Με την κατάπαυση του πυρός στις 19 Γενάρη μπήκε μια άνω τελεία σε 470 περίπου ημέρες καθημερινής φρίκης. Οι πρώτες εβδομάδες της συμφωνίας αποτελούν μια τεράστια ανάσα -πάνω από όλα- για το λαό της Γάζας, που υπέμεινε μια ανείπωτη βαρβαρότητα και αντιμετώπιζε καθημερινά τον θάνατο επί 15 μήνες.
Αποτελούν και μια ανάσα για όσους κι όσες αγωνιούσαν για τη Γάζα, πονούσαν για αυτήν και αγωνίζονταν να σταματήσουν τη φρίκη. Είναι η πρώτη φορά μετά από 470 μέρες που οι εικόνες που έρχονται από τη μικρή λωρίδα γης δεν είναι γροθιά στο στομάχι αλλά προκαλούν ανακούφιση: Τα φορτηγά με την ανθρωπιστική βοήθεια, η επιστροφή των ανθρώπων στις γειτονιές τους, τα πρόσωπα των αγωνιστριών και των αγωνιστών που βγαίνουν από τις ισραηλινές φυλακές.
Εκτός από μια γενοκτονία, στις 19 Γενάρη σταμάτησε (προσωρινά;) η πιο μακρόχρονη πολεμική επιχείρηση στην ιστορία του Κράτους του Ισραήλ. Ανεξάρτητα από την πορεία που θα πάρουν οι εξελίξεις στο άμεσο μέλλον, η μοναδική ιστορικά έκταση κι ένταση της Σιωνιστικής εκστρατείας στη Γάζα επιβάλει έναν απολογισμό αυτών των 15 μηνών.
Την επομένη της 7ης Οκτώβρη, ανακοινώνοντας την επίθεση του Ισραηλινού Στρατού (IDF), η Σιωνιστική ηγεσία έθετε δύο πολεμικούς στόχους: Την εξολόθρευση της Χαμάς και την ανάκτηση των Ισραηλινών αιχμαλώτων/ομήρων από τις IDF.
Ανάκτηση των ομήρων;
Μετά από 15 μήνες πολέμου, που έφθειρε με πολλαπλούς τρόπους τις IDF, δοκίμασε σκληρά την ισραηλινή οικονομία, προκάλεσε πόλωση με το κίνημα για την απελευθέρωση των ισραηλινών ομήρων, έφερε τριγμούς στο εσωτερικό της ισραηλινής κυβέρνησης και οδήγησε σε ιστορικό χαμηλό την παγκόσμια εικόνα του Ισραήλ, ο Νετανιάχου και οι στρατηγοί του απέτυχαν και στους δύο διακηρυγμένους στόχους.
Σήμερα διάφοροι δημοσιολογούντες πασχίζουν να πείσουν ότι το Ισραήλ «πέτυχε τον στόχο του: Φέρνει πίσω τους ομήρους». Είναι προκλητικό. Οι ίδιες «ευαίσθητες ψυχές» επικαλούνταν την αιχμαλωσία των Ισραηλινών για να δικαιολογήσουν την στήριξή τους στο μεγαλύτερο έγκλημα του 21ού αιώνα. Αν ενδιαφέρονταν πραγματικά (έστω και μεροληπτικά/αποκλειστικά) για την μοίρα των Ισραηλινών αιχμαλώτων, θα όφειλαν να ζητούν μια συμφωνία, σαν αυτή που ζητούσε η Παλαιστινιακή Αντίσταση από τις… 8 Οκτώβρη του 2023, όταν οι Σιωνιστές, οι διεθνείς σύμμαχοί τους και τα παπαγαλάκια τους στα ΜΜΕ ούρλιαζαν «δεν διαπραγματευόμαστε με τρομοκράτες», ζητώντας παλαιστινιακό αίμα. Μετά από 15 μήνες πολέμου και ανείπωτης καταστροφής, χρειάστηκε «διαπραγμάτευση με τους τρομοκράτες» για να εξασφαλιστεί η επιστροφή τους.
