Σαράντα χρόνια μετά από την πρώτη προβολή της, η (αντι)πολεμική ταινία του Κόπολα συνεχίζει να διχάζει και να προβληματίζει, ως αμφιλεγόμενο αριστούργημα της 7ης τέχνης.

Το 1979, ο σκηνοθέτης Φράνσις Φορντ Κόπολα παρουσίασε την ταινία, που με πολύ θράσος, ο ίδιος χαρακτήρισε «όχι μια ταινία για το Βιετνάμ, αλλά το Βιετνάμ, όπως ήταν», η οποία μεταξύ άλλων βραβείων, τέτοιες μέρες περίπου, κέρδιζε και τον Χρυσό Φοίνικα των Καννών. 

Είκοσι χρόνια αργότερα, το 1999, και ενώ είχε προαναγγελθεί η τελική εκδοχή της ταινίας με ορισμένες προσθήκες σκηνών στο μοντάζ, που είχαν κοπεί και περισσέψει το 1979, νομίζω πρώτος μεταξύ πολλών άλλων ήταν ο διευθυντής της Μοντ Ντιπλοματίκ, Ιγνάσιο Ραμονέ εκείνος που υποστήριξε πως η Αποκάλυψη Τώρα δεν θα έπρεπε να λογαριάζεται στις αντιπολεμικές ταινίες. 

Για τον Ραμονέ, η ταινία ήταν καθαρά πολεμική και μάλιστα πολεμική που πλειοδοτούσε και υποστήριζε την αναγκαιότητα του πολέμου στην εποχή της αμερικανικής αυτοκρατορίας, με άλλα λόγια, η ταινία θεμελίωνε και εξωράιζε το χωροφυλακίστικο δικαίωμα των ΗΠΑ να επεμβαίνουν ανά την υφήλιο για να προστατέψουν τα συμφέροντά τους, κρυμμένα κάτω από τις έννοιες της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της ειρήνης.  

Είκοσι ακόμη χρόνια μετά, σήμερα, με αφορμή την ψηφιακή αποκατάσταση του φιλμ, έχει αναζωπυρωθεί ο διάλογος, η κριτική και η πολεμική για το ύφος, το ήθος και τη στόχευση της εμβληματικής ταινίας. Σαράντα χρόνια από την πρώτη προβολή της, η Αποκάλυψη Τώρα, διχάζει και προβληματίζει. Ξανά και πάλι. 

Τι ήθελε να κάνει ο Κόπολα, λένε για μια ακόμη φορά, οι κριτικοί και οι αρθρογράφοι; Να στηλιτεύσει τον πόλεμο ή να τον αποθεώσει; Οι περισσότεροι, και με όσα έχουν μεσολαβήσει, κλίνουν στη δεύτερη εκδοχή, αξιοποιώντας στη φαρέτρα των επιχειρημάτων τους που στρέφονται κατά της ταινίας και του σκηνοθέτη, τον τρόπο με τον οποίον ανέγνωσε το αμερικανικό Πεντάγωνο σκηνές και πτυχές της - με αποκορύφωμα την πτήση εξολόθρευσης των άοπλων χωρικών από τα αμερικανικά Απάτσι, υπό τους ήχους της Εφόδου των Βαλκυριών του Βάγκνερ και τις σάλπιγγες του ιππικού των Νοτίων. 

Άλλοι, τα βάζουν με τον σεναριογράφο, Τζον Μίλιους και κάνουν κανονική δίκη προθέσεων καθώς ο εν λόγω τύπος δεν είχε κρύψει τις σε μεγάλο βαθμό αντιδραστικές, ρεπουμπλικανικές απόψεις του, που τον είχαν κατατάξει σε εκείνη την ιδιόμορφη κατηγορία των «αναρχικών της Δεξιάς» - μαζί με έναν ακόμη σεσημασμένο «τρελό» του Χόλιγουντ, τον Σαμ Πέκινπα. Από τη στιγμή, λένε, που το σενάριο το έφτιαξε ο Μίλιους, τέλος(!), η ταινία είναι αντιδραστική και φιλοπόλεμη...Σαν να λέμε, ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει. 

