Πριν από μερικά, λίγα χρόνια, μια πρόσκληση ταχυδρομήθηκε στους βουλευτές του ελληνικού Κοινοβουλίου. Η πρόσκληση αυτή αφορούσε την «παγκόσμια πρώτη παρουσίαση» του «πρώτου ιστότοπου» για τους Πόντιους όπου γης και την παγκόσμια προσπάθεια «συντονισμού» τους.
Στο χαρτί είχε τυπωθεί ένας ιδιότυπος χάρτης, ένα κατά κάποιον τρόπο, GPS της παρουσίας των Ποντίων σε όλη την υφήλιο : Ελλάδα, ΗΠΑ, Γερμανία, Αυστραλία, Νότια Αφρική και πάει λέγοντας. Η ίδια η πρόσκληση επίσης δεν άφηνε αμφιβολίες για το ποιος πρωτοστατούσε και χρηματοδοτούσε το εν λόγω διαδικτυακό εγχείρημα, ένας γνωστός επιχειρηματίας με έντονη και δραστήρια παρουσία και στο χώρο του ποδοσφαίρου και στη σχεδιαζόμενη ανέγερση ποδοσφαιρικών «ναών» με έντονες αλυτρωτικές και θρησκευτικές αναφορές. Σε ορισμένους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι έλκουν την καταγωγή τους από τον Πόντο, υπήρξαν στην αρχή ορισμένες σκέψεις να μην παραστούν στην εκδήλωση, ακριβώς επειδή ήταν εξαιρετικά οφθαλμοφανής η σύνδεση της με τον συγκεκριμένο επιχειρηματία. Πρυτάνευσαν όμως δεύτερες σκέψεις, πιο…«λογικές» και «ψύχραιμες», οι οποίες συμπυκνώνονταν στη φράση: «Αν δεν παραστώ και καταγραφεί η απουσία μου, κινδυνεύω να μην επανεκλεγώ!». Η καταγωγή από τον Πόντο ως διαβατήριο για τα έδρανα της ελληνικής Βουλής και ο σταυρός όχι στο ψηφοδέλτιο αλλά στο απουσιολόγιο των Ποντίων ως απόδειξη μειωμένης «ποντιακής συνείδησης».
Το παραπάνω, ας το πούμε, επεισόδιο δεν είναι ένα «μεμονωμένο περιστατικό». Όπως έδειξε η τελευταία εβδομάδα, με την αναζωπύρωση της συζήτησης για τη «γενοκτονία» των Ποντίων, το ζήτημα δεν έγκειται τόσο στην ιστορική διάσταση του παρελθόντος – και την αντίστοιχη επιστημονική έρευνα και τα πορίσματα της – όσο στην εργαλειακή μεταχείριση της «γενοκτονίας» εδώ και 21 χρόνια από όλους τους καλοθελητές, τους πατρικοδάπηλους και πατριδοπώληδες, τους εξαιρετικά κλειστούς και αλληλοϋποστηριζόμενους κύκλους εντός των Ποντίων και φυσικά τους ψηφοθήρες στα θολά και δυσώδη νερά ενός επίσης εξαιρετικά ιδιότυπου εθνικιστικού αυτονομισμού που διέπει πια τους Ποντίους – ευτυχώς όχι όλους – και κυρίως τα περιβόητα «αναγνωρισμένα σωματεία τους», σύμφωνα και με τη φοβερής ευγλωττίας διατύπωση του επίμαχου νόμου 2193/1994, με θεμέλιο λίθο την αναγνώριση της «γενοκτονίας».
Ξεκινώντας όμως ακριβώς από την ιστορία όπως αυτή προσλαμβάνεται στο παρόν, είναι απολύτως χαρακτηριστικό ότι η δημόσια μνήμη για την περίοδο 1919 – 1923 μοιάζει να κυριαρχείται πια από τη «γενοκτονία», που τείνει να καταπιεί κάθε άλλο γεγονός και φυσικά το γενικό, ιστορικό και γεωγραφικό πλαίσιο της μικρασιατικής περιπέτειας του Ελληνισμού. Στη δημόσια μνήμη ξεθωριάζουν ο πόλεμος, η απόβαση του στρατού στη Σμύρνη, οι εκλογές του 1920, το Οίκαδε του Γ. Βλάχου από τις στήλες της «Καθημερινής», η Καταστροφή και ο διωγμός, οι σφαγές - που, ναι όσο άβολο και αν είναι για ορισμένους υπήρξαν και σφαγές και βιασμοί και λεηλασίες και εμπρησμοί από τον φαινομενικά νικηφόρο έως την άνοιξη του 1922 ελληνικό στρατό… -, όλα αρχίζουν και φαντάζουν δεύτερα, ξένα, «ασήμαντα» μπροστά στη «γενοκτονία». Το, ας το γράψω, παράπονο που εκφράστηκε ακόμα και από τα χείλη υπουργού που έλκει την καταγωγή του από τα μκρασιατικά παράλια, για αυτήν τη διάκριση σε βάρος όσων δεν κατάγονται από τον Πόντο αλλά κατά άλλα ανήκουν στους πάλαι ποτέ προσφυγικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας ήταν κάτι παραπάνω από εύλογο σε πρώτη φάση. Οφείλω όμως να παρατηρήσω ότι ηχούσε και αρκετά υστερόβουλο, καθώς μοιάζει σαν να πλειοδοτούν ορισμένοι στο φαινόμενο της επιδραστικότητας της «γενοκτονίας». Με άλλα λόγια, λες και θέλουν να αποκτήσουν τη δική τους «γενοκτονία των Μικρασιατών», έτσι για λόγους δήθεν ισονομίας και άτυπης ρεβάνς στη διαστρέβλωση της ιστορίας και της πραγματικότητας.
