Οι πολιτικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ που αντιτάχθηκαν στην μνημονιακή του μετάλλαξη, δηλαδή οι 32 βουλευτές του «όχι», καθώς και ένα σημαντικό μέρος του κομματικού δυναμικού, έχουν αναδείξει ως κύριο ζήτημα την κατάκτηση του πολιτικού οργανισμού του ΣΥΡΙΖΑ από τις αντιμνημονιακές δυνάμεις, αντί να δρομολογήσουν την πορεία αυτοτελούς πολιτικής ανάδειξης του «ΣΥΡΙΖΑ του όχι» κατά τον πλέον επείγοντα τρόπο, δηλαδή ενός αριστερού, λαϊκού, ριζοσπαστικού, αντικαπιταλιστικού κόμματος το οποίο να δραστηριοποιηθεί μέσα σ’ αυτό το «καυτό» καλοκαίρι και να είναι σε θέση να πάρει μέρος στην επερχόμενη εκλογική μάχη με όρους αξιοπιστίας και επιρροής.

Η επί­κλη­ση που γί­νε­ται από τις δυ­νά­μεις του «ναι» στη μνη­μο­νια­κή πο­λι­τι­κή, όσο και από δυ­νά­μεις του «όχι» στο 3ο­Μνη­μό­νιο, για την δια­σφά­λι­ση της «ενό­τη­τας» του κόμ­μα­τος, είναι του­λά­χι­στον αβά­σι­μη, γιατί από εδώ και στο εξής δεν μπο­ρεί να νοη­θεί πο­λι­τι­κά η συ­νύ­παρ­ξη των δυ­νά­με­ων του «όχι» και των δυ­νά­με­ων του «ναι» σε ένα ενιαίο και κοινό κόμμα. Αυτό αντι­προ­σω­πεύ­ει έναν πα­ρα­λο­γι­σμό, ο οποί­ος και θα λήξει με την ντε φάκτο επι­βο­λή των δυ­νά­με­ων του «ναι» με την πο­λι­τι­κή εξου­σία που δια­θέ­τουν κατ’ απο­κλει­στι­κό­τη­τα ένα­ντι του κόμ­μα­τος ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

          Και πραγ­μα­τι­κά το κόμμα ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ μπο­ρεί να δια­θέ­τει Νο­μαρ­χια­κές Επι­τρο­πές και πρω­το­βάθ­μιες ορ­γα­νώ­σεις μελών, καθώς και τμή­μα­τα και Κε­ντρι­κή Επι­τρο­πή, ωστό­σο αυτό το σύ­νο­λο των ορ­γα­νω­τι­κών δομών δεν δια­θέ­τει καμία απο­λύ­τως πο­λι­τι­κή εξου­σία. Αυτή έχει εκ­χω­ρη­θεί από το ίδιο το κόμμα ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ κατ’ απο­κλει­στι­κό­τη­τα στο πα­νί­σχυ­ρο Μέ­γα­ρο Μα­ξί­μου (συ­νερ­γού­σης και της «χα­ρι­σμα­τι­κό­τη­τας» του ηγέτη του «ναι»), στα υπουρ­γεία των επι­μέ­ρους το­μέ­ων, στην ενα­πο­μεί­να­σα κοι­νο­βου­λευ­τι­κή ομάδα του «ναι» (75% της αρ­χι­κής κοι­νο­βου­λευ­τι­κής ισχύ­ος του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ), και κυ­ρί­ως στους μη­χα­νι­σμούς του αστι­κού κρά­τους. Το κόμμα ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ έχει απο­γυ­μνω­θεί τε­λεί­ως από οποια­δή­πο­τε μορφή άσκη­σης πο­λι­τι­κής εξου­σί­ας, έτσι ώστε οποια­δή­πο­τε από­φα­ση των ορ­γα­νω­τι­κών μορ­φών υπό­στα­σής του (Νο­μαρ­χια­κών Επι­τρο­πών, Κε­ντρι­κής Επι­τρο­πής), ακόμη και αν συ­ντάσ­σο­νται στο στρα­τό­πε­δο του «όχι» στο και­νού­ριο μνη­μό­νιο, να μην επη­ρε­ά­ζει ου­δό­λως την άσκη­ση της κυ­βερ­νη­τι­κής πο­λι­τι­κής δια­χεί­ρι­σης.