Καταστροφή της Χαμάς;
Βάζοντας ο Νετανιάχου ως δικό του πολεμικό στόχο την εξολόθρευση της Αντίστασης, έθετε ταυτόχρονα σε αυτήν ένα πολύ περιορισμένο στόχο: Την επιβίωση. Πολλοί θυμίζουν σωστά την φράση του Κίσιγκερ: «Ο τακτικός στρατός, όταν δεν κερδίζει, χάνει. Ο αντάρτικος στρατός, εφόσον δεν χάνει, κερδίζει». Σε προηγούμενο φύλλο γράφαμε ότι είναι διαχρονικός νόμος ότι «όσο/όπου υπάρχει Κατοχή, υπάρχει και Αντίσταση». Αλλά το συγκεκριμένο επίτευγμα των οργανώσεων της Παλαιστινιακής Αντίστασης σε αυτόν τον πόλεμο αδικείται από αυτές τις γενικές ιστορικές αλήθειες.
Δεν είναι καθόλου αυτονόητο ότι μια συγκεκριμένη πολιτικοστρατιωτική οργάνωση μπορεί να αντέξει -ως τέτοια- έναν ολοκληρωτικό πόλεμο. Από την αρχή της Σιωνιστικής εκστρατείας, πριν γίνει σαφής η γενοκτονική μορφή της, κάποιοι ειδικοί επί της «τρομοκρατίας» προειδοποιούσαν για αυτό το ενδεχόμενο. Εξηγώντας ότι «υπάρχει μόνο ένας τρόπος να διαλυθεί μια τρομοκρατική οργάνωση –μια αδίστακτη γενοκτονία», παρέπεμπαν στην γενοκτονία των Ταμίλ από τον κυβερνητικό στρατό της Σρι Λάνκα, που κατέληξε στην αιματηρή συντριβή και την εξαφάνιση του ένοπλου αυτονομιστικού κινήματος των Ταμίλ Τίγρεων.
Τα ύψη στα οποία έφτασε η γενοκτονική βία κάνουν σαφές ότι επιχειρήθηκε το ίδιο. Αλλά δεν συνέβη. Οι οργανώσεις της Παλαιστινιακής Αντίστασης άντεξαν.
Δεν ήταν επίσης καθόλου σίγουρη η κατάσταση από την οποία θα έβγαινε –έστω ζωντανή– η Αντίσταση. Γνωρίζουμε ήδη από τα πλέον επίσημα χείλη (Μπλίνκεν) ότι «η Χαμάς στρατολόγησε τόσους νέους μαχητές όσους έχασε». Μετά από 15 μήνες σφυροκοπήματος, όχι μόνο δεν υποχώρησε η ένοπλη δράση, αλλά ο Γενάρης του 2025 εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο φονικούς μήνες (!) για τον στρατό εισβολής/κατοχής. Με την κατάπαυση του πυρός, η δημόσια επανεμφάνιση της Χαμάς σε κοινή θέα (σε αριθμούς, οπλισμό, πειθαρχία, υποστηρικτές, ικανότητα να «κυβερνά» τη Γάζα) δεν θυμίζει μια «τσακισμένη» οργάνωση.
Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό επίτευγμα, αν υπολογίσει κανείς το μέγεθος και τις τεχνολογικές-εξοπλιστικές δυνατότητες του Ισραηλινού Στρατού, την ολοκληρωτική του κινητοποίηση, το μέγεθος της βοήθειας που δεχόταν αδιάκοπα από την ισχυρότερη πολεμική μηχανή του πλανήτη, την διάρκεια του πολέμου και το μικροσκοπικό έδαφος της λωρίδας της Γάζας.
Υπάρχουν -διόλου αμελητέες- «επιχειρησιακές» ερμηνείες. Το ιδιοφυώς εκλεπτυσμένο και εξαιρετικά ανθεκτικό δίκτυο των τούνελ, ο αποκεντρωμένος χαρακτήρας της Χαμάς (με τα λόγια Ισραηλινού αξιωματικού: «θα πάρει άλλα 2 χρόνια να τους ξετρυπώσουμε, λειτουργούν σαν ένα αποκεντρωμένο πλέγμα πυρήνων εν υπνώσει»), τα 20 χρόνια προετοιμασίας για έναν τέτοιο πόλεμο και το γεγονός ότι η Χαμάς δεν εποπτεύει μόνο τις Ταξιαρχίες Αλ Κασάμ ως παραστρατιωτικό σώμα «πλήρους απασχόλησης», αλλά και τη μαζική εφεδρεία αυτού που ο Ταουφίκ Χαντάντ είχε περιγράψει ως «Al-Jayshal-Sha’bi», έναν «λαϊκό στρατό». Αλλά ούτε αυτά δεν θα αρκούσαν χωρίς την πολιτική ερμηνεία: Την διάθεση του Παλαιστινιακού λαού να αντισταθεί και να στηρίξει τις οργανώσεις της Αντίστασής του.