Αυτή η υπόγεια κόντρα που κωδικοποιημένα θα μπορούσε να αποτυπωθεί ως διαμάχη για το ποιος είναι πιο πρόσφυγας και κατατρεγμένος και διωκόμενος από τους καταγόμενους από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο ή ακόμη την Ανατολική Θράκη και τη Ρωμυλία, έχει περάσει και κατά καιρούς ξεσπά και σε ένα πεδίο φαινομενικά άσχετο. Τα αθλητικά σωματεία και ειδικότερα το ποδόσφαιρο. Από τη στιγμή όμως που σε αυτόν το χώρο έχουν δραστηριοποιηθεί ζωηρά τουλάχιστον δύο επιχειρηματίες και παράγοντες, ο ένας του προοιμίου του κειμένου, στον Νότο και ο άλλος στον Βορρά του γεωγραφικού και ποδοσφαιρικού χάρτη της Ελλάδας, οι οποίοι επίσης και… όλως τυχαίως κατάγονται από τον Πόντο, οι σπίθες της κόντρας Ποντίων και υπόλοιπων Μικρασιατών φαίνονται και ξεσπούν σποραδικά ανάμεσα σε οπαδούς ομάδων βυζαντινών συμβόλων, κυανών και ερυθρών χρωμάτων ή ομάδων με σήμα την κεφαλή θεού της αρχαίας Ελλάδας.
Το μείγμα της «γενοκτονίας», της δημοφιλούς απήχησης ποδοσφαιρικών ομάδων και των επιχειρηματικών συμφερόντων είναι όπως και να το κάνουμε εκρηκτικό. Δίπλα σε αυτά τα δεδομένα προστίθεται και η παραδοσιακή πρόσδεση ειδικά των Ποντίων -ή καλύτερα των «αναγνωρισμένων σωματείων τους» - στη θρησκεία ή καλύτερα και πιο συγκεκριμένα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, τον πατρογονικό φάρο και τον πιο ισχυρό πυλώνα κοινής αναφοράς μέχρι τουλάχιστον την ανάδυση της «γενοκτονίας». Το καθιερωμένο πια προσκύνημα στην Παναγία στην Τραπεζούντα, το οποίο χρηματοδοτείται αδρά από τον επιχειρηματία του ποδοσφαιρικού σημείου στον Βορρά είναι το ετήσιο αποκορύφωμα αυτής της αναβάπτισης στον θρησκευτικό δεσμό, όπως βέβαια και η τηλεοπτική κάλυψή του σε παγκόσμια κλίμακα για ευνόητους λόγους.
Γιατί πολύ απλά η «γενοκτονία», όπως και το υπόλοιπο μείγμα, αποπειράται και μιλά σε ποντιακή διάλεκτο, μια παγκόσμια γλώσσα, στην Ελλάδα, στις ΗΠΑ, στη Γερμανία, στην Αυστραλία, στη Νότια Αφρική και πάει λέγοντας. Δεν είναι μια κάποια νοσταλγία ή επιστροφή στις ρίζες ουδέτερη ή «αθώα». Ορισμένοι αναγνωρισμένοι και αναγνωρίσιμοι κύκλοι διαμορφώνουν κλίμα εθνικιστικού κοινοτισμού και αυτονομισμού των Ποντίων ανεξάρτητα αν το δελτίο αστυνομικής ταυτότητας που κουβαλούν στην τσέπη ή το πορτοφόλι τους γράφει Έλληνας. Αμερικανός, Γερμανός, Αυστραλός ή Νοτιοαφρικανός και πάει λέγοντας. Τηρουμένων πάντα των αναλογιών το φαινόμενο αρχίζει και θυμίζει πολύ έντονα Καταλανούς και Λομβαρδούς της Λέγκας του Βορρά : Πρώτα Πόντιοι κάτω από την ομπρέλα της καταγωγής και των οροσήμων της με κυριότερο τη «γενοκτονία» και μετά ό,τι άλλο… Με ό, τι αυτό συνεπάγεται μακροπρόθεσμα.
Με αυτούς τους συλλογισμούς, είναι κάτι παραπάνω από απορίας άξια η στάση που τηρούν προβεβλημένα στελέχη της Λαϊκής Ενότητας και γενικότερα της θεωρούμενης Αριστεράς στο θέμα – ο ΣΥΡΙΖΑ, το έχω ξαναγράψει έχει πάψει να είναι Αριστερά. Κοντόφθαλμα, με επικίνδυνη ελαφρότητα και ψαρεύοντας σε θολά, επικίνδυνα και δυσώδη εθνικιστικά νερά. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν ανοίγει σε τακτά πια διαστήματα η συζήτηση – δήθεν αθώα, δήθεν ουδέτερη, δήθεν ως πλήρωμα των καιρών – για την ψήφο των απόδημων ειδικά στις βουλευτικές εκλογές. Ο ιστότοπος που εγκαινιάστηκε πριν από μερικά, λίγα χρόνια, και στην πρεμιέρα του οποίου παρέστησαν πολλοί βουλευτές του ελληνικού Κοινοβουλίου αφορούσε, θυμίζω εν κατακλείδι τον παγκόσμιο «συντονισμό» των Ποντίων…