Ιστορική ήττα για το Εργατικό Κόμμα στις εκλογές, ιστορική νίκη του SNP στη Σκοτία
Η πραγματική εικόνα των εκλογών στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι αυτή μιας βαθιάς κρίσης του πολιτικού συστήματος. Τα δύο μεγάλα κόμματα, που για δεκαετίες συγκέντρωναν το 90% των ψήφων και αριθμούσαν εκατοντάδες χιλιάδες μέλη, βρίσκονται σε παρατεταμένη κρίση.
Οι Συντηρητικοί, με τη βοήθεια του απίστευτα αντιδημοκρατικού εκλογικού συστήματος, έκρυψαν αυτήν τους την αδυναμία με την κατάκτηση της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας. Αλλά δεν εκφράζουν κανένα ηγεμονικό ρεύμα στην κοινωνία, ούτε νίκησαν εξαιτίας κάποιας μαζικής στροφής του εκλογικού σώματος προς το κόμμα τους. Συγκέντρωσαν 36,8%, ένα ποσοστό κοντά στο 36,1% που το 2010 δεν τους επέτρεψε να σχηματίσουν αυτοδύναμη κυβέρνηση, και κυρίως ένα ποσοστό που σε άλλες εποχές θα τους είχε οδηγήσει εκτός κυβέρνησης.
Η κρίση των Εργατικών
Η αδυναμία των Τόρηδων επίσης κρύβεται από την πολύ βαθύτερη κρίση και αποτυχία του Εργατικού Κόμματος. Οι Εργατικοί βρέθηκαν στο 30,6%, ελάχιστα πάνω από 29% του 2010, που ήταν το χειρότερό τους αποτέλεσμα από το 1918. Πρόκειται για σοκαριστικό αποτέλεσμα. Το 2010 τιμωρήθηκαν σκληρά ως «η κυβέρνηση που οδήγησε στην κρίση». Σήμερα όμως, οι Εργατικοί μένουν στο ιστορικό τους χαμηλό ύστερα από 5 χρόνια διακυβέρνησης Δεξιάς και σκληρής λιτότητας. Απέτυχαν παταγωδώς να κινητοποιήσουν στοιχειωδώς μερικούς ανθρώπους παραπάνω (από το 2010) για να πάνε να τους ψηφίσουν έστω «για να διώξουμε τους Τόρηδες». Σε τέτοιο βαθμό έχει προχωρήσει πια η νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη, που χιλιάδες και χιλιάδες εργαζόμενοι δεν το θεωρούν σοβαρό εργαλείο ούτε καν γι’ αυτήν τη δουλειά.
Ο Εντ Μίλιμπαντ, που θεωρούνταν «εκλεκτός των συνδικάτων» και «αριστερή πτέρυγα» του κόμματος, έκανε μια προεκλογική εκστρατεία που μιμούνταν τη λιτότητα των Τόρηδων και το ρατσισμό του UKIP. Κι όμως, το ότι ψέλλιζε κάποια πράγματα για την «ανισότητα» και την «κακή επιχειρηματικότητα» αρκεί σήμερα για να ανοίξει η συζήτηση στο Εργατικό Κόμμα ότι ηττήθηκε γιατί «πήγε πολύ αριστερά»!
Αυτός ο μύθος γκρεμίστηκε στη Σκοτία, ένα ιστορικό κάστρο των Εργατικών, όπου έγινε πολιτικός σεισμός. Οι Εργατικοί συνετρίβησαν ενώ το SNP επικράτησε κατά κράτος, κερδίζοντας τις 56 από τις 59 έδρες (το 2010 είχε κερδίσει μόλις 6). Επωφελήθηκε από το αντιδημοκρατικό εκλογικό σύστημα, αλλά η μετατόπιση είναι πραγματική: οι Εργατικοί της Σκοτίας έχασαν 300.000 ψήφους (από το 1 εκατομμύριο που κέρδισαν το 2010), ενώ το SNP κέρδισε το 50% των ψήφων, κοντά στο 1,5 εκατομμύριο (1 εκατομμύριο περισσότερες από το 2010). Η μάχη του δημοψηφίσματος νωρίτερα έπαιξε καθοριστικό ρόλο, ιδιαίτερα η προσχώρηση των Εργατικών στο πλευρό των Τόρηδων και στο «μαύρο μέτωπο» που εναντιωνόταν στη σκοτσέζικη ανεξαρτησία με δεξιά επιχειρηματολογία. Ωστόσο, πέρα από αυτό, το SNP έκανε μια προεκλογική εκστρατεία ενάντια στη λιτότητα, υπέρ των μεταναστών, ως μια επιλογή στα αριστερά των Εργατικών, και θριάμβευσε ως τέτοια.
Εναλλακτικές
Ουσιαστικά, αν στην Αγγλία η παραδοσιακή βάση των Εργατικών επιλέγει τα τελευταία χρόνια να απέχει, στη Σκοτία μπόρεσε να βρει μια εκλογική εναλλακτική και να εκφραστεί μέσα από αυτήν. Σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι η διαδικασία του δημοψηφίσματος πήρε χαρακτηριστικά «κοινωνικού κινήματος», κάτι που έλειψε στην Αγγλία, για να τροφοδοτήσει πολιτικά και εκλογικά τις επιλογές στα αριστερά των Εργατικών. Σχηματισμοί όπως η Left Unity και το Trade Union and Socialist Coalition δεν μπόρεσαν να κάνουν κάποια διαφορά. Αξίζει εδώ να αναφερθεί πως οι Πράσινοι, επίσης με μια καμπάνια «στα αριστερά των Εργατικών», αν και εξέλεξαν μόλις μία βουλευτή, κέρδισαν 1 εκατομμύριο ψήφους (από 265.000) και το 3,7%, που ίσως να ήταν πολύ μεγαλύτερο αν το εκλογικό σύστημα δεν λειτουργούσε «αποτρεπτικά» στην ψήφιση μικρότερων κομμάτων.
