«Λόγος», έγραψε ο Ευάγγελος Παπανούτσος, «σημαίνει και τη σκέψη την ίδια και την έκφρασή της με τη γλώσσα. Ορθά· γιατί δεν είναι δυνατόν να υπάρξει το ένα χωρίς το άλλο: σκεπτόμαστε με λέξεις (έστω και αν δεν τις προφέρουμε), και οι λέξεις έχουν νόημα, δηλαδή είναι προϊόντα και φορείς σκέψεων»*.

Τού­των όλων δο­θέ­ντων,η με­γα­λύ­τε­ρη ίσως απει­λή των ημε­ρών είναι το γι­γά­ντιο εγ­χεί­ρη­μα δια­στρέ­βλω­σης και πα­ρα­χά­ρα­ξης λέ­ξε­ων και νοη­μά­των -και η απει­λή είναι τε­ρά­στια διότι αν χά­σου­με το νόημα των λέ­ξε­ων (αν λέ­γο­ντας «μέρα» αρ­χί­σου­με να εν­νο­ού­με «νύχτα»), τότε δεν μπο­ρού­με ούτε να επι­κοι­νω­νού­με ούτε όμως και να σκε­πτό­μα­στε.

Το «ΟΧΙ» που έγινε «ΝΑΙ»

Η πρώτη συ­στη­μα­τι­κή δια­στρο­φή που δρα­μα­τι­κά βιώ­θη­κε από το σώμα της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας ήταν η ιλα­ρο­τρα­γι­κή πα­ρα­χά­ρα­ξη του απο­τε­λέ­σμα­τος του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος, ήδη από τα πρώτα λεπτά της ανα­κοί­νω­σής του: Ο λαός είπε ένα βρο­ντε­ρό «ΟΧΙ», και το πο­λι­τι­κό σύ­στη­μα (ολό­κλη­ρο το πο­λι­τι­κό σύ­στη­μα) άρ­χι­σε πά­ραυ­τα, με ανε­ρυ­θρί­α­στο θρά­σος και ανυ­πο­μο­νη­σία, να υλο­ποιεί το ακρι­βώς αντί­θε­το, μια εντο­λή «ΝΑΙ».

Το ση­μείο πρέ­πει εμ­φα­ντι­κά να το­νι­στεί, και πρέ­πει να το κραυ­γά­σου­με. Όταν ο λόγος και η λο­γι­κή δια­στρέ­φο­νται, η κραυ­γή, εκτός από λυ­τρω­τι­κή, είναι και απα­ραί­τη­τη, είναι κα­θή­κον. Αλ­λιώς ελ­λο­χεύ­ει ο κίν­δυ­νος της ομα­δι­κής πα­ρά­κρου­σης -στην οποία με «χέρι υγρό», με λόγο ή σιωπή, συ­νερ­γούν δυ­στυ­χώς και πολ­λοί «πνευ­μα­τι­κοί άν­θρω­ποι».

Το διά­βη­μα της συ­νει­δη­τής πα­ρα­χά­ρα­ξης ήταν απο­λύ­τως ανα­με­νό­με­νο από τα συ­στη­μι­κά ΜΜΕ αλλά, για το με­γα­λύ­τε­ρο μέρος του λαϊ­κού 61,3%, απο­λύ­τως ανα­πά­ντε­χο όταν εκ­δη­λώ­θη­κε και από την ηγε­τι­κή ομάδα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

   

