Έναν χρόνο μετά από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, πολιτικές, οικονομικές και μιντιακές ελίτ, το Μέγαρο Μαξίμου, που σύσσωμο λείπει στο Πεκίνο για δουλειές, τα κέντρα υπερεξουσίας και επιβολής της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον και του Βερολίνου, δείχνουν φαινομενικά αδιάφορα και ανακουφισμένα μπροστά στη «δύσκολη επέτειο».
Το βρετανικό δημοψήφισμα και ο εκεί κόλαφος για την «Μενουμευρώπη» εκπίπτει σε αγωνιώδη προσπάθεια λιγότερο ή περισσότερο βίαιου επανακαθορισμού του αποτελέσματος, ένα «ατύχημα» σχεδόν εφάμιλλο του περυσινού ελληνικού, που χρειάζεται επειγόντως τον Τσίπρα του για να διαστρεβλώσει το περιεχόμενο, να παραχαράξει τις ταξικές διαστάσεις, να αλλοιώσει τη δημοψηφισματική εντολή. Ο νεοφιλελευθερισμός «από όπου και αν προέρχεται (Δεξιά, Κεντροαριστερά ή Ψευδοαριστερά)» θα πρέπει να λειτουργήσει αδιατάρακτα και απερίσπαστα, κυρίως με τις εργατικές δυνάμεις σε αδράνεια, αποστασιοποίηση και καθήλωση. «Κάντο όπως ο Τσίπρας», θα μπορούσε να τιτλοφορείται το εγχειρίδιο που θα τυπωνόταν στα υπόγεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τα παραρτήματα της, για να αποτελέσει τον κυβερνητικό οδηγό των προβληματισμένων αστικών ηγεσιών.
Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου δεν ανήκει στο «ατυχές» παρελθόν. Το ταξικό ρήγμα που αποτυπώθηκε με εξαιρετικά σαφή τρόπο, ρήγμα αγεφύρωτο και κοχλάζον, δεν τερματίστηκε ούτε στο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών της 6ης Ιουλίου, ούτε στις ελάχιστα συγκαλυμμένες απειλές του Διοικητή, Γιάννη Στουρνάρα για ένα πραξικόπημα αλά Μαϊντάν, ούτε στις 20 Σεπτεμβρίου με την ουσιαστικά απονομιμοποιημένη και κάλπικη εντολή που υφάρπαξε ο ΣΥΡΙΖΑ και η καμαρίλα του «ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ».
Το ρήγμα μεγαλώνει μέρα με τη μέρα, με το ασφαλιστικό να δείχνει τα δόντια της μυλόπετρας του, τα φορολογικά βάρη σε μισθωτούς και συνταξιούχους να πολλαπλασιάζονται, την «υγιή επιχειρηματικότητα» να βυθίζει τις επιχειρήσεις, προσπορισμένη μυθώδη κέρδη και πλούτο, τους πλειστηριασμούς κατοικίας να χτυπούν την εξώπορτα των εργατικών στρωμάτων και των λαϊκών νοικοκυριών. Αυτό που πέρυσι περιγραφόταν ως «σύντομο καλοκαίρι του ΟΧΙ» θα αποδειχθεί «μακρός, ταξικός Ιούλης», με τις πρώτες, φθινοπωρινές ψευδοδιαπραγματεύσεις για το εργασιακό – και εδώ εναπόκειται στη ριζοσπαστική Αριστερά ώστε «να γίνει της Γαλλίας».
Το δημοψήφισμα δεν έχει δώσει όλη τη δυναμική του – και ο συνεχής εξορκισμός του από τις πολιτικές και οικονομικές, αστικές ελίτ τεκμηριώνει του λόγου του αληθές. Η επόμενη στάση, η επόμενη θρυαλλίδα της ταξικής σύγκρουσης δεν ανήκει σε ένα νοσταλγικό παρελθόν, σε μια κάποια «χαμένη ευκαιρία», σε ένα ανεπίδοτο μήνυμα. Η φοβερή διαθεσιμότητα που έδειξε το 62% του κόσμου του ΟΧΙ, προκειμένου να αναλάβει έκαστο μερίδιο της αναμέτρησης και των συνεπειών της επιλογής του, μέσα σε κλίμα άγριας μιντιακής τρομοκρατίας και απειλών, είναι μια παρακαταθήκη που έχει ελάχιστα αναλυθεί και φυσικά δεν έχει ακόμη αξιοποιηθεί από τις πολιτικές δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Το ρήγμα υπάρχει, είναι μπροστά και θα συνεχίσει να παράγει πολιτικά γεγονότα και κοινωνικές συγκρούσεις – το δημοψήφισμα δεν έκλεισε τον κύκλο του το βράδυ της 5ης Ιουλίου. Και ας αφήσουμε τον Τσίπρα να κάνει τον Κινέζο περί του αντιθέτου.