          Από αυτή την άποψη η επι­δί­ω­ξη εξα­σφά­λι­σης της «ενό­τη­τας» του κόμ­μα­τος, πράγ­μα εξο­ρι­σμού σή­με­ρα ανέ­φι­κτο από πο­λι­τι­κή άποψη (πα­ρα­λο­γι­σμός συ­νύ­παρ­ξης των μνη­μο­νια­κών και αντι­μνη­μο­νια­κών δυ­νά­με­ων εντός του ιδίου πο­λι­τι­κού ορ­γα­νι­σμού), και η επι­δί­ω­ξη εξα­σφά­λι­σης μιας πλειο­ψη­φί­ας του «όχι» σε διά­φο­ρα ορ­γα­νω­τι­κά επί­πε­δα, ακόμη και σε αυτό της Κε­ντρι­κής Επι­τρο­πής, φα­ντά­ζουν του­λά­χι­στον ως «όνει­ρα θε­ρι­νής νυ­κτός». Άλ­λω­στε ακόμη και να εξα­σφα­λι­σθούν, κατά κα­νέ­ναν τρόπο δεν επη­ρε­ά­ζουν την άσκη­ση της κυ­βερ­νη­τι­κής πο­λι­τι­κής, ούτε και μπο­ρούν να κι­νη­το­ποι­ή­σουν ρι­ζο­σπα­στι­κές πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις απέ­να­ντί της. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση η φα­ντα­σια­κή αντί­λη­ψη ότι με την προ­βο­λή του «όχι» στο νέο μνη­μό­νιο και την επί­κλη­ση να επι­στρέ­ψει η κυ­βέρ­νη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στις προη­γού­με­νες θέ­σεις της, δεν μπο­ρεί να βρει καμία αντα­πό­κρι­ση, γιατί ο μο­νό­δρο­μος που έχει προσ­διο­ρι­στεί από τα όρ­γα­να της ΕΕ,  της Ευ­ρω­ζώ­νης και της ΕΚΤ είναι ο μο­να­δι­κός δρό­μος που θα ακο­λου­θή­σει με συ­νέ­πεια η ηγε­τι­κή κυ­βερ­νη­τι­κή και κοι­νο­βου­λευ­τι­κή ομάδα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