Ο αμή­χα­νος πρω­θυ­πουρ­γός όχι μόνο δε χά­ρη­κε για το «ΟΧΙ» αλλά έσπευ­σε να το ξορ­κί­σει με μι­σό­λο­γα, υπερ­βαί­νο­ντας σ' αυτό ακόμα και τον ως τότε βα­σι­κό του αντί­πα­λο, τον Αντώ­νη Σα­μα­ρά που, κάτω από το βάρος της στρα­τη­γι­κής απο­τυ­χί­ας του να εμπνεύ­σει φόβο, είχε στο με­τα­ξύ προ­λά­βει να πα­ραι­τη­θεί. Για όποιον ήθελε να δει, τις επό­με­νες ώρες έγινε σαφές ότι η ηγε­τι­κή ομάδα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ έλεγε μεν «ΟΧΙ», όμως ήδη από την ημέρα της προ­κή­ρυ­ξης του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος έλ­πι­ζε -και πί­στευε ακρά­δα­ντα- ότι το απο­τέ­λε­σμα θα ήταν «ΝΑΙ»! Για το «ΝΑΙ» είχε προ­ε­τοι­μα­στεί, και σ' αυτό είχε προ­σαρ­μό­σει όλη της τη στρα­τη­γι­κή και τη ρη­το­ρεία. (Το ομο­λό­γη­σε μά­λι­στα, μπρο­στά στα έκ­πλη­κτα μάτια μου, ο υφυ­πουρ­γός Σγου­ρί­δηςσε ένα τη­λε­ο­πτι­κό κα­νά­λι το βράδυ του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος, κα­μα­ρώ­νο­ντας μά­λι­στα μπρο­στά στις κά­με­ρες ότι «είχε μι­λή­σει με το Δρα­γα­σά­κη από την Τε­τάρ­τη».)

Ότι ο πρω­θυ­πουρ­γός θα πή­γαι­νε σε εθνι­κό μέ­τω­πο υπο­τα­γής ήταν, λοι­πόν, από­φα­ση ει­λημ­μέ­νη ήδη πριν το δη­μο­ψή­φι­σμα. Εδώ δεν εί­χα­με απλώς αντι­δη­μο­κρα­τι­κή πα­ρα­χά­ρα­ξη της λαϊ­κής βού­λη­σης, μια πραγ­μα­τι­κά εφιαλ­τι­κή εκτρο­πή, εί­χα­με και δια­στρο­φή της λο­γι­κής. Ο λαός είχε στρέ­ψει την πλάτη του στα συ­στη­μι­κά ΜΜΕ -τώρα όμως άρ­χι­σε να βλέ­πει και να ακού­ει τα ίδια επι­χει­ρή­μα­τα από την κυ­βέρ­νη­ση, τους πα­ρα­τρε­χά­με­νούς της φι­λο­κυ­βερ­νη­τι­κούς κύ­κλους καθώς και απο­λο­γη­τές «δια­νο­ού­με­νους».

Ενός κακού, βέ­βαια, μύρια έπο­νται. Το τι γρά­φτη­κε και ει­πώ­θη­κε την επαύ­ριο αυτής της δρα­μα­τι­κής αντι­δη­μο­κρα­τι­κής εκτρο­πής, κυ­ριο­λε­κτι­κά δε λέ­γε­ται -συ­γκρο­τεί όχι μόνο αυ­τού­σιο θέμα δι­δα­κτο­ρι­κής δια­τρι­βής, ίσως συ­γκρο­τεί και αυ­τό­νο­μο ερευ­νη­τι­κό πεδίο. Ο πιο φο­ρε­μέ­νος απο­λο­γη­τι­κός άξο­νας ήταν η «ευ­ρω­παϊ­κή υπό­στα­ση της Ελ­λά­δας» - λες και η σύ­γκρου­ση με το νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό (το πάν­δη­μο αυτό αί­τη­μα όλης της σο­βα­ρής ευ­ρω­παϊ­κής δια­νό­η­σης , της νε­ο­λαί­ας και των ερ­γα­ζο­μέ­νων) κα­τα­δι­κά­ζει κά­ποιον στο πε­ρι­θώ­ριο, ενώ συμ­βαί­νει το ακρι­βώς αντί­θε­το. Έγρα­ψαν όμως και άλλοι για την ανά­γκη της «προ­σαρ­μο­στι­κό­τη­τας της κοι­νω­νί­ας» [resilience], της πιο μπα­νάλ κοι­νο­το­πί­ας της τε­λευ­ταί­ας πε­ριό­δου στη δυ­τι­κή δια­νό­η­ση διότι -ως γνω­στόν- όποιος ορ­γα­νι­σμός δεν προ­σαρ­μό­ζε­ται απο­θνή­σκει -ένα εγ­χεί­ρη­μα θε­ω­ρη­τι­κού εξω­ραϊ­σμού της υπο­τα­γής, και για το αγαθό της «εθνι­κής ενό­τη­τας» (επαί­νους για το γε­γο­νός ότι το 83,7% της βου­λής επέ­τυ­χε να ακυ­ρώ­σει το 61,3%).

