Οι πολιτικές προτεραιότητες κυβέρνησης και δανειστών φαίνεται να συμπίπτουν περισσότερο από ποτέ.

Ο τρό­πος που έκλει­σε η δεύ­τε­ρη αξιο­λό­γη­ση, έπει­τα από το πο­λύ­μη­νο πα­ζά­ρι, οι εύ­θραυ­στες ισορ­ρο­πί­ες με­τα­ξύ Βε­ρο­λί­νου και ΔΝΤ, αλλά και Βε­ρο­λί­νου-Πα­ρι­σιού που απο­τυ­πώ­νο­νται στις λε­κτι­κές ακρο­βα­σί­ες της δή­λω­σης του Eurogroup, κα­τα­δει­κνύ­ουν ότι η πε­ρί­φη­μη «πο­λι­τι­κή βού­λη­ση» κυ­ριάρ­χη­σε στις απο­φά­σεις. Έστω κι αν τα κί­νη­τρα της «πο­λι­τι­κής βού­λη­σης» κάθε πλευ­ράς είναι δια­φο­ρε­τι­κά και, σε αρ­κε­τές πε­ρι­πτώ­σεις, αντι­τι­θέ­με­να.

Για την κυ­βέρ­νη­ση ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ-ΑΝΕΛ ανοί­γει ένα πα­ρά­θυ­ρο ευ­και­ρί­ας να δια­μορ­φώ­σει μια συν­θή­κη «επι­στρο­φής στην κα­νο­νι­κό­τη­τα» και να επι­χει­ρή­σει ανά­κτη­ση δυ­νά­με­ων. Έχει την πι­θα­νό­τη­τα να είναι η κυ­βέρ­νη­ση που θα πι­στω­θεί την τυ­πι­κή έξοδο από τα μνη­μό­νια. Με δε­δο­μέ­νο ότι το τί­μη­μα αυτής της εξό­δου είναι βα­ρύ­τα­το και πλη­ρώ­νε­ται κυ­ρί­ως από τα φτω­χό­τε­ρα στρώ­μα­τα, τα οποία τη στή­ρι­ξαν με την προσ­δο­κία του «τέ­λους της λι­τό­τη­τας», η κυ­βέρ­νη­ση ρί­χνει όλο το βάρος της στην πα­ρα­γω­γή ενός ισχυ­ρού αντι­σταθ­μί­σμα­τος που συ­μπυ­κνώ­νε­ται σε μια μόνο λέξη: «ανά­πτυ­ξη».

Καμιά πρω­το­τυ­πία, θα πείτε. Δεν έχει υπάρ­ξει κυ­βέρ­νη­ση, ανε­ξαρ­τή­τως πο­λι­τι­κο-ιδε­ο­λο­γι­κής από­χρω­σης, που να μην ορ­κί­ζε­ται σ’ αυτήν. Κι οι ίδιοι οι δα­νει­στές, εφό­σον επι­λέ­γουν να κλεί­σει η «μνη­μο­νια­κή εποχή» της Ευ­ρω­ζώ­νης με το τε­λευ­ταίο και κα­ταϊ­δρω­μέ­νο ελ­λη­νι­κό «successstory», θέ­λουν να δουν επι­τέ­λους, δίπλα στους αριθ­μούς των πρω­το­γε­νών πλε­ο­να­σμά­των, θε­τι­κά πρό­ση­μα στους ρυθ­μούς με­τα­βο­λής του ελ­λη­νι­κού ΑΕΠ. Θέ­λουν να απο­φύ­γουν τη ρε­τσι­νιά ενός οκτα­ε­τούς φιά­σκου.

Η τρίτη αξιο­λό­γη­ση

Η από­φα­ση του Eurogroup, πέρα από τους πολ­λα­πλούς πο­λι­τι­κούς συμ­βι­βα­σμούς που εν­σω­μα­τώ­νει, κάνει μια σαφή στρο­φή από τη μο­νο­διά­στα­τη δη­μο­σιο­νο­μι­κή προ­σαρ­μο­γή, που αθροί­ζε­ται  από το 2010 μέχρι και το 2018 σε λι­τό­τη­τα πε­ρί­που 70 δισ., σε κά­ποιου τύπου ανα­πτυ­ξια­κή πο­λι­τι­κή. «Τι τύπου» είναι το ένα ερώ­τη­μα, και «πόσο ανα­πτυ­ξια­κή» θα είναι πράγ­μα­τι, το δεύ­τε­ρο.

