Ο ι ευρωεκλογές, στήνοντας κάλπες ταυτόχρονα σε όλα τα κράτη-μέλη της Ένωσης, αποτύπωσαν -σε μία «φωτογραφία»- τη διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και αρκετά χρόνια και τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στις περισσότερες χώρες: Η ακροδεξιά έχει «εγκατασταθεί» στα πολιτικά συστήματα, έχει συγκροτήσει μια ανθεκτική εκλογική επιρροή και βρίσκεται πλέον σε θέση να διεκδικεί κυβερνητικό ρόλο.

Στις κάλπες δεν προέκυψε κάποιο (νέο) «άλμα» στην (εμπεδωμένη) επιρροή της ακροδεξιάς, που θα της επέτρεπε να κλιμακώσει την «πολιορκία» του κέντρου. Αλλά δεν χρειάστηκε κιόλας. Η θεαματική κατάρρευση του κέντρου στις δύο ηγετικές χώρες της ΕΕ (Γαλλία, Γερμανία), οι εκλογικές ήττες του Μακρόν, του Σολτζ και των εταίρων του, αποκάλυψαν μια κρίση ηγεσίας, που η ακροδεξιά βρίσκεται σε καλύτερη θέση να εκμεταλλευτεί.  

Το 2019, οι ευρωεκλογές γίνονταν στο φόντο των νεολαιίστικων κινητοποιήσεων για το κλίμα που εκφράστηκαν εν μέρει εκλογικά και από την τότε ενίσχυση των Πρασίνων, ενώ το ευρωκοινοβούλιο ξεκινούσε τη θητεία του επικεντρώνοντας σε μια «Νέα Πράσινη Συμφωνία». Το 2024 οι ευρωεκλογές γίνονταν στο φόντο των «πολεμικών ετοιμασιών» και του επανεξοπλισμού της Ευρώπης, της έμφασης στην «ενεργειακή επάρκεια» των ευρωπαϊκών οικονομιών (με κάθε αναγκαίο μέσο…), στην συνολικότερη συζήτηση περί «οχύρωσης» της ΕΕ απέναντι στους ανταγωνιστές της, αλλά και απέναντι στη «ζούγκλα» (του Νότου) που απειλεί (δια της μετανάστευσης) τον «όμορφο κήπο» (της Ευρώπης), όπως το είχε θέσει ο Ζοζέπ Μπορέλ. Το νέο ευρωκοινοβούλιο θα επικεντρώσει σε αυτή τη θεματολογία και σε αυτήν η σκληρή Δεξιά και ακροδεξιά υπόσχονται στιβαρές «λύσεις». 

Η πολιτική κρίση ηγεσίας στις δύο μεγάλες χώρες έρχεται σε μια στιγμή μεγάλης οικονομικής αβεβαιότητας και στις δύο. Το άσθμα του γερμανικού καπιταλισμού και η επιστροφή του δημόσιου χρέους και των ελλειμμάτων ως κρίσιμου/ρυθμιστικού  παράγοντα ακόμα και σε οικονομίες όπως η γαλλική, περιγράφουν τη συγκυρία. Η «μετάφραση» αυτού του οικονομικού κλίματος σε πιο αδύναμους κρίκους της ευρωπαϊκής αλυσίδας μπορεί να ξεδιπλωθεί στο μέλλον, προκαλώντας νέες πολιτικές αναταράξεις. 

Το θέαμα του ντιμπέιτ μεταξύ των υποψηφίων προέδρων στις ΗΠΑ υπήρξε μια συμπύκνωση της κατάστασης στις «μητροπόλεις» του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος. Ένας 80αρης κι ένας σχεδόν 80αρης να διαγκωνίζονται ως προς το ποιος παραμένει ικανός να… παίξει γκολφ. Ο «Γενοκτόνος Τζο», ο απόλυτος συνένοχος της σφαγής των Παλαιστινίων της Γάζας, δέχτηκε την κατηγορία ότι είναι «Παλαιστίνιος», κάτι που ο Ντόναλντ Τραμπ θεωρεί βρισιά. Αν οι χοντράδες του καταδικασμένου απατεώνα ακροδεξιού τραμπούκου αποτυπώνει την κατάσταση πνευμάτων στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, η αξιολύπητη εικόνα του Μπάιντεν στο ντιμπέιτ και η πιθανότητα να παραμείνει τελικά στην κούρσα (παρά τις απελπισμένες εκκλήσεις στελεχών και πολύ διάσημων «φίλων» του κόμματος) ελλείψει πειστικότερων (!) εναλλακτικών, αποτυπώνει την κατάσταση στο Δημοκρατικό Κόμμα. 

Αδυνατώντας να αναδείξει μέσα από τις γραμμές του ένα σοβαρό «πιλότο», το διεθνές καπιταλιστικό σύστημα κινείται σε ένα τοπίο γεμάτο «αναταράξεις». 

Στην Ελλάδα, για ευνόητους λόγους, όλη η έμφαση έπεσε προφανώς στην (πιο αφηρημένη) δήλωση του Χακάν Φιντάν για το ενδεχόμενο ενός Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου και το γεγονός ότι ο τουρκικός στρατός θα είναι έτοιμος για κάτι τέτοιο. Όμως πολύ πιο σημαντική είδηση για τον κόσμο γύρω μας είναι τα συγκεκριμένα, πρακτικά μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση της Νορβηγίας. Παίρνοντας υπόψη τους κινδύνους νέων πανδημιών, επιδείνωσης της κλιματικής κατάρρευσης και νέων πολέμων στην Ευρώπη, το νορβηγικό κράτος οργανώνει πρόγραμμα… αποθήκευσης σιτηρών, με ρητό στόχο να μπορεί να διασφαλίσει την διατροφική επάρκεια του πληθυσμού για 3 μήνες αν προκύψει αιφνίδια «κρίση» στον εφοδιασμό. 