Σε ένα πιο κα­θα­ρά πο­λι­τι­κό πεδίο ορ­γί­α­σαν (και εξα­κο­λου­θούν να ορ­γιά­ζουν) από­ψεις περί «Απο­στα­σί­ας» -με το λο­γι­κά έωλο επι­χεί­ρη­μα ότι όποιος εντός του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν συ­ντάσ­σε­ται με την εγκα­τά­λει­ψη των αρχών του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ (κάτι που επέ­βα­λε και υλο­ποί­η­σε η ηγε­τι­κή ομάδα), προ­δί­δει τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ!

Στο πλαί­σιο αυτό, υπο­στη­ρί­χτη­καν πολλά: έσωσε, λέει, ο Τσί­πρας την ευ­ρω­παϊ­κή πο­ρεία της χώραςμάς κρά­τη­σε στο ευρώ (λες κι αυτή θα απει­λού­νταν αν κά­ποιος δε­χό­ταν όσα αυτός δέ­χτη­κε)· απέ­τρε­ψε την ελ­λη­νι­κή γε­ω­πο­λι­τι­κή απο­μό­νω­ση (ενώ, ας θυ­μη­θού­με, ακόμα και ο Κων­στα­ντί­νος Κα­ρα­μαν­λής επέ­λε­ξε έξοδο της χώρας από το στρα­τιω­τι­κό σκέ­λος του ΝΑΤΟ -δη­λα­δή την «απο­μό­νω­ση»- προ­κει­μέ­νου στοι­χειω­δώς να την προ­στα­τέ­ψει)· απε­λευ­θέ­ρω­σε μια δυ­να­μι­κή «εθνι­κής ενό­τη­τας» -ωραία πράγ­μα­τι ει­κό­να το τόσο επί­μο­να να υμνεί τον «αρι­στε­ρό» πρω­θυ­πουρ­γό ο Άδω­νις Γε­ωρ­γιά­δης. Ο μου­σι­κός ση­κώ­νει εδώ τα χέρια, δί­νο­ντας τη θέση του στον ευ­θυ­μο­γρά­φο.

Κατά βάθος, όμως, όλα αυτά δεν πρέ­πει να προ­κα­λούν έκ­πλη­ξη. Είναι γνω­στό από την ιστο­ρι­κή εμπει­ρία πως η λο­γι­κή πα­ρα­χά­ρα­ξη δε γνω­ρί­ζει όρια, ει­δι­κά σε πε­ρι­στά­σεις όπου βρί­σκε­ται να υπε­ρα­σπί­ζει εγ­χει­ρή­μα­τα αντι­δρα­στι­κά -με την ιστο­ρι­κή, την ηθική και την πρα­κτι­κή έν­νοια του όρου.

Ο πα­ρα­λο­γι­σμός πη­γά­ζει από ένα κε­ντρι­κό αντι­δρα­στι­κό αφή­γη­μα, το γνω­στό ΤΙΝΑ: Τι άλλο μπο­ρού­σε να γίνει; Δεν υπήρ­χε εναλ­λα­κτι­κή! Ας υπε­ρα­σπι­στού­με λοι­πόν την υπο­τα­γή με κάθε πρό­σχη­μα, όσο λο­γι­κά πο­ρώ­δες και πρό­χει­ρο και αν είναι αυτό. Πρό­κει­ται για δια­πί­στω­ση που μας πάει κα­τευ­θεί­αν στη δεύ­τε­ρη λο­γι­κή δια­στρο­φή: στο ότι η επά­ρα­τη συμ­φω­νία ήταν -κατά το έτερο διά­χυ­το δη­μο­σιο­γρα­φι­κό μο­τί­βο- «λευ­κός κα­πνός», μια ανα­κού­φι­ση.