Την πλήρη απά­ντη­ση θα την έχου­με στην τρίτη αξιο­λό­γη­ση, περί τον Οκτώ­βριο, στο πλαί­σιο της οποί­ας οι δα­νει­στές φι­λο­δο­ξούν να ολο­κλη­ρώ­σουν τη στρα­τη­γι­κή του βί­αιου οι­κο­νο­μι­κού και κοι­νω­νι­κού με­τα­σχη­μα­τι­σμού της χώρας με νέες, μό­νι­μες «με­ταρ­ρυθ­μί­σεις». Μια ιδέα για τις προ­τε­ραιό­τη­τές τους δίνει έκ­θε­ση του ESM που δη­μο­σιο­ποι­ή­θη­κε πε­ρί­που ταυ­τό­χρο­να με την τε­λευ­ταία συ­νε­δρί­α­ση του Eurogroup: Οι τε­χνο­κρά­τες του ESM υπο­δει­κνύ­ουν μεί­ω­ση της φο­ρο­λο­γί­ας των επι­χει­ρή­σε­ων και των κόκ­κι­νων επι­χει­ρη­μα­τι­κών δα­νεί­ων που φρε­νά­ρουν τις ιδιω­τι­κές επεν­δύ­σεις, απα­γκί­στρω­ση των ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σε­ων και του νέου Υπερ­τα­μεί­ου από «πο­λι­τι­κές επιρ­ρο­ές», σύ­στη­μα δι­καιο­σύ­νης και δη­μό­σια διοί­κη­ση «πιο φι­λι­κά προς την ανά­πτυ­ξη και τις επεν­δύ­σεις».

Κοντά σ’ αυτά, οφεί­λου­με να προ­σθέ­σου­με τον επό­με­νο γύρο πα­ρεμ­βά­σε­ων στα ερ­γα­σια­κά από τη σκο­πιά των «επεν­δυ­τών» (διαι­τη­σία, τρό­πος λήψης από­φα­σης για απερ­γία, κω­δι­κο­ποί­η­ση ερ­γα­σια­κής νο­μο­θε­σί­ας κ.ά.). Εν ολί­γοις, παλιά και νέα γενιά «με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων» συ­γκρο­τούν ένα πλαί­σιο τα­ξι­κής με­ρο­λη­ψί­ας υπέρ της εγ­χώ­ριας επι­χει­ρη­μα­τι­κής ελίτ, έστω κι αν ένα με­γά­λο μέρος της υπο­κα­θί­στα­ται πλέον από νέους και κυ­ρί­ως «ξέ­νους» ιδιο­κτή­τες της πα­ρα­γω­γι­κής βάσης της χώρας, ελέω ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σε­ων ή κόκ­κι­νων δα­νεί­ων. Αυτή, άλ­λω­στε, η υπο­κα­τά­στα­ση δεν φαί­νε­ται διό­λου να θίγει τον «εγω­ι­σμό» της ελ­λη­νι­κής ολι­γαρ­χί­ας, που έχει απο­φα­σί­σει ότι το μέλ­λον της εξαρ­τά­ται από «σχέ­σεις εμπι­στο­σύ­νης με την πα­γκό­σμια επεν­δυ­τι­κή κοι­νό­τη­τα». Όπως δια­κη­ρύσ­σει ο πρό­ε­δρος του ΣΕΒ Θ. Φέσ­σας, στο εξής «κάθε αξιό­λο­γη επέν­δυ­ση είναι εθνι­κός στό­χος».

Η «ρήτρα ανά­πτυ­ξης»…

Μέχρι εδώ πε­ρι­γρά­φε­ται μια πα­ρα­δο­σια­κή, νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης κοπής συ­ντα­γή ανά­πτυ­ξης που βα­σί­ζε­ται στα κλα­σι­κά υλικά: ευ­νοϊ­κή φο­ρο­λο­γία, διοι­κη­τι­κά προ­νό­μια, φθηνό και ευ­έ­λι­κτο ερ­γα­τι­κό δυ­να­μι­κό, πάμ­φθη­να πε­ριου­σια­κά στοι­χεία, δη­μό­σια και ιδιω­τι­κά, πλή­ρως απε­λευ­θε­ρω­μέ­νες αγο­ρές, με υπο­χρε­ω­τι­κή από­συρ­ση του κρά­τους από τα τε­λευ­ταία πεδία στα οποία δια­τη­ρεί μια πα­ρου­σία.