Παλαιστινιακή ανθεκτικότητα
Εδώ εντοπίζεται η τρίτη αποτυχία του Ισραήλ, αυτή που αφορά τον στρατηγικό (κι ανομολόγητο) στόχο του: Να εκκενώσει τη Γάζα από Παλαιστίνιους ή –έστω– να τους συνθλίψει πνευματικά, να τους διαλύσει ως «συλλογικό σώμα». Τα σχέδια εκκένωσης συναντούσαν ασφαλώς και την άρνηση της Αιγύπτου να ανοίξει τα σύνορα (για δικούς της ιδιοτελείς λόγους), αλλά έγινε σαφής και η επιμονή των Παλαιστινίων να εξαντλήσουν κάθε περιθώριο να παραμείνουν κοντά στη γη τους. Συνδεδεμένη με αυτή την επιμονή, αλλά πολύ πιο εντυπωσιακή ήταν η ανθεκτικότητα του λαού της Γάζας ως συλλογικό σώμα με πνεύμα αντίστασης. Επί 15 μήνες, τα Ισραηλινά ΜΜΕ έψαχναν εξονυχιστικά να βρουν περιστατικά όπου οι Γαζαίοι στρέφονται κατά της Χαμάς, να εντοπίσουν σκηνές χάους, αλληλοσπαραγμού και αγριότητας, εικόνες «κανιβαλισμού» μέσα στην γενικευμένη και πρωτοφανή κατάρρευση, πείνα και πολιορκία που επέβαλαν τα Ισραηλινά εγκλήματα. Δεν βρήκαν.
Μετά την κατάπαυση του πυρός, ο λαός της Γάζας γιόρτασε την αντοχή του, συγκεντρώνεται μαζικά και πανηγυρίζει στις πλατείες όπου η Χαμάς παρουσιάζει τους Ισραηλινούς προς ανταλλαγή και -καθώς γράφονταν αυτές οι γραμμές- σχηματίζει ένα θηριώδες ανθρώπινο ποτάμι που επιστρέφει με τα πόδια στη ρημαγμένη βόρεια Γάζα, περνώντας το στρατιωτικό «Διάδρομο Νεζαρίμ» (που στήθηκε για να κόψει τη Γάζα στα δύο).
Μια άλλη αποτυχία του Νετανιάχου ήταν πολιτική. Η διεθνής συντονισμένη πολιτική και μιντιακή κάλυψη και στήριξη στο Ισραήλ μετά τις 7 Οκτώβρη, του έδινε ένα «πολιτικό κεφάλαιο» που ήλπιζε ότι θα του επιτρέψει να ολοκληρώσει τη δουλειά του 1948. Δεν τα κατάφερε και επιμένοντας λυσσασμένα σε αυτόν το στόχο επί 15 μήνες, δεν ξόδεψε μόνο αυτό το πολιτικό κεφάλαιο, αλλά γκρέμισε και ό,τι έχτιζε η Χασμπάρα (ο μηχανισμός σιωνιστικής προπαγάνδας) επί δεκαετίες… Ποτέ στην ιστορία του δεν υπήρξε το Σιωνιστικό Κράτος τόσο απομονωμένο και στιγματισμένο στην παγκόσμια κοινή γνώμη.
Οι πολιτικές συνέπειες στο εσωτερικό του Ισραήλ δεν είναι δεδομένες και είναι νωρίς για να προβλεφθούν.Το κύμα παραιτήσεων ανώτατων στελεχών των IDF «για την αποτυχία της 7ης Οκτώβρη», δείχνει ότι η έκβαση των 15 μηνών γενοκτονικού πολέμου δεν αφήνει μια αίσθηση νίκης που «κλείνει την πληγή» για την Ισραηλινή κοινωνία. Αυτή εξακολουθεί να ζει στους «μετασεισμούς» της 7ης Οκτώβρη…
Από την επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη στη συμφωνία της 19ης Γενάρη
Η κατάπαυση του πυρός ανοίγει και την συζήτηση ενός απολογισμού της Επιχείρησης «Πλημμύρα του Αλ Άκσα» στις 7 Οκτώβρη του 2023.