   

Η κα­τα­στρο­φή που ονο­μά­στη­κε λύ­τρω­ση...

Πρέ­πει κα­νείς εδώ να μι­λή­σει απλά και απε­ρί­φρα­στα. Το Μνη­μό­νιο 3 είναι απο­λύ­τως κα­τα­στρε­πτι­κό. Όποιος δεν το κα­τα­λα­βαί­νει, δεν το ανα­γνω­ρί­ζει και δεν τον αντι­μά­χε­ται είναι είτε απελ­πι­στι­κά βρα­δυ­φλε­γής, είτε ιδιο­τε­λής. Τα πιο προ­βε­βλη­μέ­να στε­λέ­χη των ιδε­ο­λο­γι­κά Μνη­μο­νια­κών κομ­μά­των -της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του Πο­τα­μιού- ήδη προ­σέ­χουν τις δια­τυ­πώ­σεις τους, αφή­νο­ντας μόνη της τη νέα Μνη­μο­νια­κή προ­σθή­κη, την ηγε­τι­κή ομάδα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Ενώ κά­ποιοι στην ομάδα αυτή φα­ντα­σιώ­νο­νται ένα εθνι­κό μέ­τω­πο διάρ­κειας, οι νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ροι και­ρο­φυ­λα­κτούν. Κά­ποιοι κλι­μα­κώ­νουν την επί­θε­ση στο αντι­στα­σια­κό διά­βη­μα (υπο­στη­ρί­ζο­ντας ότι αιτία των δει­νών ήταν η πα­ρα­τε­τα­μέ­νη δια­πραγ­μά­τευ­ση -άρα δεν πρέ­πει ποτέ και κα­νείς να αντι­στέ­κε­ται),κά­ποιοι άλλοι κα­λούν τον πρω­θυ­πουρ­γό να αφή­σει τα μι­σό­λο­γα και να εφαρ­μό­σει το Μνη­μό­νιο με απο­φα­σι­στι­κό­τη­τα και σι­δη­ρά πυγμή. Πρέ­πει όμως να ανα­λο­γι­στεί κα­νείς -εξ ανά­γκης συ­νο­πτι­κά- για το τι ακρι­βώς ση­μαί­νει αυτή η συμ­φω­νία.

Όπως ήδη ανα­φέρ­θη­κε, ση­μαί­νει, πολύ απλά, κα­τα­στρο­φή! Ση­μαί­νει πως η Ελ­λά­δα θα υπο­στεί πε­ραι­τέ­ρω συρ­ρί­κνω­ση του ΑΕΠ, με άμεση συ­νέ­πεια την αύ­ξη­ση της ανερ­γί­ας, την επί­τα­ση της αν­θρω­πι­στι­κής κρί­σης, την πε­ραι­τέ­ρω διάρ­ρη­ξη του κοι­νω­νι­κού ιστού. Ση­μαί­νει συ­νέ­χι­ση της κοι­νω­νι­κής και οι­κο­νο­μι­κής ερή­μω­σης που ζούμε.

Ση­μαί­νει απώ­λεια κάθε δυ­να­τό­τη­τας ελέγ­χου και έλ­λο­γης πα­ρέμ­βα­σης στην πο­ρεία της χώρας για δυο του­λά­χι­στον γε­νιές (με σύμ­βο­λο τη απώ­λεια της εθνι­κής κυ­ριαρ­χί­ας στα χέρια του επι­τη­ρού­με­νου ΤΑΙ­ΠΕΔ, ακόμα κι αν αυτό έχει την έδρα του στην Ελ­λά­δα κι όχι το Λου­ξεμ­βούρ­γο).

Ση­μαί­νει εκτό­ξευ­ση του χρέ­ους σε νέα απί­στευ­τα επί­πε­δα, τα οποία θα το κα­θι­στούν χωρίς την πα­ρα­μι­κρή αμ­φι­βο­λία μη βιώ­σι­μο, αλλά το οποίο θα συ­νε­χί­σου­με να πλη­ρώ­νου­με για δε­κα­ε­τί­ες -αν δεν μπο­ρέ­σει ο λαός μας με κά­ποια άλλη κυ­βέρ­νη­ση να πει ένα πραγ­μα­τι­κό «ΟΧΙ» και να στα­μα­τή­σει να το πλη­ρώ­νει.