Πράγματι, ο Covid ανέδειξε πόσο ευάλωτο κι αναξιόπιστο έχει γίνει το μοντέλο διεθνών «just-in-time» αλυσίδων και πόσο ανέτοιμα είναι τα κράτη να αντιμετωπίζουν τέτοιες επιδημικές απειλές, από αυτές που «θρέφει» διαρκώς το οικονομικό μοντέλο –από το διατροφικό σύμπλεγμα μέχρι την διαρκή επέκταση της οικονομικής δραστηριότητας μέσα σε απομακρυσμένα οικοσυστήματα. 

Πράγματι, η μακάρια πορεία προς την κλιματική κατάρρευση, έχει αρχίσει ήδη να παράγει αποτελέσματα στην αγροτική παραγωγή, στη διαθεσιμότητα νερού, στην οικονομική δραστηριότητα. 

Ενώ η κρίση της παγκοσμιοποίησης ενισχύει τις τάσεις εθνικής αναδίπλωσης. Είναι ενδεικτικό ότι η Νορβηγία είχε κλείσει τις  αποθηκευτικές εγκαταστάσεις που διατηρούσε επί δεκαετίες το 2003, στο ζενίθ της καπιταλιστικής-παγκοσμιοποιητικής ευφορίας, και τις επαναφέρει σήμερα, προαναγγέλοντας το ναδίρ. 

Η απειλή του πολέμου δεν είναι καθόλου αφηρημένη. Ο ουκρανικός πόλεμος, που συνεχίζεται αδιάκοπα επί 2μιση χρόνια χωρίς προοπτική τερματισμού του, έχει προκαλέσει εκατόμβες στα χαρακώματά του, τέτοιες που η Ευρώπη θεωρούσε ότι έχει αφήσει οριστικά πίσω της. Ενώ η διαρκώς εντεινόμενη διαπλοκή του με τον διεθνή ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό και η αυξανόμενη αντιμετώπισή του ως «συνοριακό πόλεμο» εκ μέρους της Ευρώπης διατηρεί μόνιμα ανοιχτό το παράθυρο της κλιμάκωσης και της γενίκευσης.

Στην Γάζα, το Σιωνιστικό κράτος δείχνει αποφασισμένο να συνεχίσει το γενοκτονικό πόλεμο καταστροφής της Γάζας, αγνοώντας προκλητικά τις προειδοποιήσεις των φίλων του στις κυβερνήσεις και τις πιέσεις των εχθρών του στους δρόμους. Ο τρόπος που επανατέθηκε το Παλαιστινιακό ζήτημα μετά την 7η Οκτώβρη και η λυσσασμένη αντίδραση που πρόκρινε ως «λύση» το Κράτος του Ισραήλ, προειδοποιεί ότι δεν διαφαίνεται κάποια τάση αποκλιμάκωσης. Ενώ οι απειλές του Νετανιάχου προς τη Χεζμπολά και το Λίβανο υπενθυμίζουν ότι σε μια διαδικασία ριζικών αλλαγών στον χάρτη της Μέσης Ανατολής, η πιθανότητα περιφερειακής ανάφλεξης παραμένει πάντα ως πιθανότητα. 

Σε αυτόν τον κόσμο, είναι επιτακτική η ανάγκη να συγκροτηθεί η δική μας απάντηση. Η επίμονη ανθεκτικότητα της Παλαιστινιακής Αντίστασης αποτελεί πηγή έμπνευσης, όπως και το διεθνές κίνημα αλληλεγγύης που έχει προκαλέσει. Στη Γαλλία, η μάχη που δίνει το Νέο Λαϊκό Μέτωπο απέναντι στην ακροδεξιά, προβάλλοντας την ανάγκη μιας άλλης πολιτικής προοπτικής, στηρίζοντας τις αντιφασιστικές διαδηλώσεις των συνδικάτων, των φεμινιστριών, της νεολαίας, λειτουργεί ως κάλεσμα παντού να «σηκώσουμε το γάντι». 

Αυτό το καθήκον δεν αφορά τις διεργασίες, τις συγκλίσεις και τις διαιρέσεις της ελληνικής σε βαθιά κρίση κεντροαριστεράς, στο δρόμο προς μια κάποια «ανασύνθεση» που λογοδοτεί σε εκλογικίστικους υπολογισμούς και δεν προσφέρει το παραμικρό στην δυναμική της κοινωνικής και πολιτικής αντίστασης. 

Αυτό είναι υπόθεση των αγωνιστριών κι αγωνιστών που πασχίζουν να οργανώσουν την εργατική αντίσταση μέσα στα συνδικάτα ενάντια στις επιθέσεις Μητσοτάκη που θα κλιμακωθούν, των ανθρώπων που θα πλαισιώσουν και φέτος το Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ, εκφράζοντας τη διαθεσιμότητά τους να συγκρουστούν με τις ακροδεξιές ιδέες και πολιτικές, του ακτιβισμού που επιμένει να κρατάει ψηλά τη σημαία της αλληλεγγύης στην Παλαιστινιακή Αντίσταση. Η ριζοσπαστική Αριστερά οφείλει να αναλάβει ευθύνες μέσα σε αυτούς τους αγώνες και να συνδεθεί στενά με αυτό το κοινωνικό δυναμικό, για να μπορέσει να στηρίξει και τις αναγκαίες πολιτικές πρωτοβουλίες, που θα προβάλουν και θα μπορούν να πείθουν για έναν άλλο δρόμο μέσα σε αυτή την εποχή των τεράτων που ζούμε.  

Ετικέτες