Δεν αναφερόμαστε εδώ στις ύπουλες αναφορές που αθωώνουν τους γενοκτόνους και το σιωνιστικό σχέδιο εποικιστικής αποικιοκρατίας, δηλώνοντας ότι η Παλαιστινιακή Αντίσταση «το προκάλεσε όλο αυτό στο λαό της». Η ιστορία των αντιαποικιακών αγώνων, από το Αλγέρι και τη Λιβύη ως την Ανγκόλα και το Βιετνάμ, είναι γεμάτη από καταστροφικές, θηριώδεις αιματηρές επιχειρήσεις «συλλογικής τιμωρίας». Αυτά τα εγκλήματα βαραίνουν τους αποικιοκράτες και όχι εκείνους που επέλεξαν να τους αντισταθούν.
Αξίζει χίλιες λέξεις ανάλυσης η κινηματογραφική αποτύπωση («το Λιοντάρι της Ερήμου») ενός πραγματικού διαλόγου ανάμεσα στον Ιταλό στρατηγό Γκρατσιάνι και τον αιχμάλωτο Λίβυο αντάρτη ηγέτη Ομάρ Μουχτάρ μετά την συντριβή μιας ένοπλης εξέγερσης κατά της ιταλικής κατοχής:
«-Γιατί συνέχιζες τόσον καιρό; Σίγουρα δεν περίμενες να μας διώξεις…
-Σας πολεμήσαμε. Αυτό αρκούσε.
-Και δε σε νοιάζει η καταστροφή της χώρας σου;
-Εσείς είστε η καταστροφή της χώρας μου».
Ο απολογισμός που μας απασχολεί εδώ, αφορά στους στόχους που έθεσε η ηγεσία της Γάζας στις 7 Οκτώβρη, πέρα από τα καθήκοντα επιβίωσης που της τέθηκαν μετά την έναρξη της Σιωνιστικής εισβολής.
Ως επιχείρηση ανταλλαγής αιχμαλώτων, πέτυχε τους στόχους της. Το μέγεθος της επιτυχίας θα κριθεί όταν (ή αν…) ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία και μάθουμε πόσο ψηλά (στην πολιτική παλαιστινιακή ιεραρχία) θα φτάσουν οι απελευθερωμένοι (Μπαργούτι; Σαντάατ;), αλλά έχει ήδη εξασφαλίσει την απελευθέρωση σημαντικών στελεχών όλων των παλαιστινιακών παρατάξεων και πολλών καταδικασμένων σε ισόβια.
Η αρπαγή αιχμαλώτων ως μοναδική εγγύηση ότι η σιωνιστική κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει πολιτικό πρόβλημα στο εσωτερικό της ισραηλινής κοινωνίας έχει μικτό απολογισμό. Ο Νετανιάχου και οι σύμμαχοί του αποδείχθηκαν πρόθυμοι να ρισκάρουν επί 15 μήνες την απώλεια ισραηλινών ζωών επιδιώκοντας την πλήρη συντριβή της Αντίστασης. Αλλά –τελικά– η ύπαρξη αιχμαλώτων/ομήρων υπήρξε το μοναδικό «ρήγμα» στην ισραηλινή κοινωνία που έπαιξε ρόλο και στην απόφαση του Τελ Αβίβ να δεχτεί τελικά μια κατάπαυση του πυρός.
Ως απόπειρα να ματαιώσει την εξομάλυνση των σχέσεων του Ισραήλ με τα αραβικά κράτη, σημείωσε μια πρώτη επιτυχία. Το Μπαχρέιν υποχρεώθηκε να αναστείλει τις διπλωματικές σχέσεις που είχε αποδεχτεί με τις Συμφωνίες του Αβραάμ, ενώ η Σαουδική Αραβία υποχρεώθηκε να αναστείλει τις διαδικασίες μιας αντίστοιχης συμφωνίας. Με τα λόγια του Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν (στον Μπλίνκεν): «Το 70% του πληθυσµού είναι νεότερο από µένα… Οι περισσότεροι δεν ήξεραν πολλά για το Παλαιστινιακό ζήτηµα. Μαθαίνουν γι’ αυτό πρώτη φορά µέσα από τη σηµερινή σύγκρουση. Αυτό είναι τεράστιο πρόβληµα… Οι µισοί µου σύµβουλοι λένε ότι η συµφωνία δεν αξίζει το ρίσκο…». Όμως η συγκεκριμένη επιτυχία είναι επισφαλής και προσωρινή. Είναι δεδομένο ότι με την κατάπαυση του πυρός, θα επιχειρηθεί να ξαναμπεί στις ράγες αυτή η διαδικασία.
Στην πρώτη επέτειο της 7ης Οκτώβρη γράφαμε ότι η Χαμάς «γνώριζε -από την εµπειρία της Παλαιστινιακής Αρχής στη Δυτική Όχθη- τη φθορά και την απαξίωση που θα µπορούσε να φέρει και για την ίδια η επιλογή να περιοριστεί στη καθηµερινή διαχείριση της µίζερης καθηµερινότητας που επιβάλει η Κατοχή… ήταν υποχρεωµένη να κάνει “κάτι”, και κάτι “µεγάλο”, για να διατηρήσει την νοµιµοποίησή της ως εκπρόσωπος σοβαρού τµήµατος του παλαιστινιακού λαού, ως δύναµη που παραµένει πολιτικά σηµαντική στην εξίσωση». Σε αυτό το πεδίο ίσως καταγράφεται η μεγαλύτερη επιτυχία της Χαμάς.
Η 7η Οκτώβρη, οι 15 μήνες σθεναρής αντίστασης κι ανθεκτικότητας, η εικόνα του μαρτυρικού θανάτου του Σινουάρ στο πεδίο της μάχης, η αποτροπή της βίαιης εθνοκάθαρσης, η συγκροτημένη δημόσια επανεμφάνιση της Αντίστασης μετά από όλα αυτά, συγκροτούν ένα «έπος της Γάζας» που έχει ήδη αποκτήσει ξεχωριστή θέση στη μυθολογία του Ισλαμικού Κινήματος. Το έλεγαν για την Αντίσταση της Τζενίν, θα το λένε για την Αντίσταση στη Γάζα: «Κράτησε απέναντι στον Ισραηλινό Στρατό περισσότερο από όσο άντεξαν όλοι οι αραβικοί στρατοί μαζί το 1948». Η Χαμάς παραμένει πολιτικά κυρίαρχη στη Γάζα, η δημοφιλία της δείχνει ενισχυμένη στη Δυτική Όχθη, ενώ ακόμα και στους πανηγυρισμούς στη Δαμασκό της Συρίας ακουγόταν το σύνθημα «Κατάρες στον Αμπάς – Είμαστε οι άντρες σου Χαμάς!».
Γενικότερα όμως, ο ισχυρισμός της ηγεσίας του Ισλαμικού Κινήματος ότι ο Παλαιστινιακός Λαός πλέον «βρίσκεται ένα βήμα πιο κοντά στην απελευθέρωσή του» αποτελεί αχρείαστο τριομφαλισμό. Μετά από αυτό το πραγματικό πολεμικό έπος, η κατάσταση στο έδαφος θυμίζει επιστροφή στις… 6 Οκτώβρη του 2023. Με τη Γάζα να παραμένει τελικά «ελεύθερη» (από εποίκους και άμεση κατοχή), αλλά να παραμένει μια υπαίθρια φυλακή, πολιορκημένη από το Κράτος του Ισραήλ, το οποίο συνεχίζει να κατέχει/εποικίζει τη Δυτική Όχθη. Η Καταστροφή της Γάζας μπορεί μην είχε την έκβαση του 1948 (ξεριζωμός και αρπαγή γης), αλλά ήταν μια Νάκμπα από τη σκοπιά της διάλυσης των υποδομών/«θεσμών» που στηρίζουν την παλαιστινιακή κοινωνία, όπως τα σχολεία, τα νοσοκομεία, τα αγροκτήματα, τα δίκτυα ύδρευσης κ.ο.κ. Το ότι αποτράπηκε η εθνοκάθαρση επιτρέπει σήμερα στον συγκλονιστικά επίμονο κι ανθεκτικό Παλαιστινιακό λαό να δηλώνει ότι «θα την ξαναχτίσουμε!». Αλλά το πισωγύρισμα είναι μεγάλο.