Όσοι αφε­λώς ευ­ελ­πι­στούν πως η κα­τα­βα­ρά­θρω­ση της ερ­γα­σί­ας θα προ­κα­λέ­σει επεν­δυ­τι­κή κι­νη­τι­κό­τη­τα και «ανά­πτυ­ξη», το μόνο που έχουν να κά­νουν είναι να ανα­λο­γι­στούν τη βιω­μέ­νη εμπει­ρία της τε­λευ­ταί­ας πε­ντα­ε­τί­ας.

   

Το Μνη­μό­νιο 3 είναι δρό­μος αδιέ­ξο­δος, ένας δρό­μος χωρίς αύριο.

Κι όμως! Υπήρ­ξαν πολ­λοί (στην κυ­βέρ­νη­ση αλλά, προ­πα­ντός, στην de facto συ­μπλέ­ου­σα αντι­πο­λί­τευ­ση που ανέλ­πι­στα βλέ­πει το πρό­γραμ­μα και το σκε­πτι­κό της να υλο­ποιού­νται ερή­μην της) που προ­σπά­θη­σαν να υπο­στη­ρί­ξουν ότι η συμ­φω­νία δίνει διέ­ξο­δο. Την άποψη, δη­λα­δή, ότι αν η χώρα και οι ερ­γα­ζό­με­νοί της υπο­τα­χθούν, όλα θα πάνε καλά. Πρό­κει­ται για κο­ρυ­φαίο πα­ρα­λο­γι­σμό, που θα ήταν απλώς ιλα­ρός αν οι επι­πτώ­σεις του δεν ήταν τόσο τρα­γι­κές.

Στο πλαί­σιο αυτό, απο­κα­λυ­πτι­κή είναι επί­σης η στάση που κρα­τούν τα κυ­ρί­αρ­χα ΜΜΕ. Αν πα­ρα­κο­λου­θή­σει κα­νείς με προ­σο­χή τα δελ­τία τους, δια­πι­στώ­νει δυο βα­σι­κές ενό­τη­τες. Στην πρώτη εκ­θειά­ζε­ται ο Τσί­πρας, ως πα­νί­σχυ­ρος και χα­ρι­σμα­τι­κός πρω­θυ­πουρ­γός, που μόνο αυτός είναι ικα­νός να δια­στρέ­ψει τη λαϊκή βού­λη­ση (την ώρα που ταυ­τό­χρο­να δαι­μο­νο­ποιού­νται όσοι αντι­τί­θε­νται στο εσω­τε­ρι­κό του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ) ενώ σε μια δεύ­τε­ρη κα­ταγ­γέλ­λο­νται με τόνο δρα­μα­τι­κό οι επι­πτώ­σεις της συμ­φω­νί­ας -με συ­νε­ντεύ­ξεις εξορ­γι­σμέ­νων πα­ρα­γω­γι­κών φο­ρέ­ων, επαγ­γελ­μα­τιών και απλών πο­λι­τών που ανα­ρω­τιού­νται πώς θα κα­τα­φέ­ρουν να επι­βιώ­σουν μέσα στη νέα ύφεση και πώς θα μπο­ρέ­σουν να πλη­ρώ­σουν κι άλ­λους φό­ρους.

Από αυτό και μόνο αντι­λαμ­βά­νε­ται κα­νείς τι ακρι­βώς επι­φυ­λάσ­σε­ται στην ηγε­σία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, όταν θα έχει ολο­κλη­ρώ­σει τη βρώ­μι­κη δου­λειά του συ­στή­μα­τος.

