Τα καθήκοντα του ΣΥΡΙΖΑ μπροστά στο νέο γύρο αγώνων.
Μετά την πολιτική επιστράτευση των απεργών του Μετρό-μνημείο αυταρχισμού και σαφέστατη ένδειξη ότι ανάμεσα στις άμεσες προτεραιότητες της συγκυβέρνησης των μνημονίων είναι η ποινικοποίηση και καταστολή των εργατικών αντιστάσεων-η σπίθα που άναψε στα αμαξοστάσια δε λέει να σβήσει.
Ήδη οι εργαζόμενοι στα λεωφορεία και τα τρόλεϊ συνεχίζουν τις απεργιακές κινητοποιήσεις μέχρι και τη Δευτέρα, τουλάχιστον. Οι εργάτες των Ναυπηγείων Ελευσίνας έχουν ξεκινήσει από την περασμένη εβδομάδα απεργία διαρκείας, ενώ τα τρακτέρ των αγροτών εμφανίστηκαν ξανά «θυμωμένα» σε αρκετές περιοχές της χώρας. Στις 31/1 υπάρχει η Πανυγειονομική απεργία, ενώ την ίδια μέρα η ΠΝΟ καταβαίνει σε 48ωρη απεργία. Επίσης, οι δημοσιογράφοι στα δημόσια ΜΜΕ ξεκινούν από την αρχή της εβδομάδας στάσεις εργασίας. Ένα νέος γύρος εργατικών αγώνων έχει ήδη ξεκινήσει.
Τα κάθε είδους αστικά επιτελεία κατανοούν ότι η ισοπέδωση των εργατικών κατακτήσεων, η αμφισβήτηση δημοκρατικών δικαιωμάτων και συνδικαλιστικών ελευθεριών, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, δεν θα είναι περίπατος. Η επιθετικότητα των πολιτικών εκπροσώπων του κεφαλαίου, είναι λογικό να γεννά τη δίκαιη εργατική-λαϊκή διαμαρτυρία και διεκδίκηση. Παρά την εικόνα του αποφασισμένου Σαμαρά που θα τελειώσει μια και καλή με τις «συντεχνίες», ο πανικός τους δεν μπορεί να κρυφτεί. Για αυτό και η όξυνση του αυταρχισμού, για αυτό και η καταφυγή στη στρατηγική της έντασης. Η απόπειρα νομιμοποίησης των ακραίων πολιτικών λιτότητας με επικοινωνιακά τεχνάσματα και ανεδαφικές κορώνες περι «ανάκαμψης», λογοδοτούν στα ίδια αδιέξοδα.
Την ίδια στιγμή όμως, η πραγματικότητα της κρίσης (μειώσεις μισθών και συντάξεων, νέοι φόροι, εκτίναξη της ανεργίας κλπ.) γίνεται ολοένα και αγριότερη για την κοινωνική πλειοψηφία. Σε αντίθεση λοιπόν με το τι ακολούθησε την ψήφιση των δύο πρώτων Μνημονίων, η οριακή ψήφιση των μέτρων σφαγείο του 3ου Μνημονίου, δεν επέβαλε την ολοκληρωτική υποχώρηση στο κίνημα, όπως αρκετοί (και μέσα στην Αριστερά) υποστηρίζουν.
Αντίθετα, οι δρόμοι γέμισαν οργή με τον πολυήμερο αγώνα ενάντια στις διαθεσιμότητες στους ΟΤΑ, τα υπουργεία, τους δημόσιους οργανισμούς, τα πανεπιστήμια, με καταλήψεις και δυναμικές διαδηλώσεις σχεδόν καθημερινά. Ακολούθησαν οι μαζικές πορείες καταδίκης απέναντι στις κατασταλτικές επιχειρήσεις της ΕΛ.ΑΣ. και τους φασίστες και φυσικά η απεργία διαρκείας στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και το Μετρό. Όλοι αυτοί οι αγώνες συντήρησαν τον τόνο της αντιπαράθεσης του εργατικού κινήματος και του κόσμου των αντιστάσεων, με την κυβέρνηση της φτώχειας και το αστυνομικό κράτος, στο διάστημα μετά τη μεγάλη μάχη της 48ωρης απεργίας (6-7/11).
Η αποσπασματικότητα όλων αυτών των αγώνων, ο ελλιπής συντονισμός τους, η μη αποφασιστική τους στήριξη από τις δυνάμεις της Αριστεράς και η δυσκολία μεμονωμένων νικών χωρίς γενικότερη πολιτική ανατροπή, είναι το πρόσφορο έδαφος ώστε διάφοροι «κοινωνιολογούντες» να υιοθετούν εύκολες αναλύσεις, που καταλήγουν μόνιμα στο (ηττοπαθές και αντιδιαλεκτικό) συμπέρασμα ότι «ο κόσμος δεν τραβάει».
