Φέτος συμπληρώνονται έντεκα χρόνια από τη νεολαιίστικη εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 που «πυροδοτήθηκε» από την αναίτια κρατική δολοφονία του δεκαπεντάχρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.

Μια εξέγερση που δεν πρέπει να αφεθεί στη λήθη και στη συκοφάντηση.Από τις πρώτες μέρες της εξέγερσης εκείνου του Δεκέμβρη, υπήρξε μια συστηματική προσπάθεια από τα αστικά κόμματα και τα ΜΜΕ -με την πολύτιμη συμβολή και του ΚΚΕ- να παρουσιαστεί η εξέγερση ως τα τερτίπια κάποιων κακομαθημένων παιδιών που αρέσκονται στους βανδαλισμούς και τα πλιάτσικα σε συνδυασμό με μία κριτική εξ «αριστερών» για το ποιόν του δολοφονημένου, ότι «δεν ήταν και κάποιος αγωνιστής του κινήματος» αλλά απλά ένας πιτσιρικάς με ενδεχομένως παραβατική συμπεριφορά ενώ ο Κορκονέας ήταν απλώς ένας διεστραμμένος ή τρελός μπάτσος.

Η νεολαία της κρίσης

Όμως η πραγματικότητα ήταν τελείως διαφορετική. Στο πρόσωπο του Γρηγορόπουλου η νεολαία είδε εαυτόν ως εν δυνάμει θύμα μιας κρατικής καταστολής που είχε την πολιτική ελευθερία να δολοφονεί με το «έτσι θέλω» και στο πρόσωπο του Κορκονέα ένα κράτος και ένα σύστημα που ήθελε τη νεολαία υποταγμένη, στο περιθώριο. Έντεκα χρόνια μετά -και μάλιστα με νομοθετικές αλλαγέςτης κυβέρνησης Τσίπρα, τόσο ο Κορκονέας όσο και ο συνεργός του Σαραλιώτης κυκλοφορούν ελεύθεροι.

Η προκλητική κρατική δολοφονία γέμισε τους νέους και τις νέες με οργή και μίσος για αυτό το σύστημα, ακόμα και αν δεν μπορούσε να εξηγηθεί επακριβώς ή να σχεδιαστεί η επαναστατική ανατροπή του συστήματος. Η οργή όμως ξεχείλιζε και αυτό δεν μπορούσε παρά να εκφραστεί με τη δυναμική και τη μαχητικότητα μιας εξέγερσης.

Ήταν η περίοδος που η νεολαία «ένιωσε» την κρίση να πλησιάζει μιας και ήταν η γενιά που -τότε- προοριζόταν να γίνει η γενιά των 700 ευρώ. Τους προηγούμενους μήνες στα φοιτητικά αμφιθέατρα υπήρχε μια πολύ ζωντανή συζήτηση για το δυσοίωνο μέλλον που προετοιμαζόταν, με τη μνήμη του φοιτητικού κινήματος το 2006-07 να είναι ακόμα νωπή και να τροφοδοτεί την πολιτική συζήτηση και την κινηματική διεκδίκηση. Σήμερα μπορεί ο μισθός των 700 ευρώ να φαντάζει άπιαστο όνειρο και μπροστά μας έχουμε τον εφιάλτη των 400 ευρώ. Σίγουρα όμως, τότε ήταν αδιανόητο για μια ολόκληρη γενιά να ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη.

«Στις τράπεζες λεφτά, στη νεολαία σφαίρες»

Ήταν λίγες μέρες πριν από τη δολοφονία όταν ανακοινώθηκε το πρώτο μεγάλο πακέτο στήριξης των ελληνικών τραπεζών από την κυβέρνηση Καραμανλή, ύψους 28 δισεκατομμυρίων ευρώ, και κάπως έτσι προέκυψε και το σύνθημα «στις τράπεζες λεφτά, στη νεολαία σφαίρες, ήρθε η ώρα για τις δικές μας μέρες» που κυριάρχησε στις διαδηλώσεις εκείνων των ημερών, μαζί με τη διεκδίκηση για την ανατροπή της κυβέρνησης των δολοφόνων αλλά και την πληθώρα αντικατασταλτικών συνθημάτων.Με δεδομένη την πολύ πρόσφατη προηγούμενη εμπειρία του φοιτητικού κινήματος, από τις αμέσως επόμενες μέρες της δολοφονίας, οι σχολές του κέντρου ήταν κατειλημμένες από όλο το φάσμα των δυνάμεων του κινήματος, δημιουργώντας ζωντανά κέντρα αγώνα, αντίστασης, οργάνωσης αλλά και συντονισμού. Ταυτόχρονα, σε πολλές γειτονιές ξεπήδησαν καταλήψεις δημόσιων κτιρίων και λαϊκές συνελεύσεις, με στόχο την εξάπλωση του αγώνα.