Ας επιχειρήσουμε, εδώ, από την φιλόξενη γωνιά του rproject, να απαντήσουμε καλόπιστα σε αυτήν την επίκαιρη ξανά πολεμική, καθώς τα σαραντάχρονα «γενέθλια» της Αποκάλυψης Τώρα, προσφέρουν αυτή τη δυνατότητα σε έναν φανατικό θεατή και υποστηρικτή αυτού του αριστουργήματος της 7ης Τέχνης, που πιθανότατα έδειξε όσο κανένα άλλο φιλμ, την πλήρη αποκτήνωση σε καιρό οποιουδήποτε πολέμου χωρίς περικοπές, χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς ψιμύθια. 

Γιατί, η Αποκάλυψη Τώρα, είναι αριστούργημα, είναι κινηματογραφικό μνημείο και έπος, από κάθε άποψη-σκηνοθετικά, σκηνογραφικά ( ο φοβερός Ντην Ταβουλάρις που οργίασε στη ζούγκλα των Φιλιππινών), σεναριακά...

Η «Καρδιά του (αποικιοκρατικού) Σκότους» από την Αφρική έως την Ασία. 

Όσοι επικρίνουν τον Μίλιους, ξεχνούν πολύ βολικά ότι ο ικανός σεναριογράφος δεν έφτιαξε πρωτότυπο σενάριο, αλλά αξιοποίησε το μάλλον μέτριο και κακογραμμένο βιβλίο του Τζόζεφ Κόνραντ, την «Καρδιά του Σκότους», που στις αρχές του 20ου αιώνα περιέγραψε με τα πιο ειλικρινή και μελανά, όσο και υπαινικτικά, χρώματα τις αιματηρές και καταστρεπτικές συνέπειες της βελγικής και της βρετανικής αποικιοκρατίας στο Κονγκό. 

Ο βρετανός, εμπορικός πράκτορας Μάρλοου του βιβλίου ανεβαίνει πάνω σε μια σαραβαλιασμένη φορτηγίδα, τον ομώνυμο ποταμό για να συναντήσει τον απροσδιόριστης εθνικότητας αιμοσταγή πολέμαρχο Κουρτς, ο οποίος διαφεντεύει τα βάθη της αφρικανικής ζούγκλας, προμηθεύοντας τους αποικιοκράτες, που ζουν σε στρατόπεδα και καταυλισμούς στις εκβολές, με διαμάντια, σκλάβους και ελεφαντόδοντο. 

Και μόνο η ανατριχιαστικής υπαινικτικότητας παράγραφος όπου ο Μάρλοου αντικρίζει για πρώτη φορά τον Κουρτς, εμπύρετο, πανύψηλο, ολότελα άτριχο,αποστεωμένο και κλινήρη να δίνει διαταγές εξόντωσης και ολέθρου στο μεικτό απόσπασμα από ευρωπαίους και αφρικανούς στρατιώτες, συνθλίβει κάθε διάθεση δικαιολόγησης της αποικιοκρατικής λεηλασίας στην «υπανάπτυκτη», μαύρη ήπειρο. Εξού, και το βιβλίο του Κόνραντ παρά τη μετριότητα της γραφής του, υπήρξε πρωτοπόρο και σαφές, αντιαποικιοκρατικό κείμενο. 

Η φρίκη, η φρίκη, η φρίκη, αυτού του έργου των «πολιτισμένων» Δυτικών, όπως επαναλαμβάνει στον επιθανάτιο ρόγχο του, ο Κουρτς που έχει ισοπεδώσει χωριά, έχει αποψιλώσει δάση, έχει αποκεφαλίσει ολόκληρες οικογένειες, έχει θάψει στη λάσπη ζωντανούς και έχει κρεμάσει νεκρούς για αποτρόπαιο παραδειγματισμό των ανταρτών. 