Οι εργατικοί αγώνες τους τελευταίου διαστήματος, αποδεικνύουν ότι ο κόσμος της εργασίας μπήκε σε κίνηση και αντιστάθηκε, αλλά δε νίκησε. Στις νέες αναμετρήσεις που φαίνεται να πυροδοτούνται, χρειάζεται να επικεντρωθούμε σε τρεις βασικές κατευθύνσεις, που θα ενισχύσουν αποφασιστικά τη δυναμική των εργατικών αγώνων, ώστε να μπλοκάρουμε τη μνημονιακή μηχανή και να θέσουμε τους όρους για την ανατροπή της κυβέρνησης Σαμαρά και των πολιτικών της εξαθλίωσης, για την ανατροπή των κοινωνικών-πολιτικών συσχετισμών που διαμορφώνει η λαίλαπα των απανωτών μέτρων λιτότητας.
α) Συντονισμός και κλιμάκωση των κινητοποιήσεων και ένα κέντρο αγώνα που θα υπερβεί την αδράνεια της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας.
Στη διάρκεια των περασμένων μηνών υπήρξαν πολλές ευκαιρίες συντονισμού των επιμέρους αγώνων που ξέσπασαν, ώστε να κερδίσουν σε μαζικότητα και αποτελεσματικότητα. Από τα πρωτοβάθμια και τους 151 φορείς και οργανισμούς του δημοσίου, έως τα σωματεία όλων των μέσων μεταφοράς σήμερα. Το καθήκον της κλιμάκωσης και της επέκτασης των απεργιών και σε άλλους κλάδους, πέφτει φυσιολογικά στις ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ. Όμως, η προδοτική παραλυσία των ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ, που ουσιαστικά στηρίζουν τις εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές, ρίχνει το βάρος στις παρατάξεις της Αριστεράς, με όσες δυνάμεις και αν διαθέτουν στους τόπους δουλειάς και στη μεγάλη δεξαμενή των αγωνιστών της βάσης, που δείχνουν διάθεση για σύγκρουση μέχρι τέλους. Είναι ενδεικτικό ότι σε όσα σωματεία γίνονται εκλογές, τα αριστερά ψηφοδέλτια (ειδικά του ΣΥΡΙΖΑ) γίνονται το εργαλείο έκφρασης της αγανάκτησης της βάσης απέναντι στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Ένας συντονισμός ομοσπονδιών και πρωτοβάθμιων σωματείων, με πρωτοβουλία των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ, σε συμπαράταξη με τα αγωνιστικά κομμάτια της ΠΑΣΚΕ και τους συντρόφους του ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μπορεί να αποτελέσει το ενωτικό κέντρο αγώνα, κόντρα στον αδιέξοδο απομονωτισμό του ΠΑΜΕ και στους Παναγόπουλους των «διαλόγων». Ενός κέντρου που δε θα αφήνει κανέναν αγώνα μόνο του, που θα οργανώνει την ταξική αλληλεγγύη, που θα «ξεκολλάει» τα κενά διαστήματος του κινήματος, που θα διεκδικεί και θα υπερασπίζεται δικαιώματα για τους εργαζόμενους, για τους ανέργους, για τους συνταξιούχους.
β) Πρωτοβουλίες που θα απλώσουν την εργατική αντίσταση σε όλη την κοινωνία και θα την κάνουν υπόθεση όλου του λαού.
Η λογική του «ώριμου φρούτου» και η αποχή από το καθήκον οργάνωσης και συμπαράστασης στις ζόρικες ταξικές αναμετρήσεις, που δυστυχώς τείνει να γίνει συνήθεια στην πλειονότητα των τοπικών οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να λήξει εδώ. Ο προσανατολισμός των δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς, σχεδόν αποκλειστικά στις-απαραίτητες, αλλά όχι αρκετές-δομές αλληλεγγύης ή πχ στα προβλήματα των εμπόρων, τη στιγμή που ολόκληρα κομμάτια της τάξης μας υπερασπίζονται τα δημόσια κοινωνικά αγαθά (συγκοινωνίες, κοινωνικές υπηρεσίες δήμων, νοσοκομεία, ρεύμα κλπ.), τα οποία αφορούν όλες και όλους μας, δε μας αντιστοιχεί.
Οι δεκάδες εξορμήσεις σε εργατικούς χώρους και γειτονιές για την προετοιμασία της τελευταίας 48ωρης απεργίας, τα πολυπληθή μπλοκ του ΣΥΡΙΖΑ που μαζικοποίησαν τις μεγάλες συγκεντρώσεις σε κάθε γωνία της χώρας, τη βραδιά ψήφισης του μνημονίου, έδειξαν τις δυνατότητες. Ήταν μια πετυχημένη τακτική που γέμισε αισιοδοξία τον κόσμο μας και έδωσε στο ΣΥΡΙΖΑ «αέρα» ακόμα και στις δημοσκοπήσεις. Στάση που δεν επαναλήφθηκε ούτε στον αγώνα των Δήμων, ούτε στον αντίστοιχο του Μετρό, όπου την τελευταία μέρα μόνο ρίξαμε δυνάμεις για να υποστηρίξουμε τους απεργούς.