Στους μεγάλους ηττημένους είναι οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες, που βυθίστηκαν από το 23% του 2010 στο 7,7%. Οι Φιλελεύθεροι καταπάτησαν όλες τις προεκλογικές τους υποσχέσεις μέσα από τη συμμετοχή τους στη συγκυβέρνηση με τους Τόρηδες, και το πλήρωσαν ακριβά, όπως και την άνευ αρχών πολιτική τους γραμμή: ο Νικ Κλεγκ λίγο πολύ στήριξε την εκλογική του καμπάνια στο ότι «όσο ποσοστό κι αν πάρουμε, όποιο κόμμα κι αν κερδίσει, θα είμαστε αναγκαίος εταίρος για να σχηματιστεί κυβέρνηση».
Αν και το εκλογικό σύστημα του επέτρεψε να εκλέξει μόλις έναν βουλευτή και αν και ο ηγέτης του Φάρατζ απέτυχε να εκλεγεί (και παραιτήθηκε), το ρατσιστικό UKIP επιβεβαίωσε τη δυναμική του. Αναδείχτηκε σε τρίτη δύναμη με 4 εκατομμύρια ψηφοφόρους και 12,6%, ενώ ήρθε δεύτερο στη διεκδίκηση 118 εδρών. Με ένα άλλο εκλογικό σύστημα, σήμερα θα είχε 40-60 βουλευτές, ενώ τα ποιοτικά στοιχεία δείχνουν ότι μπόρεσε να διεισδύσει και στη βάση των Τόρηδων και στη βάση των Εργατικών. Τα νέα είναι ανησυχητικά γιατί η καμπάνια του Φάρατζ ήταν «σκληρή» επιδιώκοντας να «τσιμεντώσει» τη σκληρή ιδεολογικά επιρροή του (και όχι να «ανοιχτεί» παραπάνω) και με αυτήν την τακτική κέρδισε αυτό το υψηλό ποσοστό.
Η επόμενη μέρα
Η επόμενη μέρα είναι «μαύρη κι άραχνη» για την εργατική τάξη. Ο Κάμερον με ανανεωμένη λαϊκή εντολή κι αυτοπεποίθηση θα κλιμακώσει τις επιθέσεις του στο κοινωνικό κράτος την επόμενη πενταετία.
Αλλά δεν θα είναι χωρίς προκλήσεις για τη Δεξιά και την αστική τάξη.
Είναι σχεδόν αδιανόητο να αποδεχτεί η Σκοτία να κυβερνηθεί από τους Τόρηδες ύστερα από αυτό το αποτέλεσμα και δεν αποκλείεται να αυξηθεί η πίεση στο SNP για ένα νέο δημοψήφισμα.
Ο Κάμερον θα πρέπει (όπως δεσμεύτηκε) να οργανώσει δημοψήφισμα εξόδου ή παραμονής στην ΕΕ, και αυτό θα διχάσει το κόμμα του, που ήδη «σφυροκοπείται» σε αυτό το ζήτημα από το UKIP.
Το αποτέλεσμα, σε συνδυασμό με την κρίση των δύο μεγάλων κομμάτων και τη στροφή μερίδας του πληθυσμού στην αποχή ή στα «μικρά» κόμματα, άνοιξε πλατιά τη συζήτηση για την ανάγκη αλλαγής του εκλογικού συστήματος.
Τα συνδικάτα θα πρέπει να πάρουν κρίσιμες αποφάσεις, μετά την αποτυχία της στρατηγικής «εκλέγουμε δικό μας άνθρωπο στην ηγεσία των Εργατικών, αναστέλλουμε τους αγώνες και ρίχνουμε όλες μας τις δυνάμεις στην εκλογική νίκη». Ιδιαίτερα αν η διαδοχή του Μίλιμπαντ αποδειχθεί μια εμβάθυνση του «μπλερισμού» στο κόμμα.
Πριν συμπληρώσει 2η μέρα στην κυβέρνηση, ο Κάμερον αντιμετώπισε την πρώτη, οργισμένη αντικυβερνητική διαδήλωση.
Χώρος για να αναπτυχθεί πολιτική αντίσταση υπάρχει. Το SNP και οι Πράσινοι δεν ξεχώρισαν μόνο για την εκλογική τους επιτυχία, αλλά και γιατί πήγαν κόντρα στην κυρίαρχη «αντι-πολιτική» διάθεση. Σε πείσμα των καιρών, είναι δύο κόμματα που στρατολογούν χιλιάδες μέλη και κινητοποιούν εκλογικά τους φτωχούς και την εργατική τάξη, ακριβώς γιατί εμφανίζονται ως «αντικαθεστωτικά».
Η Αριστερά στο Ηνωμένο Βασίλειο θα έχει να δουλέψει πάνω σε αυτά τα μέτωπα για να ανασυνταχτεί.