Αυτό το βιβλίο απογείωσαν κινηματογραφικά και αφηγηματικά ο Μίλιους και ο Κόπολα. 

Περιγράφοντας πάλι έναν κατεξοχήν αποικιοκρατικό πόλεμο σε όλες τις εκφάνσεις του. 

Γι’ αυτό, και η Αποκάλυψη Τώρα δεν είναι «ενιαία» ταινία, αλλά περισσότερο σπονδυλωτή ακριβώς επειδή ξεδιπλώνονται πολλά επεισόδια και διαφορετικές σκηνές, υπάρχουν πολλοί χαρακτήρες και άνθρωποι και είναι εντελώς αντιφατικές και αποκρουστικές οι καταστάσεις, που συναντά στο πέρασμά του, το περιπολικό σκάφος, το οποίο μεταφέρει τον λοχαγό Γουίλαρντ (Σην). Αυτός σαν άλλος Μάρλοου έχει αναλάβει το έργο της ανεύρεσης, αλλά και της εκτέλεσης του αιμοσταγούς και παράφρονα συνταγματάρχη Κουρτς (Μπράντο) ο οποίος υποτίθεται ότι έχει τρελαθεί και δεν ακολουθεί πια διαταγές και τους κανόνες του «καθώς πρέπει» δυτικού και αμερικανικού πολέμου.

Λες και οι άλλοι, αμερικανοί αξιωματικοί και στρατιώτες, τους ακολουθούν και τους τηρούν... Ο Κίλγκορ (Ντιβάλ) που εξαπολύει την αεροπορική επιδρομή στα ανοχύρωτα χωριά και μυρίζει με ευχαρίστηση την ναπάλμ το πρωί είναι η τυπική άλλη όψη του ίδιου πολεμικού νομίσματος και ο πρώτος που το διαπιστώνει σεναριακά είναι ο ίδιος ο Γουίλαρντ : Αν ο Κουρτς έχει παραφρονήσει, αυτός εδώ, τι έχει πάθει; 

Από τις Βαλκυρίες και τους βιασμούς, στο «μεγάλο φαγοπότι» των αποικιοκρατών και την παράνοια των χαρακωμάτων της πρώτης γραμμής. 

Όσοι επικρίνουν την Αποκάλυψη Τώρα, επειδή για παράδειγμα το Πεντάγωνο χρησιμοποιεί σκηνές της, όπως εκείνη με την από αέρος επιδρομή των ελικοπτέρων, σαν ορδή Βαλκυριών από το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν, για να φανατίσει τους πεζοναύτες, στους πολέμους της Μέσης Ανατολής, αποσιωπούν όλες τις άλλες σκηνές και όλα τα υπόλοιπα επεισόδια στα οποία ο αμερικανικός στρατός στηλιτεύεται ως τσούρμο επίδοξων βιαστών και παραλογισμένων αξιωματικών και στρατιωτών. 

Για παράδειγμα, στη σκηνή όπου τα καλλίπυγα «κουνελάκια» του Playboy, που έχουν σταλεί για να «διασκεδάσουν» τους φαντάρους, γλιτώνουν την τελευταία στιγμή από τη σεξουαλική πείνα και τη βία των ανδρών που πέφτουν πάνω τους. Ή, στη νυχτερινή σκηνή της επίθεσης των «αόρατων» Βιετκόνγκ (έμμεση αναφορά στην ανάλογης επιτυχίας Επίθεση του Τετ), όταν οι Αμερικανοί χάνουν και υποχωρούν, με τους στρατιώτες και τη διοίκηση να αναζητούν αλλήλους αποκομμένοι μέσα στην ομίχλη του ποταμού και την πηχτή νύχτα της ζούγκλας. 

