Η συμπερίληψη ιδίως του 187Α Π.Κ. στα διωκόμενα αδικήματα όπου συντρέχει περίπτωση άρσης αναστολής της χρηματοδότησης πολιτικών κομμάτων και ιδίως η αποδοχή της από την Αριστερά αποτελεί τεράστιο λάθος και ανοίγει ιδιαίτερα επικίνδυνες ατραπούς για τον έλεγχο των πολιτικών κομμάτων και μάλιστα από μια απλή (και όχι αυξημένη) πλειοψηφία της Βουλής.

Η πρό­τα­ση της Νέας Δη­μο­κρα­τί­ας για την πε­ρί­στα­ση της ανα­στο­λής χρη­μα­το­δό­τη­σης πο­λι­τι­κού κόμ­μα­τος, προς την οποία φαί­νε­ται ότι μπο­ρεί να συ­γκλί­νου­με ως ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, αντι­με­τω­πί­ζει ένα ιδιαί­τε­ρα εμ­φα­νές πρό­βλη­μα : η δίωξη κατά ενός πο­σο­στού των βου­λευ­τών ή στε­λε­χών του κόμ­μα­τος μπο­ρεί να πε­ρι­λά­βει εκτός από την πε­ρί­πτω­ση του άρ­θρου 187 Ποι­νι­κού Κώ­δι­κος (εγκλη­μα­τι­κή ορ­γά­νω­ση), βάσει του οποί­ου ήδη διώ­κο­νται στε­λέ­χη της Χρυ­σής Αυγής,   και την πε­ρί­πτω­ση των τρο­μο­κρα­τι­κών πρά­ξε­ων και της τρο­μο­κρα­τι­κής ορ­γά­νω­σης του άρ­θρου 187 Α Π.Κ. Όμως, το άρθρο 187 Α Π.Κ. σχε­τι­κά με την «τρο­μο­κρα­τία» απο­τε­λεί την οξύ­τε­ρη και πιο κα­τα­φα­νώς αντι­συ­νταγ­μα­τι­κή μορφή της έκτα­κτης αντι­τρο­μο­κρα­τι­κής νο­μο­θε­σί­ας. Μια μορφή που προ­σβάλ­λει άμεσα την συ­νταγ­μα­τι­κή ελευ­θε­ρία πο­λι­τι­κής έκ­φρα­σης και ορ­γά­νω­σης (άρθρα 14 παρ.1 και 29 Σ).