          Η μνη­μο­νια­κή με­τάλ­λα­ξη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ που πραγ­μα­το­ποιεί­ται αυτό το διά­στη­μα, και που είναι απο­κλει­στι­κό προ­ϊ­όν της πα­τα­γώ­δους απο­τυ­χί­ας της πο­λι­τι­κής της ανα­ζή­τη­σης λύσης εντός της ζώνης του ευρώ, που θα πε­ριό­ρι­ζε τη λι­τό­τη­τα, θα έκανε σε­βα­στά τα δι­καιώ­μα­τα των λαϊ­κών τά­ξε­ων κλπ. είναι τε­λε­σί­δι­κη και ανε­πί­στρε­πτη, ανε­ξαρ­τή­τως της προη­γού­με­νης κοι­νής αγω­νι­στι­κής πο­ρεί­ας, των σχε­τι­κών εμπει­ριών κλπ. Το ότι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δι­ή­νυ­σε μια πο­λυ­ε­τή πο­ρεία ως πο­λι­τι­κός σχη­μα­τι­σμός αντι­πα­λό­τη­τας στο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό  και αντί­θε­σης στη μνη­μο­νια­κή πο­λι­τι­κή των αστι­κών κομ­μά­των, αυτό δεν ση­μαί­νει ότι σή­με­ρα υιο­θε­τώ­ντας την πο­λι­τι­κή του 3ου Μνη­μο­νί­ου, συ­νε­χί­ζει να πα­ρα­μέ­νει, κατά έναν πα­ρά­δο­ξο τρόπο αρι­στε­ρό κόμμα προ­ά­σπι­σης των λαϊ­κών ερ­γα­τι­κών συμ­φε­ρό­ντων.Η άσκη­ση της ση­με­ρι­νής μνη­μο­νια­κής πο­λι­τι­κής, και μά­λι­στα κατά έναν επί­μο­νο τρόπο, μο­λο­νό­τι πρό­κει­ται για αντι­κοι­νω­νι­κά και υφε­σια­κά μέτρα εντο­νό­τε­ρα από αυτά των προη­γού­με­νων κυ­βερ­νή­σε­ων, είναι που προσ­διο­ρί­ζει πλέον τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ως κόμμα της μνη­μο­νια­κής πο­λι­τι­κής, ανε­ξαρ­τή­τως της μέχρι τώρα πο­λι­τι­κής του πο­ρεί­ας. Και είναι αυτό το χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό που θα τον οδη­γή­σει στον πο­λι­τι­κό του εκ­μη­δε­νι­σμό, όπως συ­νέ­βη πρω­τί­στως με το ΠΑΣΟΚ (και πα­ράλ­λη­λα με τον ΛΑΟΣ και την ΔΗΜΑΡ) και δευ­τε­ρευό­ντως με τη ΝΔ.

          Το φαι­νό­με­νο αυτό της πλή­ρους ισχύ­ος της ηγε­τι­κής ομά­δας του κόμ­μα­τος (άσκη­ση κυ­βερ­νη­τι­κής εξου­σί­ας δια μέσου του Με­γά­ρου Μα­ξί­μου, των υπουρ­γεί­ων, του αστι­κού κρά­τους και της κοι­νο­βου­λευ­τι­κής ομά­δας) σε σχέση με την πλήρη απο­γύ­μνω­ση του κόμ­μα­τος ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ από κάθε μορφή εξου­σί­ας, έχει ως αφε­τη­ρία του την εκλο­γι­κή ανα­μέ­τρη­ση του Ιου­νί­ου 2012 και λει­τούρ­γη­σε μέχρι τις εκλο­γές του Ια­νουα­ρί­ου 2015. Αφό­του δη­λα­δή ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ κα­τέ­λα­βε τη θέση της αξιω­μα­τι­κής αντι­πο­λί­τευ­σης, και άρα της εν δυ­νά­μει δια­κυ­βέρ­νη­σης, κυ­ριάρ­χη­σε το τρί­πτυ­χο της μι­κρο­α­στι­κής εκ­συγ­χρο­νι­στι­κής αντί­λη­ψης :εκλο­γι­κι­σμός, κυ­βερ­νη­τι­σμός, κοι­νο­βου­λευ­τι­σμός. Η συ­νε­χής επί­κλη­ση των εκλο­γών ως λύσης για τα ζω­τι­κά κοι­νω­νι­κά προ­βλή­μα­τα, αντί της ανα­γκαί­ας προ­ώ­θη­σης του λαϊ­κού ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος. – Η με κάθε τρόπο επι­δί­ω­ξη της κα­τά­κτη­σης της πο­λι­τι­κής δια­κυ­βέρ­νη­σης ένα­ντι των οποιων­δή­πο­τε συ­σχε­τι­σμών στο επί­πε­δο των τα­ξι­κών δυ­νά­με­ων.– Η ανά­δει­ξη του κοι­νο­βου­λί­ου ως της υπέρ­τα­της μορ­φής πο­λι­τι­κής πα­ρέμ­βα­σης της Αρι­στε­ράς, σε σχέση με την τρο­φο­δό­τη­ση της κί­νη­σης του κοι­νω­νι­κού κι­νή­μα­τος.

