Οι μέρες μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας από το καταλανικό κοινοβούλιο δεν θύμιζαν σε τίποτα μια διαδικασία ανεξαρτητοποίησης -το αντίθετο: Το άρθρο 155 είχε τεθεί σε εφαρμογή, η συζήτηση κινούνταν στους ρυθμούς των εκλογών που επέβαλε ο Ραχόι, πολιτικά στελέχη του καταλανικού εθνικισμού προφυλακίζονται, η Χενεραλιτάτ (η καταλανική κυβέρνηση) δεν λειτουργεί στην ουσία, με τη μισή να βρίσκεται στις Βρυξέλλες, ενώ στους δρόμους επικρατούσε ηρεμία. Αξίζει να δούμε τώρα πώς φτάσαμε έως εδώ, γιατί τα πράγματα πήραν αυτήν την τροπή και τι εγκυμονεί το μέλλον.

Πώς φτά­σα­με στο δη­μο­ψή­φι­σμα

Η πο­λι­τι­κή ηγε­σία της κα­τα­λα­νι­κής κυ­βέρ­νη­σης, αφό­του μα­ζι­κο­ποι­ή­θη­κε το κί­νη­μα για ανε­ξαρ­τη­σία (μετά το 2012), κι­νού­νταν με ένα διπλό στόχο: να δια­σω­θεί πο­λι­τι­κά δια­τη­ρώ­ντας επαφή με την αυ­ξα­νό­με­νη λαϊκή διά­θε­ση υπέρ της ανε­ξαρ­τη­σί­ας και να δια­πραγ­μα­τευ­τεί από κα­λύ­τε­ρες θέ­σεις με τη Μα­δρί­τη μια κα­λύ­τε­ρη διευ­θέ­τη­ση για την κα­τα­λα­νι­κή αστι­κή τάξη. Με αυ­τούς τους στό­χους κατά νου, με­τέ­τρε­ψε το δη­μο­ψή­φι­σμα του 2014 σε «συμ­βου­λευ­τι­κό» και -για να του δώσει μια συ­νέ­χεια- με­τέ­τρε­ψε τις πε­ρι­φε­ρεια­κές εκλο­γές του 2015 σε «δη­μο­ψή­φι­σμα για την ανε­ξαρ­τη­σία» (με τη συ­γκρό­τη­ση του Junts Pel Si, «Μαζί για το Ναι», με­τα­ξύ του κε­ντρο­δε­ξιού PdeCat και της κε­ντρο­α­ρι­στε­ρής ERC). Τους μήνες που ακο­λού­θη­σαν, ο «οδι­κός χάρ­της» της επί­ση­μης ανε­ξαρ­τη­σια­κής ηγε­σί­ας, για μια «στα­δια­κή», ει­ρη­νι­κή, κα­τό­πιν συ­νεν­νό­η­σης εφαρ­μο­γή μέ­τρων αυ­το­νό­μη­σης, που έφτα­ναν ως το στόχο «απο­σύν­δε­σης» από το Ισπα­νι­κό Κρά­τος (μια λέξη που συ­μπύ­κνω­νε τον «ομαλό» χα­ρα­κτή­ρα της Δια­δι­κα­σί­ας), συ­νά­ντη­σε τον τοίχο της αδιαλ­λα­ξί­ας της Μα­δρί­της. Μπρο­στά σε αυτά τα αδιέ­ξο­δα, έχο­ντας ήδη εξα­ντλή­σει τις άλλες επι­λο­γές το 2014 και το 2015, και υπό την πίεση της CUP (της αρι­στε­ρής ανε­ξαρ­τη­σια­κής ορ­γά­νω­σης που έδινε ψήφο ανο­χής στην κα­τα­λα­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση υπό τον όρο να προ­ω­θη­θεί το σχέ­διο ανε­ξαρ­τη­το­ποί­η­σης), οδη­γή­θη­κε στην από­φα­ση για διε­ξα­γω­γή νέου δη­μο­ψη­φί­σμα­τος, αυτήν τη φορά «δε­σμευ­τι­κού» και «μο­νο­με­ρούς». Ακόμα και τότε, η ηγε­σία γύρω από τον Που­τζ­δε­μόν έδει­χνε να υπο­λο­γί­ζει πε­ρισ­σό­τε­ρο ότι το δη­μο­ψή­φι­σμα θα ακυ­ρω­νό­ταν κάτω από το βάρος της κα­τα­στο­λής και η ίδια θα πε­ριο­ρι­ζό­ταν στο να κα­ταγ­γέλ­λει τη Μα­δρί­τη -δεν υπήρ­ξε κα­νέ­να σο­βα­ρό μέτρο πε­ρι­φρού­ρη­σης του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος, κα­νέ­νας σχε­δια­σμός για την επό­με­νη μέρα. 