Και εμείς; Τι κά­νου­με;

Όπως και προη­γου­μέ­νως επι­ση­μάν­θη­κε, αμ­φό­τε­ρες οι πα­ρα­πά­νω δια­στρο­φές Λόγου -το «ΟΧΙ που έγινε «ΝΑΙ» και η κα­τα­στρο­φή που έγινε «λευ­κός κα­πνός»- βα­σί­ζο­νται, και ενα­γω­νί­ως πα­σχί­ζουν να ανα­πα­ρα­γά­γουν την άποψη ΤΙΝΑ. Το ψευ­δές επι­χεί­ρη­μα που στο πλαί­σιο αυτό διαρ­κώς προ­τάσ­σε­ται είναι, βέ­βαια, ότι συ­γκρο­τη­μέ­νη εναλ­λα­κτι­κή πρό­τα­ση δεν υπήρ­ξε ποτέ! («Δεν υπάρ­χει Plan B» ανα­φώ­νη­σε ο πρω­θυ­πουρ­γός στη συ­νέ­ντευ­ξη που πα­ρα­χώ­ρη­σε στην ΕΡΤ στις 14/7.)

Τι μέ­γι­στη ανα­κρί­βεια! Εναλ­λα­κτι­κή υπάρ­χει και έχει εδώ και καιρό κα­τα­τε­θεί. Ας δούμε συ­νο­πτι­κά τους βα­σι­κούς της άξο­νες:

Το χρέος δεν είναι δικό μας -απο­τε­λεί αντα­νά­κλα­ση συ­στη­μι­κών αδιε­ξό­δων που στα καθ' ημάς προ­έ­κυ­ψε από την κρα­τι­κή κά­λυ­ψη στην το­ξι­κή κερ­δο­σκο­πία ιδιω­τι­κών τρα­πε­ζών. Το χρέος είναι επο­νεί­δι­στο και γι' αυτό απαι­τού­νταν άμεση στάση πλη­ρω­μών·

Η κοι­νω­νία είχε και έχει τη δυ­να­τό­τη­τα να ανα­συ­ντα­χθεί, αν προ­βεί/ προ­έ­βαι­νε σε

-άμε­ση εθνι­κο­ποί­η­ση των τρα­πε­ζών·

-έξο­δο από την ευ­ρω­ζώ­νη - δρο­μο­λό­γη­ση με­τά­βα­σης σε εθνι­κό νό­μι­σμα

-έλεγ­χο του εξω­τε­ρι­κού εμπο­ρί­ου· και

-σχε­δια­σμό της πα­ρα­γω­γής -με στόχο την αξιο­ποί­η­ση:

-της δια­τρο­φι­κής μας επάρ­κειας (πάνω από 90%, σύμ­φω­να με άκρως πρό­σφα­τα στοι­χεία της ΠΑ­ΣΕ­ΓΕΣ) και ώθηση σε οι­κο­λο­γι­κές εξα­γω­γές,

των υπο­δο­μών σε σειρά βιο­μη­χα­νιών (κα­τα­σκευα­στι­κή, χη­μι­κή, εξο­ρυ­κτι­κή) και, βέ­βαια,

-του του­ρι­σμού· δρά­σεις, βέ­βαια, που προ­ϋ­πο­θέ­τουν

-κοι­νω­νι­κό έλεγ­χο των στρα­τη­γι­κών το­μέ­ων της οι­κο­νο­μί­ας -με δια­δι­κα­σί­ες που έμπρα­κτα θα υλο­ποιούν το πάν­δη­μο αί­τη­μα του πραγ­μα­τι­κού, του γνή­σιου εκ­δη­μο­κρα­τι­σμού για να ελέγ­χει και έλ­λο­γα να αξιο­ποιεί η κοι­νω­νία τους καρ­πούς του μό­χθου της.

Με πρώτο και κύριο τον πρω­θυ­πουρ­γό, όλα τα πα­ρα­πά­νω θα όφει­λε να τα λάβει σο­βα­ρά υπόψη του το πο­λι­τι­κό ρεύμα που υπο­στη­ρί­ζει ότι στα «δύ­σκο­λα» η Αρι­στε­ρά επι­λέ­γει το νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρο μο­νό­δρο­μο -πρό­κει­ται, βέ­βαια, για άλλη μια λο­γι­κή δια­στρο­φή (τα πο­λι­τι­κά ρεύ­μα­τα, όλα τα πο­λι­τι­κά ρεύ­μα­τα, προ­κύ­πτουν για να ανα­με­τρη­θούν ακρι­βώς με αυτό, με τα «δύ­σκο­λα»).

