Οι προετοιμασίες των κομμάτων για τις προεδρικές εκλογές του 2018 στην Κύπρο και η σύγκλιση νέας Γενεύης στις 28/6 με πρωτοβουλία των «από πάνω» και κυρίως των «απ’ έξω» βρίσκονται στο κέντρο του δημόσιου διαλόγου. Οι πολιτικές διεργασίες με άρωμα εκλογών καθόρισαν σε ένα βαθμό και το μέλλον των μέχρι πρότινος «προχωρημένων» συνομιλίων για το Κυπριακό.
Η ψήφιση από τη βουλή της πρότασης του νεοναζιστικού ΕΛΑΜ για τον εορτασμό του ενωτικού δημοψηφίσματος στα σχολεία –που καταψηφίστηκε μόνο από το ΑΚΕΛ– αποτέλεσε σημείο καμπής στις εξελίξεις. Κατέδειξε με τον πιο κραυγαλέο τρόπο την (επι)στροφή στο γνωστό και επί 40ετίας καλλιεργούμενο κλίμα εθνικισμού και τους κινδύνους που υπάρχουν, όταν οι πρωτοβουλία κινήσεων αφήνεται αποκλειστικά στους από πάνω. Οι κυβερνητικές διακηρύξεις για αλληλοσεβασμό και συνύπαρξη με τους Τουρκοκύπριους, αλλά και για τη μεγάλη πρόοδο που είχε επιτευχθεί στις συνομιλίες, πολύ γρήγορα αντικαταστάθηκαν από τις κατηγορίες για «παράλογες επιδιώξεις της άλλης πλευράς, τις υπαναχωρήσεις και την ατολμία του Ακιντζί» και άλλες αντίστοιχου επιπέδου διατυπώσεις, οι οποίες σηματοδοτούσαν ένα επερχόμενο ναυάγιο.
Σ’ αυτό το περιβάλλον τα κομματικά επιτελεία εγκαινίασαν εδώ και μήνες μια μακρά προεκλογική περίοδο ενόψει των εκλογών, που είναι προγραμματισμένες για τον Φεβρουάριο του 2018. Τα κόμματα του εθνικιστικού ακραίου κέντρου (ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, Αλληλεγγύη, Συμμαχία Πολιτών, Οικολόγοι) επιχειρούν να κεφαλαιοποιήσουν τη σύμπραξή τους στη βάση της πολιτικής εκπροσώπησης του απορριπτικού μπλοκ (ενάντια στην όποια λύση) με την επιλογή υποψηφίου ικανού να περάσει στο δεύτερο γύρο των εκλογών. Με εσωκομματικές διαδικασίες, οι υποψήφιοι γαμπροί και η νύφη (Ελένη Θεοχάρους) για το προεδρικό χρίσμα αποφάνθηκαν ότι το φαβορί για τις προεδρικές εκλογές είναι ο πρόεδρος του ΔΗΚΟ και γιος του πρώην προέδρου, Νικόλας Παπαδόπουλος. Σ’ αυτή την κούρσα αναζήτησης του κατάλληλου υπερπατριώτη εκπροσώπου δεν έλειψαν και οι «πατριωτικές αψιμαχίες», με τον Γ. Λιλλήκα (πρόεδρο της Συμμαχίας πολιτών) να εξαγγέλλει ξεχωριστή υποψηφιότητα και να χάνει αρκετά στελέχη, που στηρίζουν πλέον την υποψηφιότητα Παπαδόπουλου.
Στο χώρο της κυβερνώσας δεξιάς το αφήγημα για την «υπεύθυνη και αποτελεσματική» διακυβέρνηση, που οδήγησε σε έξοδο από την κρίση και επιστροφή στην ανάπτυξη, έχει συμβάλει στην πολιτική κυριαρχία της δεξιάς στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο. Οι προσπάθειες που κατέβαλε η κυβέρνηση Αναστασιάδη για την εμπέδωση της λογικής «δεν υπάρχει άλλος δρόμος» έχουν σε μεγάλο βαθμό ευοδωθεί κυρίως λόγω του ότι δεν έχει λάβει ακόμη τη δέουσα απάντηση. Η σταθερή προσήλωση του ΑΚΕΛ –ακόμα και στα χρόνια της κρίσης– στη λογική της κοινωνικής ειρήνης και της ταξικής συνεργασίας έχουν επιτρέψει στη δεξιά να αποτελεί το βασικό ρυθμιστή των εξελίξεων. Αυτό αντανακλάται και στην πορεία που έχουν πάρει οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό. Ενώ, μέχρι τη Γενεύη ΙΙ ο Αναστασιάδης παρουσιαζόταν ως ο πιο ικανός και θαρραλέος εκπρόσωπος της ελληνοκυπριακής κοινότητας για την εξεύρεσή λύσης, το τελευταίο τρίμηνο πλασάρεται ως συνετός πατριώτης που δεν παίζει με το μέλλον του τόπου. Και όλα αυτά συμβαίνουν επειδή η Αριστερά έχει επιλέξει και σ’ αυτό το πεδίο το ρόλο, κυρίως, του υποστηρικτή της λύσης και δευτερευόντως του ρυθμιστή του περιεχομένου της. Σε ένα τέτοιο σκηνικό ο ΔΗΣΥ ετοιμάζεται για τις εκλογές έχοντας στη φαρέτρα του «κυβερνητικές επιτυχίες» στην οικονομία (με την ολοκληρωτική καταπάτηση εργατικών κατακτήσεων, το τσάκισμα μισθών και το ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας), αλλά και με το κυπριακό άλυτο.