Το Πεντάγωνο απομονώνει τη σκηνή με τα ελικόπτερα για τις δικές του σκοπιμότητες, αλλά αυτή η «απομόνωση» νοήματος και στόχων δεν αφορά τον Κόπολα και το έργο του, που ξεδιπλώνει την αργή κάθοδο του αμερικανικού στρατού στον βιετναμέζικο Άδη, από τις εκβολές του ποταμού, στις οποίες οι Αμερικανοί έχουν το στρατιωτικό πλεονέκτημα, στις άνω όχθες , όπου οι Βιετκόνγκ υπερισχύουν, και τις πηγές του, εκεί όπου βασιλεύει ο τρόμος του Κουρτς που θερίζει τους πάντες αδιακρίτως, όλους όσοι αμφισβητούν την επικράτειά του. 

Σε αντίθεση με τον «Ελαφοκυνηγό» του Τσιμίνο, όπου επικρατεί ένας κάπως εύκολος συναισθηματισμός και το «Πλατούν» του Στόουν, όπου κυριαρχεί η νοσταλγία της χαμένης, νεανικής αθωότητας, ο Κόπολα έδωσε στην ουσιαστικά σπονδυλωτή ταινία του, όλο το φάσμα της πολεμικής ατμόσφαιρας και των τυχοδιωκτικών σχεδίων των αμερικανικών κυβερνήσεων στο Βιετνάμ. 

Και στο «μεγάλο φαγοπότι» το οποίο στρώνεται στην οχυρωμένη χασιέντα των τελευταίων Γάλλων αφεντάδων, που δεν έχουν χωνέψει τη συντριβή στο Ντιεν Μπιεν Φού, το δίδυμο Κόπολα-Μίλιους υπενθυμίζει με ευφυή τρόπο τόσο την αλλαγή σκυτάλης ανάμεσα στους δυτικούς αποικιοκράτες και εκμεταλλευτές όσο και την «επιλογή» να είναι το Παρίσι η έδρα των ειρηνευτικών συνομιλιών, όταν η Ουάσιγκτον εγκατέλειψε τη «σικελική εκστρατεία» της, που βουτήχτηκε στο αίμα εκατομμυρίων Βιετναμέζων, πολεμιστών και αμάχων, και χιλιάδων νέων αμερικανών στρατιωτών. Μια κανονική «ταινία μέσα στην ταινία» σε μια σκηνή 18 λεπτών για την ηδυπάθεια και την αλαζονεία των αμετανόητων εισβολέων που θεωρούν «δική τους» τη χώρα, στην οποία έχουν έρθει προ πολλού τα πάνω-κάτω. 

Αλλά αυτά, δεν τα έχει συμπεριλάβει σε κάποια προπαγανδιστική και διαστρεβλωτική προβολή του, το Πεντάγωνο... 

Είναι, όμως αναπόσπαστο και ουσιαστικότατο κομμάτι της μυθοπλασίας και των αλληγοριών της Αποκάλυψης Τώρα. 

Το ανέβασμα του ποταμού από τον Γουίλαρντ είναι στην πραγματικότητα κανονική κάθοδος στον Άδη, από τον Ασσίναρο έως τον Κονγκό, σε έναν συμβολικό Αχέροντα. Μια κανονική Νέκυια για τον αμερικανικό στρατό, που έχει σαπίσει εσωτερικά και έχει βιάσει και εξοντώσει εξωτερικά τους ανθρώπους και τη φύση. 

Η φρίκη, η φρίκη, η φρίκη, που ομολογεί ο Κουρτς ξεψυχώντας ελάχιστα έχει να κάνει με το φονικό βασίλειό του-ήταν όλα όσα αντίκρισε και άκουσε ο Γουίλαρντ στο ταξίδι του, από το γραφείο της διοίκησης που ζητά την «εξουδετέρωση» του Κουρτς έως τα ερείπια του ναού που έχει γίνει θυσιαστήριο για τις διαστροφές του συνταγματάρχη και των ακολούθων του. 

Ετικέτες