Ρεπορτάζ των Κέιτι Ζέιμαν και Τίνα Τρέβινο-Μέρφι, για τις διαδηλώσεις μετά τη νέα αστυνομική δολοφονία, απεχθή ηχώ παρόμοιων δολοφονιών σε όλη τη χώρα.

Ο αστυνομικός φόνος άοπλου μαύρου νεολαίου συγκλονίζει το Μάντισον, του Ουισκόνσιν.

Εκατοντάδες άνθρωποι καταλαμβάνουν τους δρόμους κάθε μέρα από την Παρασκευή, όταν ο 19χρονος Τόνι Ρόμπινσον πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε από τον αστυνομικό Ματ Κένι στο διαμέρισμα φίλου του. Περισσότερες διαδηλώσεις σχεδιάζονται απο Δευτέρα (σμ σήμερα) και τις επόμενες μέρες, με τους μαθητές των λυκείων του Μάντισον να οργανώνουν αποχή από τα μαθήματα.

Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν αμέσως μετά τον πυροβολισμό, από την οργάνωση Young, Gifted and Black (YGB) (=Νέοι Χαρισματικοί και Μαύροι), που συγκροτήθηκε το περασμένο φθινόπωρο σαν τμήμα του ανερχόμενου κινήματος «Οι μαύρες ζωές μετράνε». Μέχρι τις 11μμ, αρκετές εκατοντάδες άνθρωποι είχαν συγκεντρωθεί στη οδό Williamson, έξω από το κτίριο που ο Ρόμπινσον είχε δολοφονηθεί.

Ο Ρόμπινσον είχε αποφοιτήσει την προηγούμενη χρονιά από το λύκειο στο κοντινό Sun Prairie και ετοιμαζόταν να ξεκινήσει μαθήματα στο Τεχνικό Κολέγιο του Μάντισον, πάνω στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Η μητέρα του, που πρόσφατα είχε διαγνωστεί με σκλήρυνση κατά πλάκας, βασιζόταν πάνω στο μεγάλο της γιο για να τη βοηθήσει να φροντίσει τους αδερφούς του και την αδερφή του. Μετά το φόνο, δεν της επιτράπηκε ούτε καν να κρατήσει το νεκρό σώμα του γιού της- το κράτησε η αστυνομία, χαρακτηρίζοντας τον Τόνι «αποδεικτικά στοιχεία».

Μιλώντας σε μια άτυπη ολονυκτία λίγες ώρες μετά το θάνατό του, η γιαγιά του Σάρον Ίργουιν είπε στο πλήθος:

«Ο εγγονός μου...ήταν ένα όμορφο αγόρι, και μην πιστεύετε τις ιστορίες που λένε τι ήταν και τι δεν ήταν. Ήταν ένα ευγενικό παιδί που αγαπούσε και νοιαζόταν. Μπορεί να ήταν μεγαλόσωμος, δεν ήταν όμως τραμπούκος. Τον αγαπώ. Η σημερινή αδικία πρέπει να αποκατασταθεί...Θέλω όλοι εσείς να σταθείτε μαζί και να πείτε: Δεν το θέλουμε άλλο αυτό...Θέλω ο θάνατος του εγγονού μου να σημάνει κάτι...Σας ζητώ να σηκωθείτε και να πείτε ότι αυτό είναι λάθος. Σε όλον τον κόσμο ελπίζω να συμβαίνει αυτό. Είναι ώρα.»

Η αστυνομική εκδοχή του τι συνέβη αμφισβητείται από αυτόπτεις μάρτυρες. Οι μπάτσοι ισχυρίζονται ότι ο Κένι ανταποκρίθηκε σε μια κλήση που πληροφορούσε ότι ο Ρόμπινσον διατάρασσε την κοινή ησυχία και τάχα απειλούσε ανθρώπους. Υποτίθεται ότι ο Κένι έφτασε στο κτίριο και εισέβαλε στο διαμέρισμα μόλις άκουσε τη φασαρία. Ο Κένι ισχυρίζεται ότι ο Ρόμπινσον του επιτέθηκε και γι αυτό άνοιξε πυρ. Αλλά η αστυνομία παραδέχεται ότι ο Ρόμπινσον ήταν άοπλος, και δεν πέρασε ούτε μισό λεπτό από την εισβολή στο διαμέρισμα μέχρι τους πυροβολισμούς.

