Ένα µήνα µετά την κατάπαυση του πυρός στην Ινδική Χερσόνησο, που έβαλε τέλος στην σύρραξη Ινδίας-Πακιστάν, το Κράτος του Ισραήλ εξαπέλυσε βοµβαρδισµούς κατά του Ιράν, προκαλώντας τα ιρανικά αντίποινα και τον «πόλεµο των 12 ηµερών», που ολοκληρώθηκε (προσωρινά;) µε τον αµερικανικό βοµβαρδισµό του Ιράν.

Ο πόλεµος αυτός ήταν του Νετανιάχου και υπενθυµίζει τους κινδύνους που φέρνει στους λαούς της περιοχής του δόγµα του «διαρκούς πολέµου» που έχει κυριαρχήσει στο σιωνιστικό κράτος. Στην καρδιά αυτού του δόγµατος βρίσκεται ασφαλώς η γενοκτονία στη Γάζα που φτάνει σε νέα ύψη απανθρωπιάς και η καταστροφή της Δυτικής Όχθης που συνεχίζεται «σιωπηλά» αλλά συστηµατικά.

Η τελευταία πράξη αυτού του πολέµου είχε την υπογραφή του Ντόναλντ Τραµπ, που έκανε επίδειξη (και δοκιµή…) της αµερικανικής πολεµικής τεχνολογίας, για να πείσει ότι οι απειλές του δεν είναι µπλόφα, ενώ τραβούσε το «χειρόφρενο» µπροστά σε µια κλιµάκωση που θα είχε αβέβαιη έκβαση.

Η ρωσική χερσαία εισβολή στην Ουκρανία, η διάθεση πυραύλων µεγάλου βεληνεκούς στον ουκρανικό στρατό από νατοϊκές δυνάµεις, οι  αεροµαχίες στην Ινδική Χερσόνησο, η πρώτη απευθείας πολεµική αντιπαράθεση Ιράν-Ισραήλ στην ιστορία και ο αµερικανικός βοµβαρδισµός των πυρηνικών εγκαταστάσεων της Τεχεράνης, υπενθυµίζει ότι τα τελευταία 3 χρόνια, σπάνε διαδοχικά «ταµπού» όσον αφορά τη χρήση όπλων στις διακρατικές σχέσεις και τους ανταγωνισµούς.

Σε αυτό το φόντο, η απόφαση της Συνόδου του ΝΑΤΟ στη Χάγη για αύξηση των πολεµικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ κάθε κράτους-µέλους, σε συνέχεια της εξαγγελίας του ReArm Europe από την Ευρωπαϊκή Ένωση, προειδοποιούν για τον «πολεµικό καπιταλισµό» της εποχής µας.

Η άνοδος του µιλιταρισµού αποτελεί µια πολύπλευρη απειλή. Προφανώς βάζει σε κίνδυνο την ειρήνη, σε πείσµα της οργουελικής αντιστροφής της πραγµατικότητας που επιχειρεί η καθεστωτική προπαγάνδα. Σε έναν κόσµο που φλέγεται από ενεργά µέτωπα αντιπαράθεσης, κανείς δεν µπορεί να είναι σίγουρος ότι όλες οι κρίσεις θα εκτονώνονται, όλες οι συρράξεις θα περιορίζονται χρονικά και γεωγραφικά, όλες οι απειλές χρήσης ένοπλης βίας ή οι µεµονωµένες-επιδεικτικές χρήσης τέτοιας ένοπλης βίας θα αποτελούν το «τέλος» της έντασης κι όχι το πρελούδιο µιας διολίσθησης προς την κλιµάκωσή της.

Η άνοδος της «πολεµικής οικονοµίας» αποτελεί απειλή για το βιοτικό επίπεδο και τα εργατικά δικαιώµατα. Ακόµα και ο Σάντσεθ, που έχει δηλώσει την θετική ανταπόκριση του Ισπανικού Κράτους στο ReArm Europe και που υπενθυµίζει στους Συµµάχους ότι η κυβέρνησή του έχει «πράξει τα δέοντα» σε στρατιωτικές δαπάνες όλα αυτά τα χρόνια, προειδοποιεί ότι το 5% θα είναι εξουθενωτικό οικονοµικά. Οι πρόθυµοι να βαδίσουν σε αυτόν το στόχο, βάζουν ωµά στο στόχαστρο τη δηµόσια υγεία ως τον τοµέα που θα υποστεί τις συνέπειες της αύξησης των πολεµικών δαπανών και του αυξηµένου χρέους που αυτή θα προκαλέσει. Όπως έλεγαν οι Ιταλοί σύντροφοι στην κορύφωση της πανδηµίας Covid, συγκρίνοντας τις πολεµικές δαπάνες µε την ανεπάρκεια του ιταλικού ΕΣΥ, «τα όπλα σκοτώνουν και σε καιρό ειρήνης!». Πέρα από το ζήτηµα της κατεύθυνσης των κοινωνικών πόρων, η «πολεµική οικονοµία» απειλεί και τον ταξικό συσχετισµό. Στα ζητήµατα «εθνικής ασφάλειας», δεν χωράνε «περιορισµοί» στην επιχειρηµατική δράση της πολεµικής βιοµηχανίας (και των κλάδων που συνδέονται µε αυτήν), ούτε «πολυτέλειες» όπως το σταθερό-ανθρώπινο ωράριο και οι ασφαλείς συνθήκες εργασίας  για τους εργαζόµενους.