Εί­μα­στε οι τε­λευ­ταί­οι που θα υπε­ρα­σπι­στού­με στην πλη­ρό­τη­τά της και αυτήν ακόμη την διά­τα­ξη του αρ­θρου 187 του Π.Κ. Η Αρι­στε­ρά, με­τα­ξύ της οποί­ας και ο Συ­να­σπι­σμός, είχε κα­τα­ψη­φί­σει στην Βουλή τους δύο αντι­τρο­μο­κρα­τι­κούς νό­μους, αυτόν που έθεσε το κα­κουρ­γη­μα­τι­κό 187 Π.Κ. (ν. 2928/2001 επί Ση­μί­τη) αντί της πα­λιάς πλημ­με­λη­μα­τι­κής σύ­στα­σης και συμ­μο­ρί­ας και εκεί­νον που έθεσε το κα­κουρ­γη­μα­τι­κό 187Α Π.Κ. (ν. 3251/2004) ως αντι­συ­νταγ­μα­τι­κούς και νό­μους που άνοι­γαν τον δρόμο στην δίωξη του πο­λι­τι­κού φρο­νή­μα­τος. Θυ­μί­ζου­με εδώ ορι­σμέ­νες αντι­συ­νταγ­μα­τι­κές δια­στά­σεις του κα­κουρ­γη­μα­τι­κού 187 Π..Κ. , όπως η μη διά­κρι­ση πο­λι­τι­κών και κοι­νών εγκλη­μα­τι­κών ορ­γα­νώ­σε­ων, η ανά­δυ­ση επι­κίν­δυ­νων ανα­κρι­τι­κών μέ­τρων (όπως οι υπο­κλο­πές) αλλά και η δυ­να­τό­τη­τα δί­ω­ξης της ένω­σης χωρίς ανα­γκα­στι­κή σύν­δε­ση της δρά­σης των μελών της με σχέ­δια βί­αιων εγκλη­μα­τι­κών πρά­ξε­ων. Όμως, στην πε­ρί­πτω­ση του 187 Π.Κ. μπο­ρεί εν­δε­χο­μέ­νως να υπάρ­ξει μια συ­σταλ­τι­κή και κάπως δι­καιο­κρα­τι­κή/ συ­νταγ­μα­τι­κή εφαρ­μο­γή του, σύμ­φω­νη με το άρθρο 7 παρ.1 Σ για το ορι­σμέ­νο των αξιό­ποι­νων πρά­ξε­ων, με εξει­δί­κευ­ση της συμ­με­το­χής στην ένωση και σύν­δε­σή της με σχέ­δια συ­γκε­κρι­μέ­νων εγκλη­μα­τι­κών πρά­ξε­ων και πι­θα­νό­τα­τα με εκ­δί­κα­ση της εγκλη­μα­τι­κής ορ­γά­νω­σης με πο­λι­τι­κά κί­νη­τρα από ορ­κω­τά δι­κα­στή­ρια. Αντι­θέ­τως, στην πε­ρί­πτω­ση του 187Α Π.Κ. έχου­με αδι­κή­μα­τα ολο­σχε­ρώς φρο­νη­μα­τι­κά. Η τέ­λε­ση πλημ­με­λη­μά­των (όπως η δια­τά­ρα­ξη ασφά­λειας συ­γκοι­νω­νιών του 290 Π.Κ., μια διά­τα­ξη που εφαρ­μό­ζε­ται συχνά κατά του συν­δι­κα­λι­στι­κού κι­νή­μα­τος) ή κα­κουρ­γη­μά­των που απα­ριθ­μού­νται κα­θί­στα­ται επι­βα­ρυ­ντι­κή τρο­μο­κρα­τι­κή πράξη και ανε­βαί­νει το όριο της ποι­νής όταν συ­ντρέ­χει ιδιαί­τε­ρος σκο­πός ή κί­νη­τρο όπως το να τε­λεί­ται η πράξη «με τρόπο ή σε έκτα­ση ή υπό συν­θή­κες που είναι δυ­να­τόν να βλά­ψουν σο­βα­ρά μια χώρα ή έναν διε­θνή ορ­γα­νι­σμό και με σκοπό να εκ­φο­βί­σει σο­βα­ρά έναν πλη­θυ­σμό ή να εξα­να­γκά­σει πα­ρα­νό­μως δη­μό­σια αρχή ή διε­θνή ορ­γα­νι­σμό να εκτε­λέ­σει οποια­δή­πο­τε πράξη ή να από­σχει από αυτήν ή να βλά­ψει σο­βα­ρά ή να κα­τα­στρέ­ψει τις θε­με­λιώ­δεις συ­νταγ­μα­τι­κές, πο­λι­τι­κές, οι­κο­νο­μι­κές δομές μιας χώρας ή ενός διε­θνούς ορ­γα­νι­σμού». Βε­βαί­ως, η αντί­στοι­χη τρο­μο­κρα­τι­κή ορ­γά­νω­ση της παρ. 4 του 187 Α Π.Κ. τι­μω­ρεί­ται ακόμη και αν δεν τε­λε­σθεί καμία από τις πρά­ξεις αυτές, πράγ­μα που θε­ω­ρεί­ται «ελα­φρυ­ντι­κό» στην επι­μέ­τρη­ση της ποι­νής για την συμ­με­το­χή στην ορ­γά­νω­ση αυτήν. Αν ακόμη και ένα πλημ­μέ­λη­μα που απα­ριθ­μεί­ται   τε­λε­σθεί με τον πα­ρα­πά­νω «τρο­μο­κρα­τι­κό σκοπό» με­τα­τρέ­πε­ται σε τρο­μο­κρα­τι­κή πράξη. Όμως, ο «τρο­μο­κρα­τι­κός σκο­πός» είναι αφό­ρη­τα υπο­κει­με­νι­κός και φρο­νη­μα­τι­κός, όπως προ­κύ­πτει από μια απλή ανά­γνω­σή του και θυ­μί­ζει έντο­να τα παλιά ιδιω­νυ­μα κατά του κομ­μου­νι­σμού. Ο σκο­πός αυτός τέ­θη­κε στα πλαί­σια του ευ­ρω­παϊ­κού πλαι­σί­ου για την κα­τα­πο­λέ­μη­ση της τρο­μο­κρα­τί­ας του Μαίου 2002, όταν η Ε.Ε. προ­σπα­θού­σε να συ­γκρο­τή­σει τον δικό της «Πα­τριω­τι­κό Νόμο» με αντι­δη­μο­κρα­τι­κά και ανε­λεύ­θε­ρα ποι­νι­κά ερ­γα­λεία. Το γε­γο­νός ότι δί­νε­ται τόση με­γά­λη ση­μα­σία στον κίν­δυ­νο βλά­βης διε­θνούς ορ­γα­νι­σμού συν­δέ­ε­ται άμεσα με την «αντι­τρο­μο­κρα­τι­κή θω­ρά­κι­ση» των δομών της Ε.Ε. αλλά και του ΝΑΤΟ. Η μορφή του είναι μια ιδε­ο­τυ­πι­κή μορφή «εγκλή­μα­τος γνώ­μης», με την έν­νοια ότι το αξιό­ποι­νο είτε συ­νι­στά­ται (τρο­μο­κρα­τι­κή ορ­γά­νω­ση) είτε επαυ­ξά­νε­ται ση­μα­ντι­κά (τρο­μο­κρα­τι­κή πράξη) με βάση μια ιδε­ο­λο­γι­κή και πο­λι­τι­κή φρο­νη­μα­τι­κή στάση.