Από κει και πέρα αρ­χί­ζουν οι ιδιαι­τε­ρό­τη­τες του «ανα­πτυ­ξια­κού» μο­ντέ­λου που προ­ω­θούν οι δα­νει­στές και απο­δέ­χε­ται με ζήλο η κυ­βέρ­νη­ση. Με κυ­ριό­τε­ρη το γε­γο­νός ότι η όποια ανά­πτυ­ξη, από τώρα και για τις πολ­λές επό­με­νες δε­κα­ε­τί­ες, προ­ο­ρί­ζε­ται να εξυ­πη­ρε­τεί κατά προ­τε­ραιό­τη­τα το χρέος. Κι αυτό, χάρη στον υπό δια­μόρ­φω­ση μη­χα­νι­σμό που θα συν­δέ­ει το ρυθμό αύ­ξη­σης του ΑΕΠ με το κό­στος απο­πλη­ρω­μής του χρέ­ους. Προ­βλή­θη­κε ως μεί­ζων και­νο­το­μία και «κα­τά­κτη­ση» η συ­μπε­ρί­λη­ψη στην από­φα­ση του Eurogroup της λε­γό­με­νης γαλ­λι­κής πρό­τα­σης, η οποία όμως είναι εξί­σου γερ­μα­νι­κή: τα μέτρα ανα­διάρ­θρω­σης του χρέ­ους (επι­μη­κύν­σεις, μειώ­σεις επι­το­κί­ων κ.λπ.) να αυ­ξο­μειώ­νο­νται ανά­λο­γα με τις ανα­πτυ­ξια­κές επι­δό­σεις. Δη­λα­δή, σε πε­ρί­πτω­ση υψη­λής ανά­πτυ­ξης θα αυ­ξά­νε­ται το κό­στος εξυ­πη­ρέ­τη­σης του χρέ­ους, ενώ σε πε­ρί­πτω­ση χα­μη­λής ανά­πτυ­ξης ή ύφε­σης θα μειώ­νε­ται.

Μα­κρο­πρό­θε­σμα, ένας τέ­τοιος μη­χα­νι­σμός –που στις λε­πτο­μέ­ρειές του θα τον μά­θου­με αρ­γό­τε­ρα– θα πα­ρά­γει στα­σι­μό­τη­τα ή ύφεση. Διότι στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, σε συ­νάρ­τη­ση με την υπο­χρέ­ω­ση της χώρας να πα­ρά­γει πρω­το­γε­νή πλε­ο­νά­σμα­τα πε­ρί­που 2% για τις επό­με­νες τέσ­σε­ρις δε­κα­ε­τί­ες, θα κα­τα­στέλ­λει κάθε ανα­πτυ­ξια­κή ικ­μά­δα. Ου­σια­στι­κά, απα­γο­ρεύ­ει στη χώρα να συσ­σω­ρεύ­ει και να επα­νε­πεν­δύ­ει πα­ρα­γω­γι­κά πλε­ο­νά­σμα­τα, αφού, όποτε αυτά προ­κύ­πτουν, θα απορ­ρο­φώ­νται από υψη­λό­τε­ρες απαι­τή­σεις απο­πλη­ρω­μής χρέ­ους. Κι όταν οι εγ­χώ­ριες ή διε­θνείς συν­θή­κες προ­κα­λούν στα­σι­μό­τη­τα ή ύφεση στην οι­κο­νο­μία, οι απο­πλη­ρω­μές χρέ­ους θα μειώ­νο­νται μεν ελα­φρά, αλλά θα εξυ­πη­ρε­τού­νται από τις σάρ­κες της οι­κο­νο­μί­ας, αφού απο­θέ­μα­τα ασφα­λεί­ας δεν θα υπάρ­χουν ή θα τα έχει κα­τα­πιεί το υπο­χρε­ω­τι­κό πλε­ό­να­σμα. Ο μη­χα­νι­σμός μπο­ρεί να εξε­λι­χθεί σε σπι­ράλ ύφε­σης.