Αυτά δεν μειώνουν την επιτυχία της ένοπλης αντίστασης, αλλά υπενθυμίζουν τα όριά της. Μπορεί να πετυχαίνει «αμυντικές» νίκες, να εμπνέει και να κρατά τη συνέχεια του αγώνα μέσα από την επίμονη ύπαρξή της, αλλά δεν μπορεί να οδηγήσει στην απελευθέρωση. Αν είχαμε να κάνουμε με κλασσική ξένη κατοχή, πράγματι οι τελευταίοι συγκλονιστικοί 15 μήνες θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως η στιγμή που η «μητρόπολη» αποφασίζει ότι δεν αξίζει το κόστος και πρέπει να ανακαλέσει τα στρατεύματά της «πίσω στην πατρίδα». Όμως η σιωνιστική εποικιστική αποικιοκρατία είναι «διαφορετικό ζώο».
Το Ισραήλ παραμένει στη θέση του και η σιωνιστική ηγεσία θα αντιμετωπίσει την καταστροφή που προκάλεσε στη Γάζα ως ένα ακόμα βήμα στο δρόμο για την ολοκλήρωση της Νάκμπα, είτε στρεφόμενη στη Δυτική Όχθη, είτε περιμένοντας την επόμενη ευκαιρία να επιχειρήσει να αποτελειώσει την κατεστραμμένη λωρίδα γης.
Βρισκόμαστε σε ένα πολύ ιδιόμορφο «ιντερμέδιο». Στις 7 Οκτώβρη, τινάχτηκε στον αέρα το παλιό υπόδειγμα («διαχείρισης» και «μη-λύσης» του παλαιστινιακού, αργού θανάτου της Γάζας ενώ η ισραηλινή κοινωνία απολαμβάνει μια ψευδαίσθηση ασφάλειας κι ηρεμίας). Στις 19 Γενάρη, αποτράπηκε (προσωρινά) η «λύση» που πρότεινε ο ακροδεξιός σιωνισμός (οριστική εθνοκάθαρση) απέναντι σε αυτήν τη συνειδητοποίηση. Η ολοκλήρωση της συμφωνίας, εφόσον συμβεί, σκιαγραφεί μια επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση, χωρίς να επιλύει καμιά από τις αδικίες και τις αντιφάσεις που οδήγησαν στην κατάρρευσή της.
Αν έγινε ένα –στρατηγικό– «βήμα μπροστά», αυτό αφορά το διεθνές κίνημα, με τη μαζική πολιτικοποίηση υπέρ της Παλαιστινιακής Υπόθεσης και την ενίσχυση της διεθνούς πολιτικοϊδεολογικής απομόνωσης του σιωνιστικού κράτους. Γνωρίζοντας ότι αυτός ο παράγοντας είναι κεντρικός (μαζί με τις αραβικές μάζες) για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, επιμένουμε ότι είναι ένα προχώρημα που δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Όπως ανακαλούσαν στις αναμνήσεις τους βετεράνοι Βιετκόγκ, ο αρχικός εσωτερικός απολογισμός της «Επίθεσης της Τετ» ήταν καταδικαστικός. Η ένοπλη δύναμή τους υπέστη απώλειες που σήμαιναν τεράστιο στρατιωτικό πισωγύρισμα και η καταστροφική βία που εξαπέλυσε ο αμερικανικός στρατός κατακαίγοντας πόλεις, χωριά, χωράφια, ζούγκλες είχε δυσκολέψει δραματικά τις δυνατότητες ανασυγκρότησης: «Μόνο όταν αντιληφθήκαμε την αλλαγή στις συνειδήσεις παγκόσμια, συνειδητοποιήσαμε ότι επρόκειτο για μια μεγάλη επιτυχία»…
*Φωτό: Η μεγάλη πορεία της επιστροφής στη βόρεια Γάζα
**Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά