Συνήθως γνωρίζουμε τις δύο πιο εμβληματικές γυναικείες μορφές της Επανάστασης του 1821, την Μπουμπουλίνα και τη Μαντώ Μαυρογένους, καθώς και τη θυσία των Σουλιωτισσών στο Ζάλογγο. Εντούτοις, υπήρξαν χιλιάδες ανώνυμες γυναίκες, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση, δρώντας στα μετόπισθεν.

Την ανάδειξη αυτών των γυναικών αποκαθιστά η ιστορικός Βασιλική Λάζου, στο βιβλίο της, με τίτλο: «1821–Γυναίκες και Επανάσταση» (εκδόσεις Διόπτρα, 2021). Βεβαίως, έχει προηγηθεί το βιβλίο της Κούλας Ξηραδάκη, «Γυναίκες του ’21» (εκδόσεις Δωδώνη-1995), το οποίο επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Κουκίδα (Αθήνα, 2021). Όπως επισημαίνει η Λάζου, μπορεί την ιστορία του 1821 να την έγραψαν μόνο άντρες, όμως, «στα 200 χρόνια από την έκρηξη της Επανάστασης είναι καιρός να αποδώσουμε στις γυναίκες τη θέση του συνδημιουργού της Ιστορίας».

Κατά συνέπεια, ξέχωρα από τις επιφανείς προσωπικότητες και τις επώνυμες, έχει ενδιαφέρον να δούμε τον ρόλο και των μη επώνυμων γυναικών, όλων εκείνων των απλών γυναικών του λαού που πρόσφεραν με άλλους τρόπους, εξίσου αναγκαίους. «Ήταν αυτό που λέμε στρατιωτικά η επιμελητεία του αγώνα». Επειδή, οι ένοπλοι άνδρες τους έλειπαν στις μάχες, αυτές έφεραν τα βάρη της οικογένειας: καλλιεργούσαν τα χωράφια, μεγάλωναν τα παιδιά, κατέφευγαν σε σπηλιές για να σωθούν (τις λεγόμενες αποκλείστρες). Όμως, βοηθούσαν και στις πολιορκίες, ιδιαίτερα σε πόλεις ή κάστρα,  με ποικίλους τρόπους. Επί της ουσίας, οι γυναίκες «ήταν τα εργατικά χέρια», στα μετόπισθεν των πολεμικών συγκρούσεων, επιφορτισμένες με τη μεταφορά υλικών για τα οχυρωματικά έργα ή την επισκευή τους. Επιπλέον, πήγαιναν πολεμοφόδια στα τείχη, μάζευαν μπάλες από τα κανόνια, φρόντιζαν για την περίθαλψη των ασθενών και των τραυματιών τυλίγοντάς τους με επιδέσμους φτιαγμένους από τα σεντόνια τους, παρασκεύαζαν αυτοσχέδια φάρμακα, πρόσφεραν ρουχισμό, μαγείρευαν και μετέφεραν τρόφιμα στους άνδρες πολεμιστές και είχαν αναλάβει την αναζήτηση τροφής ή καταφυγίου.

Από την άλλη, κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, ήταν οι γυναίκες και τα παιδιά, τα βασικά θύματα που υφίσταντο τη θηριωδία του κατακτητή (σφαγές, λεηλασίες, τραυματισμοί, αιχμαλωσίες, σκλαβοπάζαρα, προσφυγιά, πείνα, επιδημίες, στερήσεις, φτώχεια, εξαθλίωση, κ.λπ.). Όσον αφορά την τύχη αυτών που έπεφταν στα χέρια των αντιπάλων, ήταν πολλές φορές τραγική. «Ο βιασμός ήταν μόνο η πρώτη φάση των δοκιμασιών», όπως επισημαίνει η Λάζου.

Γενικά, ο ρόλος της γυναίκας ήταν αυστηρά προκαθορισμένος τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, με ελάχιστες προσβάσεις στις νέες οικονομικές δραστηριότητες. Η ζωή και η δράση των γυναικών καθορίζονταν από γενικότερους τοπικούς και ταξικούς παράγοντες. Για παράδειγμα, διαφορετική ήταν η ζωή των γυναικών στις νησιωτικές περιοχές και διαφορετική στις ηπειρωτικές. Διαφορετική στην πόλη και διαφορετική στην ύπαιθρο, όπως επίσης διαφορετική ήταν η ζωή των γυναικών των ανώτερων τάξεων από αυτήν των φτωχών. Έτσι, εκεί όπου είχε αναπτυχθεί το εµπόριο και οι γυναίκες έρχονταν σε επαφή µε ξένους περιηγητές, εµπόρους και ναυτικούς ή εκεί όπου οι γυναίκες συµμετείχαν στις παραγωγικές δραστηριότητες, η συμπεριφορά τους ήταν διαφορετική, αποκτώντας μια σχετική ελευθερία, σε αντίθεση με εκείνες που ζούσαν κλεισμένες και περιορισµένες.

Όπως και να ’χει, εκτός ελάχιστων περιπτώσεων, η πλειονότητα των γυναικών δεν είχε δυνατότητα παρέμβασης, εξαιτίας των κοινωνικών περιορισμών, στη διαμόρφωση της συνολικής δομής της ελληνικής κοινωνίας. Όπως τονίζει η Λάζου, «Περιορισμοί και έλλειψη μόρφωσης κρατούσαν ‘‘θεόκλειστες’’ τις γυναίκες στο σπίτι, τουλάχιστον μέχρι να παντρευτούν. Οι γάμοι κανονίζονταν από τις οικογένειες. Η μόρφωση θεωρούνταν περιττή […] Η γέννηση πολλών παιδιών σε νεαρή ηλικία με όλους τους κινδύνους που περιέκλειε έφθειρε το γυναικείο σώμα, όπως και η έλλειψη ασβεστίου από τις πολλές εγκυμοσύνες. Καμπούρες και στραβά πόδια από τις ραχίτιδες προστίθεντο στις παραμορφώσεις. Αρρώστιες όπως η ευλογιά σημάδευαν το πρόσωπο. Η φθορά ήταν πιο εμφανής στις γυναίκες των λαϊκών τάξεων που ασχολούνταν με αγροτικές εργασίες και συχνά υποσιτίζονταν». Και συνεχίζοντας, παρατηρεί με εύστοχο τρόπο πως «[…] οι γυναίκες βρέθηκαν να συμμετέχουν με παθητικό τρόπο ενεργά στην πολεμική περιπέτεια».

Αυτά και πολλά άλλα επιχειρεί να αναδείξει το βιβλίο της Λάζου: να επαναπροσεγγίσει και να ανασύρει από τις πηγές τη γυναικεία παρουσία, κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821, και να αποδώσει στις γυναίκες τη θέση του συνδημιουργού της Ιστορίας. Και επειδή αυτό το βιβλίο μιλά από την οπτική γωνία των γυναικών, επιφέροντας ρωγμές στη μονόπλευρα έμφυλη οπτική μας, γι’ αυτό και αξίζει να διαβαστεί.

Ετικέτες