Η άνοδος του µιλιταρισµού απειλεί τα δηµοκρατικά δικαιώµατα και τις ελευθερίες. Η anti-woke υστερία της ακροδεξιάς συµπληρώνεται σήµερα από την προώθηση του «πνεύµατος του στρατώνα» από κυβερνήσεις κάθε ιδεολογικής απόχρωσης. Οι κραυγές ενάντια στη «θηλυκοποίηση των κοινωνιών» ήταν κάποτε αποκλειστικό προνόµιο κάποιων Γάλλων ακροδεξιών διανοουµένων που καλλιεργούσαν συστηµατικά τη φαντασίωση/απειλή ενός ερχόµενου «εµφυλίου πολέµου µε τους Ισλαµιστές», τον οποίο η Ευρώπη –λέει– θα έχανε γιατί είχε απωλέσει τις παραδοσιακές αξίες. Με λιγότερο «Αποκαλυπτικούς» όρους, παρόµοιες αντιδραστικές θεωρίες γίνονται πλέον mainstream στην Ευρώπη, προαναγγέλοντας µια κλιµάκωση του πολέµου κατά των µεταναστών, µια σεξιστική αντεπίθεση ανάσχεσης της φεµινιστικής διεκδικητικότητας, µια νέα επίθεση στα ΛΟΑΤΚΙ άτοµα, τα δικαιώµατα και την ορατότητά τους.

Αυτή η διεθνής τάση είχε ήδη εγκατασταθεί στην Ελλάδα –µε τις εξοπλιστικές δαπάνες σταθερά ψηλές, µε τη διάλυση του κοινωνικού κράτους και των εργατικών δικαιωµάτων επί µνηµονίων, µε τις «επαναπροωθήσεις» στο Αιγαίο και στον Έβρο, µε τις προσπάθειες του Κ. Μητσοτάκη να κρατά ικανοποιηµένη την ακροδεξιά πτέρυγα της ΝΔ. Αναµένεται να κλιµακωθεί. Το εξοπλιστικό πρόγραµµα της ΝΔ και οι ονειρώξεις των µεγάλων Οµίλων, το νοµοσχέδιο της Κεραµέως, τα σχέδια του Δένδια για την «πολεµική ετοιµότητα» της χώρας, η αντικατάσταση του έκπτωτου Μ. Βορίδη µε τον… Θ. Πλεύρη στο υπουργείο Μετανάστευσης, οι ιδεολογικές-στρατηγικές «παρεµβάσεις» του Αντώνη Σαµαρά, η ντροπιαστική επιµονή στη στρατηγική σύµπλευση µε το Κράτος-Δολοφόνο και τον Νετανιάχου και η προώθηση νέων ντιλς µαζί του προειδοποιούν.

Την πολλαπλή αυτή επίθεση καθοδηγεί µια τραυµατισµένη κυβέρνηση που τρεκλίζει στο φόντο των αποκαλύψεων για τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Θα χρειαστεί να κλιµακώσουµε τις αντιστάσεις µας απέναντί της.

Η εξάπλωση της αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη αποτελεί µια πολύ σηµαντική εξέλιξη σε αυτήν την κορυφαία διαχωριστική γραµµή της εποχή µας: Απέναντι στην κυβέρνηση, απέναντι σε µια στρατηγική επιλογή της ελληνικής άρχουσας τάξης, απέναντι σε όσους εργάζονται για έναν κόσµο που τα εγκλήµατα στη Γάζα είναι το «νέο κανονικό».

Η νίκη της 10ήµερης απεργίας των ναυτεργατών της γραµµής Αδριατικής έδειξε ότι µε τις σωστές προϋποθέσεις –οργάνωσης, αποφασιστικότητας, αλληλεγγύης– το εργατικό κίνηµα διατηρεί τη δύναµη απέναντι και στους πιο σκληρούς αντιπάλους.

Διεθνώς, οι επίµονες κινητοποιήσεις στη Σερβία, η λαοθάλασσα που πληµµύρισε τη Βουδαπέστη σε ένα κρατικά απαγορευµένο Pride, η άνοδος της αντίστασης απέναντι στην επικίνδυνη κλιµάκωση του αυταρχισµού από τον Τραµπ, υπενθυµίζουν ότι η φορά των εξελίξεων παραµένει ανοιχτή ακόµα και στις πιο «σκληρές» συνθήκες.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει την τύχη να αντιµετωπίζει ψοφοδεείς κοινοβουλευτικές αντιπολιτεύσεις. Αλλά η επέτειος των Ιουλιανών του 1965 θυµίζει τη δυνατότητα του πεζοδροµίου να «κάνει πολιτική», και την αναγκαιότητα µιας τέτοιας παρέµβασης των «από κάτω» σήµερα.

Οι πολιτικές µάχες χρειάζονται και την Αριστερά τους. Ο διάλογος για την πλούσια εµπειρία και την κατάληξη του 2010-15 είναι χρήσιµος. Όσες δυνάµεις µπορέσουν και θελήσουν να αξιοποιήσουν δηµιουργικά τα συµπεράσµατα εκείνης της εποχής, θα διαθέτουν εφόδια για να αντιµετωπίσουν τις προκλήσεις που έρχονται.

Οι συζητήσεις στο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ της Αθήνας (4-6 Ιούλη), στο Camping Resist.Reclaim.Revolt (30 Ιούλη-5 Αυγούστου), στο Φεµινιστικό Φεστιβάλ (27-28 Σεπτέµβρη) είναι µέρος της προετοιµασίας του κόσµου µας να αντιµετωπίσει ενιαία κι ενωτικά όλα τα µέτωπα που ανοίγει αυτή η εποχή των όπλων. Με αγώνα για την ζωή, για την ειρήνη, για την ελευθερία.

Ετικέτες