Ο Μητσοτάκης ανέβηκε φέτος στη ΔΕΘ έχοντας ένα συγκεκριμένο πολιτικό στόχο: Να δημιουργήσει συνθήκες «επανεκκίνησης» της κυβέρνησής του, δηλαδή να ανακόψει την πολιτική φθορά που προκαλεί η λαϊκή δυσαρέσκεια, που προκαλεί η οργή που τροφοδοτήθηκε από τα συμπεράσματα του κόσμου μπροστά στις καταστροφές του φετινού καλοκαιριού.
Οι πυρκαγιές υπήρξαν (κατά το φιλοκυβερνητικό «Βήμα») «μέγα πλήγμα», του οποίου οι πολιτικές συνέπειες θα «είναι βέβαιες». Γιατί ήρθαν να επιβεβαιώσουν τα συμπεράσματα από τις εμπειρίες μέσα στην πανδημία, στρέφοντας πλατύτατα λαϊκά στρώματα προς την εκτίμηση ότι οι περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες και η μείωση του προσωπικού στις κοινωνικές υπηρεσίες είναι πολιτικές εξαιρετικά επικίνδυνες για τη ζωή της κοινωνικής πλειοψηφίας. Την ίδια στιγμή, η ακρίβεια έχει κάνει κουρέλι το αφήγημα ότι η «ελευθερία των αγορών» είναι θετική αξία.
Σε αυτή την κατάσταση, όπου η συγκυρία φωνάζει δυνατά ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός», η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρουσίασε συμπτώματα παράλυσης. Το φιάσκο του ανασχηματισμού υπήρξε ψυχρολουσία ακόμα και για τους καλύτερους φίλους της μέσα στην κυρίαρχη τάξη.
Όλες οι ελπίδες περί «επανεκκίνησης» εναποτέθηκαν στις πρωθυπουργικές παρεμβάσεις στη ΔΕΘ, την ώρα που ακόμα και οι πιο φιλοκυβερνητικές εφημερίδες άρχιζαν τις μανούβρες προς την αναζήτηση συναινετικών πολιτικών προοπτικών, την ώρα που στο εσωτερικό της «βαθιάς Δεξιάς» άρχιζαν να ακούγονται απειλητικές φωνές διαφοροποίησης.
Ο Μητσοτάκης δήλωνε ότι είχε ως διαφυγή την οικονομία: να αξιοποιήσει την «ανάπτυξη», να μοιράσει «μέρισμα» στις λαϊκές τάξεις, να επανασυσπειρώσει το κυβερνητικό στρατόπεδο, να διεκδικήσει ως αναμφισβήτητο το ηγετικό δικαίωμα στην επόμενη διετία της κυβερνητικής θητείας (αποκηρύσσοντας, κατόπιν εορτής, τις σκέψεις για εκλογικό αιφνιδιασμό) και να βάλει ίσως τα θεμέλια για ηγεμονία στην επόμενη μακρά περίοδο, εξ’ ου και η αναφορά του σε κυβερνητικό ορίζοντα… δεκαετίας. (Υπενθυμίζουμε ότι ο προηγούμενος αρχηγός της Δεξιάς που είχε αυτοανακηρυχθεί σε «ηγέτη δεκαετίας» ήταν ο Κ. Καραμανλής ο νεότερος, και το έκανε λίγους μήνες πριν την οριστική απόσυρσή του από την ενεργό πολιτική ζωή).
Αυτός ο σχεδιασμός επιχειρήθηκε με την ομιλία και τη συνέντευξη Μητσοτάκη στη ΔΕΘ και αποδείχθηκε άσφαιρος και λίγος. Έχουμε κατ’ επανάληψη υποστηρίξει ότι η εικόνα «εκτίναξης» της ελληνικής οικονομίας είναι πλαστή και παραπειστική, και αυτό το στοιχείο τοποθετεί ένα «πλαίσιο» για τους ελιγμούς του Μητσοτάκη, που γνωρίζει ότι από το 2023 επανέρχεται σε ισχύ το Σύμφωνο Σταθερότητας και η υποχρέωση της κυβέρνησης για πολιτική διασφάλισης «πλεονασμάτων». Επίσης, η κοινή πείρα πλέον πείθει και τον πιο δύσπιστο ότι ο Μητσοτάκης είναι βαθιά εχθρικός απέναντι σε κάθε πολιτική πραγματικής ενίσχυσης των εργατικών και λαϊκών μαζών.
Αυτά επιβεβαιώθηκαν πλήρως στο περιεχόμενο των πρωθυπουργικών εξαγγελιών στη ΔΕΘ. Τα δημοσιεύματα που προανήγγειλαν στροφή σε πολιτική «παροχών» διαψεύστηκαν με πάταγο.