Το μαθητικό κίνημα στο προσκήνιο

Οι μαθητές/τριες ήταν η «ευχάριστη έκπληξη» της εξέγερσης. Το ένα μετά το άλλο τα σχολεία σε όλη τη χώρα τελούσαν υπό κατάληψη μέσα από μαζικές γενικές συνελεύσεις (που από τότε δεν έχουμε ξαναδεί στο πλαίσιο του μαθητικού κινήματος, τουλάχιστον σε τέτοια κλίμακα) και αυθόρμητες πορείες στις πόλεις και στα αστυνομικά τμήματα, τα οποία οι μαθητές και οι μαθήτριες κυριολεκτικά πολιορκούσαν με νεράτζια, πέτρες και ό,τι άλλο έβρισκαν. Ειδικά στην Αθήνα, πολύ μεγάλα τμήματα των διαδηλώσεων τις «μέρες της φωτιάς» ήταν τα μαθητικά μπλοκ. Η έκταση και η εξάπλωση των καταλήψεων (καθώς και η σημαντική κοινωνική υποστήριξη της οποίας έτυχαν οι εξεγερμένοι) και η δημιουργία διάφορων δομών οργάνωσης από τα κάτω, σε συνδυασμό με την πρωτοφανή μαχητικότητα των διαδηλώσεων, ήταν δύο στοιχεία που αφενός συνηγορούν στην αυθεντικότητα της εξέγερσης, αφετέρου ήταν και μια «πρώτη γεύση» για το τι θα ακολουθούσε τα επόμενα χρόνια σε επίπεδο κινηματικής και πολιτικής αντιπαράθεσης με την κρατική καταστολή και τις μετέπειτα μνημονιακές κυβερνήσεις.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η δημιουργία των ΔΕΛΤΑ και ΔΙΑΣ ακολούθησε χρονικά τη «λήξη» της εξέγερσης, ως μία πράξη προετοιμασίας από τη μεριά του κράτους και της κυρίαρχης τάξης, μπροστά στην επανάληψη αντίστοιχων φαινομένων. Και σίγουρα δεν είναι τυχαίο, ότι άλλη μια κυβέρνηση της Δεξιάς επαναφέρει την τραμπούκικη ομάδα των ΔΕΛΤΑδων με το όνομα ΔΡΑΣΗ, ενώ την ίδια στιγμή επενδύει στην καταστολή και την τρομοκρατία. Τα κυβερνητικά επιτελεία γνωρίζουν πολύ καλά ότι η πολιτική του Μητσοτάκη δε θα μπορεί να αποσπάσει την κοινωνική συναίνεση, τα περιθώρια αντοχής μιας κοινωνίας που έχει φτωχοποιηθεί και έχει χτυπηθεί τόσο άγρια την τελευταία δεκαετία είναι πάρα πολύ μικρά.

Να κρατήσουμε τη μνήμη της εξέγερσης ζωντανή

Τα αίτια της εξέγερσης είναι ακόμα ενεργά και μετά από έντεκα χρόνια βλέπουμε ότι το μέλλον μας προμηνύεται εξαιρετικά δύσκολο και επισφαλές, καθώς το ξέσπασμα της κρίσης και η μνημονιακή επέλαση έχουν τσακίσει το δικαίωμά μας για μια πραγματικά δημόσια παιδεία, για μια ζωή και εργασία με αξιοπρέπεια.

Έχουμε όλους τους λόγους του κόσμου να διατηρήσουμε τη μνήμη της εξέγερσης ζωντανή και να οργανώσουμε τον αγώνα μας ενάντια στην πολιτική του Μητσοτάκη και την κανονικότητα της καταστολής που φαντάζεται ο Χρυσοχοΐδης. Να αγωνιστούμε για τα πραγματικά προβλήματα των σχολών μας ενάντια στις νεοφιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις. Να αγωνιστούμε ενάντια στην αξροδεξιά, ενάντια στη δολοφονική κρατική καταστολή και να φράξουμε το δρόμο στο εθνικιστικό και ρατσιστικό δηλητήριο στο δρόμο, μαζί με τους/ις μαθητές/τριες. Να αγωνιστούμε ενάντια στον ιμπεριαλισμό και στον πόλεμο.

Αναμφίβολα, η εξέγερση του Δεκέμβρη αποτελεί τομή και μας επιβαρύνει με το «καθήκον» διατήρησης της μνήμης της, όχι ως επετείου αλλά ως μίας γνήσιας εξέγερσης που μπορεί ακόμα και σήμερα να εμπνέει τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες της Αριστεράς και του κινήματος. Πόσο μάλλον σήμερα, όπου η «μέθοδος» της μαζικής εξέγερσης κάνει ξανά την εμφάνιση της στη Λατινική Αμερική και τον Αραβικό κόσμο, υπενθυμίζοντας επίμονα τη δύναμη μας μέσα από μαζικούς ταξικούς αγώνες.

Ο Δεκέμβρης του 2008, για ένα πολύ μεγάλα τμήματα της νεολαίας, ήταν η πρώτη στιγμή όπου έγινε μαζικά αντιληπτή η δύναμή των «από κάτω» και ένα πρωτόγνωρο αίσθημα ότι υπάρχει η δύναμη να φέρουμε τα πάνω κάτω. Ακολούθησαν κι άλλες τέτοιες «στιγμές»: το καυτό καλοκαίρι του 2011, η μαζική αντίσταση στο δεύτερο μνημόνιο το Φλεβάρη του 2012, το δημοψήφισμα του 2015. Αυτή τη μνήμη και αυτή την παράδοση οφείλουμε να κρατήσουμε ζωντανή.

Όποιος πιστεύει ότι το μέλλον θα κριθεί ομαλά, συντεταγμένα, κοινοβουλευτικά, κάνει λάθος. Όταν στην κοινωνία επιβάλλονται γόρδιοι δεσμοί, στο εσωτερικό της προετοιμάζονται οι δυνάμεις που θα επιχειρήσουν να τους κόψουν. Η 6η Δεκέμβρη δεν είναι μνημόσυνο και μέρα πένθους. Είναι μέρα αντίστασης και μνήμης. Μια μέρα-φόρος τιμής στη μεγαλύτερη εξέγερση της γενιάς μας.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες