισθών και των συντάξεων. Ξεκαθαρίζεται συνεπώς ότι η εφαρμογή του προγράμματος δεν έχει ως προϋπόθεση ούτε κονδύλια της ΕΕ, ούτε δάνεια από τρίτες χώρες, ούτε την ενίσχυση συγκεκριμένων κεφαλαιουχικών κλάδων.
Τέλος οι θέσεις με σαφήνεια αποτυπώνουν ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα συγκροτεί μια ευρεία κοινωνική συμμαχία των λαϊκών στρωμάτων της χώρας μας με εργατική ηγεμονία και ξεκαθαρίζουν ότι η ΛΑΕ είναι ένας μετωπικός φορέας που αποσκοπεί στην επανίδρυση της Αριστεράς. Δεν είναι, ούτε θέλει να υποκαταστήσει το αναγκαίο σήμερα μέτωπο φιλολαϊκής διεξόδου. Αντίθετα θέλει να συμβάλλει αποφασιστικά στη συγκρότησή του.
Εξίσου σαφής είναι και η θέση για την ΕΕ. Η εφαρμογή του προγράμματος θα μας φέρει σε σύγκρουση με τις πολιτικές και τους θεσμούς της ΕΕ (χωρίς ίσως και αν). Μπροστά σ’ αυτή τη σύγκρουση θα απαιτηθεί η οργάνωση του λαού για την εφαρμογή μέχρι τέλους του μεταβατικού προγράμματος και τη ρήξη με την ΕΕ –και αυτός είναι ο ρόλος του δημοψηφίσματος.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, τα θετικά στοιχεία των κειμένων, που έχουν εκδοθεί, δεν ολοκληρώνουν τη διαδικασία της συνδιάσκεψης. Η συνδιάσκεψη πρέπει να είναι μια διαδικασία δημόσιου πολιτικού διαλόγου για την προώθηση αυτών των προγραμματικών κατευθύνσεων στην Αριστερά και στα λαϊκά στρώματα και κυρίως πρέπει να είναι μια διαδικασία που θα καταλήξει σε συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις.
Όπως σωστά αναφέρεται στις θέσεις, σήμερα δεν εμφανίζεται ως άμεσα ρεαλιστική η δυνατότητα για προώθηση εναλλακτικής λύσης και στο κυβερνητικό επίπεδο. Υπάρχει μεν φθορά στις κοινωνικές εκπροσωπήσεις του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτό δεν πρέπει ούτε να οδηγεί σε λογικές ώριμων φρούτων, ούτε και στη λογική ότι τυχόν αποσταθεροποίηση του κυβερνητικού κέντρου (που δεν φαίνεται στον ορίζοντα) θα οδηγούσε μαθηματικά σε αριστερές μετατοπίσεις. Αντίθετα αυτό που απαιτείται είναι να χαραχθεί με σαφήνεια μια τακτική οικοδόμησης αυτού του πολιτικού και κοινωνικού μπλοκ αντιπολίτευσης στη βάση των αξόνων του μεταβατικού προγράμματος σε κάθε κοινωνικό χώρο και κεντρικά πολιτικά, άνθρωπο τον άνθρωπο, συλλογικότητα τη συλλογικότητα, προκειμένου να χτισθούν οι όροι για τη γιγάντωση του λαϊκού κινήματος.
Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να ληφθούν πρωτοβουλίες διαλόγου και κοινής δράσης που θα απευθύνονται σε όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς και ιδίως σε οργανώσεις, συλλογικότητες, δίκτυα που αποχώρησαν από το ΣΥΡΙΖΑ, με άξονες την ενιαιομετωπική λογική στη βάση του προγράμματος, τη γραμμή μαζών, τη ρήξη με τον γραφειοκρατικοποιημένο και κυβερνητικό συνδικαλισμό.
Είναι σαφές ότι πρέπει κανείς να κερδίσει τον κόσμο που είχε αυταπάτες για τον ΣΥΡΙΖΑ. Για τους μηχανισμούς όμως του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να έχει πλέον κανείς καμιά αυταπάτη. Η συμπαγής διατήρηση της πλειοψηφίας στην ψηφοφορία για το ασφαλιστικό έδειξε όχι μόνο ότι δεν αναμένονται άμεσα πολιτικοί κλυδωνισμοί, αλλά και ότι όποιος πάει να εμπλακεί με αυτούς τους μηχανισμούς σε οποιοδήποτε επίπεδο θα βγει λερωμένος. Σε κάθε επίπεδο, συνδικαλιστικό, γειτονιάς, αυτοδιοίκησης, η σχέση μας με τους μηχανισμούς του ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν να είναι αντιπαραθετικές.