Όλο το τελευταίο διάστημα, στο φόντο των ελληνοτουρκικών ανταγωνισμών (οι οποίοι «απλώνονται» πλέον πέρα από το Αιγαίο), υπάρχει μία συντονισμένη προσπάθεια, τόσο από το αστικό πολιτικό σύστημα όσο και από τα ΜΜΕ, να καλλιεργηθεί ένα κλίμα συναίνεσης –ή έστω ανοχής– απέναντι σε μία κυβερνητική πολιτική η οποία επενδύει στην πολεμοκαπηλεία και τον εθνικισμό.

Καθημερινά, πρωτοσέλιδα εφημερίδων σπεκουλάρουν στην «τουρκική επιθετικότητα» και προσπαθούν αγωνιωδώς να επιχειρηματολογήσουν υπέρ των υπέρογκων δαπανών σε πολεμικούς εξοπλισμούς. 

Όμως, το ελληνικό κράτος έχει και αυτό από τη μεριά του μία ολοένα και πιο αναβαθμισμένα επεκτατική εξωτερική πολιτική, με τις πλάτες –προς το παρόν– του ΝΑΤΟ και της ΕΕ και με την κυβέρνηση Μητσοτάκη να θέλει να εμφανίζεται ως «στρατηγικός παίχτης» της συμμαχίας με ΗΠΑ και Ισραήλ στην Ανατολική Μεσόγειο. Βεβαίως, αυτή η αντίστοιχα επικίνδυνη ελληνική πολιτική μεταφράζεται ως τάχα ισχυρή εθνική πολιτική που προστατεύει εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα, ενώ αποκρύπτεται η πραγματική της φύση. Είναι μία πολιτική η οποία συμβάλλει στην όξυνση των ανταγωνισμών και κάθε κίνηση κλιμάκωσης μπορεί να φέρνει πιο κοντά ένα πολεμικό επεισόδιο. 

Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς τις δηλώσεις Δένδια ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη –και πρόθυμη– να στείλει δυνάμεις στη Λιβύη; Ακόμα και μετά την απόφαση της Διάσκεψης του Βερολίνου για παύση πυρός και εμπάργκο όπλων προς όλες τις κατευθύνσεις, το Υπουργείο Εξωτερικών δηλώνει ότι ελληνικές δυνάμεις είναι πρόθυμες να συμμετέχουν στη διαδικασία επιτήρησης του εμπάργκο. Επιπλέον, η κυβέρνηση προτίθεται να στείλει αντιαεροπορικούς πυραύλους τύπου «Πάτριοτ» στη Σαουδική Αραβία, μετά από αίτημα των ΗΠΑ, για τη δημιουργία μιας «πολυεθνικής αντιαεροπορικής ασπίδας» για την προστασία των ενεργειακών εγκαταστάσεων της περιοχής. Είναι προφανές ότι στη Σαουδική Αραβία, αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, δεν υπάρχει κανένα ζήτημα προστασίας εθνικών ή κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά είναι ζήτημα βαθύτερης και ενεργής εμπλοκής σε ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και επεμβάσεις.

Ανερυθρίαστες τοποθετήσεις κρατικών αξιωματούχων, αλλά και στελεχών της αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρηματολογούν για την ανάγκη να επενδυθούν υπέρογκα ποσά σε επιθετικούς πολεμικούς εξοπλισμούς: αγορά αεροσκαφών F35, γαλλικές πολεμικές φρεγάτες, ακόμα και αγορά καταδρομικών πλοίων τα οποία μάλιστα αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να «δέσουν» πουθενά. Σε αυτό χρειάζεται να προστεθεί η σταθερή πληρωμή του 2% του προϋπολογισμού στο ΝΑΤΟ (σε όλα τα μνημονιακά χρόνια), καθώς και η συμφωνία για την αναβάθμιση των ΝΑΤΟϊκών βάσεων που μετατρέπει τη χώρα σε ορμητήριο ιμπεριαλιστικών επιθέσεων.

Η κυβέρνηση της ΝΔ θεωρεί αυτονόητο ότι, την ίδια στιγμή που πρόκειται να δαπανηθούν σκανδαλώδη ποσά για εξοπλισμούς, δεν υπάρχουν λεφτά για να μπορούν όλοι οι άνθρωποι να έχουν πρόσβαση στη θέρμανση, με αποτέλεσμα να μετράμε κι άλλα θύματα το φετινό χειμώνα λόγω έλλειψης επαρκούς θέρμανσης στον 21ο αιώνα. Τα δημόσια νοσοκομεία παραπαίουν και η πρόσβαση σε κοινωνικές δομές και υπηρεσίες είναι ένας καθημερινός Γολγοθάς για τους/ις εργαζόμενους/ες, πάντα με το πρόσχημα ότι «δεν υπάρχουν λεφτά».

Με το νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας καταργείται από την «πίσω πόρτα» το άρθρο 16 του Συντάγματος και η διασφάλιση του καθολικά δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αφενός η ισοτιμία των πτυχίων των ιδιωτικών κολεγίων με τα πτυχία των πανεπιστημίων και αφετέρου η ακόμα μεγαλύτερη συρρίκνωση της δημόσιας χρηματοδότησης των ιδρυμάτων ανοίγουν διάπλατα το δρόμο για την εισβολή του ιδιωτικού κεφαλαίου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και τη λειτουργία της όχι με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες, αλλά με γνώμονα τις ανάγκες της αγοράς και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Αυτή η πολιτική που δίνει τα πάντα στους πολεμικούς εξοπλισμούς και την ίδια στιγμή διαλύει κάθε κοινωνική υποδομή, τη δημόσια υγεία, τη δημόσια παιδεία, τους μισθούς, είναι επικίνδυνη και επιθετική απέναντι στον κόσμο μας. Οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής ριζοσπαστικής Αριστεράς έχουμε καθήκον να αναλάβουμε άμεσα πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση αντιστάσεων, που θα βάζουν στο επίκεντρο την αντιπολεμική πάλη και το σταμάτημα της κούρσας των εξοπλισμών, διεκδικώντας δαπάνες για τις κοινωνικές ανάγκες.

Ετικέτες