Δυο φίλοι του Ρόμπινσον ήταν παρόντες όταν σκοτώθηκε, και η αστυνομία τους είχε υπό κράτηση για ώρες χωρίς να τους αποδόσει κατηγορίες ή χωρίς να τους ενημερώσει για τον οποιονδήποτε λόγο. Η  YGB έστειλε δικηγόρο να βοηθήσει τους δυο ανήλικους νέους, αλλά η αστυνομία του αρνήθηκε την πρόσβαση, ισχυριζόμενη ότι οι νέοι είχαν αρνηθεί τη νομική υποστήριξη.Η αστυνομία κατέσχεσε ότι είχαν πάνω τους, συμπεριλαμβανομένου ενός κινητού που θα μπορούσε να έχει φωτογραφίες και βίντεο των πυροβολισμών.

Όταν οι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στην Οδό Williamson τη νύχτα της Παρασκευής κι έμαθαν ότι οι δυο νέοι ανακρίνονταν στη φυλακή, διαδήλωσαν ως το δημαρχείο της πόλης, ένα χιλιόμετρο μακριά, στο κέντρο του Μάντισον. Σχεδόν 100 διαδηλωτές μπήκαν μέσα στο κτίριο και πραγματοποίησαν ειρηνική καθιστική διαμαρτυρία απαιτώντας να απελευθερωθούν οι δυο νέοι, ενώ μια μικρότερη ομάδα έμεινε απ’ έξω. Οι διαδηλωτές αρνιόντουσαν να φύγουν, αν δεν απελευθερώνονταν τελικά και οι δυο.

Σε συνέλευση της κοινότητας το επόμενο πρωί, περισσότεροι από 300 άνθρωποι μαζεύτηκαν στην κύρια αίθουσα της YWCA , και πλημμύρισαν μέχρι έξω το κτίριο. Οι διοργανωτές ενημέρωσαν το πλήθος για τις επόμενες δράσεις κι έπειτα ο κόσμος βγήκε στους δρόμους. Για 4 ώρες, περισσότεροι από 300 άνθρωποι διαδήλωναν έξω απο το πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα στο μέρος της δολοφονίας, ζητώντας την καταδίκη του μπάτσου Κένι, απαιτώντας ένα τέλος στην αστυνομική βία και τις μαζικές ρατσιστικές φυλακίσεις.

Τους διαδηλωτές το Σάββατο άκουσε η μητέρα του Ντόντρ Χάμιλτον, ενός θύματος της αστυνομίας του Μιλγουόκι που πυροβολήθηκε στο κεφάλι 14 φορές ενώ κοιμόταν σε ένα παγκάκι πάρκου τον περασμένο Απρίλιο. Ο μπάτσος-φονιάς δε χρεώθηκε με κατηγορίες. Η Μαρία Χάμιλτον ταξίδεψε ως το Μάντισον για να δηλώσει την υποστήριξή της στην οικογένεια του Τόνι Ρόμπινσον:

«Η καρδιά μου βρίσκεται στην οικογένεια του Τόνι. Η καρδιά μου βρίσκεται σε αυτήν την κοινότητα... Αυτό θέλω να είναι το τελευταίο παιδί μας για το οποίο στέκομαι μπροστά σε ένα πλήθος και κλαίω. Η φωνή μας πρέπει να ακουστεί τώρα. Ο ρόλος μου δεν είναι να κάθομαι εδώ και να κρατώ το χέρι μιας άλλης μητέρας. Δεν το βάζουμε στα πόδια. Δε κλαίω άλλο. Αγωνίζομαι. Είναι ώρα αυτό το σύστημα να γκρεμιστεί.»

Η σημασία της κινητοποίησης αποτυπώθηκε από κάποιον κύριο που καλούσε όλον τον κόσμο να συμμετέχει με τα λόγια: «Κάθε 28 ώρες ένας μαύρος δολοφονείται από την αστυνομία. Είμαστε λίγες ώρες μακριά από την επόμενη». Και το επείγον της υπόθεσης οδήγησε σε μια ακόμα μεγαλύτερη κινητοποίηση την επόμενη μέρα, όταν περίπου 700 συγκεντρώθηκαν μπροστά στο σπίτι της δολοφονίας και αγρύπνησαν.

ΔΕΝ είναι η πρώτη φορά που ο μπάτσος Κένι δολοφονεί. Είχε εμπλακεί και σε άλλους θανάσιμους πυροβολισμούς το 2007, αλλά απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες.