Η λαϊκή αυ­τε­νέρ­γεια αλ­λά­ζει το σκη­νι­κό

Οι μέρες προς το δη­μο­ψή­φι­σμα και η ίδια η 1η Οκτώ­βρη έφε­ραν την ανα­τρο­πή. Η λαϊκή αυ­το-ορ­γά­νω­ση, η ει­σβο­λή του λαϊ­κού πα­ρά­γο­ντα στο προ­σκή­νιο και η μα­ζι­κή ανυ­πα­κοή και άμεση δράση υπε­ρα­σπί­στη­κε το δη­μο­ψή­φι­σμα κι επέ­βα­λε τη διε­ξα­γω­γή του, απέ­να­ντι στην κα­τα­στο­λή και την απα­γό­ρευ­ση. Ήταν ένα σε­νά­ριο που δεν είχε προ­βλε­φθεί από τους Κα­τα­λα­νούς αστούς πο­λι­τι­κούς: η Μα­δρί­τη δια­τή­ρη­σε τη σκλη­ρή γραμ­μή, αλλά το δη­μο­ψή­φι­σμα έγινε! Και ακο­λού­θη­σε η απερ­γία στις 3 Οκτώ­βρη, όπου (όπως και στην υπε­ρά­σπι­ση του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος) κι­νη­το­ποι­ή­θη­κε ένα δυ­να­μι­κό πολύ ευ­ρύ­τε­ρο των οπα­δών της ανε­ξαρ­τη­σί­ας, ένα πλατύ αντι­κα­τα­σταλ­τι­κό-δη­μο­κρα­τι­κό κοι­νω­νι­κό μπλοκ. 

Ήταν μια κα­τά­στα­ση (με­τω­πι­κή σύ­γκρου­ση με το Ισπα­νι­κό Κρά­τος, συν­θή­κες «αγω­νι­στι­κής συ­μπό­ρευ­σης» με ένα ευ­ρύ­τε­ρο κοι­νω­νι­κό μπλοκ) για την οποία η πο­λι­τι­κή ηγε­σία του κα­τα­λα­νι­κού εθνι­κι­σμού δεν είχε κα­νέ­να σχέ­διο, και τις βδο­μά­δες που ακο­λού­θη­σαν κι­νή­θη­κε με­τα­ξύ αυ­το­σχε­δια­σμών και δι­στα­κτι­κό­τη­τας. 

