Η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου ρίχνει την τελευταία ζαριά της.
Υπογράφει το σύνολο των απαιτήσεων των δανειστών –τόσο της ΕΕ όσο και του ΔΝΤ– προκειμένου να αποφύγει την άμεση πτώση και να παραμείνει γατζωμένη στην εξουσία, αδιαφορώντας για τα καταστροφικά κοινωνικά και πολιτικά αποτελέσματα αυτής της άθλιας συμφωνίας.
Οι «κόκκινες γραμμές» στη διαβόητη διαπραγμάτευση αποδείχθηκαν –για άλλη μια φορά– διάτρητες.
Η κυβέρνηση δέχθηκε να «προνομοθετήσει» μέτρα πρόσθετης λιτότητας, που θα ενεργοποιηθούν από την 1/1/2018 και το αργότερο από την 1/1/2019: ριζική μείωση του αφορολόγητου, δραστική μείωση των καταβαλλόμενων συντάξεων, διπλασιασμό του ποσοστού «θεμιτών» ομαδικών απολύσεων. Ο κατάπτυστος δημοσιονομικός «κόφτης» γίνεται αντίστροφος: στη βάση της προθεσμοθετημένης σκληρότερης λιτότητας, η κυβέρνηση θα έχει τη δυνατότητα κάποιων ισόποσων «αντι-μέτρων» (τα οποία κυρίως θα αφορούν ελάφρυνση των… επιχειρηματιών από φόρους και εισφορές) μόνο εάν και εφόσον στα μέσα του 2019 η Eurostat θα έχει επιβεβαιώσει «πλεόνασμα» 3,5% μέσα στο 2018!
Σε αντάλλαγμα γι’ αυτή την κατάπτυση «προ-συμφωνία» η κυβέρνηση δεν παίρνει τίποτα συγκεκριμένο. Δεν υπάρχει καμιά συγκεκριμένη δέσμευση μέτρων «ελάφρυνσης» του χρέους, δεν υπάρχει καμιά σαφής δέσμευση ένταξης στην «ποσοτική χαλάρωση» της ΕΚΤ, δεν υπάρχει δέσμευση συμμετοχής του ΔΝΤ με χρηματοδότηση στο ελληνικό πρόγραμμα. Το μόνο κέρδος των Τσίπρα-Τσακαλώτου από την προ-θεσμοθέτηση των μέτρων πρόσθετης λιτότητας είναι η… επιστροφή της τρόικας στην Αθήνα με… προοπτική να κλείσει μέσα στην άνοιξη η 2η αξιολόγηση, ώστε να γίνει εφικτό να πληρωθούν οι δόσεις του χρέους στο κρίσιμο δίμηνο του Ιούνη-Ιούλη.
Την ίδια στιγμή θεσμοθετείται επισήμως η «ΕΕ των δύο ταχυτήτων». Στη Σύνοδο των Βερσαλλιών, στις 6 Μάρτη, η Γερμανία, η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία (με τη συναίνεση των χωρών της BeNeLux) συνέρχονται χωριστά για να προαποφασίσουν την κατεύθυνση που θα επιβάλουν στις 25 Μάρτη στη Σύνοδο της Ρώμης, των χωρών-μελών της ΕΕ, ως απάντηση στα νέα δεδομένα που δημιουργεί το Brexit και η πολιτική Τραμπ.
Η άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης Τσίπρα θα έχει συντριπτικά αποτελέσματα στο ήδη ρημαγμένο κοινωνικό τοπίο στην Ελλάδα: Η μείωση του αφορολόγητου θα δημιουργήσει φορολογική υποχρέωση ακόμα και σε νοικοκυριά ανέργων, ενώ θα αυξήσει σημαντικά την υποχρέωση φόρου των χαμηλόμισθων και των χαμηλοσυνταξιούχων. Η κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς» (αυτού του τερατώδους δημιουργήματος του νόμου Κατρούγκαλου) οδηγεί το λεπίδι των περικοπών στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις, αρχίζοντας από το επίπεδο των 600-700 ευρώ! Ο διπλασιασμός του ορίου των ομαδικών απολύσεων (από το 5 στο 10%) θα ρίξει λάδι στη φωτιά της «ελαστικοποίησης» που κατατρώει τις εργασιακές κατακτήσεις της πριν το 2010 εποχής. Όμως οι συνέπειες δεν θα περιοριστούν στο κοινωνικό πεδίο.
Αναπόφευκτα θα επεκταθούν στο πολιτικό. Προσυπογράφοντας τέτοια μέτρα νεοφιλελεύθερου ταλιμπανισμού, ο Τσίπρας ανοίγει διάπλατα το δρόμο στον… Κυριάκο Μητσοτάκη. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που ήδη κρεμόταν σε μια πολιτική κλωστή, δεν είναι δυνατόν να αντέξει μεσοπρόθεσμα τους τρανταγμούς που θα επιφέρει μια τέτοια μετωπική επίθεση ενάντια στην πλατιά κοινωνική πλειοψηφία.
Μπαίνουμε στο τέλος της εποχής που άνοιξαν οι εκλογές του 2015. Τα καθήκοντα είναι σαφή: Κυρίως στο κινηματικό πεδίο, η οργάνωση της πάλης με όλα τα μέσα για την ανατροπή της λιτότητας. Στο πολιτικό πεδίο, η άμεση συγκρότηση του μετώπου της αντιμνημονιακής, αντικαπιταλιστικής ριζοσπαστικής Αριστεράς. Δηλαδή της συγκέντρωσης πολιτικής δύναμης που θα επιχειρήσει, σε μακρά πορεία, να λειτουργήσει ως αντίπαλο δέος, ως ελπιδοφόρα δύναμη, απέναντι στο δίπολο της μνημονιακής προσήλωσης, απέναντι στο δίπολο Τσίπρας-Μητσοτάκης.