Το Μάντισον έχει φήμη σαν φιλελεύθερη πόλη-αλλά οι Αφροαμερικανοί βιώνουν κάτι τελείως διαφορετικό. Όπως  ανέφερε η SocialistWorker.org το 2013, επικαλούμενη τα αποτελέσματα μιας πρόσφατης έκθεσης:

«Με την εξαίρεση δυο από τους 40 δείκτες, τα στατιστικά της κομητείας δείξανε ίση ή μεγαλύτερες ανισότητες μεταξύ λευκών και μαύρων από τους εθνικούς μέσους όρους. ‘Το εντυπωσιακό με αυτές τις ανισότητες είναι ότι οι Αφροαμερικανοί έφηβοι, που αποτελούν το 9% του νέου πληθυσμού του δήμου, αποτελούν και το 80% σχεδόν του καταδικασμένων παιδιών από τα κρατικά σωφρονιστικά ιδρύματα για παιδιά το 2011’, σύμφωνα με την έρευνα. Ενώ οι Μαύροι αποτελούσαν μόνο το 4,8% του συνολικού ανδρικού πληθυσμού στο δήμο, αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 43% των φυλακίσεων  κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρονιάς (2012).»

Αυτό είναι που εννοούσε η Λόριεν Κάρτερ, θεία του Τόνι Ρόμπινσον, όταν αναφέρθηκε στη «μικρή μας φούσκα του Μάντισον, στο Ουισκόνσιν», όταν μιλούσε στην ολονυκτία της Παρασκευής. Η Κάρτερ αναφέρθηκε σε έρευνες που έδειχναν ότι το Μάντισον ήταν ανάμεσα στις 5 περιοχές με τις μεγαλύτερες ανισότητες για τους Αφροαμερικανούς και ταυτόχρονα στις 3 πιο «χαρούμενες πόλεις» γι αυτούς.  «Λοιπόν, ποιος είναι χαρούμενος γι αυτό?», αναρωτήθηκε.

Η δολοφονία του Τόνι Ρόμπινσον μπορεί να γκρεμίσει τα πέπλα που αποκρύπτουν αυτές τις πραγματικότητες από τους περισσότερους κατοίκους. Είναι σημαντικό ότι οι πυροβολισμοί έπεσαν σε μια γειτονιά που κυριαρχούν οι λευκοί, γεμάτη με συνεταιρισμούς τροφίμων, αποθήκες φαρμάκων κι εστιατόρια. Η διαδεδομένη πεποίθηση στο φιλελεύθερο πληθυσμό του Μάντισον είναι ότι η αστυνομία στην πόλη, εκπαιδευμένη στις μεθόδους «αστυνόμευσης κοινοτήτων», είναι διαφορετικοί από τους κακόφημους, βίαιους μπάτσους της Νέας Υόρκης ή του Λος Άντζελες-κι επομένως, η δολοφονία ενός άοπλου Μαύρου εφήβου «δεν θα μπορούσε να συμβεί εδώ».

Αλλά η ρατσιστική αδικία κυριαρχεί και στο Μάντισον, κι αυτή ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη μαχητική απάντηση στο θάνατο του Τόνι Ρόμπινσον.

Μετά τη δολοφονία του Μάικ Μπράουν στο Φέργκιουσον, του Μιζούρι, το περασμένο καλοκαίρι, η οργάνωση «Young, Gifted and Black»,  όχι μόνο εστίασε στις ρατσιστικές ανισότητες στο σύστημα της ποινικής δικαιοσύνης στην κομητεία του Dane, αλλά επιπλέον εγείρει αιτήματα για τη διακοπή της χρηματοδότησης για την κατασκευή νέας φυλακής στην πόλη, για την απελευθέρωση 350 μαύρων κρατουμένων για μικροεγκλήματα φτώχειας, και για την κατάργηση της «απομόνωσης» στη φυλακή. Η δημόσια ανταλλαγή επιστολών της οργάνωσης με τον αρχηγό της αστυνομίας του Μάντισον Μάικλ Κόβαλ, τράβηξε ακόμα περισσότερο την προσοχή στην υπόθεση της ρατσιστικής δικαιοσύνης.  Σήμερα η οργάνωση αντιμετωπίζει ένα νέο ζωτικής σημασίας  αγώνα. «Σαν μέλη της YGB», είπε ο Άλιξ Σάμπαζ, ένας από τους ηγέτες της, «το βλέπουμε σαν μια άλλη διάσταση της κρατικής βίας ενάντια στο μαύρο πληθυσμό, και δε θα σταματήσουμε μέχρι να αποκατασταθεί δικαιοσύνη».