Ο Μητσοτάκης όχι μόνο δεν τόλμησε να δώσει το μοναδικό «μέρισμα» που θα μπορούσε να είναι πραγματικό (αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις που παραμένουν στον «πάγο» για μακρά περίοδο), αλλά έκανε πίσω ακόμα και στην προαναγγελθείσα στοιχειώδη αποκατάσταση της νομιμότητας: το χαράτσι της Εισφοράς Αλληλεγγύης (που επιβλήθηκε το 2011 ως έκτακτη υποχρέωση προσωρινού χαρακτήρα) θα εξακολουθεί να βαρύνει τους συνταξιούχους και τους δημόσιους υπαλλήλους και για το 2022, ενώ η υπεσχημένη μείωση στον ΕΝΦΙΑ (που επίσης επιβλήθηκε ως έκτακτο-προσωρινό μέτρο στη μνημονιακή περίοδο) αφέθηκε να συγκεκριμενοποιηθεί… αργότερα, κατά τη συζήτηση του επόμενου προϋπολογισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι «παροχές» του Μητσοτάκη ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, ψιλοφιλοδωρήματα για να λειτουργήσουν προπαγανδιστικά. Όμως ακόμα κι αυτά τα φιλοδωρήματα ενέχουν κινδύνους διάβρωσης των εργατικών δικαιωμάτων.
Ας δούμε το παράδειγμα του «πρώτου ενσήμου», πάνω στο οποίο ο Μητσοτάκης προσπάθησε να φιλοτεχνήσει μια εικόνα ενδιαφέροντος της κυβέρνησής του για την ανεργία των νέων. Τα 600 ευρώ ανά νεοπροσλαμβανόμενο είναι για την επιχείρηση μια υπολογίσιμη -μαζί με τις άλλες επιχορηγήσεις- μείωση του κόστους του εργατικού μισθού. Για τον εργαζόμενο -αν θα τα παίρνει πραγματικά, γιατί οι επιχειρήσεις παράτυπα αλλά μαζικά αφαιρούν αυτά τα «δώρα» από τον καταβαλλόμενο μισθό- θα είναι ψίχουλα.
Το χειρότερο με αυτά τις «έξυπνες ιδέες» είναι ότι δημιουργούν κι άλλες παρενέργειες: όπως έχει αποδειχθεί στα τελευταία 20 χρόνια, αυτές οι «ενεργητικές μορφές στήριξης της απασχόλησης» δημιουργούν κίνητρο στους εργοδότες να αντικαθιστούν παλαιότερο εργατικό δυναμικό με νεότερο, με στόχο να καρπωθούν τις επιχορηγήσεις. Οι καπιταλιστές καθοδηγώντας το ρυθμό των απολύσεων/προσλήψεων αρπάζουν το σύνολο των επιχορηγήσεων, ενώ διατηρούν το γενικό επίπεδο της πραγματικής μέσης απασχόλησης στο επίπεδο που απαιτούν τα συμφέροντά τους.
Ακριβώς το ίδιο ισχύει και με την πολυδιαφημισμένη κρατική στήριξη απέναντι στην εκρηκτική άνοδο των τιμών στην ενέργεια. Ο Μητσοτάκης δήλωσε ότι θα αφήσει απολύτως ανενόχλητη τη διαδικασία ανατιμήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα. Η τάχα γενναιόδωρη κρατική ενίσχυση στους καταναλωτές θα έχει προσωρινό χαρακτήρα και αυτοί που δουν υπολογίσιμο όφελος θα είναι οι μεγάλοι καταναλωτές, δηλαδή οι ενεργοβόρες βιομηχανίες. Μετά τη λήξη της προσωρινής περιόδου των «ενισχύσεων», τα μεν νοικοκυριά θα αφεθούν απροστάτευτα μπροστά στις υψηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος σε όλη την Ευρώπη, ενώ για τις επιχειρήσεις όλο και κάποια νέα λύση θα βρεθεί.
Ο Μητσοτάκης υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει το γενικό πρόβλημα της ακρίβειας, μιλώντας για πληθωρισμό 1,9% στην Ελλάδα. Η σύγκριση με το μέσο πληθωρισμό στην ευρωζωνη (3%), το μόνο που σημαίνει είναι ότι η τάση θα εξακολουθήσει να είναι ανοδική στην Ελλάδα. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι παγωμένοι μισθοί και συντάξεις στην Ελλάδα χάνουν αγοραστική δύναμη με ρυθμό 2% ετησίως. Οι εργαζόμενοι δεν καταναλώνουν τα προϊόντα που διαμορφώνουν το «καλάθι» του πληθωρισμού, υποχρεώνονται να αγοράζουν τα είδη πλατιάς καθημερινής κατανάλωσης, όπου η άνοδος των τιμών είναι υπερπολλαπλάσια του μέσου όρου του 2%. Απέναντι σε αυτήν τη μάστιγα, το μόνο που βρήκε να ψελλίσει ο Μητσοτάκης ήταν μια προσωρινή μείωση του ΦΠΑ σε συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων. Είναι προφανώς ένα μέτρο απολύτως ανεπαρκές, που δεν θα έχει αισθητό αποτέλεσμα για τον κόσμο, ενώ ωφελημένοι θα βγουν οι «πρωταθλητές» της κερδοφορίας κατά την πανδημία, δηλαδή οι όμιλοι των εμπορικών επιχειρήσεων.