Ανα­δί­πλω­ση

Από τις 3 ως τις 27 Οκτώ­βρη, η ηγε­σία της Χε­νε­ρα­λι­τάτ έδει­ξε την αμη­χα­νία (αν όχι εχθρό­τη­τά) της απέ­να­ντι στην προ­ο­πτι­κή μιας πα­ρα­τε­τα­μέ­νης λαϊ­κής κι­νη­το­ποί­η­σης, οι επί­ση­μες κοι­νω­νι­κές ηγε­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις (η ANC και η Omnium Cultural) έδει­ξαν ανί­κα­νες ή απρό­θυ­μες να ξε­πε­ρά­σουν μια «κά­θε­τη» και «εθι­μο­τυ­πι­κή» προ­σέγ­γι­ση απέ­να­ντι στο κί­νη­μα (επε­τεια­κές δια­δη­λώ­σεις, υπό­κλι­ση στην πρω­το­κα­θε­δρία των πο­λι­τι­κών εθνι­κι­στι­κών κομ­μά­των), τα συν­δι­κά­τα δεν είχαν σαφή προ­σα­να­το­λι­σμό απέ­να­ντι στο ζή­τη­μα. Ενώ οι ηγε­σί­ες έδει­χναν αιφ­νι­δια­σμέ­νες ή και τρο­μο­κρα­τη­μέ­νες από όσα συ­νέ­βη­σαν στις μέρες του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος, οι δυ­νά­μεις που έκα­ναν εφι­κτό το δη­μο­ψή­φι­σμα έδει­ξαν ότι δεν είχαν απο­κτή­σει τη δυ­να­τό­τη­τα να παί­ξουν αυ­τό­νο­μο πο­λι­τι­κά ρόλο, «παρά» ή και «ενά­ντια» στις προ­θέ­σεις των ηγε­σιών. Το «αυ­θόρ­μη­το» κί­νη­μα από τα κάτω ήταν σε θέση να απα­ντά σε προ­κλή­σεις του κρά­τους, αλλά όχι να δρά­σει από μόνο του «επι­θε­τι­κά» και πρω­το­βου­λια­κά. Όπως ση­μεί­ω­νε ο Γιο­ζέπ Μαρία Αντέ­ντας, τις μέρες μετά το δη­μο­ψή­φι­σμα, η αυ­το-ορ­γά­νω­ση εμ­φα­νί­στη­κε πολύ κα­θυ­στε­ρη­μέ­να στο προ­σκή­νιο. Αυτό λει­τούρ­γη­σε ανα­σταλ­τι­κά μπρο­στά στην απο­προ­σα­να­το­λι­στι­κή δράση και τη σύγ­χυ­ση που προ­κα­λού­σε η στάση των επί­ση­μων ηγε­σιών, που άφη­σαν το θε­τι­κό «μο­μέ­ντουμ» να πε­ρά­σει.

Όταν η λύση των εκλο­γών (με όρο να απο­συρ­θεί το 155) δεν έγινε δεκτή από τη Μα­δρί­τη, η ηγε­σία Που­τζ­δε­μόν οδη­γή­θη­κε στην ανα­κή­ρυ­ξη της ανε­ξαρ­τη­σί­ας. Μια ανα­κή­ρυ­ξη που απο­δεί­χτη­κε τε­λεί­ως συμ­βο­λι­κή -και προ­ε­κλο­γι­κό «εφό­διο» για να δια­τη­ρή­σει ο Που­τζ­δε­μόν την ηγε­σία στο ανε­ξαρ­τη­σια­κό μπλοκ, το οποίο απει­λού­ταν με κα­τάρ­ρευ­ση. Η φυγή στις Βρυ­ξέλ­λες και η ου­σια­στι­κή απο­δο­χή του 155 από την Χε­νε­ρα­λι­τάτ ήταν η λο­γι­κή συ­νέ­χεια. Η κα­τα­λα­νι­κή ηγε­σία δεν ήθελε ούτε μπο­ρού­σε να υλο­ποι­ή­σει πρα­κτι­κά την ανε­ξαρ­τη­σία. Αυτό θα απαι­τού­σε μέτρα σχε­δόν «επα­να­στα­τι­κά», τα οποία προ­φα­νώς απεύ­χε­ται ένα κόμμα όπως το συ­ντη­ρη­τι­κό PdeCAT και τα οποία είναι απρό­θυ­μο ή ανί­κα­νο να ορ­γα­νώ­σει ένα κόμμα όπως η ERC, ει­λι­κρι­νά ανε­ξαρ­τη­σια­κή, αλλά «μο­νο­θε­μα­τι­κή», χωρίς κα­νέ­ναν άλλο κι­νη­μα­τι­κό-ρι­ζο­σπα­στι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό. Αυτές οι δυ­νά­μεις απο­δέ­χτη­καν την εκλο­γι­κή πρό­κλη­ση του Ραχόι ως μο­να­δι­κή διέ­ξο­δο και προ­σα­να­το­λί­ζο­νται πλέον στην εκλο­γι­κή μάχη του Δε­κέμ­βρη. 

