Οι φετινές φοιτητικές εκλογές διεξήχθησαν μόλις δύο μήνες μετά το έγκλημα στα Τέμπη και τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις που ακολούθησαν, καθώς και δέκα μέρες πριν τις εθνικές εκλογές των 21 Μάη. Γι’ αυτό και η σημασία των αποτελεσμάτων τους, ιδιαίτερα φέτος, ξεπερνά τα στενά όρια των εδρών στα φοιτητικά ΔΣ.
Ένα από τα πολύ θετικά στοιχεία των φετινών εκλογών όπως αποτυπώθηκαν, αποτελεί η άνοδος των συνολικών ψηφισάντων πανελλαδικά. Παρόλο που η αποχή συνεχίζει να παραμένει σε αρκετά υψηλά επίπεδα, η άνοδος της συμμετοχής καταδεικνύει πως ειδικά φέτος, οι φοιτητές/τριες επέλεξαν συνειδητά να ψηφίσουν με όρους κεντρικοπολιτικής καταγραφής. Είναι στοίχημα η ψήφος αυτή να αποτυπωθεί στην ουσιαστική εμπλοκή στους φοιτητικούς συλλόγους με μαζικοποίηση των συλλογικών διαδικασιών και διεκδικήσεων με μαχητικούς όρους.
ΠΚΣ πρώτη για δεύτερη φορά
Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά την πρώτη θέση κατέλαβε η ΠΚΣ, γεγονός που σε πρώτη ανάγνωση αποτελεί είναι θετικό. Αποτυπώνεται ότι σε μεγάλο βαθμό, τη μεγέθυνση της κάλπης καρπώθηκαν οι δυνάμεις της ΠΚΣ. Φυσικά, μόνο ως θετικό μπορεί να απολογιστεί ότι στη φοιτητική νεολαία μεγαλώνουν τα ποσοστά της αριστεράς, ωστόσο η πρωτιά από μόνη της δεν σημαίνει άνοδος της αγωνιστικότητας και ενεργοποίηση των συλλόγων. Δυστυχώς, η στάση της ΠΚΣ ως πρώτης δύναμης στις σχολές την προηγούμενη χρονιά αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων. Οι επιλογές της διασπαστικής λογικής και του «πολιτικού μίνιμουμ» φαίνονται ξεκάθαρα από το πώς κινήθηκε σε επίπεδο θέσεων και δρόμου στις κινητοποιήσεις μετά το δυστύχημα των Τεμπών, αλλά και στην κενή πολιτικού περιεχομένου συνθηματολογία της στις φοιτητικές εκλογές: «ΠΚΣ πρώτη δύναμη ξανά».
ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, ΠΑΣΠ, ΔΙΚΤΥΟ
Όσο για την κυβερνητική παράταξη της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, φαίνεται να δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στη συγκυρία. Πέρσι, στην πτώση της από την πρώτη θέση έπαιξε ρόλο και η δική της αδράνεια κατά τον προεκλογικό αγώνα. Ωστόσο, παρά την ενεργοποίηση του μηχανισμού της στο μάξιμουμ δεν κατάφερε να ξανακερδίσει τα ποσοστά που έχασε, ούτε να ωφεληθεί από την αύξηση της συμμετοχής. Παρά την επιμονή της ότι δεν έχασε ποτέ την πρωτιά (ελλείψει και τριτοβάθμιου οργάνου), η πτώση της είναι μια ξεκάθαρη έκφραση καταδίκης της κυβερνητικής πολιτικής που εκπροσωπεί, η οποία έρχεται στον απόηχο των αγώνων ενάντια στις απαγορεύσεις, τον αντιεκπαιδευτικό νόμο Κ-Χ, την ΟΠΠΙ των προηγούμενων ετών καθώς και των πρόσφατων κινητοποιήσεων ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις. Αντίστοιχα, πτώση σημείωσε και η ΠΑΣΠ, η οποία φαίνεται να εμφανίζεται ξανά στους συλλόγους, διατηρώντας πάγια δεξιά πολιτική γραμμή στον αντίποδα της ΔΑΠ.
Το Δίκτυο (ΣΥΡΙΖΑ) κατάφερε φέτος να πολλαπλασιάσει τους συλλόγους στους οποίους είχε συμμετοχή μεν, αλλά από τα ποσοστά που σημείωσε δεν φαίνεται να καταφέρνει να καρπωθεί ούτε στο ελάχιστο τη σταδιακή ριζοσπαστικοποίηση που διαφαίνεται στις σχολές. Φαίνεται ανίκανο να συγκεντρώσει ακόμα και τις ψήφους της συσσωρευμένης οργής από την κυβερνητική πολιτική που επιτέθηκε συνολικά στο φοιτητικό κίνημα το προηγούμενο διάστημα.
Ριζοσπαστική Αριστερά
Πολύ σημαντικό στοιχείο στην πανελλαδική καταγραφή, αποτελεί η συνολική άνοδος της αριστεράς που συνολικά καταγράφει ποσοστό άνω του 50%, σημειώνοντας συνολικά υψηλότερα ποσοστά σε σχέση με πέρσι.
Ωστόσο, οι χρόνιες προβληματικές του φοιτητικού κινήματός συνεχίζουν να μην της επιτρέπουν να αποτελέσει τον δυνατό πόλο που θα μπορέσει να πάρει πρωτοβουλίες, να συσπειρώσει κόσμο και να θέσει όρους ριζοσπαστικής ανασυγκρότησης στους συλλόγους. Η πολυδιάσπαση, οι σεχταριστικές λογικές και οι μικροηγεμονισμοί στέκονται με πάγιο τρόπο εμπόδιο προς αυτήν την κατεύθυνση. Ιδιαίτερα φέτος, μέσα σε φόντο εθνικής προεκλογικής περιόδου και στη συνέχεια των κινητοποιήσεων για τα Τέμπη, επιλογές μεγάλου μέρους συντρόφων και συντροφισσών του χώρου, κυρίως των ΕΑΑΚ, να απορρίψουν εξ αρχής το ενδεχόμενο του ενωτικού κατεβάσματος, και να φτάσουν λίγο πριν τις εκλογές να φέρουν την ευθύνη για την διάσπαση σχημάτων της ριζοσπαστικής αριστεράς σε πολλούς συλλόγους, μπορούν να χαρακτηριστούν μόνο ως τροχοπέδη στην προσπάθεια μαζικοποίησης και επανενεργοποίησης του οργανωμένου φοιτητικού κινήματος.
Αντίθετα, το ενωτικό κατέβασμα ΕΑΑΚ-ΑΡΕΝ, ως κατάληξη μια συνεργασίας που, με τα όποια προβλήματα, υπήρχε μέσα στη χρονιά, σημείωσε επίσης υψηλότερα ποσοστά σε σχέση με πέρσι. Αφήνοντας μεγάλα περιθώρια βελτίωσης, η επιτυχία του εγχειρήματος τόσο στις εκλογές αλλά όσο και σε άλλους μικρότερους κόμβους που αφορούν τις σχολές, δείχνει ότι η ενότητα της αριστεράς (εντός και εκτός σχολών) στη λογική του «ένα σχήμα ανά κοινωνικό χώρο», μπορεί να θέσει καλύτερους όρους για τη δημιουργία ενός αγωνιστικού πόλου που θα μπορεί να στηρίξει τους αγώνες που έρχονται. Με το βλέμμα στο «μετά», η παγιοποίηση της ενωτικής πολιτικής ξεκινώντας από τις εκλογές για να παραμείνει και στο επίπεδο της δράσης, είναι στοίχημα της επόμενης περιόδου, καθοριστικό για τη συμβολή του φοιτητικού κινήματος στους αγώνες απέναντι στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και στη δυναμική διεκδίκηση των αναγκών των εργαζομένων και της νεολαίας.