…και η ανα­πτυ­ξια­κή επι­τρο­πεία

Πέρα από τη δαι­μό­νια ρήτρα ανά­πτυ­ξης, η από­φα­ση του Eurogroup πε­ρι­γρά­φει ένα ιδιό­τυ­πο κα­θε­στώς ανα­πτυ­ξια­κής επι­τρο­πεί­ας στην οποία υπο­βάλ­λε­ται η οι­κο­νο­μία. Οι έστω πε­ριο­ρι­σμέ­νες ευ­χέ­ρειες δια­μόρ­φω­σης ενός με­τριο­πα­θούς σχε­δί­ου πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης με βάση τις εγ­χώ­ριες ανά­γκες και ιδιο­μορ­φί­ες, και κυ­ρί­ως η πρό­κλη­ση ενός «σοκ δη­μο­σί­ων επεν­δύ­σε­ων» με συ­γκέ­ντρω­ση όλων των δια­θέ­σι­μων πόρων, πα­ρα­δί­δο­νται σε ένα κα­θε­στώς συν­δια­χεί­ρι­σης με τους δα­νει­στές. Υπό την επι­τή­ρη­ση της Κο­μι­σιόν και χωρών που θα προ­σφέ­ρουν «τε­χνι­κή βο­ή­θεια», τί­θε­ται η δια­χεί­ρι­ση όχι μόνο των κοι­νο­τι­κών πόρων, αλλά και κάθε άλλης εναλ­λα­κτι­κής χρη­μα­το­δό­τη­σης από κον­δύ­λια άλλων διε­θνών φο­ρέ­ων όπως η Ευ­ρω­παϊ­κή Τρά­πε­ζα Επεν­δύ­σε­ων (ΕΤΕπ), εθνι­κές ανα­πτυ­ξια­κές τρά­πε­ζες ή η Πα­γκό­σμια Τρά­πε­ζα, βάσει ενός σχε­δί­ου δα­νει­σμού υπέρ της απα­σχό­λη­σης  που κάηκε τα­χύ­τα­τα μέσα στον επι­κοι­νω­νια­κό κυ­βερ­νη­τι­κό ζήλο.

Ανά­λο­γη τύχη έχει και το σχέ­διο δη­μιουρ­γί­ας Ανα­πτυ­ξια­κής Τρά­πε­ζας. Η υιο­θέ­τη­σή της από τους δα­νει­στές και το Eurogroup ση­μα­το­δο­τεί και το τέλος της όποιας αυ­το­νο­μί­ας της πριν καν συ­γκρο­τη­θεί. Ενώ δεν έχει απο­σα­φη­νι­στεί πώς, ποιοι και πόσα θα ει­σφέ­ρουν στο με­το­χι­κό της κε­φά­λαιο, ήδη προ­δια­γρά­φε­ται ο μη δη­μό­σιος χα­ρα­κτή­ρας της. Κι αυτό γιατί, βάσει του σχε­δια­σμού των δα­νει­στών, πυ­ρή­να της θα απο­τε­λέ­σει πι­θα­νό­τα­τα το Εθνι­κό Τα­μείο Επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας και Ανά­πτυ­ξης (ΕΤΑΝ), μια αμι­γώς κρα­τι­κή δομή δια­χεί­ρι­σης εθνι­κών και κοι­νο­τι­κών πόρων σή­με­ρα, που προ­ο­ρί­ζε­ται για με­ρι­κή ή ολική ιδιω­τι­κο­ποί­η­ση μέσω της  συ­νερ­γα­σί­ας της –τε­χνι­κής και χρη­μα­το­δο­τι­κής– με τις αντί­στοι­χες ανα­πτυ­ξια­κές τρά­πε­ζες της Γερ­μα­νί­ας, της Γαλ­λί­ας, της Ιτα­λί­ας και της Βρε­τα­νί­ας. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή λε­πτο­μέ­ρεια του σχε­δια­σμού είναι ότι ο υπο­ψή­φιος γερ­μα­νός εταί­ρος της ελ­λη­νι­κής Ανα­πτυ­ξια­κής θα είναι η KFW, η τρά­πε­ζα μέσω της οποί­ας η Γερ­μα­νία συμ­με­τέ­χει στο δα­νει­σμό της Ελ­λά­δας. Το κραυ­γα­λέο της σύ­γκρου­σης συμ­φε­ρό­ντων που προ­κύ­πτει δεν πέ­ρα­σε από κα­νε­νός το μυαλό…

Από τα πα­ρα­πά­νω προ­κύ­πτει ότι μια ανά­πτυ­ξη στο­χο­προ­ση­λω­μέ­νη στην εξυ­πη­ρέ­τη­ση του αβί­ω­του χρέ­ους είναι εξ ορι­σμού υπο­νο­μευ­μέ­νη και, στο  βαθμό που και για όσο θα επι­τυγ­χά­νε­ται, οδη­γεί σε μια οι­κο­νο­μία ετε­ρό­φω­τη και δο­ρυ­φο­ρι­κή. Μια επεν­δυ­τι­κή αποι­κία της Ευ­ρω­ζώ­νης.

*Ανα­δη­μο­σί­ευ­ση από την "Ερ­γα­τι­κή Αρι­στε­ρά", φ. 386

Ετικέτες