Το κα­θε­στώς

Το κα­θε­στώς έδει­ξε όλο το προη­γού­με­νο διά­στη­μα το πιο σκλη­ρό του πρό­σω­πο -από την κα­τα­στο­λή στο δη­μο­ψή­φι­σμα, ως την εφαρ­μο­γή του 155 και τις συλ­λή­ψεις των Κα­τα­λα­νών πο­λι­τι­κών ηγε­τών. Επι­χει­ρεί να αξιο­ποι­ή­σει την κα­τα­λα­νι­κή κρίση για να «πυ­κνώ­σει τις γραμ­μές του» και να ανα­συ­ντα­χθεί το κα­θε­στω­τι­κό μπλοκ και το Ισπα­νι­κό Κρά­τος σε συ­ντη­ρη­τι­κή κα­τεύ­θυν­ση, συ­ντρί­βο­ντας-απο­μο­νώ­νο­ντας κάθε αμ­φι­σβή­τη­ση (είτε από τα εθνι­κά κι­νή­μα­τα είτε από το Πο­δέ­μος και το γε­νι­κό­τε­ρο κί­νη­μα αντί­στα­σης). Σε αυτήν τη φάση, ο Ραχόι δεί­χνει να ανα­κτά την πρω­το­βου­λία κι­νή­σε­ων, να κερ­δί­ζει πο­λύ­τι­μο χρόνο και «ηρε­μία» ως το Δε­κέμ­βρη και να κάνει προς ώρας σαφές ότι η «νο­μι­μό­τη­τα» του Ισπα­νι­κού Κρά­τους πα­ρα­μέ­νει αναμ­φι­σβή­τη­τη. Όμως την ίδια ώρα, η «χει­ρουρ­γι­κή» εφαρ­μο­γή του 155 και η προ­κή­ρυ­ξη εκλο­γών στέλ­νουν ένα άλλο μή­νυ­μα: Αφε­νός, τη δυ­να­τό­τη­τα ελιγ­μών από τη μεριά του κα­θε­στώ­τος (που απο­φεύ­γει να «κε­ντρί­σει» το κί­νη­μα και να προ­κα­λέ­σει νέες κρί­σεις). Αφε­τέ­ρου, τα όρια της δύ­να­μής του, που κά­νουν υπο­χρε­ω­τι­κούς και τέ­τοιους ελιγ­μούς. Ο Ραχόι παίρ­νει προ­φα­νώς υπόψη τον «φραν­κι­σμό» που ζει μέσα στο κόμμα του, αλλά πρέ­πει να λει­τουρ­γή­σει και ως «ηγέ­της όλης της Ισπα­νί­ας»  -αυτό είναι το όριο που του επι­βά­λει ελιγ­μούς, όπως η προ­κή­ρυ­ξη εκλο­γών, που πα­ρου­σιά­ζε­ται ως μια «δη­μο­κρα­τι­κή διέ­ξο­δος που θα βάλει τέλος στην ανω­μα­λία του 155». Το κα­θε­στώς δεν έχει την αυ­το­πε­ποί­θη­ση να συ­ντη­ρή­σει το 155 (και να εφαρ­μό­σει τη σκλη­ρή του εκ­δο­χή) ως μό­νι­μη κα­τά­στα­ση, αν θέλει να δια­τη­ρή­σει μια νο­μι­μο­ποί­η­ση πέρα από τις γραμ­μές των συ­ντη­ρη­τι­κών οπα­δών του Λαϊ­κού Κόμ­μα­τος -σε όλο το Ισπα­νι­κό Κρά­τος, και πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο στην Κα­τα­λο­νία. 

Η Αρι­στε­ρά

Σε όλη αυτήν τη δια­δρο­μή, η Αρι­στε­ρά δεν πέ­τυ­χε τον βα­σι­κό στόχο: να συν­δέ­σει τη δια­δι­κα­σία της ανε­ξαρ­τη­το­ποί­η­σης με την ευ­ρύ­τε­ρη αμ­φι­σβή­τη­ση απέ­να­ντι στο κα­θε­στώς του 1978, να ενώ­σει τους οπα­δούς της ανε­ξαρ­τη­σί­ας με τους υπε­ρα­σπι­στές του δι­καιώ­μα­τος στην αυ­το­διά­θε­ση. 
Η CUP επι­χεί­ρη­σε να παί­ξει ρόλο μέσα στο κί­νη­μα, να στη­ρί­ξει δρά­σεις ή και να προ­κα­λέ­σει γε­γο­νό­τα, όπως και να δώσει το δικό της, αρι­στε­ρό, στίγ­μα στο στόχο της «Κα­τα­λα­νι­κής Δη­μο­κρα­τί­ας». Όμως σε ένα βαθμό εγκλω­βί­στη­κε στο ρόλο που είχε επι­λέ­ξει ως συ­νε­πέ­στε­ρη «εγ­γυ­ή­τρια» της δια­δι­κα­σί­ας ανε­ξαρ­τη­το­ποί­η­σης, που την απο­μό­νω­νε από ευ­ρύ­τε­ρες δυ­νά­μεις έξω από το «ανε­ξαρ­τη­σια­κό» μπλοκ. 