Και είναι απο­λύ­τως εξορ­γι­στι­κό να ανα­λο­γί­ζε­ται κα­νείς ότι το βα­σι­κό επι­χεί­ρη­μα που προ­τάσ­σε­ται ως δι­καιο­λο­γία για την απο­δο­χή του νέου ήταν η έλ­λει­ψη συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κών απο­θε­μά­των τη στιγ­μή που ο πρω­θυ­πουρ­γός και οι συ­νερ­γά­τες του:

   

-άφη­σαν επί πε­ντά­μη­νο το τρα­πε­ζι­κό σύ­στη­μα στα χέρια των ίδιων ιδιω­τών που το χρε­ο­κό­πη­σαν·

-έδω­σαν αφει­δώς 7 δισ. στους δα­νει­στές·

-δεν προ­ε­τοί­μα­σαν (ούτε και είχαν καμιά πρό­θε­ση να προ­ε­τοι­μά­σουν) σο­βα­ρά την πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση.

Όσο πε­ρισ­σό­τε­ρο όμως ακού­ει κα­νείς τα επι­χει­ρή­μα­τα αυτής της πο­λι­τι­κής τε­ρα­το­γέ­νε­σης του αρι­στε­ρού νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, τόσο πε­ρισ­σό­τε­ρο πεί­θε­ται περί της αλή­θειας του ρητού «μω­ραί­νει Κύ­ριος ον βού­λε­ται απω­λέ­σαι».

Βιώ­νου­με μια κα­τά­στα­ση πραγ­μά­των που θέτει όλους ενώ­πιον των ευ­θυ­νών τους. Η πραγ­μα­τι­κή Αρι­στε­ρά, αυτή που έχει εδώ και καιρό κα­τα­θέ­σει συ­γκε­κρι­μέ­νες προ­τά­σεις και το πο­λι­τι­κό πλαί­σιο που προ­ϋ­πο­τί­θε­ται για την εφαρ­μο­γή τους, πρέ­πει άμεσα να ανα­δυ­θεί και να πα­ρέμ­βει -πά­ντα εμπνε­ό­με­νη, αλλά και με το κα­θή­κον πε­ραι­τέ­ρω να εμπνεύ­σει, τη λαϊκή ενερ­γο­ποί­η­ση.

Με εύ­ρω­στους προ­γραμ­μα­τι­κούς όρους, με εσω­τε­ρι­κή δη­μο­κρα­τία και κι­νη­μα­τι­κή ετοι­μό­τη­τα, επω­μί­ζε­ται την ευ­θύ­νη, το αμέ­σως επό­με­νο διά­στη­μα, να διαρ­ρή­ξει τη σιωπή των αμνών, αυτή τη συ­ντρι­πτι­κή συ­νω­μο­σία της άλο­γης σιω­πής. Μόνον έτσι μπο­ρεί να απο­κα­τα­στα­θεί και το νόημα κά­ποιων λέ­ξε­ων που έχει προ πολ­λού χαθεί: κα­τάρ­γη­ση της εκ­με­τάλ­λευ­σης, κοι­νω­νι­κή δι­καιο­σύ­νη, διε­θνι­κή αλ­λη­λεγ­γύη. Ο αγώ­νας για την εν­δυ­νά­μω­ση των απλών αν­θρώ­πων και τον ου­σια­στι­κό εκ­δη­μο­κρα­τι­σμό, το πε­ρισ­σό­τε­ρο από ποτέ επί­και­ρο σο­σια­λι­στι­κό όραμα είναι σε κάθε πε­ρί­πτω­ση ισχυ­ρό­τε­ρο από κάθε μορφή εξου­σια­στι­κού πα­ρα­λο­γι­σμού.

* Λο­γι­κή, Αθήνα 2008/[Πρώτη έκ­δο­ση, 1971], Εκ­δό­σεις Νόηση, σ. 13.

Ετικέτες