Το γε­γο­νός ότι το άρθρο 187Α Π.Κ. έχει τόσο έντο­νο φρο­νη­μα­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα φαί­νε­ται και από το γε­γο­νός ότι τα απα­ριθ­μού­με­να αδι­κή­μα­τα κατά την πα­λαιά πα­ρά­γρα­φο 8 της πρώ­της μορ­φής του 187ΑΠ.Κ. θε­ω­ρού­νταν ότι δεν ανή­κουν στην κα­τη­γο­ρία των τρο­μο­κρα­τι­κών πρά­ξε­ων, αν τε­λού­νταν στα πλαί­σια της προ­στα­σί­ας ή της απο­κα­τά­στα­σης του δη­μο­κρα­τι­κού πο­λι­τεύ­μα­τος ή στα πλαί­σια συν­δι­κα­λι­στι­κής δρά­σης ή στα πλαί­σια προ­στα­σί­ας θε­με­λιω­δών δι­καιω­μά­των. Η εξαί­ρε­ση αυτή κα­ταρ­γή­θη­κε με ει­δι­κή διά­τα­ξη του ν. 3875/2010 επί του μνη­μο­νια­κού ΠΑΣΟΚ του Γιώρ­γου Πα­παν­δρέ­ου. Κα­τα­λα­βαί­νου­με, λοι­πόν, και από την πο­ρεία αυτής της διά­τα­ξης ότι σχε­διά­σθη­κε άμεσα για να λει­τουρ­γή­σει ως όχημα ποι­νι­κο­ποί­η­σης και δί­ω­ξης της Αρι­στε­ράς και των κοι­νω­νι­κών κι­νη­μά­των.

Με βάση τα πα­ρα­πά­νω, θε­ω­ρού­με ότι η συ­μπε­ρί­λη­ψη ιδίως του 187Α Π.Κ. στα διω­κό­με­να αδι­κή­μα­τα όπου συ­ντρέ­χει πε­ρί­πτω­ση άρσης ανα­στο­λής της χρη­μα­το­δό­τη­σης πο­λι­τι­κών κομ­μά­των και ιδίως η απο­δο­χή της από την Αρι­στε­ρά απο­τε­λεί τε­ρά­στιο λάθος και ανοί­γει ιδιαί­τε­ρα επι­κίν­δυ­νες ατρα­πούς για τον έλεγ­χο των πο­λι­τι­κών κομ­μά­των και μά­λι­στα από μια απλή (και όχι αυ­ξη­μέ­νη) πλειο­ψη­φία της Βου­λής.

Ετικέτες