Η πλειο­νό­τη­τα της κα­τα­λα­νι­κής Αρι­στε­ράς (όπως εκ­φρά­ζε­ται κυ­ρί­ως από το συμ­μα­χι­κό Catalunya en Comu με επι­κε­φα­λής την Άντα Κο­λά­ου) εντό­πι­σε τα προ­βλή­μα­τα της Δια­δι­κα­σί­ας (την προ­βο­λή του στό­χου της ανε­ξαρ­τη­σί­ας ως «πα­νά­κεια», την πα­ντε­λή έλ­λει­ψη σχε­δί­ου για την εφαρ­μο­γή της, την πό­λω­ση που προ­κα­λού­σε με βάση τις εθνι­κές ταυ­τό­τη­τες, το πέ­ρα­σμα των κοι­νω­νι­κών ζη­τη­μά­των σε δεύ­τε­ρο πλάνο), αλλά απέ­να­ντι σε αυτά, αντί να εμπλα­κεί, επέ­λε­ξε έναν ανα­χω­ρη­τι­σμό που στην ουσία έκλει­νε τα μάτια στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και απλά ευ­χό­ταν το κα­τα­λα­νι­κό ζή­τη­μα να εξα­φα­νι­στεί με κά­ποιο μα­γι­κό τρόπο. Όπως ση­μειώ­νει ο Γιο­ζέπ Μαρία Αντέ­ντας, αυτό λει­τουρ­γεί ως το «πα­ρά­δο­ξο της πα­θη­τι­κό­τη­τας», όπου οι αντι­φά­σεις και οι αρ­νη­τι­κές πτυ­χές μιας κα­τά­στα­σης, οι οποί­ες δι­καιο­λο­γούν μια πα­θη­τι­κή πο­λι­τι­κή, τε­λι­κά κα­τα­λή­γουν μόνο να πα­ρο­ξύ­νο­νται ακρι­βώς ως συ­νέ­πεια αυτής της πα­θη­τι­κό­τη­τας. 

Δυ­νά­μεις όπως οι Anticapitalistas, που επι­χεί­ρη­σαν να κι­νη­θούν σε αυτό το δύ­σκο­λο τοπίο με βάση μια προ­σπά­θεια να συν­δε­θεί το κα­τα­λα­νι­κό ζή­τη­μα με την αμ­φι­σβή­τη­ση του κα­θε­στώ­τος του 1978, να βρε­θεί κοι­νός τόπος ανά­με­σα στους «ανε­ξαρ­τη­σια­κούς» και τον δη­μο­κρα­τι­κό κόσμο της «υπε­ρά­σπι­σης της αυ­το­διά­θε­σης», καθώς και να απο­κτή­σει κοι­νω­νι­κό πε­ριε­χό­με­νο η «Δια­δι­κα­σία», δεν είχαν το μέ­γε­θος να κα­θο­ρί­σουν την πο­ρεία των πραγ­μά­των.

Με ποια πο­λι­τι­κή;

