Οι Θέσεις για το 2ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, εξακολουθούν να θεωρούν ότι ως κυβέρνηση ασκούν «αριστερή» πολιτική παρά το ασφυκτικό πλαίσιο που τους έχουν επιβάλλει οι δανειστές.

Όμως, κατά τη γνώμη μου, βασικό συστατικό στοιχείο για ένα Αριστερό Κόμμα είναι ότι υπάρχει για να οργανώσει και να εκπροσωπήσει τον κόσμο της εργασίας, με σκοπό την αλλαγή του κοινωνικού και πολιτικού συστήματος. Δυστυχώς, αυτό που βλέπουμε, και όχι μόνο με τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι πολλά προοδευτικά κόμματα είτε είναι σοσιαλιστικά είτε κομμουνιστικά είτε γενικά αριστερά, από τη στιγμή που κυβέρνησαν έγιναν μέρος του αστικού συστήματος.

Το σύνθημα, λοιπόν, «πρώτη φορά Αριστερά», που προβάλλει συνεχώς η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, θα είχε νόημα αν πράγματι υλοποιούσε μια αριστερή πολιτική. Ξέχωρα ότι είναι ανιστόρητο και πολιτικά λάθος. Και είναι λάθος, επειδή η αριστερά στην Ελλάδα έχει κυβερνήσει, ξανά, το 1981, με την εκλογή του ΠΑΣΟΚ, το οποίο είχε ένα σαφώς πολύ πιο αριστερό πρόγραμμα από αυτό του ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, η ελληνική Αριστερά έχει συμμετάσχει σε κυβερνήσεις «εθνικής ενότητας», μαζί με αστικά κόμματα, τόσο το 1944 με το ΕΑΜ, το οποίο είχε έξι υπουργούς στην τότε κυβέρνηση, όσο και το 1989 στη συγκυβέρνηση του ενιαίου Συνασπισμού (ΚΚΕ-ΕΑΡ) με τη Νέα Δημοκρατία. Και στις δυο περιπτώσεις το αποτέλεσμα ήταν καταστροφικό.

Τα ερωτήματα, που τίθενται, είναι τα εξής: Ποιες είναι οι αιτίες που οδηγούν στον εκφυλισμό πολλών κομμάτων της αριστεράς όταν αυτά κυβερνούν; Γιατί η συμμετοχή αυτών των κομμάτων στην εξουσία δεν καταλήγει σε δυσλειτουργίες του καπιταλιστικού συστήματος; Γιατί, κόμματα με στόχους σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, όταν έρχονται στην εξουσία μεταλλάσσονται;

Η απάντηση είναι απλή: Η αποδοχή, από μέρους τους, των κανόνων του συστήματος και η διαχείριση του αστικού κράτος, είναι οι παράγοντες που τα αναγκάζουν να μη λειτουργούν ανταγωνιστικά προς το σύστημα και φυσικά να μη φτάνουν σε ριζοσπαστικές ανατροπές. Είναι αυτό ακριβώς που έπαθε το ΠΑΣΟΚ. Είναι αυτό ακριβώς που έπαθε η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία έχοντας αυταπάτες για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ρόλο του ευρώ, και ότι μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα τους κρατικούς θεσμούς, τελικά οδηγήθηκε στο συμβιβασμό και στην αποδοχή του 3ου Μνημονίου.

Ίσως, κάποιοι/-ες αναρωτηθούν: «τελικά, δεν υπάρχει καμία λύση;», «είναι όλοι ίδιοι;». Σαφώς υπάρχει λύση και βεβαίως δεν είναι όλοι ίδιοι. Η λύση είναι πως ένα κόμμα της Αριστεράς θα πρέπει, από θέση αρχής, να λειτουργεί ανταγωνιστικά προς το σύστημα και την αστική ιδεολογία, και να λειτουργεί ως αυτό που πραγματικά θα πρέπει να είναι: μια οργάνωση εκπροσώπησης των «από κάτω».

Με βάση αυτήν την αρχή, όταν η Αριστερά αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση μιας χώρας, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση και υπό κανενός είδους συνθήκες να οριστεί ως διαχειριστής των αστικών υποθέσεων. Αντίθετα, θα πρέπει πολύ γρήγορα να ενισχύσει τις μορφές εξουσίας των «από κάτω», μέσα από λαϊκές συνελεύσεις και από μορφές εργατικού ελέγχου στις επιχειρήσεις. «Στην αντίθετη περίπτωση μια κυβέρνηση της Αριστεράς είτε θα βουλιάξει είτε θα γίνει όμηρος των αστικών θεσμών», όπως λέει ο Sabado. Το σημείο αυτό είναι αποφασιστικής σημασίας, όπως επισημαίνει ο Αλτουσέρ, διότι ένα κόμμα της Αριστεράς δεν μπορεί ποτέ να μπει στην κυβέρνηση «...για να ‘’διαχειριστεί’’ τις υποθέσεις του αστικού κράτους. Μπαίνει στην κυβέρνηση, μόνο για να δυναμώσει τον ταξικό αγώνα και να προετοιμάσει την ανατροπή του αστικού κράτους...». Μπορεί κανείς να δει αντιστοιχίες με την κυβέρνηση  ΣΥΡΙΖΑ;

Εδώ μπορεί να τεθεί ένα καινούριο ερώτημα: από τι, τελικά, καθορίζεται αν ένα κόμμα τοποθετείται στην Αριστερά ή όχι;

Με βάση τα προαναφερθέντα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η τοποθέτηση ενός πολιτικού σχηματισμού στην Αριστερά κρίνεται στην ολότητά του και όχι μονοδιάστα. Κρίνεται από τον ταξικό του προσανατολισμό, την ηγεσία του, την κοινωνική του σύνθεση, την ιδεολογική του συγκρότηση, το πολιτικό του πρόγραμμα, την οργανωτική του δομή, την απήχησή του ή όχι στις οργανώσεις της εργατικής τάξης, και πρωτίστως από τη καθημερινή του πρακτική και τη κυβερνητική του πολιτική, οι οποίες καθορίζονται από τη στρατηγική του και από την πολιτική του πρόταση.

Αν αυτά είναι ορθά, τότε ένα κόμμα της Αριστεράς που εγκαταλείπει τη δική του στρατηγική για να υιοθετήσει τη στρατηγική των εκ δεξιών αντιπάλων του, έχει πλέον μεταμορφωθεί σε αριστερή πτέρυγα του συστήματος και σε μια αστική αριστερά. Αυτό έπαθε το ΠΑΣΟΚ, αυτό έπαθε και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Τέλος, όσοι/-ες τοποθετούμαστε στην Αριστερά, δεν είμαστε «κρατιστές», όπως μας κατηγορούν. Αντίθετα, θέλουμε τον μαρασμό του κράτους και γι’ αυτό είμαστε υπέρ των δημοσίων αγαθών, της Κοινωνικοποίησης των επιχειρήσεων και της Αυτοδιαχείρισης και σαφώς ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις.

Για να μπορέσουμε, λοιπόν, να αλλάζουμε συνεχώς τους συσχετισμούς υπέρ των δυνάμεων της εργασίας, δεν πρέπει να αντιγράφουμε το ιεραρχικό μοντέλο του κράτους και βεβαίως δεν πρέπει να ταυτιζόμαστε μαζί του.

Μια τέτοια Αριστερά θέλουμε και γι’ αυτούς τους λόγους είμαστε και παραμένουμε στην Αριστερά, παρά τον σφετερισμό του τίτλου από τον ΣΥΡΙΖΑ.

(*) Το εν λόγω άρθρο δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα των Συντακτών», 7-10-2016.

Ετικέτες