          Επό­με­νο ήταν ως απο­τέ­λε­σμα αυτών των χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών να εγκα­θι­δρυ­θεί μετά τη λαϊκή εκλο­γι­κή νίκη ένα σύ­στη­μα εξου­σί­ας της ηγε­τι­κής ομά­δας του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, με επί­κε­ντρο ισχύ­ος το Μέ­γα­ρο Μα­ξί­μου και ακο­λού­θως η κοι­νο­βου­λευ­τι­κή ομάδα και τα υπουρ­γεία, καθώς και τε­λι­κά οι ίδιοι οι μη­χα­νι­σμοί του αστι­κού κρά­τους, ενώ ο πο­λι­τι­κός ορ­γα­νι­σμός του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με­τα­τρά­πη­κε στον «φτωχό συγ­γε­νή» αυτών των κέ­ντρων άσκη­σης της πο­λι­τι­κής εξου­σί­ας. Κι’ αυτό πα­ρό­λο που όλες αυτές οι εξου­σί­ες κα­τα­κτή­θη­καν χάρις στην ανι­διο­τε­λή αγω­νι­στι­κή συ­νει­σφο­ρά χι­λιά­δων ρι­ζο­σπα­στών του συ­γκε­κρι­μέ­νου πο­λι­τι­κού σχη­μα­τι­σμού. Άλ­λω­στε στα­δια­κά επήλ­θε η με­τα­πή­δη­ση της ηγε­τι­κής ομά­δας του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ από το πεδίο της τα­ξι­κό­τη­τας της αρι­στε­ρής πο­λι­τι­κής στο επί­πε­δο των δια­τα­ξι­κών θε­ω­ρή­σε­ων (κλα­σι­κές οι εκ­κλή­σεις προς τους βιο­μη­χά­νους και τον επι­χει­ρη­μα­τι­κό κόσμο), με την στα­δια­κή εξα­σθέ­νι­ση μέ­χρις εκ­μη­δε­νι­σμού  του προ­τάγ­μα­τος«να πλη­ρώ­σουν οι πλού­σιοι», δη­λα­δή της ανα­δια­νο­μής ει­σο­δή­μα­τος προς όφε­λος των λαϊ­κών τά­ξε­ων και σε βάρος του κε­φα­λαί­ου.

          Συ­μπε­ρα­σμα­τι­κά, σή­με­ρα η αντί­λη­ψη περί της «ενό­τη­τας» του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, στη λο­γι­κή της κα­τά­κτη­σης του κόμ­μα­τος από την αντι­μνη­μο­νια­κή αντί­λη­ψη, αντί της αυ­το­τε­λούς πο­λι­τι­κής συ­γκρό­τη­σης των δυ­νά­με­ων του «ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ του όχι», ακόμη και αν επι­τύ­χει τους στό­χους της, αυτό δεν θα ση­μά­νει τί­πο­τα απο­λύ­τως στο κε­ντρι­κό πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό, εφό­σον το κόμμα ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ είναι απο­γυ­μνω­μέ­νο από κάθε μορφή πο­λι­τι­κής εξου­σί­ας. Η μόνη διέ­ξο­δος που ανα­δει­κνύ­ε­ται στους ρι­ζο­σπά­στες αγω­νι­στές είναι η αυ­το­τε­λής πο­λι­τι­κή και συν­δι­κα­λι­στι­κή συ­σπεί­ρω­ση των πο­λύ­μορ­φων δυ­νά­με­ων του «ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ του όχι», η αντι­πα­ρά­θε­σή τους με τις δυ­νά­μεις του «ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ του ναι», και η πρω­το­γε­νής τους απεύ­θυν­ση στη με­γά­λη λαϊκή δε­ξα­με­νή του 62% του «όχι» του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος της 5ης Ιου­λί­ου.

Ετικέτες