Αυτά που δεν έγι­ναν, πε­ρι­γρά­φουν αυτά τα οποία πρέ­πει να γί­νουν. Οι δυ­νά­μεις που στέ­κο­νται ενά­ντια στην κα­τα­στο­λή του Ραχόι, υπέρ του δι­καιώ­μα­τος στην αυ­το­διά­θε­ση, αλλά δια­τη­ρούν σκε­πτι­κι­σμό απέ­να­ντι στην ανε­ξαρ­τη­σία, οφεί­λουν να ανα­γνω­ρί­σουν ότι μια δια­δι­κα­σία αυ­το­διά­θε­σης είναι ήδη σε εξέ­λι­ξη στην Κα­τα­λο­νία και πρέ­πει να την υπε­ρα­σπι­στεί κα­νείς ως την τε­λι­κή της συ­νέ­πεια. Κυ­ρί­ως, πρέ­πει να ανα­γνω­ρί­σουν ότι η ρήξη με το κα­θε­στώς του 1978 θα πε­ρά­σει και μέσα από τέ­τοιες «μο­νο­με­ρείς» ενέρ­γειες και δεν θα γίνει μέσω δια­λό­γου, με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων και σε­βα­σμού στο στά­τους κβο. Οι δυ­νά­μεις που μά­χο­νται για ανε­ξαρ­τη­σία (από αρι­στε­ρή σκο­πιά) οφεί­λουν να προ­ε­τοι­μα­στούν για σο­βα­ρή μάχη, η οποία για να είναι νι­κη­φό­ρα χρειά­ζε­ται μια διευ­ρυ­μέ­νη κοι­νω­νι­κή βάση στην Κα­τα­λο­νία και -κυ­ρί­ως- συμ­μα­χί­ες στο υπό­λοι­πο Ισπα­νι­κό Κρά­τος. 

Ο συν­δυα­σμός των «μο­νο­με­ρών ενερ­γειών» με μια πο­λι­τι­κή συ­να­δέλ­φω­σης είναι κρί­σι­μος. Η υπε­ρά­σπι­ση της Κα­τα­λα­νι­κής Δη­μο­κρα­τί­ας, συν­δυα­σμέ­νη με μια προ­ο­πτι­κή συ­να­δέλ­φω­σης, ανοι­χτής στους υπο­στη­ρι­κτές της «ομό­σπον­δης» λύσης, μπο­λια­σμέ­νη με τα δη­μο­κρα­τι­κά-κοι­νω­νι­κά αι­τή­μα­τα ενά­ντια στη λι­τό­τη­τα και τον αυ­ταρ­χι­σμό, μπο­ρεί να συ­γκρο­τή­σει το ανα­γκαίο κοι­νω­νι­κό-πο­λι­τι­κό μπλοκ που θα ανα­με­τρη­θεί με το κα­θε­στώς. Ο στό­χος των «συ­ντα­κτι­κών δια­δι­κα­σιών» που προ­τεί­νουν οι Anticapitalistas, ως πρό­τα­ση που θα εμπλέ­ξει τη λαϊκή αυ­τε­νέρ­γεια στην δια­μόρ­φω­ση «αντι-θε­σμών» και θα ενώ­σει δυ­νά­μεις δεί­χνει μα­κρι­νός, αλλά πα­ρα­μέ­νει κρί­σι­μος. 

Αυτά αφο­ρούν το κρί­σι­μο με­σο­διά­στη­μα έως τις εκλο­γές, όπου τί­θε­ται το ζή­τη­μα του να σπά­σει η πα­θη­τι­κό­τη­τα. Η απερ­γία στις 8 Νο­έμ­βρη, η δια­δή­λω­ση στις 11 Νο­έμ­βρη για απε­λευ­θέ­ρω­ση των πο­λι­τι­κών κρα­του­μέ­νων, είναι κρί­σι­μες στιγ­μές όπου θα με­τρη­θεί η δυ­να­τό­τη­τα του κι­νή­μα­τος να πα­ρέμ­βει και πάλι στις εξε­λί­ξεις.  

Προς τις εκλο­γές

Αφο­ρούν επί­σης τις ίδιες τις εκλο­γές. Η πι­θα­νό­τη­τα μποϊ­κο­τάζ δεν προ­κύ­πτει: Ο τρι­κομ­μα­τι­σμός θα δώσει σκλη­ρή μάχη να ανα­λά­βει τον έλεγ­χο της Χε­νε­ρα­λι­τάτ και απέ­να­ντι σε αυτήν την πρό­κλη­ση, τα κόμ­μα­τα του Junts Pel Si δή­λω­σαν εξαρ­χής ότι θα συμ­με­τέ­χουν και το ίδιο μάλ­λον προ­σα­να­το­λί­ζο­νται να κά­νουν και οι αρι­στε­ροί σχη­μα­τι­σμοί.