Και ενώ η δεξιά όλων των αποχρώσεων μπορεί άλλοτε να «κονταροχτυπιέται» και άλλοτε να ταυτίζεται στο εθνικό εκφράζοντας τις επιλογές και τις στροφές των διαφόρων κομματιών της ελληνοκυπριακής αστικής τάξης, στο πεδίο της οικονομίας επικρατεί απόλυτη και αδιατάρακτη σύμπνοια. Πράγμα που σημαίνει ότι όποιος εκπρόσωπος από τα μπλοκ της δεξιάς και αν κέρδιζε τις εκλογές (Παπαδόπουλος ή Αναστασιάδης), η επιβολή λιτότητας και αντεργατικών πολιτικών θα ήταν η επόμενη μέρα για τους εργαζόμενους.
Η κατάσταση στην Αριστερά
Αν ιεραρχήσουμε τα ανησυχητικά σημάδια της περιόδου, αναμφίβολα ένα από τα πρώτα είναι η στήριξη της υποψηφιότητας του επιχειρηματία και τραπεζίτη Σπανού από την πολιτική ηγεσία του ΑΚΕΛ. Μέχρι πριν λίγες μέρες ο νεοφιλελεύθερος, επιχειρηματίας, πρώην CEO της Coca Cola και διευθυντής της Κεντρικής Τράπεζας Σπανός ήταν η επιλογή του ΑΚΕΛ για τις επερχόμενες εκλογές, επιλογή που υπερψηφίστηκε από την κεντρική επιτροπή του κόμματος. Όμως κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας σημειώθηκαν κλυδωνισμοί. Η υποψηφιότητα Σπανού πέρασε με 66 ψήφους υπέρ, 17 κατά και 6 αποχές ενώ από τη συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής απουσίαζαν (μάλλον όχι τυχαία) 20 μέλη. Παράλληλα, στη βάση του κόμματος ξέσπασε θύελλα αντιδράσεων, αφού μεγάλη μερίδα των μελών του αρνήθηκε να αποδεχτεί ως υποψήφιο έναν τύπο που αντιλαμβάνεται τους τροϊκανούς ως «ναυαγοσώστες», τα κόμματα ως «καρκινικά κύτταρα της δημοκρατίας» και ευαγγελίζεται μια κυβέρνηση αποτελούμενη από διορισμένους τεχνοκράτες. Κάπως έτσι η συμφωνία ΑΚΕΛ-Σπανού ναυάγησε και το γεγονός αυτό έχει τη σημασία του, αφού για πρώτη φορά εκδηλώνεται με τόσο ξεκάθαρο τρόπο αποτελεσματική αντίδραση μπροστά στις αδιέξοδες επιλογές της ηγεσίας. Δεν αναιρούν όμως την πολιτική επιλογή της τελευταίας να ξεμπερδέψει με τις όποιες αριστερές της καταβολές και να αποπειραθεί ένα καθοριστικό βήμα προς τις γραμμές της εκφυλισμένης σοσιαλδημοκρατίας.
Έχει επίσης σημασία πως όλα αυτά συνέβησαν λίγο καιρό μετά την εμφάνιση του φαινομένου Σάντερς στις ΗΠΑ, τη ραγδαία πολιτική άνοδο του Μελανσόν στις γαλλικές προεδρικές εκλογές και την πορεία του Κόρμπιν στις βρετανικές εκλογές. Δηλαδή, την ώρα που υποψήφιοι και κόμματα της θεσμικής Αριστεράς υιοθετούν κεϊνσιανά προγράμματα σε μια προσπάθεια να δημιουργήσουν προϋποθέσεις νίκης, η ηγεσία του ΑΚΕΛ προκρίνει επιλογές τύπου Μακρόν με αποκλειστικό κριτήριο την πιθανή «εκλογιμότητα» του υποψήφιου. Στην παρούσα φάση το ΑΚΕΛ αναζητά νέο υποψήφιο για τις εκλογές. Πρόκειται για μια κρίσιμη επιλογή που είτε θα σημάνει αλλαγή τακτικής λόγω των πιέσεων της βάσης και της (εξαιρετικά κρίσιμης) περιόδου με την επιλογή ενός κομματικού υποψηφίου, είτε την αποκρυστάλλωση της δεξιάς μετατόπισης με την επιλογή προσωπικότητας από τον κεντροαριστερό ή φιλελεύθερο χώρο.
Σε κάθε περίπτωση η ριζοσπαστική-αντικαπιταλιστική Αριστερά στην Κύπρο έρχεται αντιμέτωπη με πολλές και σημαντικές προκλήσεις, στις οποίες θα πρέπει να ανταποκριθεί εγκαίρως. Όλα τα σημάδια δείχνουν πως, αν δεν εκδηλωθούν σοβαρές κοινωνικές αντιστάσεις απέναντι στο μείγμα ακραίου νεοφιλελευθερισμού και εθνικισμού που εφαρμόζεται ήδη και αναμένεται να ενταθεί, τα πράγματα θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολα. Στη βάση αυτή είναι αναγκαίο να εξαντληθούν όλα τα περιθώρια συντονισμού και κοινής δράσης. Τα αντανακλαστικά όλης της Αριστεράς που απάντησε άμεσα και αποφασιστικά στην πρόσφατη φασιστική επίθεση στη Λεμεσό και η εναντίωση της μεγάλης πλειοψηφίας της κυπριακής κοινωνίας στις πολεμοκάπηλες κραυγές αποτελούν την καλύτερη βάση για να φτιαχτεί άμεσα ένα πλατύ μέτωπο αγώνα ενάντια στη λιτότητα, τον πόλεμο και τον εθνικισμό.
*μέλος της κυπριακής οργάνωσης «Γρανάζι»