Η πανυγειονομική και όχι μόνο απεργία στις 31/1 και η καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ για την υπεράσπιση της δημόσιας υγείας που καταρρέει, μπορούν να γίνουν κεντρικό περιεχόμενο δράσης των τοπικών οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ, να βαθύνουν τη συμπαράσταση στους κλάδους που παλεύουν για τις κατακτήσεις όλων μας, να ακυρώσουν τον κοινωνικό αυτοματισμό, να σπάσουν το κλίμα εκφοβισμού και καταστολής που καλλιεργεί η κυβέρνηση.
Κάθε υποχώρηση στις επιθέσεις περι «νομιμότητας», κάθε υποτίμηση εμπλοκής στα μέτωπα που ξεσπούν και αντιπαλεύουν πτυχές των βάρβαρων μνημονίων, στο όνομα του «ρεαλισμού» και της «κοινωνικής ειρήνης», είναι απαγορευτική.
γ) Πολιτική κάλυψη και ολόπλευρη στήριξη από την Αριστερά και ειδικά από τον ΣΥΡΙΖΑ, κάθε εργατικού αγώνα και κινητοποίησης. Η πολιτικοποίηση των αιτημάτων και ο στόχος μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.
Ο αποκλειστικά συνδικαλιστικός αγώνας, ακόμα και ο πιο μαχητικός, δεν φτάνει από μόνος του για να φέρει τη νίκη. Κάθε απεργιακό ξέσπασμα στους εργασιακούς χώρους και τα αιτήματα που βάζει, πρέπει να γίνονται αστραπιαία μέρος τους προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ και να εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιο ριζοσπαστικών αλλαγών μιας κυβέρνησης της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η Αριστερά γενικότερα εκπροσωπούν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, είναι οι πολιτικοί εκφραστές των εργατικών αγώνων και της δίκαιης κοινωνικής διαμαρτυρίας. Και εκεί πρέπει να ρίξουμε το βάρος της δουλειάς μας, η οποία πρέπει να συναντιέται με τα κινήματα ανυπακοής, τα δίκτυα αλληλεγγύης, τα αντιφασιστικά μέτωπα. Η επαναφορά των μισθών και των συντάξεων, η επανάκτηση των συλλογικών συμβάσεων, η αμφισβήτηση του εργοδοτικού δικαιώματος, η καταπολέμηση της μαύρης εργασίας, η προστασία των ανέργων, μπορούν γίνουν πράξη μόνο ως μέρος μιας κυβερνητικής πολιτικής «ταξικής μονομέρειας», σε βάρος των «από πάνω». Μέτρα που η υλοποίησή τους συμβαδίζει με γενικότερες ριζοσπαστικές πολιτικές άντλησης πόρων, μέσω της εθνικοποίησης των τραπεζών και των ΔΕΚΟ στρατηγικής σημασίας, τη βαριά φορολογία του πλούτου, την κατάργηση των μνημονίων και τη διαγραφή του χρέους.
Ο προσανατολισμός στο οργανωμένο εργατικό κίνημα, εξαιτίας του κομβικού ρόλου που παίζει στην παραγωγή και της δυνατότητάς του να την παραλύει, η αναζωογόνηση των σωματείων και η δημιουργία νέων, ειδικά στον ιδιωτικό τομέα, είναι επείγουσα ανάγκη. Συγχρόνως, μόνο με συνδικάτα-εργαλεία μάχης που θα γίνουν τα αυριανά στηρίγματα μιας κυβέρνησης της Αριστεράς και θα αμυνθούν στις επιθέσεις της αντίδρασης, μπορεί να επιβληθεί το πρόγραμμα που θα εκπροσωπεί τα συμφέροντα των εργαζομένων και της νεολαίας. Το αντίπαλο στρατόπεδο τρόϊκας, κυβέρνησης και αφεντικών αντιλαμβάνεται τη δυναμική μιας τέτοιας διαδικασίας. Φοβάται και χτυπάει τις εργατικές αντιστάσεις για να μας αποδυναμώσει. Ήρθε η στιγμή να επιβεβαιώσουμε τους φόβους του και να κάνουμε πράξη το σύνθημα «οι συγκοινωνίες ήταν η αρχή, ήρθε η ώρα της ανατροπής».
*μέλος της ΚΕ και του τμήματος εργατικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