Αν όμως ο Μητσοτάκης αναδείχτηκε ιδιαίτερα τσιγκούνης σε ό,τι αφορά τους εργαζόμενους, για άλλη μια φορά αποδείχθηκε γενναιόδωρος απέναντι στους καπιταλιστές: η πολιτική μείωσης των φόρων και των εισφορών θα συνεχιστεί, ενώ σε αυτήν προστίθεται η σημαντική μείωση της φορολόγησης στις διαδικασίες συγκέντρωσης του κεφαλαίου (εξαγορές-συγχωνεύσεις). Οι ιδιωτικοποιήσεις παρουσιάστηκαν ως το βασικό επίτευγμα της κυβέρνησης (αεροδρόμια, λιμάνια, ΔΕΔΔΗΕ, ΔΕΠΑ, Επικουρική Ασφάλιση κ.ά.), ενώ ο Μητσοτάκης έβαλε στη βιτρίνα τον τομέα της Υγείας, ακόμα και της αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών, απευθύνοντας πρόσκληση για δραστηριοποίηση των ιδιωτικών κεφαλαίων. Στην ίδια κατεύθυνση θα λειτουργήσει η μείωση της φορολόγησης στις γονικές παροχές. Στις περιπτώσεις των απλών ανθρώπων το όφελος θα είναι από μικρό ως αμελητέο, ενώ γίνεται σημαντικό στις υποθέσεις των ανώτερων μεσοστρωμάτων και ακόμα πιο σημαντικό στις μεταβιβάσεις των κολοσσιαίων περιουσιών της αστικής τάξης.
Δεν πρέπει να υποτιμηθούν κάποιες άλλες πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής: Την ώρα που ακόμα και ευρωπαϊκοί θεσμοί καταγγέλουν το ελληνικό κράτος για βάρβαρες παραβιάσεις των δικαιωμάτων των προσφύγων και των μεταναστών, ο Μητσοτάκης επανέλαβε το στόχο περί «μηδενικών ροών», συμπληρώνοντας με νόημα ότι «τη δουλειά θα κάνει η αστυνομία και το λιμενικό…». Ταυτόχρονα εξήγγειλε και τη «διεύρυνση» της αγοράς των υπερσύγχρονων επιθετικών πολεμικών αεροπλάνων Ραφάλ, από 18 σε 24.
Γενικεύοντας, ο Μητσοτάκης δεν δίστασε να δηλώσει ότι θα συνεχίσει με «την ίδια πολιτική» και ότι ακόμα και μπροστά στις πιέσεις της πανδημίας και των φυσικών καταστροφών ιεραρχεί ως προτεραιότητα «τη συνέχεια του πολιτικού και μεταρρυθμιστικού σχεδίου». Είναι μια έξω από τα δόντια προειδοποίηση σε όλους μας.
Αυτή η προοπτική δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Ο Μητσοτάκης διαθέτει τη στήριξη της κυρίαρχης τάξης και των καθεστωτικών δυνάμεων. Το απέδειξε η στάση των ΜΜΕ στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε την πρωθυπουργική ομιλία, η πιο «φιλική» και ήπια συνέντευξη πολιτικού αρχηγού από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Ήταν μια στιγμή ντροπής για τον Τύπο, για το πολιτικό ρεπορτάζ και για την ΕΣΗΕΑ που έχει ανεχθεί αυτόν τον εκφυλισμό.
Όμως αυτές οι σχέσεις στοργής δεν θα εξελιχθούν ανεμπόδιστες. Το πλήγμα που έχει δεχθεί ο Μητσοτάκης παραμένει ενεργό. Η δοκιμασία της πανδημίας θα συνεχιστεί. Η σκληρή πραγματικότητα που αντιμετωπίζει η κοινωνική πλειοψηφία θα μηδενίσει την αξία της δημαγωγίας του Μητσοτάκη στη ΔΕΘ. Ο πρωθυπουργός της Δεξιάς, επιμένοντας στην «ίδια πολιτική», απέτυχε απολύτως να πυροδοτήσει «επανεκκίνηση» της επιρροής του κόμματός του μέσα στους πραγματικούς ανθρώπους που ζουν σε πραγματικές, ιδιαίτερα δύσκολες, συνθήκες.
Το φιάσκο του ανασχηματισμού αποδίδει πολύ καλύτερα την πολιτική δυναμική της ΝΔ, απ’ ό,τι η «προστατευμένη» παρέμβαση του Μητσοτάκη στη ΔΕΘ.
Αυτή η κυβέρνηση πρέπει και είναι εφικτό να ανατραπεί. Το πώς, το πόσο γρήγορα και κυρίως το με τι κατακτήσεις για την εργαζόμενη πλειοψηφία και απώλειες για τους καπιταλιστές, είναι τα καυτά πολιτικά ερωτήματα των μηνών που έρχονται. Ερωτήματα που απευθύνονται πρώτα και κύρια στην οργανωμένη πολιτική Αριστερά. Όμως αυτό είναι μια άλλη ιστορία…