Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσουμε να δούμε πώς η μείωση της μισθωτής εργασίας και η διόγκωση της ανεργίας επέδρασαν στην εξέλιξη των απεργιακών αγώνων.
1. Οικονομικός κύκλος και απεργίες
Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσουμε να δούμε πώς η μείωση της μισθωτής εργασίας και η διόγκωση της ανεργίας επέδρασαν στην εξέλιξη των απεργιακών αγώνων.
Από διάφορες μελέτες έχει υποστηριχτεί ότι η απεργιακή δράση μειώνεται σε περιόδους αυξημένης ανεργίας εξαιτίας της απροθυμίας των εργαζομένων να οργανωθούν στα συνδικάτα, κυρίως λόγω του φόβου της απόλυσης, ενώ αντίθετα η απεργιακή δραστηριότητα εντείνεται σε περιόδους αύξησης της απασχόλησης, διότι τότε τα συνδικάτα διεκδικούν μισθολογικές αυξήσεις από θέση ισχύος. Επίσης, έχει υποστηριχθεί ότι ισχυροποιούνται τα συνδικάτα κατά τη φάση ανάπτυξης του οικονομικού κύκλου, ενώ αντίθετα υπάρχει διαρροή μελών, με αποτέλεσμα την πτώση της συνδικαλιστικής πυκνότητας κατά τη διάρκεια καθόδου της οικονομικής δραστηριότητας, εξαιτίας αφενός της αδυναμίας του συστήματος, λόγω της οικονομικής κρίσης, να δεχτεί τα αιτήματα των εργαζομένων και αφετέρου της παρουσίας μεγάλου αριθμού ανέργων διατεθειμένων να χρησιμεύσουν ως εφεδρικός στρατός εργασίας, ασκώντας ουσιαστικά πίεση σε όσους έχουν απασχόληση.
2. Η απεργιακή δραστηριότητα της περιόδου 2010-2015
Με βάση την προαναφερθείσα προσέγγιση μπορούμε να δούμε την απεργιακή εξέλιξη, στην Ελλάδα, κατά την πενταετία 2010-2015. Συγκεκριμένα, από τις 5 Μάη 2010, που άρχισαν να εφαρμόζονται τα Μνημόνια, μέχρι τα τέλη του 2015 έγιναν από τη ΓΣΕΕ 20 εικοσιτετράωρες και 4 σαρανταοκτάωρες απεργίες. Συνολικά 28 εικοσιτετράωρες πανελλαδικές απεργίες. Αν σ’ αυτές συνυπολογίσουμε μία εικοσιτετράωρη απεργία και άλλη μία σαρανταοκτάωρη, που έγιναν μέχρι τώρα μέσα στο 2016, τότε οι απεργίες ανέρχονται σε 31 εικοσιτετράωρες.
Εδώ να διευκρινίσουμε ότι στις απεργίες τις ΓΣΕΕ δεν έχουμε υπολογίσει τις πρωτομαγιάτικες απεργίες, οι οποίες είναι θεσμοθετημένες έτσι και αλλιώς, καθώς επίσης τις στάσεις εργασίας και τα συλλαλητήρια διαμαρτυρίας. Βέβαια, αυτές οι μορφές κινητοποιήσεων έχουν ληφθεί υπόψη στις εμπειρικές έρευνες του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ-ΓΣΕΕ).
Συγκεκριμένα, όπως φαίνεται από τον πίνακα και το διάγραμμα, όταν μιλάμε για «Σύνολο Συμβάντων» εννοούμε τις απεργίες, τις στάσεις εργασίας, τις καταλήψεις χώρων εργασίας, τα συλλαλητήρια κλπ. Όμως, και εδώ έχουν γίνει οι απαραίτητοι διαχωρισμοί, ώστε να δούμε όσο καλύτερα γίνεται την εξέλιξη των απεργιών. Έτσι, από το «Σύνολο των Συμβάντων» ξεχωρίζουμε την εξέλιξη των απεργιακών κινητοποιήσεων με βάση τα εμπειρικά στοιχεία του ΙΝΕ, ενώ επίσης έχουμε λάβει υπόψη και τις 24ωρες απεργίες που έχει προκηρύξει η ΓΣΕΕ.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία φαίνεται ότι ενώ μέχρι το 2012 είχαμε ένα μεγάλο απεργιακό κύμα σχεδόν σε όλους τους τομείς (ιδιωτικός τομέας, Κοινή Ωφέλεια, δημόσιος τομέας), εντούτοις από εκεί και μετά παρατηρούμε μια συνεχή κάμψη των απεργιακών αγώνων. Επίσης, φαίνεται ότι η απεργιακή δράση μειώνεται την ίδια στιγμή που αυξάνεται η ανεργία και μειώνεται η απασχόληση των μισθωτών. Και εδώ κομβικό σημείο είναι πάλι το έτος 2012, στο οποίο τέμνονται όλες οι μεταβλητές, ενώ από εκεί και μετά υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις (βλ. πίνακα και διάγραμμα).
3. Αιτίες της κάμψης των απεργιακών αγώνων
Η αποκλιμάκωση των απεργιακών αγώνων, ως ένα βαθμό, οφείλεται στις προσδοκίες που δημιούργησε ο ΣΥΡΙΖΑ, αρχής γενομένης από τις βουλευτικές εκλογές του 2012, όταν αναδείχτηκε σε αξιωματική αντιπολίτευση, μέχρι τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, στις οποίες ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, καθώς επίσης στην «στρατηγική της ανάθεσης» που καλλιέργησε για αντιστροφή της οικονομικής ύφεσης μέσω της κατάργησης των μνημονίων (Δ. Παπανικολόπουλος, 2016). Ξέχωρα, όμως, από αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν όλοι οι βασικοί παράγοντες της μη κινητοποίησης. Σε γενικές γραμμές αυτοί είναι οι εξής: οι τακτικές ήττες που έχει υποστεί η εργατική τάξη από την εφαρμογή των μνημονίων, η διόγκωση της ανεργίας, η εργασιακή επισφάλεια-ανασφάλεια, συνεπικουρούμενα όλα αυτά και από τις παθογένειες του συνδικαλιστικού κινήματος.
Επιπρόσθετοι παράγοντες είναι η κόπωση (φυσική και οικονομική) των κινητοποιούμενων από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν απτά αποτελέσματα από τις συλλογικές δράσεις, η απογοήτευση και η απόσυρση, το χαμηλό επίπεδο συνείδησης, η έλλειψη στόχων και ηγεσίας στο συνδικαλιστικό επίπεδο, οι ανταγωνισμοί, καθώς επίσης η εξανέμιση των προσδοκιών και η γενικευμένη απογοήτευση που προκάλεσε η μνημονιακή μεταστροφή της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Εδώ, βέβαια, είναι αναγκαίο να επισημάνουμε πως, ενώ οι απεργίες συνιστούν ένα βασικό στοιχείο της ταξικής πάλης, εντούτοις όλοι οι ταξικοί αγώνες δεν σημαίνουν, κατ’ ανάγκη, και απεργίες. Ενδιάμεσα μπορεί να υπάρξει αναμονή, συζητήσεις (με όλα τα διαθέσιμα μέσα), διαπραγματεύσεις, προώθηση αιτημάτων με κάθε τρόπο, εξάσκηση πιέσεων μέσω της νομοθετικής οδού, επεξεργασία θέσεων, ανάπτυξη νέων συμμαχιών, ανασύνταξη των δυνάμεων κλπ.
4. Η ήττα έρχεται από παλιά
Η εργατική αδρανοποίηση δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα των μνημονιακών πολιτικών, αλλά και της πολύχρονης πολιτικής πρακτικής των κρατούντων πριν από τα Μνημόνια, μέσω της επικράτησης του νεοφιλελευθερισμού, οι οποίοι καλλιεργούσαν συστηματικά την ιδεολογία της «κοινωνικής συναίνεσης», της «εργασιακής ειρήνης», του «ήπιου μονεταρισμού», της «εθνικής» αναγκαιότητας, της «κοινωνικής ανόδου» κλπ., ενισχύοντας ουσιαστικά την εργοδοτική εξουσία σε βάρος της εργασίας. Το αποτέλεσμα ήταν να αποδυναμωθούν οι συλλογικές αξίες της αλληλεγγύης και της αγωνιστικής διεκδίκησης για καλυτέρευση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης και έτσι να εμπεδωθεί στη συνείδηση της εργατικής τάξης μια ατομοκεντρική αντίληψη και ερμηνεία της κοινωνικής πραγματικότητας αντί των συλλογικών αξιών. Όλα αυτά οδήγησαν στην εργατική αδρανοποίηση, στην κοινωνική καθήλωση και σε μια συμπεριφορά εργαζόμενου-ικέτη της κρατικής και εργοδοτικής εξουσίας.
Κατά συνέπεια, και με δεδομένο τον σημερινό αρνητικό συσχετισμό για τις δυνάμεις της εργασίας, λόγω της αυξημένης ανεργίας και της επισφαλούς απασχόλησης, ήταν επόμενο να αποδιαρθρωθούν τα σωματεία, να διαλυθούν πολλές συνδικαλιστικές οργανώσεις και να επέλθει η «παθητικοποίηση».
Όμως, η πλειονότητα του κόσμου της εργασίας δεν θα συμφωνήσει «να βάλει κι άλλη πλάτη» για τη γενική πρόοδο της χώρας, όσο και αν η κυβέρνηση εγκαλεί τους εργαζόμενους να δείξουν και άλλη ανοχή, εφόσον αυτοί δεν βλέπουν μια άμεση και γρήγορη βελτίωση της θέσης τους. Ταυτόχρονα, οι εργαζόμενοι θα αρχίσουν να συμμετέχουν ενεργά στα συνδικάτα όχι μόνο στην περίπτωση που βελτιώνεται η οικονομική τους κατάσταση, αλλά και επειδή βλέπουν ότι αυτά κρατούν μια πιο αξιόπιστη και αγωνιστική στάση. Και δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, διότι οι συνθήκες ζωής των μισθωτών είναι αφάνταστα βαριές.
Πίνακας: Απεργιακοί αγώνες, απασχόληση και ανεργία
Επεξεργασία στοιχείων: ΙΝΕ-ΓΣΕΕ
Διάγραμμα: Απεργιακοί αγώνες, απασχόληση και ανεργία
"Εργατική Αριστερά", 26-10-2016, φύλλο 370