Σε αυτήν τη μάχη ένα μέ­τω­πο «όλων ενά­ντια στο 155» δεν μπο­ρεί να λει­τουρ­γή­σει προ­ω­θη­τι­κά. Θα λει­τουρ­γή­σει απω­θη­τι­κά στους αρι­στε­ρούς μη-ανε­ξαρ­τη­σια­κούς, θα είναι κενό θε­τι­κού συ­νε­κτι­κού πε­ριε­χο­μέ­νου (πέρα από το «αρ­νη­τι­κό» πρό­ση­μο ενά­ντια στο 155), και θα υπο­τάσ­σει μα­χη­τι­κές δυ­νά­μεις στην ηγε­σία Που­τζ­δε­μόν, η οποία πέρα από τα υπό­λοι­πα προ­βλή­μα­τά της, δεν έχει κα­τα­θέ­σει καν σο­βα­ρό σχέ­διο που να δεί­χνει ότι εν­νο­εί σο­βα­ρά την υπε­ρά­σπι­ση της Κα­τα­λα­νι­κής Δη­μο­κρα­τί­ας σε πε­ρί­πτω­ση εκλο­γι­κής νίκης. 

Όμως θα χρεια­στεί προ­σο­χή απέ­να­ντι σε μια λο­γι­κή «τρί­του πόλου» που μπο­ρεί να κα­θο­ρί­ζε­ται από μια προ­σκό­λη­ση στους υπάρ­χο­ντες θε­σμούς και μια «εξ αρι­στε­ρών» υπε­ρά­σπι­ση της ακε­ραιό­τη­τας του Ισπα­νι­κού Κρά­τους. 

Το ιδα­νι­κό σε­νά­ριο θα ήταν να βρε­θεί κοι­νός τόπος με­τα­ξύ δυ­νά­με­ων όπως η CUP και η Catalunya en Comu και το Podem (Podemos Κα­τα­λο­νί­ας), που θα ση­μα­το­δο­τεί τη ρήξη και με την «επί­ση­μη» ηγε­σία της ανε­ξαρ­τη­σί­ας και με τη ρου­τι­νιά­ρι­κη υπε­ρά­σπι­ση του στά­τους κβο, σε μια λο­γι­κή «ρήξης με το κα­θε­στώς του 1978». Μια τέ­τοια δύ­να­μη θα μπο­ρού­σε από κα­λύ­τε­ρες θέ­σεις, και ανε­ξάρ­τη­τα, να παί­ξει ρόλο στη μάχη ενά­ντια στον τρι­κομ­μα­τι­σμό του «155». 

Η κρίση θα συ­νε­χι­στεί

Γιατί επό­με­νη μέρα θα υπάρ­ξει. Το κα­θε­στώς δεν μπο­ρεί να επι­λύ­σει την κρίση -ακό­μα και οι προ­σω­ρι­νές του επι­τυ­χί­ες με­σο­πρό­θε­σμα μάλ­λον υπο­σκά­πτουν ακόμα πε­ρισ­σό­τε­ρο τη συ­νο­χή του. Η πο­λι­τι­κή ηγε­σία του κα­τα­λα­νι­κού εθνι­κι­σμού επί­σης δεν μπο­ρεί να ξε­πε­ρά­σει τα όριά της -και θα βρί­σκε­ται διαρ­κώς αντι­μέ­τω­πη με τον «δαί­μο­να» τον οποίο απε­λευ­θέ­ρω­σε άθελά της. Οι εκλο­γές μπο­ρεί να δεί­χνουν ως «σω­σί­βιο» σή­με­ρα για τα αστι­κά κόμ­μα­τα σε Μα­δρί­τη και Βαρ­κε­λώ­νη, αλλά μπο­ρεί εύ­κο­λα να απο­δει­χθεί λύση πολύ σύ­ντο­μης διάρ­κειας. 

Η ανά­παυ­λα που χα­ρί­ζει η κάλπη μπο­ρεί να οδη­γή­σει σε νέα, ακόμα πιο άλυτα (χωρίς την επι­λο­γή της κάλ­πης πια...) αδιέ­ξο­δα... 

*Ανα­δη­μο­σί­ευ­ση από την Ερ­γα­τι­κή Αρι­στε­ρά Νο 395

Ετικέτες